Αμερικανίδα πρωτοπόρος της αεροπορίας, συγγραφέας και φεμινίστρια. Υπήρξε η πρώτη γυναίκα που διέσχισε πετώντας μόνη τον Ατλαντικό.
Η Αμέλια Έρχαρτ υπήρξε διεθνής διασημότητα κατά τη διάρκεια της ζωής της. Η χαρισματική παρουσία της, η ανεξαρτησία, η επιμονή, η ψυχραιμία που έδειχνε όταν βρισκόταν υπό πίεση, το κουράγιο και η καριέρα της, σε συνδυασμό με τις συνθήκες της εξαφάνισής της σε νεαρή ηλικία εκτόξευσαν τη φήμη της στη μαζική κουλτούρα. Έχουν γραφτεί εκατοντάδες άρθρα και βιβλία για τη ζωή της πολλά από τα οποία συχνά αναφέρονταν σ’ αυτή ως πρότυπο, κυρίως για κορίτσια. Η Έρχαρτ θεωρείται γενικότερα πρότυπο του Φεμινισμού.
Η Αμέλια Έρχαρτ (Amelia Earhart) γεννήθηκε στις 24 Ιουλίου 1897 στο Άτκινσον του Κάνσας. Ήταν κόρη του δικηγόρου Σάμιουελ Έρχαρτ και της Αμέλια Ότις, κόρης δικαστικού της περιοχής. Ως παιδί πέρασε πολλές ώρες σκαρφαλώνοντας στα δέντρα, κυνηγώντας αρουραίους με τουφέκι και συλλέγοντας σκόρους, σκουλήκια και ακρίδες. Έτσι, οι βιογράφοι της δεν δίστασαν να της προσδώσουν τον χαρακτηρισμό του αγοροκόριτσου.
Το 1904, με τη βοήθεια του θείου της, κατασκεύασε μία κεκλιμένη ράμπα και τη στερέωσε στην οροφή του μικρού σπιτιού, που βρισκόταν στον κήπο της οικογένειάς της. Η πρώτη καταγεγραμμένη πτήση της μικρής Αμέλια τελείωσε δραματικά. Βγήκε από το σπασμένο ξύλινο κιβώτιο που είχε χρησιμοποιήσει ως έλκηθρο με μελανιασμένα χείλια, σκισμένο φόρεμα, αλλά και με το αίσθημα της αυτοπεποίθησης. «Είναι ακριβώς όπως το πέταγμα!» αναφώνησε.
Μετά την αποφοίτησή της από το γυμνάσιο άρχισε να εργάζεται ως στρατιωτικός νοσοκόμος στον Καναδά, μεσούντος του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Το 1919 εγγράφεται στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια για να σπουδάσει ιατρική. Ένα χρόνο αργότερα αλλάζει γνώμη και εγκαταλείπει τις σπουδές της. Στις 28 Δεκεμβρίου 1920 κι ενώ βρίσκεται στην Καλιφόρνια, επισκέπτεται με τον πατέρα της ένα αεροδρόμιο στο Λονγκ Μπιτς. Θα πετάξει για πρώτη φορά στη ζωή της και η δεκάλεπτη εμπειρία της στον αέρα θα της αλλάξει για πάντα τη ζωή.
Αποφασίζει να γίνει πιλότος και στις 3 Ιανουαρίου 1921 αρχίζει μαθήματα. Έξι μήνες αργότερα, αγοράζει ένα μεταχειρισμένο κίτρινο διπλάνο. Στις 22 Οκτωβρίου 1922 πετά με το Καναρίνι, όπως ονόμασε το αεροπλάνο της, σε ύψος 14.000 ποδιών, δημιουργώντας παγκόσμιο ρεκόρ για γυναίκες. Στις 15 Μαΐου 1923, γίνεται η 16η γυναίκα με άδεια πιλότου.
