Ο Θεόδωρος Λάσκαρης (1175 – 1222) ήταν ο ιδρυτής και πρώτος αυτοκράτορας της Αυτοκρατορίας της Νίκαιας (1205-1222) στη Μικρά Ασία μετά την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους το 1204[1][2].
Ο Θεόδωρος Α’ ήταν υιός του Μανουήλ Λάσκαρη (γεν.π.1140) και της Ιωάννας Καράτζαινας (γεν.π.1148). Ήταν στρατιωτικός και γαμπρός του αυτοκράτορα Αλεξίου Γ΄ Αγγέλου (1195-1203)[3][4]. Γεννήθηκε γύρω στα 1175 και όντας μέλος επιφανούς οικογένειας του Βυζαντίου προωθήθηκε γρήγορα σε υψηλά στρατιωτικά αξιώματα, στα οποία και διακρίθηκε για την γενναιότητα και τις ικανότητές του.
Το 1204, την παραμονή της πτώσης της Κωνσταντινούπολης από τους σταυροφόρους κατά τη Δ΄ Σταυροφορία και ενώ ο Αλέξιος Ε΄ Μούρτζουφλος είχε εγκαταλείψει την Πόλη, ο λαός εξέλεξε ως αυτοκράτορα τον αδελφό του Κωνσταντίνο Λάσκαρη. Οι συνθήκες όμως οδήγησαν στη φυγή των Λασκαριδών από την Πόλη και τη διαφυγή τους στη Μικρά Ασία[2].
Εκεί την ηγεσία της αντίστασης ανέλαβε ο Θεόδωρος, ο οποίος αφού κατάφερε να επιβληθεί στους Μικρασιάτες μεγιστάνες άρχισε τον πόλεμο κατά των Σταυροφόρων και των αυτοκρατόρων της Τραπεζούντας. Μεταξύ των προσφύγων από την Πόλη συγκαταλεγόταν και ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως με πολλούς κληρικούς, έτσι γύρω στο 1208 στέφθηκε αυτοκράτορας.
Το 1211 ο Θεόδωρος Λάσκαρης συγκρούεται με τους Σελτζούκους Τούρκους και τον Σουλτάνο Καϊκοσρού (Καϊχοσχρόης) στην κοιλάδα του Μαιάνδρου (μάχη της Αντιόχειας) και πετυχαίνει αναπάντεχη νίκη. Ο στρατός του, μόλις 2000 άνδρες με πιο αξιόμαχο τμήμα ένα σώμα 800 μισθοφόρων ιππέων από την Ιταλία, μειονεκτούσε φανερά από τους Τούρκους και μετά τις πρώτες συμπλοκές αρχικά φαινόταν ότι θα έχανε τη μάχη. Όταν όμως ο Θεόδωρος συναντάται προσωπικά με Σουλτάνο, ρίχνει το άλογο και φονεύει τον αναβάτη του ανατρέποντας έτσι την έκβαση της μάχης.
Σύμφωνα με βυζαντινές πηγές αναφέρεται πως ο Θεόδωρος κάρφωσε το Σουλτάνο στην καρδιά, ενώ ο σελτζούκος ιστορικός Ιμπν Μπιμπί πως τον αποτέλειωσε «Φράγκος». Ο ιστορικός Γεώργιος Ακροπολίτης αναφέρει πως το κεφάλι του Καϊκοσρού κόπηκε χωρίς να σφαγεί από το βασιλέα ή από άλλον της συνοδείας του[5].
Οι επιτυχίες του, καθώς και τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν οι Λατίνοι στα Βαλκάνια από τους Βουλγάρους οδήγησαν τελικά στην υπογραφή συνθήκης ειρήνης με τον Ερρίκο αυτοκράτορα της Λατινικής Αυτοκρατορίας, το 1214 στο Νυμφαίο, με βάση την οποία οι Λατίνοι περιορίζονταν σε μια στενή λωρίδα στη βορειοδυτική Μικρά Ασία[6]. Τα επόμενα χρόνια ασχολήθηκε με την οργάνωση του κράτους του, την ενίσχυση της οικονομίας και του στρατού πάνω σε υγιείς βάσεις και την προετοιμασία της επιστροφής στην Κωνσταντινούπολη.
