Βασίλης Δημ. Χασιώτης
Ήδη κατά την περίοδο 2012 έως και τις εκλογές του 2015, κατά την οποία ο ΣΥΡΙΖΑ, ένα κόμμα που παραδοσιακά εκείνο που φιλοδοξούσε εκλογικά ήταν να πέρναγε το όριο του 3% για την είσοδό του στη Βουλή, και που αίφνης κατέστη κόμμα εξουσίας, αρχικά καθιστάμενο αξιωματική αντιπολίτευση και ακολούθως κυβέρνηση, με μια σειρά από άρθρα μου, επεσήμανα, από τότε, ορισμένα σημεία τα οποία, κατά τη γνώμη μου, θα προσδιόριζαν τις προοπτικές του κόμματος αυτού, ως ενός κόμματος εξουσίας. Θα σταχυολογήσω εδώ κάποιες από εκείνες τις θέσεις μου.
Το πρώτο σημείο ήταν πως ο ΣΥΡΙΖΑ αποτελούσε κόμμα της Κρίσης και των Μνημονίων, και επομένως, η αντιμνημονιακή του θέση ως κόμματος εξουσίας θα αποτελούσε και το πλέον βασικό ίσως κριτήριο διατήρησης της μη παραδοσιακής εκλογικής του πελατείας (και όχι μόνο αυτής, όπως έδειξαν τα πράγματα με την εσωτερική διάσπαση του κόμματος αυτού). Αντ’ αυτού όμως, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν μονάχα το κόμμα που ενσάρκωνε την «πρώτη φορά Αριστερά» στην εξουσία, αλλά, υπήρξε και το κόμμα που σχεδόν αμέσως με την άνοδό του στην εξουσία έφερε και το πρώτο «Αριστερό Μνημόνιο», που υπήρξε πολύ χειρότερο από τα προηγούμενα δύο. Και μάλιστα, για να το πετύχει αυτό, προσέφυγε και στην πολιτική επιλογή διενέργειας ενός Δημοψηφίσματος, απλώς για να αγνοήσει επιδεκτικά και κυρίως, να διαστρεβλώσει κατά τρόπο ερασιτεχνικό το μήνυμα του αποτελέσματός του.
Το δεύτερο σημείο ήταν πως η εκλογική δύναμη του ΣΥΡΙΖΑ, συγκροτούνταν κυρίως από το εκλογικό σώμα του ΠΑΣΟΚ όταν αυτό κατέρρευσε εκλογικά, που έθετε το ζήτημα της κεφαλαιοποίησης της μη παραδοσιακής εκλογικής του βάσης, η οποία ήταν -και είναι- γύρω στο 3-4%. Ο ΣΥΡΙΖΑ, άσκησε λόγω των τότε συνθηκών σημαντική εκλογική επιρροή στη μεγάλη δεξαμενή των κεντρώων και κάποιων άλλων Αριστερών δεξαμενών, όμως, δεν ασκούσε ιδεολογική επιρροή στο χώμα αυτό. Ούτε οι νέοι ψηφοφόροι πήγαν τότε στον ΣΥΡΙΖΑ ελκυόμενοι από τα ιδεολογικά του προτάγματα, αλλά, αποκλειστικά ελπίζοντας πως θα έθετε τέλος στα Μνημόνια. Επομένως, έπρεπε να αναμένει, όταν ψήφιζε το δικό του Μνημόνιο, και μάλιστα με την ψήφο των παραδοσιακών κομμάτων εξουσίας, Νέας Δημοκρατίας και ΠΑΣΟΚ, πως από εκείνη τη στιγμή, ο πολιτικός του χρόνος, ως κόμματος εξουσίας, είχε ήδη αρχίσει να μετρά ανάποδα και ήταν ζήτημα χρόνου, πότε οι «δανεικοί» εκλογείς του θα εύρισκαν τον χρόνο πρόσφορο να απέλθουν οίκαδε.
Το τρίτο σημείο, ήταν πως στα κρίσιμα εθνικά θέματα, ο ΣΥΡΙΖΑ εξακολούθησε να εκπροσωπεί όσα ως κόμμα του 3% πρέσβευε, κάτι όμως που τον έφερε αντιμέτωπο με όσα η πλειοψηφία του ελληνικού λαού πρεσβεύει επ’ αυτού. Θάλεγε κανείς πως στα θέματα αυτά, αλλά ακόμα και σε άλλα κοινωνικής σημασίας, ο ΣΥΡΙΖΑ κυβερνούσε με βάση τις ιδεολογικές πεποιθήσεις του σκληρού ιδεολογικού του πυρήνα παρά με βάση τις πεποιθήσεις της πλειοψηφίας του λαού. Ενδεικτικά, η Συμφωνία των Πρεσπών, το μεταναστευτικό, ο «Φράχτης» στον Έβρο, αλλά και στο κοινωνικό επίπεδο μια τάση προβολής κάθε είδους «δικαιωματισμού» που αμφισβητεί παγιωμένες παραδοσιακές κοινωνικές αξίες, υπήρξαν κι αυτά χαρακτηριστικά που ο ΣΥΡΙΖΑ αυτοτοποθετούνταν απέναντι σ’ ένα λαό, που καλούνταν πολιτικά βίαια να ασπασθεί έναν «προοδευτισμό» έτσι όπως ο ΣΥΡΙΖΑ τον εννοούσε ιδεολογικά αλλά και πολιτικά.
Τα αποτελέσματα των χθεσινών εκλογών, σε πρώτο βήμα, «ξεφούσκωσε» εκλογικά τον ΣΥΡΙΖΑ σε βαθμό που ήδη θέτει το ερώτημα αν ήδη βρίσκεται σε μια καθοδική πορεία τέτοιας έκτασης, που θα επαναφέρει το κόμμα αυτό στα ιστορικά του εκλογικά επίπεδα κάπου εκεί γύρω στο 3%.
Η προσωπική μου άποψη είναι πως ναι, βρίσκεται στην πορεία αυτή.
Εκτιμώ πως στις επόμενες επαναληπτικές εκλογές, ο ΣΥΡΙΖΑ ίσως χάσει και αυτή τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, με τους εκλογείς του ΠΑΣΟΚ που είχαν μεταναστεύσει στον ΣΥΡΙΖΑ, να παλιννοστούν στην εκλογική τους βάση. Δεν ξέρω αν αυτό συμβεί τόσο γρήγορα, όμως, δεν το αποκλείω. Ασφαλώς, στο ΣΥΡΙΖΑ υπήρχαν και ψηφοφόροι από άλλες πολιτικές δεξαμενές, όμως κανείς νομίζω να αμφισβητεί πως ήταν το ΠΑΣΟΚ ο κύριος εκλογικός τροφοδότης του ΣΥΡΙΖΑ την περίοδο 2012-2019.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, δυστυχώς γι΄ αυτόν, αποτέλεσε το χειρότερο δείγμα μιας «αριστερής» προοπτικής στο επίπεδο της διακυβέρνησης. Δεν απεδείχθη εχθρός του Παλαιοκομματισμού, απεδείχθη χορηγός και σωτήρας της.