Η οικονομική καταστροφή της οικογένειάς της και τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε επιβράδυναν σημαντικά τα αεροπορικά της σχέδια. Πούλησε το αεροπλάνο της, δούλεψε ως δασκάλα και κοινωνικός λειτουργός, αλλά μέσα της παρέμεινε άσβεστη η φλόγα της περιπέτειας και το πάθος της για τα αεροπλάνα.
Τον Απρίλιο του 1928 έλαβε ένα τηλεφώνημα από τον εκδότη και μετέπειτα σύζυγό της Τζορτζ Πάτναμ για να πετάξει ως επιβάτης πάνω από τον Ατλαντικό και να κρατήσει το ημερολόγιο της πτήσης. Η Έρχαρτ δέχθηκε χωρίς δεύτερη κουβέντα κι έτσι έγινε η πρώτη γυναίκα που διέσχισε πετώντας τον Ατλαντικό Ωκεανό (17-18 Ιουνίου 1928).
Αποφασισμένη να δικαιώσει τη φήμη που απέκτησε, πέταξε μόνη πάνω από τον Ατλαντικό Ωκεανό, το διήμερο 20-21 Μαΐου 1932, δημιουργώντας ένα νέο γυναικείο αεροπορικό ρεκόρ. Ακολούθησε σειρά πτήσεων κατά μήκος των ΗΠΑ και η ενεργός συμμετοχή της στην προώθηση της επιβατικής αεροπορίας. Παράλληλα υποστήριξε το άνοιγμα της αεροπορίας στις γυναίκες και την κατάργηση της ανδροκρατίας στη νέα αυτή δραστηριότητα. Στις 11 Ιανουαρίου 1935 πραγματοποίησε μόνη της την πτήση από τη Χαβάη στην Καλιφόρνια, απόσταση μεγαλύτερη από αυτήν που χωρίζει την Ευρώπη από τις ΗΠΑ, δημιουργώντας ένα ακόμη αεροπορικό ρεκόρ.
Την 1η Ιουνίου 1937 ξεκίνησε την υλοποίηση του πιο φιλόδοξου σχεδίου της, να πραγματοποιήσει τον γύρο του κόσμου με ένα δικινητήριο αεροπλάνο Λόκχιντ Ηλέκτρα, με συνοδοιπόρο τον αεροναυτίλο Φρεντ Νούναν. Αφού είχε καλύψει περισσότερο από τα δύο τρίτα της διαδρομής, το αεροπλάνο εξαφανίστηκε στον Κεντρικό Ειρηνικό, κοντά στη διεθνή γραμμή αλλαγής ημερομηνίας. Η Έρχαρτ κηρύχθηκε αγνοούμενη στις 2 Ιουλίου 1937 και θανούσα στις 5 Ιανουαρίου 1939.
Μολονότι η μυστηριώδης εξαφάνισή της προκάλεσε έκτοτε πολλά ερωτηματικά και πολλές εικασίες γύρω από τις συνθήκες του συμβάντος, τα πραγματικά γεγονότα παραμένουν σε μεγάλο βαθμό άγνωστα. Το 1939 κυκλοφόρησε η αυτοβιογραφία της με τίτλο Soaring Wings (Ορμητικά Φτερά), που συνέγραψε μαζί με τον σύζυγό της.
Οι θεωρίες της εξαφάνισης
Είναι αρκετές οι θεωρίες που αναπτύχθηκαν μετά από την εξαφάνιση της Έρχαρτ και του Νόοναν. Δύο όμως είναι οι πιθανότητες σχετικά με τη μοίρα των δύο αεροπόρων που κυριαρχούν μεταξύ των ερευνητών και των ιστορικών.
Συντριβή και βύθιση
Πολλοί ερευνητές θεωρούν ότι το Electra έμεινε από καύσιμα και η Έρχαρτ με τον Νόοναν συνετρίβησαν στη θάλασσα. Ο πλοηγός και αεροναυτικός μηχανικός Έλγκεν Λονγκ (Elgen Long) και η σύζυγός του Μαρί Κ Λονγκ (Marie K. Long) αφιέρωσαν 35 χρόνια ερευνώντας τη θεωρία της «συντριβής και βύθισης», η οποία είναι η πλέον αποδεκτή εξήγηση της εξαφάνισης.
