Ο Σέρ Άρθουρ Τζον Έβανς (Sir Arthur John Evans, 8 Ιουλίου, 1851 – 11 Ιουλίου 1941) ήταν Άγγλος αρχαιολόγος. Αποκάλυψε στο σύνολό του τον πολιτισμό που ονόμασε «Μινωικό», ο οποίος ήταν στην εποχή του μόνο μια αμυδρή μυθική ανάμνηση.
Φωτογραφία: By άγνωστος – [1], CC BY 4.0, https://commons.wikimedia.org/w/index.php?curid=33366535
Ήταν γιος του Τζον Έβανς, ενός χαρτοβιομηχάνου και ερασιτέχνη αρχαιολόγου ουαλικής καταγωγής. Έλαβε την εκπαίδευσή του στο Σχολείο Χάροου (Harrow), στο κολέγιο Μπρέιζνοουζ του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης και στο πανεπιστήμιο του Γκέτινγκεν. Ενστερνιζόμενος το ενδιαφέρον του πατέρα του στην αρχαιολογία ο Άρθουρ εργάστηκε στο Ασμόλειο Μουσείο, στην Οξφόρδη κατά την περίοδο 1884 – 1908.
O Έβανς ενδιαφερόταν ιδιαίτερα για την Κρήτη ως πηγή σφραγίδων που περιείχαν πρώιμες επιγραφές μη αποκρυπτογραφημένες. Η αρχαία πόλη του Κεφαλά (Κνωσός) στη βόρεια ακτή της Κρήτης, κοντά στο Ηράκλειο, ήταν γνωστή στους ντόπιους, που ξέθαβαν αρχαία κεραμικά και νομισματικά τέχνεργα, καθώς καλλιεργούσαν τους αγρούς.
Ωστόσο, ο πρώτος που ανέσκαψε την Κνωσό ήταν ένας Ηρακλειώτης έμπορος και αρχαιοδίφης, ο Μίνως Καλοκαιρινός, ο οποίος το 1878 αποκάλυψε τα θεμέλια αποθηκευτικών χώρων γεμάτα πίθους. Η καταγραφή του έργου του Καλοκαιρινού από τον Γουίλιαμ Στίλμαν (William Stillman), πρόξενο των Η.Π.Α. στην Κρήτη εκείνη την εποχή, υποδεικνύει ότι τα ευρήματα ανήκαν στην δυτική πτέρυγα του ανακτόρου. Εκτός από τις αποθήκες ο Καλοκαιρινός ανέσκαψε και ένα τμήμα των θεμελίων της «αίθουσας του θρόνου».
Οι Τούρκοι ιδιοκτήτες της περιοχής, όμως, σύντομα σταμάτησαν τις έρευνες του Καλοκαιρινού. Λίγο μετά ο Γερμανός και ήδη διάσημος αρχαιολόγος Ερρίκος Σλήμαν (Heinrich Schliemann), προσπάθησε να αγοράσει τον ‘λόφο του Κεφαλά’ στην πραγματικότητα τούμπα δηλαδή τεχνητός γήλοφος που δημιουργήθηκε από αλλεπάλληλες κατοικήσεις της Κνωσού ήδη από την Νεολιθική. Εγκατέλειψε, όμως την προσπάθεια, γιατί θεώρησε τις τιμές που του πρόσφεραν εξοργιστικές.
Το 1894 επισκέπτεται την Κρήτη ο Έβανς, για να μελετήσει και να αποκρυπτογραφήσει δύο τύπους άγνωστης γραφής που εμφανίζονταν σε κρητικές σφραγίδες. Ένα χρόνο αργότερα δημοσίευσε τα αποτελέσματα σε έκδοση του μουσείου Άσμολ με τίτλο Κρητικά εικονογράμματα και προ-Φοινικική γραφή (Evans 1895), αναγνωρίζοντας τα μινωικά ιερόγλυφα ως εικονογράμματα (πικτογράμματα) και τις συλλαβικές ή προαλφαβητικές («προ-Φοινικικές») γραφές, που ονομάζονται πλέον Γραμμική Α και Γραμμική Β.
Η ανασκαφή
Οι πολιτικές αλλαγές ευνόησαν την πρόσθεση του Έβανς να ξεκινήσει ανασκαφές στην Κρήτη μετά την Κρητική Επανάσταση. Το 1899, χρησιμοποίησε τα χρήματα της πατρικής κληρονομιάς για να αγοράσει την περιοχή στον Κεφαλά. Χρησιμοποιώντας ένα μεγάλο για την εποχή δυναμικό, ο Έβανς ξεκίνησε μιας μεγάλης κλίμακας συστηματική ανασκαφή. Στο τέλος του 1903 είχε αποκαλύψει ένα μεγάλο μέρος των θεμελίων ενός εκτεταμένου συμπλέγματος, το οποίο προσδιόρισε ως Ανάκτορο της Κνωσού κέντρο του Μινωικού πολιτισμού. Όχι μόνο αποκάλυψε τα θαμμένα ερείπια και τα δημοσίευσε σε 4εις τόμους στο Το Παλάτι του Μίνωα στην Κνωσσό, (1921 – 1935), κλασικό έργο της αρχαιολογίας, αλλά τα συντήρησε ουσιαστικά με τις μεθόδους της εποχής του και τα αναστήλωσε εν μέρει.
