Το 1937 η «επίσημη Ελλάδα» απεφάσισε να τιμήσει για ακόμη μια φορά τον Κωστή Παλαμά στήνοντας την προτομή του στον Εθνικό Κήπο για το μεγάλο του έργο, ένα έργο το οποίο ίσως ακόμη και μέχρι σήμερα δεν έχουμε καταλάβει πλήρως αν όχι επιφανειακά.
Δεν μπορώ παρά να μπω στον πειρασμό να παραθέσω τις σκέψεις του Νίκου Ζαχαριάδη για αυτό το γεγονός από τον πρόλογο της μελέτης του «Ο αληθινός Παλαμάς», και ανεξάρτητα από τις πραγματικές προθέσεις της τότε «επίσημης Ελλάδας» νομίζω αξίζει να αναλογιστούμε πώς και εμείς μέχρι σήμερα μεταχειριζόμαστε και κατανοούμε το έργο του κάθε Παλαμά, που ονομάζουμε μεγάλο και τιμούμε. Αναγράφω:
Η σημερινή επίσημη Ελλάδα [Νοεμβριος 1937] αποφάσισε να στήσει την προτομή του Παλαμά στον Εθνικό Κήπο. Έτσι φτηνά και εύκολα πάνε να ξοφλήσουν με τον ποιητή, που η δημιουργία του στο πιο βαθύ και πιο πραγματικό νόημα της τόσο τους είναι ξένη και τόσο τη φοβούνται. Όποιος έχει λίγο-πολύ γερό μάτι δε δυσκολεύεται διόλου να ξεδιαλύνει τους πραγματικούς σκοπούς της «χειρονομίας της προτομής». Η αντίδραση βιάζεται μια ώρα αρχύτερα να ξεφορτωθεί τον Παλαμά, να τον χώσει ζωντανό στον τάφο, να γλυτώσει απ’ το βραχνά του. Είναι άραγε αληθινά όλ’ αυτά; Γιατί η πολυπρόσωπη ελληνική αντίδραση, επίσημη και ανεπίσημη, ν’ αντιπαθάει τον Παλαμά και να τον φοβάται, που, μολαταύτα, τόσο τον «ετίμησε» και τον «δοξάζει»;
Το πρώτο που θάχε κανένας να πει είναι ότι τέτοια επιβλητικότητα και τέτοιος όγκος, μια τόσο μεγάλη ποιητική δόξα, δύσκολο είναι να μην τιμηθεί και να μη δοξασθεί κατά έναν όποιον τρόπο. Ώστε οι τιμές και οι δόξες, που γίνονται στον Παλαμά, είναι αναγκαστικές και υποχρεωτικές, γιατί δε μπορούσε να γίνει και αλλοιώτικα. Ούτε και ουσιαστικά πρόσθεσαν τίποτα στο μεγαλείο του ποιητή. Το δεύτερο είναι πως όλες αυτές οι «τιμές» και «δόξες» και η βιαστική «χειρονομία της προτομής», κρύβουνε μια μεγάλη δόση υστεροβουλίας. Με το γιορταστικό κάθε φορά ντόρο γίνεται προσπάθεια να χαντακωθεί η ουσία, το βαθύ και πραγματικό νόημα της παλαμικής δημιουργίας. Δε θέλουνε ν’ αποκαλύψουνε στα πιο πλατειά λαϊκά στρώματα το αληθινό περιεχόμενο του παλαμικού έργου, γιατί ένα τέτοιο πράμα δε συμφέρει στην πολυκέφαλη και ποικιλόμορφη αντίδραση […]
από τον Πρόλογο, Ο Αληθινός Παλαμάς, Νοέμβριος 1937
Όπως έγραφε ο ίδιος ο Παλαμάς στον φίλο του Αιμίλιο Ριάδη (εδώ οι δύο επιστολές) σχετικά με πρόσκλησή του στην Θεσαλλονίκη, ένοιωθε πως ήταν ένας απλός «άνθρωπος συνηθισμένος και αναθρεμμένος μέσα στην ιερή μοναξιά και – όσο και αν [α]γαπά το ανθρώπινο γένος – μέσα στην φυγοκοσμία. Ένας [που] πολύ διαφέρει από ένα ρήτορα πολιτευτή όποιων ιδεών, από ένα και διανοητικόν ακόμα κυνηγητή μια φήμης και από ένα ονειροπόλον πολεμιστή κοινωνικών κάθε λογής ιδανικών.» Παρόλα αυτά από το «φτωχό λειτουργικό κελλί (sic) του» που σπανίως άφηνε, έδειξε μέσω των ποιημάτων του πόσο συναισθάνεται τα πάθη του ανθρώπου, και πόσο τον συμπονεί. Χωρίς ρητορείες πολλές και οφθαλμαπάτες ανέδειξε όσο μπορούσε και με τόλμη την αλήθεια και έγινε ο γκρεμιστής και ο κτίστης….:
Ὁ Γκρεμιστὴς
Ἀκοῦστε. Ἐγὼ εἶμαι ὁ γκρεμιστής, γιατί εἶμ᾿ ἐγὼ κι ὁ κτίστης,
ὁ διαλεχτὸς τῆς ἄρνησης κι ὁ ἀκριβογιὸς τῆς πίστης.