Ο πλοίαρχος του Αμερικανικού Ναυτικού Λώρενς Φ. Σάφορντ (Capt. Laurance F. Safford, USN), ο οποίος ήταν υπεύθυνος του Mid Pacific Strategic Direction Finding Net την περίοδο του μεσοπολέμου και για την αποκωδικοποίηση Ιαπωνικών μηνυμάτων που αφορούσαν την επίθεση στο Περλ Χάρμπορ, κρυπτογραφημένων με τη συσκευή PURPLE, ξεκίνησε, τη δεκαετία του 1970, μία εκτενή ανάλυση της πτήσης της Έρχαρτ, συμπεριλαμβάνοντας τις περίπλοκες μεταδόσεις και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το εγχείρημα της Έρχαρτ έφερε χαρακτηριστικά «φτωχού σχεδιασμού, ακόμη χειρότερης εκτέλεσης».
Ο Υποναύαρχος του Αμερικανικού Ναυτικού Ρίτσαρντ Ρ Μπλακ (Rear Admiral Richard R. Black, USN), ο οποίος είχε τη διοικητική ευθύνη του αεροδιαδρόμου της νήσου Χάουλαντ και βρισκόταν παρών στο θάλαμο τηλεπικοινωνιών του Itasca δήλωσε με βεβαιότητα το 1982 ότι «το Electra έπεσε στη θάλασσα περίπου στις 10 π.μ., στις 2 Ιουλίου 1937, όχι πολύ μακριά από το Χάουλαντ».
Ο Βρετανός ιστορικός της αεροπορίας Ρόι Νέσμπιτ (Roy Nesbit), εξετάζοντας τις αποδείξεις από σύγχρονες μαρτυρίες και την αλληλογραφία του Πούτναμ, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το Electra της Έρχαρτ δεν ανεφοδιάστηκε πλήρως στη Λαε. Ο Ουίλιαμ Λ. Πόλχεμους (William L. Polhemous), πλοηγός της Ανν Πελεγκρένο (Ann Pellegreno) στην πτήση του 1967 η οποία ακολούθησε την αυθεντική διαδρομή της Έρχαρτ και του Νόοναν, μελέτησε τους χάρτες πλοήγησης για τις 2 Ιουλίου 1937 και θεώρησε ότι ο Νόοναν ίσως να είχε υπολογίσει λανθασμένα την «ευθεία προσέγγιση» για την άφιξη στο Χάουλαντ.
Ο Ντέιβιντ Τζοούρνταιν (David Jourdain), πρώην κυβερνήτης υποβρυχίου και ωκεανολόγος μηχανικός ειδικευμένος στις θαλάσσιες έρευνες και ανακτήσεις μεγάλων βαθών, υποστήριξε ότι όλες οι σχετιζόμενες με τη νήσο Γκάρντνερ μεταδόσεις είναι εσφαλμένες. Μέσω της εταιρίας του Nauticos ερεύνησε εκτενώς την περιοχή βόρεια και δυτικά της νήσου Χάουλαντ κατά τη διάρκεια δύο αποστολών έρευνας με χρήση σόναρ μεγάλου βάθους και συνολικής αξίας 4,5 εκατομμυρίων δολαρίων (2002, 2006), χωρίς όμως να ανακαλύψει κάτι. Οι περιοχές έρευνας καθορίστηκαν βάσει της γραμμής θέσης (157-337) την οποία η Έρχαρτ μετέδωσε στις 2 Ιουλίου 1937.
Παρόλα αυτά, οι αναλύσεις του Έλγκεν Λονγκ οδήγησαν τον Τζοούρνταιν στο συμπέρασμα «Η ανάλυση όλων των δεδομένων που έχουμε – των καυσίμων, των επικοινωνιών και όλων των άλλων πληροφοριών – με κάνουν να πιστεύω ότι κατέπεσε στη θάλασσα ανοικτά του Χάουλαντ».