Στην προσπάθεια της αναστήλωσης χρησιμοποίησε ξένα υλικά, σαν το τσιμέντο. Όπως είναι φυσικό, ασκήθηκε κριτική εναντίον του από εκείνους που πίστευαν ότι η αναστήλωση έπρεπε να γίνει με τα μέσα και τις τεχνικές εκείνης της εποχής, αλλά με την προσπάθειά του ο Έβανς βοήθησε και βοηθά ακόμη και σήμερα τον μέσο επισκέπτη να «διαβάσει» τον αρχαιολογικό τόπο. Έτσι, αν και τα αποτελέσματα για τους σύγχρονους ακαδημαϊκούς ερευνητές είναι ενοχλητικά, τα κίνητρά του στην προκειμένη περίπτωση είναι δικαιολογημένα. Θα πρέπει να μη λησμονείται, άλλωστε, ότι όταν ο Έβανς εργαζόταν στην Κνωσό στην περίοδο 1899 – 1935, πολλοί από τους συγχρόνους του ασχολούνταν μόνο με την αφαίρεση ευρημάτων από τους αρχαιολογικούς τόπους που ανέσκαπταν.
Εκτός από το πρωτοποριακό για την εποχή ανασκαφικό του έργο στην περιοχή του ανακτόρου, σημαντική ανακάλυψη του Έβανς θεωρείται η αποκάλυψη περίπου 3.000 πινακίδων Γραμμικής Α και Γραμμικής Β. Η Γραμμική Β αποδείχθηκε ότι ήταν πρώιμη μορφή της ελληνικής γλώσσας κατά την Υστεροελλαδική/Υστερομινωική περίοδο. Η Γραμμική Α, η γλώσσα των Μινωιτών παραμένει έως σήμερα στο μεγαλύτερο τμήμα της μη αποκρυπτογραφημένη.
Ο Έβανς χρίστηκε ιππότης το 1911 για τις υπηρεσίες του στην αρχαιολογία, την Κνωσό και το Ασμόλειο μουσείο. Η ανασκαφή στην περιοχή της Κνωσού, (την οποία αγόρασε για να μπορεί να τη διατηρήσει από καταστροφές), συνεχίζεται ακόμα και σήμερα από τη Βρετανική Αρχαιολογική Σχολή στην Αθήνα.
ΟΙ ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ ΤΗΣ ΚΝΩΣΟΥ ΚΑΙ Ο ΣΕΡ ΑΡΘΟΥΡ ΕΒΑΝΣ (23/3/1900)
Στὶς 23 Μαρτίου 1900, ὁ Σὲρ Ἄρθουρ Ἔβανς Φύλαξ τοῦ Μουσείου Ασμόλιαν τῆς Ὀξφόρδης, ξεκινᾶ τὶς ἐργασίες ἀνασκαφῆς τῆς Κνωσοῦ. Τὸ ἀρχαιολογικὸ του ἐνδιαφέρον γιὰ τὴν Ἑλλάδα καὶ ἰδιαίτερα τὴν Κρήτη εἶχε ἐκδηλωθεῖ ἀπὸ τὸ 1893 καὶ μετὰ.
Οἱ πρῶτες ἀνασκαφὲς στὸν χῶρο τῆς Κνωσοῦ διενεργήθηκαν τῷ 1878 ἀπὸ τὸν ἔμπορο Mίνωα Καλοκαιρινό ἐν μέσῳ ἐπαναστατικοῦ ἀναβρασμοῦ ὁ ὁποῖος ἐνισχύθηκε ἀπὸ τὴν ἔκρηξη ἑνὸς ἀκόμη Ῥωσοτουρκικοῦ πολέμου. Μέχρι τὸν Ἰανουάριο τοῦ 1878, ἡ ἐπανάσταση εἶχε ἐπεκταθεῖ σ’ ὅλο τὸ νησί.
Ἐπιλεγμένο ἀπόσπασμα ἀπό ντοκιμαντὲρ τοῦ «National Geographic Television» με τίτλο «Οἱ Δόξες τοῦ Αἰγαίου».
.
.
Βίντεο από: ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ-ΕΛΛΗΝΟΪΣΤΟΡΕΙΝ