Το ναυάγιο του ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Ζ, στις 10 Μαρτίου 1923, στον Πειραιά.
Το επίτακτο ναυαγοσωστικό ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Ζ, της εταιρείας Ζαλοκώστα χρησιμοποιείτο για μεταφορά του προσωπικού του ΠΝ από το Ναύσταθμο Σαλαμίνας στον Πειραιά. Στις 10 Μαρτίου 1923, και κατά το ταξίδι από το Κερατσίνι προς τον Πειραιά μεταφέροντας αδειούχους, ανατράπηκε και βυθίσθηκε έξω από τον προλιμένα ανάμεσα Ψυτάλλεια και λιπάσματα εξαιτίας των ισχυρών Νοτίων ανέμων και του υψηλού κυματισμού.
Ο θλιβερός απολογισμός ήταν συνολικά 297 θύματα, 12 Αξιωματικοί, 87 Υπαξιωματικοί, 193 ναύτες και 5 τεχνικοί.
Ο απολογισμός αυτός ήταν αρκετός ώστε το ναυάγιο αυτό να θεωρείται ως η μεγαλύτερη ναυτική τραγωδία που έπληξε ποτέ το Πολεμικό Ναυτικό.
Μεταξύ των θυμάτων ήταν και 30 Ποριώτες που υπηρετούσαν στο Πολεμικό Ναυτικό. Επίσης μεταξύ τών θυμάτων ήταν και δυό Γαλαξειδιώτες
Εις μνήμην των θυμάτων ανεγέρθη μνημείο στην Ψυττάλεια, όπου το ΠΝ κάθε χρόνο τελεί επιμνημόσυνη δέηση.
Μεταξύ δε των διασωθέντων ήταν και ο πατέρας μου Ευθύμιος Αντ. Χατζηγιάννης— Σκούμπελος πού υπηρετούσε τότε τη θητεία του στο Ναύσταθμο.
Μας είχε πεί κάποτε ο μακαρίτης πατέρας μου για τις συνθήκες τού ναυαγίου:
«Μόλις ξεμακρύναμε από το Κερατσίνι, ο καιρός άρχισε νά φρεσκάρει ήταν σοροκάδα και η θάλασσα άρχισε να αγριεύει για καλά Το ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Ζ» άρχισε άγριο κλυδωνισμό Η απόσταση από το Κερατσίνι στον Πειραιά είναι πολύ μικρή. Μόλις μισή ώρα ήταν το ταξείδι εν τούτοις πολλές φορές γίνεται από τά δυσκολότερα. Γιατί η περιοχή αυτή μεταξύ Ψυτάλλειας και λιπάσματα – προλιμένα όταν έχει σοροκάδα φρέσκια γίνεται πολύ επικίνδυνη και πολλές φορές και μεγαλύτερα σκάφη αντιμετώπισαν δύσκολες καταστάσεις και σέ ορισμένες περιπτώσεις κινδύνεψαν. Από δε μικρά σκάφη και βάρκες πολλές είχαν χαθεί στο στενό αυτό. Τέλος πάντων θάταν εκεί γύρω στις δύο με τρείς το μεσημέρι η θάλασσα παρααγρίεψε Μεγάλα κύματα, το ένα κοντά στο άλλο, χιμούσαν πάνω στο μικρό καραβάκι και ζητούσαν να το καταπιούν και τα νερά έμπαιναν απ’ τη μια ως την άλλη άκρη του καταστρώματος, φαινότανε πιά καθαρά ότι βρισκόμαστε πλέον σέ άμεσο κίνδυνο. Εγώ ήμουνα στην κουβέρτα σταβέντο πάντα είχα αρπαχτεί από ένα χειραγωγώ και κρατιόμουνα με τά δυό μου χέρια όσο πιο γερά μπορούσα μη πέσω κάτω και χτυπήσω καί σκοτωθώ ή μη με βγάλει η θάλασσα έξω. Ξαφνικά, το βαποράκι διπλάρωσε, δυό τρία μεγάλα κύματα τό ένα μετά το άλλο χτυπούν το σκάφος, καί αρχίζει να γέρνει από τη μια πλευρά. Οι συσσωρευμένοι στο κατάστρωμα ναύτες που με βία συγκρατούνταν όρθιοι, μετακινούνται προς την αντίθετη πλευρά. Τότε πια το καράβι γέρνει απότομα πολύ κι ένα τεράστιο κύμα πλημμυρίζει το μηχανοστάσιο. Η κλίση του πλοίου αυξάνεται, όλοι πού είμαστε στο κατάστρωμα, σαν συμπαγής μάζα, πέσαμε στη θάλασσα και αρχίσαμε να κολυμπάμε με τη ψυχή στο στόμα για τη στεριά. Τελικά η ξαφνική ορμητική μετακίνηση των ανθρώπων πού ήταν στο κατάστρωμα προς την αντίθετη πλευρά επέκτεινε την κλίση, το σκάφος έχασε την ευστάθειά του (ισορροπία του), ανετράπη και τελικά βούλιαξε, συμπαρασύροντας όλους τους ευρισκόμενους στο υπόφραγμα.
Τελικά με τη βοήθεια του θεού κατάφερα να φτάσω στη στεριά, αλλά και κεί πάλι υπήρχε φόβος να σέ σκοτώσει η θάλασσα πάνω στα βράχια. Τελικά τά κατάφερα και βγήκα στη στεριά γερός».
Αυτή ήταν η μεγάλη ναυτική τραγωδία του Μαρτίου 1923 πού έπληξε το Πολεμικό Ναυτικό αλλά καί όλη την Ελλάδα.
Ας είναι τούτα τά λόγια σαν μνημόσυνο στη μνήμη όλων εκείνων πού χάθηκαν στο ναυάγιο αλλά και των άλλων πού επέζησαν και δεν υπάρχουν πιά ανάμεσά μας
Αντώνης Ευθ. Χατζηγιάννης – Σκούμπελος
Πλοίαρχος Α. Ε.Ν.
πηγή: fonipeiraioton.gr