Ο Θεόκλητος Καριπίδης (1926 – 16 Ιανουαρίου 1975) ήταν Έλληνας ποιητής, πολιτικός και αγωνιστής, ποντιακής καταγωγής. Γεννήθηκε το 1926 στο Πευκόδασος του Κιλκίς, από γονείς Πόντιους πρόσφυγες και έζησε κάτω από στερήσεις και φτώχειες την αγροτική ζωή. Η Κατοχή τον βρήκε νεαρό έφηβο. Οργανώθηκε στην ΕΠΟΝ προσφέροντας τις υπηρεσίες του στο Κίνημα. Μετά την Κατοχή γνωρίζει τις διώξεις και τις πιέσεις της αντίδρασης.
Φεύγει στη Θεσσαλονίκη κυνηγημένος, όπου εγκαθίσταται στην Πολίχνη ασκώντας το επάγγελμα του επιπλοποιού. Εκλέγεται δημοτικός σύμβουλος και αργότερα δήμαρχος Πολίχνης. Η Χούντα τον βρίσκει στο εξωτερικό όπου δηλώνει ενεργά την αντίθεσή του στο δικτατορικό καθεστώς.
Αναλυτικά
Ο Θεόκλητος Καριπίδης γεννήθηκε το 1926 στο Πευκοδάσος Κιλκίς , αλλά παιδάκι ακόμη με την οικογένεια του εγκαταστάθηκε στην Πολίχνη Θεσσαλονίκης. Η οικογένεια του Ιάκωβου και της Σοφίας Καριπίδη είχε άλλα τέσσερα παιδιά, εκτός από τον δευτερότοκο Θεόκλητο. Ήταν η Νίνα που πέθανε το 2004 και είναι ο Αλέξανδρος, η Αγνή και ο Τάκης. Η οικογένεια του στα μέσα της δεκαετίας του ’50, μετακόμισε στην Αξιούπολη Κιλκίς , όπου ο πατέρα του Ιάκωβος Καριπίδης υπηρέτησε σαν δάσκαλος.
Οργανώθηκε στην ΕΠΟΝ το 1942, όταν ήταν μαθητής γυμνασίου, κατατάχτηκε στον ΕΛΑΣ το 1944 και πολέμησε μέσα από τις τάξεις του κατά των Γερμανών. Αποστρατεύτηκε από τον ΕΛΑΣ στα τέλη του ίδιου χρόνου με τον βαθμό του ανθυπολοχαγού.
Το Μάρτη του ’47, ο Θεόκλητος Καριπίδης ακολούθησε την μοίρα των υπόλοιπων αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης και οδηγήθηκε στην εξορία του Άι Στράτη και μετά στη Μακρόνησο, σαν στρατιώτης. Απολύθηκε το 1954, πέντε χρόνια μετά την λήξη του εμφύλιου πόλεμου, στην οποία οδήγησαν τους Έλληνες οι Άγγλοι οι Αμερικάνοι και οι Ρώσοι.
Για ένα διάστημα ασχολήθηκε με την ξυλουργική και το 1959 εκλέχτηκε για πρώτη φορά κοινοτικός σύμβουλος Πολίχνης. Σ’ έναν λόγο του είπε τότε, ο Θεόκλητος Kαριπίδης:
«Αυτό το βήμα της αδελφοσύνης και της αγάπης ,
αυτό το βήμα της δράσης και του οραματισμού,
αυτό το βήμα της ελεύθερης σκέψης και της ελεύθερης λαλιάς,
το ακαταμάχητο αυτό όπλο της ειρήνης, το έστησες εσύ,
αδελφέ λαέ, με τους αγώνες και τις θυσίες σου».
Το 1966 ανέλαβε πρόεδρος της κοινότητας Πολίχνης. Στο διάστημα μέχρι το 1967, που επιβλήθηκε η δικτατορία στην Ελλάδα, ο Θεόκλητος Καριπίδης φρόντιζε για την λύση των προβλημάτων των κατοίκων της Πολίχνης περισσότερο και από ότι φρόντιζε για την οικογένεια του. Τον θυμούνται μερικοί φίλοι του να επισκευάζει ολομόναχος, σε λόφο πάνω στην Πολίχνη, τους σωλήνες της ύδρευσης, για να εξασφαλίσει νερό για τους διψασμένους κάτοικους, ή να μιλά διαρκώς για τα προβλήματα της πόλης και πως θα μπορούσε να τα επιλύσει.