Ο θετός γιος της Έρχαρτ, Τζωρτζ Πάλμερ Πούτναμ Τζούνιορ (George Palmer Putnam Jr.) φέρεται να δηλώνει ότι η πεποίθησή του είναι «πως το αεροσκάφος απλά έμεινε από καύσιμα». Ο Τόμας Κρόουτς (Thomas Crouch), επικεφαλής έφορος του Αμερικανικού Εθνικού Αεροδιαστημικού Μουσείου (National Air and Space Museum) έχει δηλώσει ότι το Electra της Έρχαρτ και του Νόοναν βρίσκεται «18.000 πόδια βαθιά» και η ανακάλυψή του θα μπορούσε να αποδώσει ευρήματα που θα μπορούσαν να συγκριθούν με τα ευρήματα του Τιτανικού, προσθέτοντας, «…το μυστήριο είναι κάτι που διατηρεί το ενδιαφέρον μας. Εν μέρει τη θυμόμαστε επειδή είναι η αγαπημένη μας αγνοούμενη».
Η υπόθεση της νήσου Γκάρντνερ
Αμέσως μετά την εξαφάνιση της Έρχαρτ και του Νόοναν, το Αμερικανικό Ναυτικό, ο Πωλ Μάντζ και η μητέρα της Έρχαρτ (η οποία έπεισε τον Πούτναμ να πραγματοποιήσει την έρευνα στο σύμπλεγμα Γκάρντνερ) εξέφρασαν την πεποίθηση ότι η πτήση είχε καταλήξει στις νήσους Φοίνιξ (σήμερα τμήμα του Κιριμπάτι), περίπου 350 μίλια νοτιοανατολικά της νήσου Χάουλαντ.
Η υπόθεση της νήσου Γκάρντνερ -σημερινό Νικουμαρόρο-, έχει χαρακτηριστεί ως η «πλέον επιβεβαιωμένη» εξήγηση για την εξαφάνιση της Έρχαρτ. Η Διεθνής Ομάδα για την Ανεύρεση Ιστορικών Αεροσκαφών (The International Group for Historic Aircraft Recovery – TIGHAR) εξέφρασε την άποψη ότι η Έρχαρτ και ο Νόοναν πιθανώς να πέταξαν χωρίς περαιτέρω ραδιοφωνικές μεταδόσεις για δυόμιση ώρες κατά μήκος της γραμμής θέσης που η Έρχαρτ μετέδωσε στην τελευταία εκπομπή της που έλαβαν στη νήσο Χάουλαντ, να έφθασε στην τότε ακατοίκητη νήσο Γκάρντνερ (σημερινή Νικουμαρόρο) του συμπλέγματος Φοίνιξ, προσγειώθηκαν στο επίπεδο κοραλλιογενές νησί, κοντά στο ναυάγιο ενός μεγάλου εμπορικού πλοίου και τελικά χάθηκαν.
Η έρευνα της TIGHAR απέφερε αρχαιολογικές και πρότερα ανέκδοτες αποδείξεις που συνηγορούσαν υπέρ της υπόθεσης αυτής. Για παράδειγμα, το 1940, ο Γκέραρντ Γκάλαγκχερ (Gerald Gallagher), Βρετανός αυτοκρατορικός αξιωματικός (και πιλότος ο ίδιος) ενημέρωσε μέσω ασυρμάτου τους ανώτερούς του ότι βρήκε ένα «σκελετό… πιθανόν μίας γυναίκας», καθώς και ένα παλαιό κουτί, κάτω από ένα δέντρο στο νοτιοανατολικό άκρο του νησιού. Ο Γκάλαγκχερ διατάχθηκε να στείλει τον σκελετό στο Φίτζι όπου, το 1941, οι Βρετανικές αυτοκρατορικές αρχές παίρνοντας λεπτομερείς μετρήσεις των οστών κατέληξαν ότι ανήκαν σε γεροδεμένο άνδρα.