Πέθανε ξαφνικά το 1222, σε ηλικία 47 ετών, αφήνοντας ως διάδοχό του τον γαμπρό του, Ιωάννη Γ΄ Δούκα Βατάτζη.
Οικογένεια
Ο Θεόδωρος Α’ νυμφεύτηκε τρεις φορές. Πρώτα το 1198/9 την Άννα Αγγελίνα, κόρη του Αλεξίου Γ’ Αυτοκράτορα των Ρωμαίων και της Ευφροσύνης Καματηράς. Παιδιά αυτού του γάμου είναι:
– Ειρήνη, απεβ. 1239, παντρεύτηκε πρώτα τον Ανδρόνικο Παλαιολόγο και μετά τον Ιωάννη Γ’ Βατάτζη μετέπειτα Αυτοκράτορα των Ρωμαίων.
– Μαρία π. 1206-1270, παντρεύτηκε τον Μπέλα Δ’ Αρπάντ μετέπειτα βασιλιά της Ουγγαρίας. Ο γιος τους
– Στέφανος Ε΄ είχε κόρη την
– Άννα των Αρπάντ, που παντρεύτηκε τον Ανδρόνικο Β’ Παλαιολόγο Αυτοκράτορα των Ρωμαίων.
– Ευδοκία (μετονομάστηκε Σοφία) 1211-1250, παντρεύτηκε πρώτα τον Φρειδερίκο Β΄ Μπάμπενμπεργκ δούκα της Αυστρίας και έπειτα τον Ανζώ ντε Καγιέ κυβερνήτη της Μ. Ασίας.
Μετά το θάνατο της Άννας Αγγελίνας το 1212, ο Θεόδωρος Α΄ έκανε δεύτερο γάμο, με την Φιλίππα των Ρουπενιδών, κόρη του Ρουπέν Γ΄ της Μικράς Αρμενίας (Κιλικίας)[7] και της Ισαβέλλας του Τορόν. Από αυτό τον γάμο γεννήθηκε ο:
– Κωνσταντίνος, γενν. 1214.
Ο Θεόδωρος Α’ χώρισε τη Φιλίππα το 1216 και το 1219 έκανε τον τρίτο του γάμο, με τη Μαρία του Κουρτεναί, κόρη του Πέτρου Λατίνου αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης και της Γιολάντας της Φλάνδρας. Ο γάμος δεν είχε απογόνους.
Νομίσματα
Ο Θεόδωρος Α’ αντικατέστησε τα τραχέα εξ ηλέκτρου με τα τραχέα αργυρά. Επίσης έκοψε και τραχέα από κράμα χαλκού με λίγο άργυρο. Τα νομισματοκοπεία του ήταν στη Μαγνησία και στη Νίκαια.
Στο τραχύ αργυρό εικονίζεται στα αριστερά ο αυτοκράτορας να κρατά σκήπτρο στο δεξί χέρι και πατριαρχικό σταυρό στο αριστερό, ενώ στα δεξιά ο Χριστός τον ευλογεί στο κεφάλι με το δεξί του χέρι. Στην άλλη όψη στέκονται ο άγιος Θεόδωρος στα αριστερά και η Θεοτόκος στα δεξιά. [8]
Παραπομπές
1. «Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού». http://www.ime.gr. Ανακτήθηκε στις 2017-01-06.
2. Εγκυκλοπαίδεια Νέα Δομή. Τεγόπουλος – Μανιατέας. 1996, σελ. 293, τομ. 19.
3. Παπαθανασίου, Μανώλης. «Βυζαντινοί Αυτοκράτορες». http://www.byzantium.xronikon.com. Ανακτήθηκε στις 2017-01-06.
4. «Theodwros A’ Laskarhs». http://www.ime.gr. Ανακτήθηκε στις 2017-01-06.
5. Βασιλεύς εναντίον Σουλτάνου από τα Ιστορικά Θέματα
6. Εγκυκλοπαίδεια Νέα Δομή. Τεγόπουλος – Μανιατέας. 1996, σελ. 91, τομ. 25.
7. Ο Ρουπέν Γ΄ ήταν 7ος απόγονος του Βάρδα Φωκά, ως απόγονος ανιψιάς τού Νικηφόρου Β΄ Φωκά Αυτοκράτορα των Ρωμαίων.
8. David R. Sear, Byzantine coins & their values, Seaby Ltd., 2nd edition 1996
[wikipedia]