Ο Δημήτρης Μυταράς υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους ζωγράφους και σκηνογράφους της γενιάς του ‘60.
Γεννήθηκε στις 18 Ιουνίου 1934 στη Χαλκίδα. Γιος κουρέα και με εφόδιο τις ελάχιστες γυμνασιακές του εικαστικές γνώσεις (ο τοίχος του σπιτιού του ήταν ο πρώτος του καμβάς, όπως είχε δηλώσει σε μία συνέντευξή του), έγινε δεκτός το 1953 στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, όπου σπούδασε ζωγραφική έως το 1957, με δασκάλους τον Σπύρο Παπαλουκά και τον Γιάννη Μόραλη.
Συμφοιτήτριά του στη σχολή ήταν η μετέπειτα σύζυγός του Χαρίκλεια Μυταρά, την οποία νυμφεύτηκε το 1961 και τον ίδιο χρόνο, με υποτροφία τού Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών, συνέχισε μαζί της τις σπουδές του στο Παρίσι (1961-1964), στη σκηνογραφία και την εσωτερική διακόσμηση.
Από το 1964 έως το 1972 δίδαξε εσωτερική διακόσμηση στο Αθηναϊκό Τεχνολογικό Ινστιτούτο (Σχολή Δοξιάδη), το οποίο αναδιοργάνωσε μαζί με τη σύζυγό του. Από το 1969 άρχισε να διδάσκει στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας. Το 1975 εξελέγη καθηγητής και από το 1982 έως το 1985 διετέλεσε πρύτανης της ΑΣΚΤ.
Παράλληλα με το εκπαιδευτικό του έργο, το 1978 και με την αρωγή της δημοτικής αρχής, ίδρυσε στη γενέτειρά του τη Χαλκίδα, το Εργαστήρι Τέχνης Χαλκίδας, το οποίο, υπό την καλλιτεχνική διεύθυνση της συζύγου του, αναπτύσσει σημαντική διδακτική και πολιτιστική δραστηριότητα.
Το έργο του Δημήτρη Μυταρά, τόσο το ζωγραφικό, όσο και το σκηνογραφικό, είναι εκτεταμένο. Συμμετείχε σε πληθώρα ατομικών και ομαδικών εκθέσεων στην Ελλάδα και το εξωτερικό (Αλεξάνδρεια, Παρίσι, Σάο Πάολο, Φραγκφούρτη, Μπολόνια, Φλωρεντία, Βενετία, Γένοβα, Βελιγράδι, Νέα Υόρκη, Στοκχόλμη, Τόκιο κ.α.). Στο θέατρο συνεργάστηκε με το Εθνικό Θέατρο, το ΚΒΘΕ, το Θέατρο Τέχνης του Κάρολου Κουν, το θίασο Καρέζη – Καζάκου κ.ά.
Ασχολήθηκε με την εικονογράφηση και με διάφορες εικαστικές εφαρμογές. Διακόσμησε με τοιχογραφίες πολλά δημόσια και ιδιωτικά κτίρια (ξενοδοχεία, τράπεζες, κλπ). Το έργο του «Δεξίλεως» τοποθετήθηκε στο σταθμό «Δάφνη» του αθηναϊκού μετρό. Το συγγραφικό του έργο περιλαμβάνει θεωρητικά κείμενα και μελέτες για την τέχνη που έχουν εκδοθεί και σε βιβλία, αρθρογραφία στον Τύπο για διάφορα θέματα, καθώς και ποίηση.
Για το εικαστικό του έργο τιμήθηκε με δύο βραβεία και πέντε διακρίσεις. Το 1985 ο Δήμος Χαλκιδέων του απένειμε το χρυσό μετάλλιο της πόλης της και το 1999 ο πρόεδρος της Δημοκρατίας, Κωνσταντίνος Στεφανόπουλος, του απένειμε τον Ταξιάρχη του Τάγματος του Φοίνικα.
Το 2008 εξελέγη τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, αλλά δύο χρόνια αργότερα μετέπεσε στα μη ενεργά μέλη, επειδή απουσίαζε επί ένα χρόνο από τις συνεδριάσεις της, λόγω προβλημάτων υγείας που αντιμετώπιζε με την όρασή του (οπτική νευροπάθεια). Ήταν μία απόφαση που τον πίκρανε πολύ, όπως είχε δηλώσει σε συνέντευξή του.
Ο Δημήτρης Μυταράς πέθανε στις 16 Φεβρουαρίου 2017 στην Αθήνα, σε ηλικία 82 ετών.
Κρίσεις για το έργο του
Ο Μυταράς είναι από τους πιο σημαντικούς εκπροσώπους της γενιάς του 1960. Στο προσωπικό του ύφος ανελίσσονται παραστατικά, εξπρεσιονιστικά στοιχεία, με δυναμική σχέση χρώματος και χειρονομίας. Από την εποχή της δικτατορίας, ήδη, ο προβληματισμός του στρέφεται στη σχέση παλαιού και νέου (προσόψεις νεο κλασικών κτηρίων και μοτοσυκλετιστές) και στην αντιπαράθεση γραφισμών, με μορφές εκτελεσμένες παραδοσιακά.
Μάνος Στεφανίδης, τεχνοκριτικός
Αν βγάλεις τον Μυταρά από την ελληνική ιστορία της τέχνης, τότε καταλαβαίνεις ότι θα μείνει φτωχή.
Μαρίνα Λαμπράκη – Πλάκα, τεχνοκριτικός