Το 1998 όμως, μία ανάλυση των δεδομένων που προέκυψαν από τις μετρήσεις από εγκληματολόγους ανθρωπολόγους έδωσε ενδείξεις ότι ο σκελετός ανήκε σε μία «ψηλή λευκή γυναίκα βορειοευρωπαϊκής καταγωγής». Τα οστά καθεαυτά όμως είχαν από καιρό χαθεί στο Φίτζι.
Τα αντικείμενα που ανακαλύφθηκαν από την TIGHAR στο Νικουμαρόρο περιλάμβαναν αυτοσχέδια εργαλεία, μία αλουμινένια επιφάνεια (πιθανόν από αεροσκάφος Electra), ένα περίεργα κομμένο κομμάτι διάφανου πλέξιγκλας το οποίο έχει ίδιο πάχος και κυρτότητα με το παράθυρο ενός Electra και ένα παπούτσι Cat’s Paw, μεγέθους 9, που χρονολογείται από τη δεκαετία του 1930 και μοιάζει με τα υποδήματα που φορούσε η Έρχαρτ σε φωτογραφίες της παγκόσμιας πτήσης. Οι αποδείξεις αυτές παραμένουν περιστασιακές, όμως ο θετός γιος της Έρχαρτ, Τζωρτζ Πούτναμ Τζούνιορ, έχει εκφράσει τον ενθουσιασμό του για την έρευνα της TIGHAR.
Μία δεκαπενταμελής αποστολή της TIGHAR επισκέφθηκε το Νικουμαρόρο από τις 21 Ιουλίου έως τις 2 Αυγούστου 2007, ψάχνοντας για σαφή και αναγνωρίσιμα τμήματα αεροσκάφους και DNA. Η ομάδα περιελάμβανε μηχανικούς, περιβαλλοντολόγους, αρχαιολόγους, ένα γεωλόγο, ένα σχεδιαστή ιστιοφόρων σκαφών, ένα γιατρό και ένα κινηματογραφιστή. Αναφέρεται ότι ανακάλυψαν επιπλέον αντικείμενα άγνωστης μέχρι τώρα προελεύσεως στην ατόλη, τα οποία περιλαμβάνουν χάλκινους συνδέσμους που μπορεί να ανήκουν στο αεροσκάφος της και ένα φερμουάρ που μπορεί να προέρχεται από τη φόρμα της.
Μια έρευνα που δημοσιεύθηκε τον Οκτώβριο του 2014, αποδίδει ένα μεταλλικό αντικείμενο που βρέθηκε στο νησί το 1991, στο αεροπλάνο της Έρχαρτ.
Μύθοι, αστικοί μύθοι και ατεκμηρίωτοι ισχυρισμοί
Οι αδιευκρίνιστες συνθήκες της εξαφάνισης της Αμέλια Έρχαρτ, σε συνδυασμό με τη φήμη της, προκάλεσαν την ανάπτυξη μεγάλου αριθμού ισχυρισμών και αρκετών θεωριών συνωμοσίας σχετικά με την τελευταία της πτήση, όμως όλοι αυτοί έχουν γενικότερα απορριφθεί λόγω της έλλειψης επαληθεύσιμων αποδείξεων.
Κατάσκοπος για τον Ρούσβελτ
Μία κινηματογραφική ταινία της εποχής του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, με τίτλο Flight for Freedom (1943) και πρωταγωνιστές τους Ροζαλίντ Ράσελ (Rosalind Russell) και Φρεντ ΜακΜάρεϊ (Fred MacMurray) προήγαγε ένα μύθο ότι η Έρχαρτ κατασκόπευε τους Ιάπωνες στον Ειρηνικό κατόπιν αιτήματος της κυβέρνησης του Φραγκλίνου Ρούσβελτ. Το 1949 τόσο το ειδησεογραφικό πρακτορείο United Press όσο και η Υπηρεσία Πληροφοριών του Αμερικανικού Στρατού (U.S. Army Intelligence) κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι ισχυρισμοί αυτοί ήταν αβάσιμοι. Η Τζάκι Κόχραν (Jackie Cochran), πρωτοπόρος της αεροπορίας η ίδια και φίλη της Έρχαρτ, πραγματοποίησε μεταπολεμικά μία έρευνα σε πολυάριθμα αρχεία στην Ιαπωνία καταλήγοντας στο ότι οι Ιάπωνες δεν είχαν ανάμιξη στην εξαφάνιση της Έρχαρτ.