Η δικτατορία βρήκε τον Καριπίδη στην Γερμανία. Στη συνεχεία ταξίδεψε σε ορισμένες χώρες του τότε «Ανατολικού Μπλοκ»- όπου εμπνεύστηκε ορισμένα από τα ωραιότερα ποιήματα του- και το 1974, όταν έπεσε η χούντα επέστρεψε στην Ελλάδα και στην Πολίχνη, όπου επανήλθε στη θέση του σαν δήμαρχος , στον δήμο πλέον Πολίχνης.
Αλλά, στο μεταξύ η κατάσταση της υγείας του χειροτέρευε, καθώς ήταν χτυπημένος από τον καρκίνο- πράγμα που γνώριζε. Έζησε μέχρι και τις 26 Γενάρη του ’75. Τάφηκε στο νεκροταφείο της Πολίχνης.
Με την γυναίκα του Σόνια, απέκτησαν δυο παιδιά, τη Βαρβάρα και τον Μιχάλη. Η Βαρβάρα, ακολουθώντας τα χνάρια του πατέρα της, ασχολήθηκε επιτυχημένα για αρκετά χρόνια- το ίδιο και ο σύζυγος της, ο γιατρός Ιορδάνης Θεοδωρίδης- με τα κοινά της Πολίχνης σαν δημοτική σύμβουλος και αντιδήμαρχος Πολιτισμού.
ΤΟ ΠΟΙΗΤΙΚΟ ΕΡΓΟ
Φεύγοντας τόσο νωρίς ο Θεόκλητος Καριπίδης πρόφτασε να χαρίσει στην αιωνιότητα τις ακόλουθες ποιητικές συλλογές:
1.Πίνακας το 1961
2.Νυν και αεί το 1963
3.Επιστροφή το1973.
Ο ποιητής και πεζογράφος Στέργιος Βαλιούλης, από τους καλύτερους φίλους του ποιητή, προκείμενου να τυπώσει με επιμέλεια τα » ΑΠΑΝΤΑ» του σ’ ένα τόμο, ζήτησε το 1978 από την γυναίκα του Σόνια τις σημειώσεις του Θεόκλητου Καριπίδη.
Να τι γράφει για αυτές:
«Στις σημειώσεις του Θεόκλητου Καριπιδη, που ανακάλυψαν οι δικοί του εδώ κι εκεί, βρέθηκαν πολλοί σκορπιοί στίχοι, μισοτελειωμένα ποιήματα, κριτικές σκέψεις, μια δυο προσπάθειες, για μονόπρακτο θέατρο.
Λογάριαζε, όπως μας έλεγε συχνά, να εγκαταλείψει το βιοποριστικό επάγγελμα του, οργανώνοντας πάνω σε άλλες βάσεις τη ζωή του, για να ασχοληθεί αποκλειστικά με την μελέτη και την τέχνη, για δυο ,τρία ή περισσότερα χρόνια. Κι όχι μόνο λογάριαζε αλλά κι είχε κάνει αποφασιστικά βήματα προς την κατεύθυνση αυτή.
Τότε, σίγουρα θα ξανάπιανε τα γραφτά κείμενα που είχε μισοτελειωμένα και θα τους έδινε την οριστική μορφή τους…
Η μελέτη κι η αξιολόγηση των κειμένων αυτών είναι δουλειά φιλόλογων και πρέπει κάποτε να γίνει πραγματικότητα . Μολαταύτα, απ’ τις σημειώσεις αυτές, που έφτασαν στα χέρια μου σε φωτοαντίγραφα, και με δική μου αποκλειστικά ευθύνη αποφάσισα να περιλάβω στην παρούσα έκδοση κι ένα μέρος τους, πιστεύοντας πως δεν μειώνεται το προηγούμενο έργο του ποιητή. Αντίθετα μάλιστα, μου δίνεται η ευκαιρία να παρουσιάσω στον αναγνώστη και μια άλλη πλευρά του ποιητή, την πιο τρυφερή του, την πιο «ποιητική» του. Είμαι σίγουρος πως ο ίδιος θα γκρίνιαζε στην αρχή, αλλά σιγά-σιγά όμως θα με δικαιολογούσε και θα μού σφιγγε το χέρι».
Καίτη Μελή- Παπαπαναγιώτου
Δημοσιογράφος-Οικονομολόγος