Νικηφόρος Μανδηλαράς -Το μεγάλο ερωτηματικό

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Ο Νικηφόρος Μανδηλαράς (19 Φεβρουαρίου 1928 – 18 Μαΐου 1967) ήταν Έλληνας νομικός, δημοσιογράφος και εκδότης εφημερίδας. Είναι περισσότερο γνωστός ως δικηγόρος υπερασπίσεως στη δίκη για την υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ που ποτέ δεν ολοκληρώθηκε. Σκοτώθηκε υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες, καθώς προσπαθούσε να διαφύγει από την Ελλάδα, όπου κινδύνευε να συλληφθεί από το καθεστώς της χούντας.

Γεννήθηκε στην Κόρωνο της Νάξου το 1928. Σπούδασε νομικά στην Αθήνα ενώ παράλληλα εργαζόταν. Αφού τελείωσε τις σπουδές του εργάστηκε στο δικηγορικό γραφείο του Γ.Β. Μαγκάκη και αργότερα άνοιξε δικό του γραφείο. Μαζί με τον Ευάγγελο Γιαννόπουλο, τον Γιώργο Ασημακόπουλο, τον Σταύρο Κανελλόπουλο και άλλους ίδρυσε την Ένωση Δημοκρατικών Δικηγόρων Ελλάδος.

Σε ηλικία 18 ετών είχε ήδη φάκελο πολιτικών φρονημάτων στην Ασφάλεια Σύρου, στον οποίο αναφέρεται ότι «εμφορείται υπό κομμουνιστικών φρονημάτων και δη με πλήρη κομμουνιστικήν κατάρτισιν…».

Υπερασπίστηκε πολλές φορές πολίτες που διώκονταν για την πολιτική τους δράση και στην υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ ανέλαβε την υπεράσπιση των κατηγορουμένων. Σχεδίαζε να πολιτευτεί με την Ένωση Κέντρου στις εκλογές που ήταν προγραμματισμένες να διεξαχθούν τον Μάιο του 1967 και οι οποίες τελικά δεν έγιναν εξ αιτίας της επιβολής της δικτατορίας.

Στις εκλογές του 1956, με δημόσιες δηλώσεις και ομιλίες του στη Νάξο υποστήριξε το κόμμα της Δημοκρατικής Ένωσης, που συσπείρωνε κόμματα και προσωπικότητες της Δεξιάς (Λαϊκό Κόμμα), του Κέντρου (Κόμμα Φιλελευθέρων κ.ά.) και της Αριστεράς (ΕΔΑ κ.ά.), με στόχο την ανάσχεση της ανόδου προς την εξουσία της νεοπαγούς ΕΡΕ του Κωνσταντίνου Καραμανλή. Στις εκλογές του 1958 υποστήριξε την ΕΔΑ και συνόδευσε τον συντοπίτη του Μανώλη Γλέζο στην προεκλογική περιοδεία του στη Νάξο.

Τον Ιούλιο του 1959 ήταν συνήγορος υπεράσπισης της Βασιλικής Δημητροκάλλη, αδελφής του Μανώλη Γλέζου και του σύζυγό της στο στρατοδικείο Αθηνών. Κατηγορούνταν, όπως και ο Μανώλης Γλέζος, για κατασκοπεία.

Στα τέλη του ίδιου χρόνου νυμφεύτηκε την Άσπα Καλοδίκη, με την οποία απέκτησε μία κόρη, τη Μαρία – Αριέττα.

Τον Ιανουάριο του 1960 άρχισε να εκδίδει την εφημερίδα «Ναξιακά Χρονικά», που συνεχίστηκε το 1966 με τον τίτλο «Κυκλαδικά Χρονικά», όπου δημοσίευσε άρθρα σχετικά με τα οικονομι­κά και γενικότερα τα κοινωνικά προβλήματα των νησιών.

Τον Απρίλιο του 1960 παρέστη ως συνήγορος υπεράσπισης στη δίκη των 42 ηγετικών στελεχών του ΚΚΕ (ανάμεσά τους ο Χαρίλαος Φλωράκης) που δικάζονταν για κατασκοπεία.

Στις εκλογές του 1961 ήταν για πρώτη και μοναδική φορά υποψήφιος βουλευτής στις Κυκλάδες, ως ανεξάρτητος – συνεργαζόμενος με το Πανδημοκρατικό Αγροτικό Μέτωπο (ΠΑΜΕ), που αποτελούσε συνασπισμό της ΕΔΑ με το Εθνικό Αγροτικό Κόμμα. Στις εκλογές του 1963 επιδίωξε να είναι υποψήφιος στις Κυκλάδες με την Ένωση Κέντρου, αλλά αποκλείστηκε από τους συνδυασμούς του κόμματος ως φιλοκομουνιστής.

Ο θάνατός του

Ευρύτερα γνωστός έγινε κατά τη διάρκεια της δίκης του ΑΣΠΙΔΑ ως συνήγορος υπεράσπισης αξιωματικών που παραπέμφθηκαν σε δίκη με βούλευμα του Δικαστικού Συμβουλίου του Διαρ­κούς Στρατοδικείου Αθηνών, κατηγορούμενοι για απόπειρα εσχάτης προ­δοσίας. Στη δίκη, που διήρκεσε από τις 14 Νοεμβρίου 1966 έως τις 10 Μαρτίου 1967, ο Μανδηλαράς διακρίθηκε για τη νομική του συγκρότηση, τις τεκμηριωμένες αγορεύσεις του και τη μαχητικότητά του.