Καὶ θέλει καὶ τὸ γκρέμισμα νοῦ καὶ καρδιὰ καὶ χέρι.
Στοῦ μίσους τὰ μεσάνυχτα τρέμει ἑνὸς πόθου ἀστέρι.
Κι ἂν εἶμαι τῆς νυχτιᾶς βλαστός, τοῦ χαλασμοῦ πατέρας,
πάντα κοιτάζω πρὸς τὸ φῶς τὸ ἀπόμακρο τῆς μέρας.
ἐγὼ ὁ σεισμὸς ὁ ἀλύπητος, ἐγὼ κι ὁ ἀνοιχτομάτης·
τοῦ μακρεμένου ἀγναντευτής, κι ὁ κλέφτης κι ὁ ἀπελάτης*
καὶ μὲ τὸ καριοφίλι μου καὶ μὲ τ᾿ ἀπελατίκι*
τὴν πολιτεία τὴν κάνω ἐρμιά, γῆ χέρσα τὸ χωράφι.
Κάλλιο φυτρῶστε, ἀγκριαγκαθιές, καὶ κάλλιο οὐρλιάστε, λύκοι,
κάλλιο φουσκῶστε, πόταμοι καὶ κάλλιο ἀνοῖχτε τάφοι,
καί, δυναμίτη, βρόντηξε καὶ σιγοστάλαξε αἷμα,
παρὰ σὲ πύργους ἄρχοντας καὶ σὲ ναοὺς τὸ Ψέμα.
Τῶν πρωτογέννητων καιρῶν ἡ πλάση μὲ τ᾿ ἀγρίμια
ξανάρχεται. Καλῶς νὰ ῾ρθῆ. Γκρεμίζω τὴν ἀσκήμια.
Εἶμ᾿ ἕνα ἀνήμπορο παιδὶ ποὺ σκλαβωμένο τό ῾χει
τὸ δείλιασμα κι ὅλο ρωτᾷ καὶ μήτε ναὶ μήτε ὄχι
δὲν τοῦ ἀποκρίνεται κανείς, καὶ πάει κι ὅλο προσμένει
τὸ λόγο ποὺ δὲν ἔρχεται, καὶ μία ντροπὴ τὸ δένει
Μὰ τὸ τσεκοῦρι μοναχὰ στὸ χέρι σὰν κρατήσω,
καὶ τὸ τσεκοῦρι μου ψυχὴ μ᾿ ἕνα θυμὸ περίσσο.
Τάχα ποιὸς μάγος, ποιὸ στοιχειὸ τοῦ δούλεψε τ᾿ ἀτσάλι
καὶ νιώθω φλόγα τὴν καρδιὰ καὶ βράχο τὸ κεφάλι,
καὶ θέλω νὰ τραβήξω ἐμπρὸς καὶ πλατωσιὲς* ν᾿ ἀνοίξω,
καὶ μ᾿ ἕνα Ναὶ νὰ τιναχτῶ, μ᾿ ἕνα Ὄχι νὰ βροντήξω;
Καβάλα στὸ νοητάκι* μου, δὲν τρέμω σας ὅποιοι εἶστε
γκρικάω,* βγαίνει ἀπὸ μέσα του μιὰ προσταγή: Γκρεμίστε!
Δειλοί και κρυφοί στίχοι, 1928
απελάτης= βυζαντινός φρουρός των συνόρων – ζωοκλέφτης.
απελατίκι= σιδερένιο ρόπαλο
πλατωσιές= πλατώματα, πλατύ άνοιγμα, ξέφωτο
νοητάκι= μαγικό άλογο με υπερφυσικές ικανότητες
γρικάω= ακούω
Ο Γκρεμιστής είναι ένα ποίημα φλογερό, γενναίο, τολμηρό… ένας ύμνος στην κάθαρση, μια ωδή για αναγέννηση. Ο ποιητής πιθανώς ξαφνιάζει με την ίσως γεμάτη πάθος προσταγή: «Γκρεμίστε! » αλλά αυτή η προσταγή δεν είναι παρά η ανάγκη του ποιητή για δημιουργία.
