Βασίλης Δημ. Χασιώτης
Πολύς κουβέντα έγινε πρόσφατα με τη δήλωση της κ. Ντόρας Μπακογιάννη, σε συνέντευξή της, πως «δεν είναι ταμπού η συνεκμετάλλευση πόρων» στην Ανατολική Μεσόγειο με την Τουρκία.
Ο καθείς δικαιούται να έχει τις απόψεις του. Αυτή είναι άλλωστε η πεμπτουσία της Δημοκρατίας.
Με αφορμή όμως την παραπάνω δήλωση, δράττομαι κι εγώ της ευκαιρίας να αναδείξω, γι’ ακόμα μια φορά, κι ένα δικό μου διαχρονικό «ταμπού».
Ελπίζω να μου αναγνωρίζεται το δικαίωμα να είμαι κι εγώ φορέας κάποιων «ταμπού».
Το «ταμπού» αυτό είναι πως σε μια Δημοκρατία, θεωρώ αδιανόητο αποφάσεις σε κρίσιμα εθνικά ζητήματα, που δεν επηρεάζουν απλά τις επόμενες γενιές αλλά ενίοτε και το ίδιο το περιεχόμενο της εθνικής μας κυριαρχίας, αυτές λοιπόν οι αποφάσεις να λαμβάνονται από μια υποτιθέμενη πλειοψηφία της Βουλής.
«Υποτιθέμενη»;
Ας το διευκρινίσω λίγο αυτό.
Ναι, «υποτιθέμενη», όταν είναι γνωστό, πως η φωνή της εκάστοτε πλειοψηφίας, κατά κανόνα, ιδίως πάνω σε κρίσιμα ζητήματα (όχι κατ’ ανάγκην τα μεγάλα εθνικά), ουσιαστικά δεν αποτελεί παρά την ηχώ της φωνής μιας ολιγομελούς ηγετικής ομάδας, αυτή του εκάστοτε κόμματος εξουσίας, και ασφαλώς, αυτό ισχύει και για τα άλλα κοινοβουλευτικά κόμματα. «Υποτιθέμενη» ακόμα, και για τον λόγο, πως οι εκάστοτε κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες, ενίοτε, λαμβανομένης υπόψη και της αποχής στις βουλευτικές εκλογικές, δεν εκπροσωπούν, στο επίπεδο του συνόλου του λαού (των πολιτών με δικαίωμα ψήφου) παρά ποσοστό υποπολλαπλάσιο αυτού που αναδεικνύει τη κοινοβουλευτική δύναμη των κομμάτων, χωρίς να αναφερθούμε εδώ και στις «έδρες δώρα» κυρίως προς το πρώτο κόμμα, δηλαδή, η ανάδειξη βουλευτών από ψήφους που δεν έλαβαν ποτέ.
Όμως, ακόμα κι αν η άνω πλειοψηφία δεν ήταν «υποτιθέμενη» κατά τα ανωτέρω, και πάλι, εξακολουθώ να μην αναγνωρίζω αυτό το δικαίωμα, δηλαδή της λήψης αποφάσεων επί κρίσιμων εθνικών ζητημάτων, από 50, 100, 300, 1000 άτομα. Αυτό το δικαίωμα, θεωρώ ότι ανήκει στον λαό, ο οποίος κυριαρχικά θα πρέπει να αποφαίνεται επί αυτών των ζητημάτων μέσω δημοψηφισμάτων.
Ο μόνος λόγος για να μην συμβαίνει αυτό, είναι να θεωρήσει κάποιος τον λαό ως (πολιτικά) «ανώριμο» ή ως ανεπαρκώς ενημερωμένο για τέτοια «πολύπλοκα» θέματα. Άλλο λόγο δεν βλέπω.
