Ο Δημήτριος Λιάλιος (1869 – 13 Μαρτίου 1940) ήταν Έλληνας συνθέτης. Ήταν ένας από τους σημαντικότερους μουσικοσυνθέτες της νεότερης Ελλάδας με πλούσιο και πολυσχιδές έργο (συμφωνική μουσική, μουσική δωματίου, τραγούδια για φωνή και πιάνο κλπ.).
Τα επιτεύγματα του Δ. Λιάλιου, ιδίως στα πεδία της συμφωνικής μουσικής και της μουσικής δωματίου, είναι σπουδαίας ιστορικής αξίας, αλλά και ποιότητος στο πλαίσιο του νεοελληνικού μουσικού πολιτισμού κατά το πέρασμα από τον 19ο στον 20ο αιώνα.
Γεννήθηκε στην Πάτρα και ήταν γιος του αλευροβιομήχανου Λουκά Λιάλιου και της Αικατερίνης Καλετζιώτη. Από μικρός ασχολήθηκε με την μουσική και έμαθε να παίζει βιολί και πιάνο υπό την καθοδήγηση του Ιταλού Tiveri. Το 1884 έφυγε για τη Ζυρίχη για να σπουδάσει μηχανολόγος αλλά σύντομα άλλαξε απόφαση, κατόπιν συζητήσεων με τον ποιητή Κωνσταντίνο Χατζόπουλο, και μετακόμισε στο Μόναχο στρέφοντας την προσοχή του προς τις μουσικές σπουδές όπου είχε την ευκαιρία να τελειοποιήσει τις μουσικές του σπουδές στο Ωδείου του Μονάχου. Καθηγητής του ήταν ο Lufwig Thuille, προσωπικός φίλος του Στράους.
Στην εργογραφία του συγκαταλέγονται τραγούδια, μουσική δωματίου, έργα για πιάνο και κουαρτέτα κ.α. Το σημαντικότερο έργο του θεωρείται η «Σερενάτα για βιολοντσέλο και έγχορδα».
Με το έργο του σηματοδότησε την πρώτη επαφή του νεοελληνικού μουσικού στοχασμού με την μουσική της Μεσευρώπης. Όταν επέστρεψε στην Πάτρα ίδρυσε ορχήστρα με μέλη εξέχοντες προσωπικότητες της πατραϊκής κοινωνίας. Επίσης είχε διατελέσει πρόξενος της Ελλάδος στο Μόναχο.
Ήταν παντρεμένος με την υψίφωνο Ειρήνη Πάλλη, ανιψιά του Αλέξανδρου Πάλλη και είχε δύο κόρες, την Έλσα και την Μαρία, και έναν γιό τον Γιωργο, που σπουδασε κι εκείνος μουσική και σύνθεση στην Βιέννη. Η Έλσα παντρεύτηκε τον Μανώλη Σκλαβούνο και η Μαρία τον Ανδρέα Τζίνη, γόνο της πλούσιας πατρινής οικογένειας Τζίνη. Αδερφός του Δημητρίου ήταν ο Τάκης Λιάλιος. Πέθανε στην Αθήνα το 1940.