Λόγω της ανάμειξής του στην υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ ως συνηγόρου υπεράσπισης και της πολιτικής του δράσης, ο Νικηφόρος Μανδηλαράς κινδύνευε μετά την επιβολή της δικτατορίας.
Στις 17 Μαΐου 1967 επιβιβάστηκε στο πλοίο «Ρίτα Β.», που είχε προορισμό την Αμμόχωστο της Κύπρου, για να οργανώσει αντίσταση εναντίον του δικτατορικού καθεστώτος. Mία εβδομάδα αργότερα το πτώμα του εκβράστηκε σε ακτή της Ρό­δου. Η κυβέρνηση ανακοίνωσε στις 23 Μαΐου ότι «εξεβράσθη πτώμα ανδρός, αγνώστων στοιχείων» και την επομένη ότι το πτώμα «ανεγνωρίσθη ως του δικηγόρου Μανδηλαρά».

Κατά την εκδοχή των αρχών, ο καπετάνιος του πλοίου Πέτρος Πόταγας έριξε τον Μανδηλαρά στη θάλασσα με ένα σωσίβιο, προκειμένου ο τελευταίος να κολυμπήσει ως την ακτή και να αποφύγει τη σύλληψη. Όμως ο δικηγόρος πηδώντας από το πλοίο, τραυματίστηκε στο κεφάλι και στη συνέχεια πνίγηκε και το πτώμα του ξεβράστηκε στην ακτή.

Υποστηρίζεται ωστόσο με βάση στοιχεία που υπάρχουν, ότι ο Νικηφόρος Μανδηλαράς πρέπει να βγήκε στην ακτή, όπου συνελήφθη και δολοφονήθηκε. Πρώτον ο Μανδήλαρας με τη σωματική διάπλαση που είχε ήταν απίθανο να τραυματιστεί πηδώντας από το πλοίο και να μην καταφέρει να κολυμπήσει μέχρι τη στεριά. Επίσης από φωτογραφίες του νεκρού Μανδηλαρά φαίνεται πως είχε δεχτεί χτυπήματα στο κεφάλι και είχε μια τρύπα στο θώρακα. Ακόμα όταν βρέθηκε το πτώμα του έτρεχε αίμα από το αυτί του, κάτι που δε θα μπορούσε να συμβεί αν είχε πνιγεί. Η δε έκθεση των γιατρών που εξέτασαν τη σορό του δεν υπεβλήθη άμεσα, αλλά αφού έφτασε από το εξωτερικό, λίγες μέρες αργότερα, ο ιατροδικαστής Καψάσκης.

Επιπλέον υπάρχει η μαρτυρία του Ροδίτη δικηγόρου Γιώργου Χιωτάκη, φίλου του Μανδηλαρά, δημάρχου Ρόδου το 1964 και πολιτευτή της Ένωσης Κέντρου, σύμφωνα με την οποία στις 18 Μαΐου τον πλησίασε μέσα στο δικαστικό μέγαρο ένας χωρικός και του είπε πως μεταφέρει μήνυμα του Μανδηλαρά που κρύβεται στην παραλία της Λάρδου. Ο Χιωτάκης με τον ίδιο χωρικό έστειλε μήνυμα στον Μανδηλαρά ζητώντας του να ορίσει τόπο συνάντησης, καθώς όμως δεν έλαβε απάντηση αποφάσισε την επομένη να ψάξει να τον βρει μόνος του. Στη διαδρομή με το αυτοκίνητο τον παρακολουθούσαν άνδρες της ασφάλειας και έμαθε ότι οι αρχές αναζητούσαν έναν δραπέτη. Δύο μέρες αργότερα ο Χιωτάκης έμαθε από τις εφημερίδες ότι ξεβράστηκε το πτώμα ενός αγνώστου άνδρα στην παραλία Γενναδίου.

Στη δίκη που ακολούθησε ο καπετάνιος Πέτρος Πόταγας καταδικάστηκε σε δώδεκα μήνες φυλάκιση για ανθρωποκτονία εξ αμελείας. Αργότερα ο Πόταγας έφυγε οικογενειακώς για την Νότια Αφρική, όπου πολύ σύντομα απεβίωσε υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες.

Παρ’ όλες τις προσπάθειες που έγιναν μετά την πτώση τις δικτατορίας για να γίνει αναψηλάφηση της υπόθεσης, δεν κατέστη δυνατή η επανάληψη της δίκης. Στις 7 Δεκεμβρίου 1984 η υπόθεση ανασύρθηκε από το αρχείο και η Ολομέλεια Εφετών Αθηνών αποφάσισε την άσκηση νέας ποινικής δίωξης, χαρακτηρίζοντας τον θάνατο του Μανδηλαρά ανθρωποκτονία από πρόθεση. Η ποινική δίωξη στράφηκε κυρίως κατά των Κ. Παπαδόπουλου, αδελφού του δικτάτορα Γ. Παπαδόπουλου, και Ι. Λαδά, ενώ ανακριτής ορίστηκε ο Εφέτης Αθηνών Α. Φλούδας. Σύμφωνα με βούλευμα που εκδόθηκε δύο χρόνια αργότερα, για τους παραπάνω προέκυψαν στοιχεία για ηθική αυτουργία. Εν τέλει η διερεύνηση δεν τελεσφόρησε και η υπόθεση ξαναμπήκε στο αρχείο.

wikipedia, sansimera

Η Μηχανή του Χρόνου — Νικηφόρος Μανδηλαράς – Το ανεξιχνίαστο έγκλημα της χούντας

.

.

Βίντεο από: spiroslouis1

ΔΗΜΟΦΙΛΗ