Βέβαια, όπως έχω ήδη σημειώσει σε άλλα άρθρα μου πάνω στο ζήτημα αυτό, όσοι θεωρούν τον λαό ως τέτοιο, είτε δηλαδή (πολιτικά) «ανώριμο» είτε «ανεπαρκώς» ενημερωμένο για τέτοια «πολύπλοκα» θέματα, τότε, αυτή προσέγγιση, μας οδηγεί σε επικίνδυνες ατραπούς για την ίδια την αντίληψη που έχουμε για την Δημοκρατία.
Εδώ δε, ευθέως μπορεί κάποιος να θέσει το ερώτημα : «Αν τα παραπάνω ισχύουν, τότε προς τι και οι ίδιες οι βουλευτικές εκλογές; Πώς μπορεί ένας «ανώριμος» και «ανενημέρωτος» λαός να εκλέγει εν τούτοις «ώριμους» και «ενημερωμένους» επί τόσων «πολυπλόκων» ζητημάτων εκπροσώπους του στη Βουλή και να επικυρώνει κυβερνητικά προγράμματα που αναφέρονται σε πλειάδα ειδικών θεμάτων; Με ποια «ωριμότητα» και με ποια γνώση το πράττει αυτό;»
Επίσης, υπάρχουν κι άλλα επιχειρήματα εναντίον των δημοψηφισμάτων. Π.χ, είχα ακούσει κάποτε το επιχείρημα «και τι θα γίνει αν ο λαός διαπιστώσει εκ των υστέρων ότι έκανε λάθος». Πόσο πιο απλά μπορεί κάποιος να απαντήσει : «Μα, διορθώνοντας το λάθος, όπως προφανώς θα έκανε και η όποια Κυβέρνηση», εκτός και αν οι Κυβερνήσεις, άπαξ και εκλεγούν διαθέτουν με κάποιο τρόπο το αλάθητο. Και εν πάση περιπτώσει, πώς διορθώνεται το «λάθος» που μπορεί ο λαός να διαπιστώσει λίγο μετά εκλογές ότι έκανε, με το να αναδείξει το Α ή το Β κόμμα στην εξουσία; Αλλά, θα επιμείνει κάποιος : «Αν οι συνέπειες δεν θα είναι αναστρέψιμες;». Παίζοντας αυτό το ανούσιο στην ουσία παιχνίδι ανταλλαγής σοφισμάτων, θα ανταπαντήσει τώρα ο άλλος : «Και τι γίνεται με τις μη αναστρέψιμες συνέπειες των αποφάσεων των διαφόρων Κυβερνήσεων;»
Όμως, μπορούμε εδώ να βάλουμε μια άνω τελεία και μ’ αυτή να κλείσουμε και το άρθρο μας.
Πράγματι, η Ελλάδα ταλανίζεται από πληθώρα κρίσιμων προβλημάτων, κρίσιμων εθνικών θεμάτων. Εξωτερικών και εσωτερικών (π.χ., τα Μνημόνια που θα έπρεπε να είχαν εγκριθεί μέσω δημοψηφισμάτων, ή η Συμφωνία των Πρεσπών ομοίως). Βεβαίως και αποτελεί ευθύνη της εκάστοτε Κυβέρνησης η διαχείρισή τους, όμως, η τελική επ’ αυτών απόφαση πρέπει να ανήκει στον λαό.
Έτσι, π.χ, για να εστιάσω και μ’ αυτό να κλείσω σε ό,τι αποτέλεσε αφορμή αυτού του άρθρου, αν ποτέ υπάρξει θέμα συνεκμετάλλευσης με την Τουρκία εθνικών μας πόρων, το τι θα αφορά και με ποιον τρόπο θα γίνει, και αν πρέπει να υπάρξει μια τέτοια εξέλιξη, τότε η τελική απόφαση δεν μπορεί να ανήκει σε άλλον παρά στον ίδιο τον λαό.
Η Δημοκρατία δεν αποτελεί ιδιοκτησία κάποιων πολιτικών ηγετικών ελίτ, πόσο μάλλον, ελίτ των αγορών και της οικονομίας.