Η χώρα των απατεώνων και των ληστών

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Γράφει ο Ιάκωβος Ποθητός

Όταν ήμουν μικρός, κάποιες φορές ο νονός μου, καθότανε στην πολυθρόνα του και μου διηγούνταν μια ιστορία (φανταστική ή πραγματική θα σας γελάσω), για μια χώρα που την έλεγε «η χώρα των απατεώνων και των ληστών».

«Υπήρχε, μου έλεγε, μια χώρα μακρινή, που οι απλοί ταξιδιώτες απέφευγαν όχι μόνο να εισέλθουν προκειμένου να διαμείνουν σε κάποιο ξενοδοχείο μια βραδιά για να ξαποστάσουν αλλά και να την διασχίσουν καλπάζοντας στους δρόμους της ξέφρενα μέχρι να βγουν από αυτήν. Προτιμούσαν να διανύσουν μεγαλύτερη απόσταση, περνώντας σε μεγάλη απόσταση από αυτή, για να είναι σίγουροι, πως θα φτάσουν στον προορισμό τους χωρίς κάποιο δυσάρεστο συμβάν.

Στη χώρα αυτή η λέξη «διαφθορά» και «απάτη» δεν είχαν καμία απολύτως θέση γιατί πολύ απλά οι έννοιές τους δεν μπορούσαν να περιγράψουν όλα όσα καθημερινά, και επί σειρά ετών, διαδραματιζόντουσαν, μου έλεγε γελώντας!
Πολιτικοί που ανέβαιναν στην εξουσία, έκαναν το παραμύθι «Πινόκιο» να φαντάζει σαν αληθινό.
Η μόνη διαφορά ήταν, πως όταν ο Πινόκιο έλεγε ψέματα μεγάλωνε η μύτη του ενώ οι πολιτικοί, με τα ψέματα που έλεγαν, μεγάλωναν οι καταθέσεις τους, τα πλούτη τους (τι μου έλεγε ο νονός μου!).
Αξιωματούχοι φυσικά στη χώρα αυτή, ήταν όλοι όσοι ενεργούσαν σαν τα πιστά σκυλιά, που υπερασπίζονται με λύσσα τα αφεντικά τους, επιτιθέμενοι εναντίον εκείνων που ζητούν δίκαιη μεταχείριση, καλύτερη ποιότητα ζωής, με αντάλλαγμα, τις καλές μερίδες φαγητού που τους έβαζαν στο πιάτο τα αφεντικά τους. Κι αυτοί οι αξιωματούχοι – σκυλιά, άπληστα έτρωγαν το φαγητό τους, όμως ποτέ δεν χόρταιναν. Ακόμη, δεν τους ένοιαζε αν οι πολίτες δεν είχαν να φάνε, δεν είχαν δουλειά. Το ενδιαφέρον τους ήταν πρώτα η υπεράσπιση των αφεντικών τους και κατόπιν στην δική τους «μάσα». (πόσο οργιζόταν όταν μιλούσε γι’ αυτούς!)

Για την επίτευξη των στόχων τους πολιτικοί κι αξιωματούχοι, είχαν στην διάθεσή τους και στον απόλυτο έλεγχό τους, υπαλλήλους και εργάτες.
Όποιος από αυτούς ήταν έντιμος, είχε ηθικές αρχές, τον έβαζαν στο περιθώριο μη μπορώντας να υποστηρίξουν πως κατά λάθος έγινε η πρόσληψή του. Όποιοι όμως έμπρακτα αποδείκνυαν ότι όχι μόνο ήταν υπάκουοι στις εντολές των ανωτέρων αλλά ξεπερνούσαν σε ικανότητες τον Αλ Καπόνε, έδειχναν ότι άξιζαν να είναι μέλη της Καμόρα, καταλάμβαναν υψηλές θέσεις και τα αφεντικά τους επέτρεπαν να αρπάζουν κι αυτοί μέρος της λείας.
Μάλιστα οι πολιτικοί, προκειμένου να δείξουν πως πολεμούν την διαφθορά και την διασπάθιση του δημόσιου χρήματος, θέλοντας να δείξουν στους πολίτες πως τάχα πολεμούν την διαφθορά, έβρισκαν κάποιον σύγχρονο Γιάννη Αγιάννη, τον οδηγούσαν στο δικαστήριο με βαριές κατηγορίες και του επέβαλλαν εξοντωτικές ποινές.

Γιατί βασικό χαρακτηριστικό των κακών ανθρώπων παιδί μου, είναι η εμμονή τους στην αδικία! Όποιος συστηματικά αδικεί τους ανθρώπους, να τον αποφεύγεις γιατί είναι κακός άνθρωπος. Αυτός κάποια στιγμή, όταν μπορέσει, θα αδικήσει και σένα. Γιατί αυτή είναι η φτιάξη του! μου έλεγε.
Ο νονός μου συνέχιζε την ιστορία λέγοντας ότι, μοναδική επιδίωξη των πολιτικών, των αξιωματούχων αλλά και της συντριπτικής πλειοψηφίας όσων τους υπηρετούσαν από τις θέσεις – πόστα εργασίας που είχαν τοποθετηθεί ήταν, ποτέ και με κανέναν τρόπο, να μην απολέσουν την εξουσία τους, να μη χάσουν ποτέ τον έλεγχο της χώρας.
Γι’ αυτό επινόησαν τις εκλογές, με στόχο την εναλλαγή στη θέση του αρχηγού από κάποιον που ναι μεν είχε άλλο πρόσωπο, έλεγε πως έχει άλλη ιδεολογία, όμως πάντα αποδεικνύετο πως είχε το ίδιο μυαλό, τους ίδιους στόχους. Απλά όλα αυτά τα έκαναν μόνο και μόνο για να ξεγελούν το… πόπολο!
Όμως το τραγικό είναι (συνέχιζε βουρκωμένος ο νονός μου) πως όλοι αυτοί, πολιτικοί κι αξιωματούχοι, προσκύνησαν τους ισχυρούς της γης δίνοντας την υπόσχεση, πως πάντα θα κάνουν ότι τους λένε, ακόμα και να παραχωρήσουν τον πλούτο της χώρας τους, να γίνουν σκλάβοι οι πολίτες τους. Το μοναδικό που ζητούσαν ήταν, να τους επιτρέπουν να κυβερνούν για πάντα την δύσμοιρη χώρα. Φυσικά, άλλο που δεν ήθελαν και δεν θέλουν, οι ισχυροί της γης. Να έχουν υποταγμένους στη δούλεψή τους.

Δεν γνωρίζω το τέλος αυτής της ιστορίας βαφτισιμιέ μου, μου έλεγε ο νονός μου, φεύγοντας βουρκωμένος.

Έχουν περάσει πάρα πολλά χρόνια από τότε που ο νονός μου καθότανε στην πολυθρόνα του και μου έλεγε αυτή την ιστορία. Ακόμα ψάχνω στις εγκυκλοπαίδειες, ρωτάω μορφωμένους και πολυσπουδαγμένους ανθρώπους, για να μάθω αν υπάρχει και που αυτή η χώρα των απατεώνων και των ληστών.

Κανείς όμως δεν την γνωρίζει.

Προφανώς θα είναι μια φανταστική ιστορία που μου έλεγε ο νονός μου για να περνάει η ώρα.

ΔΗΜΟΦΙΛΗ