Ο Ιωάννης Καποδίστριας (1904 – 9 Φεβρουαρίου 1993) ήταν Έλληνας νομικός, που υπήρξε ο πατέρας του Ελληνικού Εργατικού Δικαίου. Γεννήθηκε στην Αθήνα.
Μετά την αποφοίτησή του από το Γυμνάσιο προσλήφθηκε ως συντάκτης της εφημερίδας «Καθημερινή» και μετά από ένα έτος έγινε συντάκτης επί της ύλης της ίδιας εφημερίδας. Μετά τρία έτη παραιτήθηκε και εργάσθηκε και πάλι ως συντάκτης ύλης στην εφημερίδα «Ελεύθερο Βήμα» μέχρι το έτος 1932, ενώ συγχρόνως σπούδαζε νομική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Το 1926 έλαβε το δίπλωμα της νομικής με βαθμό «λίαν καλώς». Διορίσθηκε δικηγόρος το έτος 1927 και το έτος 1932 απεχώρησε από τη δημοσιογραφία και επιδόθηκε στην άσκηση της δικηγορίας. Το έτος 1930 εξέδωσε την εφημερίδα των Συζητήσεων του νέου Αστικού Κώδικα.
Το έτος 1937 αναχώρησε για το Βερολίνο και φοίτησε στη Νομική Σχολή στο πανεπιστήμιο του Βερολίνου, του οποίου έγινε διδάκτωρ.
Το έτος 1939 επέστρεψε στην Αθήνα λόγω του πολέμου και τον ίδιο χρόνο διορίζεται δικηγόρος στο ΙΚΑ που παρέμεινε μέχρι το 1956.
Το έτος 1942 ανακηρύχθηκε Υφηγητής του Εργατικού Δικαίου στη Νομική Σχολή Αθηνών και το έτος 1960 διορίσθηκε Εντεταλμένος Υφηγητής.
Το έτος 1945 διορίσθηκε Γενικός Γραμματέας του Υπουργείου Οικονομικών επί κυβερνήσεως Πλαστήρα (Υπουργός Οικονομικών Γ. Σιδέρης).
Το έτος 1951 διορίσθηκε μέλος της Συντακτικής Επιτροπής Εργατικού Δικαίου.
Κατά την περίοδο 1957-1958 διετέλεσε μέλος του Διοικιτικού Συμβουλίου του ΙΚΑ.
Το έτος 1958 και το 1961 διετέλεσε Υπουργός Εργασίας στις υπηρεσιακές κυβερνήσεις Κωνσταντίνου Γεωργακόπουλου και Κωνσταντίνου Δόβα.
Το έτος 1958 διετέλεσε μέλος του Πρωθυπουργικού Γνωμοδοτικού Συμβουλίου Οικονομικής και Κοινωνικής Πολιτικής.
Το έτος 1959 έως και το 1964 διετέλεσε Διοικητής του ΙΚΑ (Ίδρυμα Κοινωνικών Ασφαλίσεων).
Από το 1965 διετέλεσε μέλος της αναθεωρητικής επιτροπής του Κώδικα Εργασίας.
Το έτος 1966 ανακηρύχθηκε Καθηγητής Εργατικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και το 1971 απεχώρησε καταληφθείς από το όριο ηλικίας.
Διετέλεσε ακόμη μέλος της Διεθνούς Εταιρείας Εργατικού Δικαίου και Κοινωνικής Πολιτικής (από το έτος 1951), της Ένωσης Ελλήνων Δικονομολόγων, της Εταιρείας Διοικητικών Μελετών και του Συλλόγου Ευρωπαϊκής Νομικής Συνεργασίας.
Έχει συγγράψει πλήθος νομικών έργων συμμετέχοντας καταλυτικά στην διαμόρφωση του εργατικού δικαίου στην Ελλάδα.
Το 1933 εξέδωσε το πρώτο βιβλίο του «Περί καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας ορισμένου και αορίστου χρόνου» με το οποίο ερμήνευσε τον προοδευτικό και φιλεργατικό νόμο 2112/1920 και το β.δ. 16/18 Ιουλίου 1920.
Στο βιβλίο «Ερμηνεία του Εργατικού Δικαίου», που συνέγραψε ο Καποδίστρας το 1937, έγινε συστηματική ερμηνευτική ανάλυση όλης της ύλης του ατομικού εργατικού δικαίου, όπως ίσχυε τότε στην Ελλάδα, συγκριτικά με τα ισχύοντα στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες και κυρίως στη Γερμανία και τη Γαλλία, στις οποίες οι συνθήκες ήταν ευνοϊκές για την ανάπτυξη του εργατικού δικαίου.
Η «Ερμηνεία του Εργατικού Δικαίου» ήταν το πρώτο βιβλίο στο χώρο του και έθεσε τα θεμέλια του Ελληνικού Εργατικού Δικαίου. Είχε πρωτοφανή απήχηση στη νομολογία των δικαστηρίων και έγινε η θρυαλλίδα της μετέπειτα επιστημονικής έρευνας και μελέτης της προστασίας της εργασίας. Για το βιβλίο αυτό, ο Καποδίστριας τιμήθηκε με το βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών.
Το 1940 εξέδωσε το τρίτο βιβλίο του, «Η Συλλογική Σύμβαση Εργασίας και το Δίκαιο των Σωματείων» στο οποίο ανέλυσε συστηματικά και εξαντλητικά την ύλη του συλλογικού εργατικού δικαίου, που τότε είχε πάρει διαστάσεις στην πρακτική εφαρμογή των αναγκαστικών νόμων του Νοεμβρίου 1935.
Το 1941 ο Καποδίστριας προβλέποντας τα δεινά της εργατικής τάξης από την ιταλογερμανική κατοχή και την ανάγκη της διεύρυνσης της εργατικής προστασίας, βοήθησε τον Τάσο Τσιμπούκη, ο οποίος ως γραμματέας του τμήματος εργατικών υποθέσεων του Ειρηνοδικείου Αθηνών ήταν ενήμερος της πρακτικής και της νομολογίας, στην έκδοση του 15θήμερου νομικού εργατικού περιοδικού «Επιθεώρησις Εργατικού Δικαίου», του οποίου έγινε τακτικός επιστημονικός συνεργάτης, μέχρι τα τελευταία χρόνια των γηρατειών του. Σε εκατοντάδες ανέρχονται τα άρθρα του, οι μελέτες του και οι κριτικές των δικαστικών αποφάσεων που δημοσιεύθηκαν.
Μετά την εισαγωγή του Αστικού Κώδικα (Α.Κ.) συνεργάσθηκε στην έκδοση της Ερμηνείας του Α.Κ., συγγράψας το καιφάλαιο «Μίσθωσις Εργασίας» (άρθρα 648-680). Πρόκειται για μια εξαιρετικά επιμελημένη και άρτια εργασία, η οποία πέραν της ερμηνείας των σχετικών άρθρων του Α.Κ. σε συνδυασμό με το προϊσχύσαν βυζαντινορωμαϊκό δίκαιο, αναφέρεται και στην κείμενη εργατική νομοθεσία, έτσι ώστε να εξαντλούνται όλα τα θέματα του εργατικού δικαίου.
Εκτός από το βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών, ο Καποδίστριας τιμήθηκε επίσης με τον Ανώτερο Ταξιάρχη του Φοίνικος και τον Μεγαλόσταυρο της Γερμανικής Δημοκρατίας.
Υπήρξε ιδρυτικό μέλος του Συλλόγου Απογόνων του 1821.
Απεβίωσε στις 9 Φεβρουαρίου του 1993.