Ήδη από τον πρώτο στίχο ο ποιητής τονίζει ότι η ιδιότητα του «γκρεμιστή» είναι συνυφασμένη με αυτήν του «κτίστη», το γκρέμισμα είναι η προϋπόθεση της δημιουργίας, αλλά και η πρόθεση για δημιουργία είναι η προϋπόθεση για τον γκρεμιστή.
Για τον ποιητή, το γκρέμισμα δεν είναι μία άλογη απόρροια ενός βίαιου μηδενισμού (όπως με μια απρόσεχτη ανάγνωση μπορεί να νομίσει κανείς ), αλλά είναι μία ενέργεια που απαιτεί πίστη, «νου και καρδιά και χέρι». Δηλαδή ο ποιητής με την προσταγή: «Γκρεμίστε!», δεν προτρέπει στην άκριτη (και υλική) καταστροφή αλλά στην κατεδάφιση της ασχήμιας και του ψευδους που κυριαρχεί πλέον σχεδόν σε κάθε τι ανθρώπινο, «σε πύργους και σε ναούς». Για τον ποιητή/ κτίστη, θεμέλιο πρέπει να είναι η ίδια η αλήθεια της φύσης, «των πρωτογέννητων καιρών η πλάση με τα αγρίμια», και έτσι δεν προτρέπει σε έναν οπισθοδρομισμό αλλά σε μια ηθική και κοινωνική αναγέννηση, η οποία μπορεί να έρθει μόνο με την κατεδάφιση των πλέον αλλοτριωμένων σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων («τὴν πολιτεία τὴν κάνω ἐρμιά») και το εκ νέου κτίσιμό τους, αντλώντας από τις πρωταρχικές ανάγκες που ώθησαν τον άνθρωπο σε κοινωνία.
Ο ποιητής νοιώθει αποστροφή και θυμό αλλά αν και βρίσκεται στα μεσάνυχτα του μίσους πάντα κοιτάζει προς το φως το απόμακρο της μέρας…με αυτόν τον τρόπο ότι γκρεμίζει, το γκρεμίζει με ελπίδα και μόνο έτσι καταφέρνει να γίνεται και ο κτίστης. Με λίγα λόγια μόνο με ελπίδα, ελευθερία από κάθε κηδεμονία («Καβάλα στὸ νοητάκι μου, δὲν τρέμω σας ὅποιοι εἶστε…») και στόχους για κάτι καλύτερο και πιο αληθινό μπορεί να γκρεμιστεί η ασχήμια και το ψεύδος, αλλιώς – αν και δεν το λέει ο Παλαμάς – το «γκρέμισμα» γίνεται μάλλον αυτοκαταστροφικό….
Στην σημερινή εποχή της παρακμής και της κρίσης, τα λόγια της ποίησης του Παλαμά ακούγονται μάλλον επίκαιρα και αναδεικνύουν τόσο τον άλογο μηδενισμό της όποιας βίας όσο και την ίσως ανόητη και στο τέλος οδυνηρή επιμονή μας να χτίσουμε πάνω στα θεμέλια της ασχήμιας και του ψεύδους(κρύβοντας τα έτσι κάτω από το χαλί…).
Η κρίση είναι βαθιά, συνάμα πολιτική και κοινωνική. Οι σχέσεις της κοινωνίας και της πολιτείας, όσο και οι θεσμοί της (πολιτικοί και μη) πάσχουν. Τα συστήματα που τους εκφράζουν είναι δυστυχώς φθαρμένα (δεν έχει σημασία αν είναι πλήρως ή μερικώς), αλλά η κάθαρση θα έρθει μονάχα μέσω της αναγέννησης.
Η αλήθεια των θεσμών της Δημοκρατίας και της κοινωνίας δεν μπορεί να γκρεμιστεί (όσο και αν το διατείνονται κάποιοι…) αλλά η φανέρωση και η πραγμάτωσή της προϋποθέτει το γκρέμισμα του ψεύδους και όλων των φορέων του.
Αλλά για να είσαι ο κτίστης, πρέπει να είσαι και ο γκρεμιστής και αυτό βέβαια θέλει τόλμη.
α.α.
(http://anaghrapho.blogspot.com/2011/07/blog-post_18.html)
Πηγές:
Βιογραφικά στοιχεία – http://www.sarantakos.com/kibwtos/komnas/palbio.html
Ο Αληθινός Παλαμάς του Ν. Ζαχαριάδη – http://web.me.com/palamas12/Palamas/TextsGR_files/Zahariadis.pdf