Νήσος Σαϊπάν
Το 1966 ο ανταποκριτής του CBS Φρεντ Γκόερνερ (Fred Goerner) εξέδωσε ένα βιβλίο όπου ισχυριζόταν ότι η Έρχαρτ και ο Νόοναν είχαν αιχμαλωτιστεί και εκτελεστεί όταν το αεροσκάφος τους συνετρίβη στη νήσο Σαϊπάν, τμήμα των Βορείων Μαριάνων Νήσων, το οποίο βρισκόταν τότε υπό Ιαπωνική κατοχή.
Ο Τόμας Ε. Ντεβίν (Thomas E. Devine), ο οποίος υπηρέτησε σε μία ταχυδρομική στρατιωτική μονάδα, έγραψε το Eyewitness: The Amelia Earhart Incident, που περιελάμβανε την επιστολή της κόρης ενός Ιάπωνα αξιωματικού της αστυνομίας και η οποία ισχυριζόταν ότι ο πατέρας της ήταν υπεύθυνος για την εκτέλεση της Έρχαρτ.
Ο πρώην πεζοναύτης Ρόμπερτ Ουάλακ (Robert Wallack) ισχυρίστηκε ότι ο ίδιος και άλλοι στρατιώτες άνοιξαν ένα χρηματοκιβώτιο στη Σαϊπάν και βρήκαν τη βαλίτσα της Έρχαρτ. Ο πρώην πεζοναύτης Έρσκιν Τζ. Νάμπερς (Earskin J. Nabers) ισχυρίστηκε ότι ενώ υπηρετούσε ως χειριστής ασυρμάτου στη Σαϊπάν το 1944, αποκρυπτογράφησε ένα μήνυμα αξιωματικών του ναυτικού το οποίο έλεγε ότι το αεροσκάφος της Έρχαρτ βρέθηκε στο αεροδρόμιο Ασλίτο (Aslito Airfield), ότι αργότερα διατάχθηκε να φυλάει το αεροσκάφος και ότι υπήρξε μάρτυρας της καταστροφής του.
Το 1990, η σειρά Unsolved Mysteries (Άλυτα Μυστήρια) του τηλεοπτικού δικτύου NBC-TV μετέδωσε τη συνέντευξη μίας γυναίκας από τη Σαϊπαν η οποία ισχυρίστηκε ότι ήταν μάρτυρας της εκτέλεσης της Έρχαρτ και του Νόοναν από Ιάπωνες στρατιώτες. Παρόλα αυτά δεν υπήρξε ποτέ καμία ανεξάρτητη επιβεβαίωση ή υποστήριξη των ισχυρισμών αυτών. Φωτογραφίες που υποτίθεται πως απεικόνιζαν την Έρχαρτ στη διάρκεια της αιχμαλωσίας της αποδείχθηκαν είτε ψεύτικες είτε ότι είχαν παρθεί πριν από την τελευταία της πτήση.
Από τα τέλη του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου σε μία τοποθεσία στη νήσο Τίνιαν (Tinian), πέντε μίλια (οκτώ χιλιόμετρα) νοτιοδυτικά της Σαϊπάν, φημολογούνταν ότι βρισκόταν ο τάφος δύο αεροπόρων. Το 2004 πραγματοποιήθηκε αρχαιολογική ανασκαφή στο σημείο εκείνο, όμως δεν βρέθηκαν οστά.
Τριαντάφυλλο του Τόκιο
Μία φήμη, την οποία ο Τζωρτζ Πούτναμ ερεύνησε προσεκτικά, ήθελε την Έρχαρτ να κάνει προπαγανδιστικές ραδιοφωνικές μεταδόσεις ως μία από τις πολλές γυναίκες που αναγκάστηκαν να υπηρετήσουν ως Τριαντάφυλλα του Τόκιο (Tokyo Rose). Σύμφωνα με αρκετές βιογραφίες της Έρχαρτ, ο Πούτναμ ερεύνησε προσωπικά αυτή τη φήμη, όμως ακούγοντας πολυάριθμες ηχογραφήσεις από διαφορετικά Τριαντάφυλλα του Τόκιο δεν αναγνώρισε τη φωνή της μεταξύ των άλλων.
Ραμπούλ
Ο Ντέιβιντ Μπίλινγκς, Αυστραλός μηχανικός αεροσκαφών, παρουσίασε ένα χάρτη με σημειώσεις σχετικές με τον αριθμό κινητήρα και τον αριθμό της ατράκτου του αεροσκάφους της Έρχαρτ. Ο χάρτης προερχόταν από μία Αυστραλιανή περίπολο του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου που βρισκόταν στη νήσο Νέα Βρετανία, στα ανοικτά της Νέας Γουινέας, και δείχνει ένα σημείο συντριβής 40 μίλια νοτιοδυτικά της Ραμπούλ. Ο Μπίλινγκς υπέθεσε ότι η Έρχαρτ άλλαξε την κατεύθυνσή της προς το Χάουλαντ και προσπάθησε να προσεγγίσει τη Ραμπούλ για καύσιμα. Οι έρευνες όμως που διεξήχθησαν στο έδαφος υπήρξαν ανεπιτυχείς στον εντοπισμό στοιχείων που να επιβεβαιώνουν αυτή την υπόθεση.
Ανάληψη άλλης ταυτότητας
Τον Νοέμβριο του 2006, το National Geographic Channel πρόβαλε το δεύτερο επεισόδιο της σειράς Undiscovered History σχετικά με έναν ισχυρισμό ότι η Έρχαρτ επέζησε της παγκόσμιας πτήσης, μετακόμισε στο Νιού Τζέρσι, άλλαξε το όνομά της, παντρεύτηκε ξανά και έγινε η Άιριν Κραίγκμιλ Μπόλαμ (Irene Craigmile Bolam). Ο ισχυρισμός αυτός αρχικά προβλήθηκε στο βιβλίο Amelia Earhart Lives (1970) του Τζο Κλάας (Joe Klaas). Η Άιριν Μπόλαμ, που ήταν τραπεζίτης στη Νέα Υόρκη τη δεκαετία του 1940, αρνήθηκε ότι ήταν η Έρχαρτ, κατέφυγε στα δικαστήρια ζητώντας 1,5 εκατομμύρια αποζημίωση για βλάβες και κατέθεσε μία μακροσκελή ένορκη κατάθεση στην οποία αντέκρουσε τους ισχυρισμούς.
Η εκδότρια εταιρία, McGraw-Hill, απέσυρε το βιβλίο από την αγορά λίγο μετά την κυκλοφορία του ενώ τα αρχεία του δικαστηρίου περιέχουν ενδείξεις ότι οι δύο πλευρές κατέληξαν σε εξωδικαστικό συμβιβασμό. Στη συνέχεια, η ιδιωτική ζωή της Μπόλαμ μελετήθηκε εκτενώς από ερευνητές, εξαλείφοντας κάθε πιθανότητα ότι ήταν η Έρχαρτ. Το National Geographic προσέλαβε τον Κέβιν Ριτσλαντ (Kevin Richland), επαγγελματία ποινικό εγκληματολόγο, ο οποίος μελέτησε φωτογραφίες των δύο γυναικών και κατέληξε στο ότι υπήρχαν πολλές διαφορές στις διαστάσεις του προσώπου μεταξύ της Έρχαρτ και της Μπόλαμ.