Η υπερεκτίμηση του Διαφωτισμού και οι ευθύνες της αποτυχίας του

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

2 aΓράφει ο ΑΠΕΛΛΗΣ
(Σημείωση: Το κείμενο είναι 5 σελίδων, οπότε απευθύνεται μόνο σε εκείνους που έχουν την υπομονή και το ενδιαφέρον να μπουν στην ουσία ενός τόσο μεγάλου θέματος. Νομίζω πάντως ότι αξίζει τον κόπο..)
Πίνακας του ΑΠΕΛΛΗ: «BAR CODE», λάδια σε καμβά, 0,90Χ120, 2010
Μέρος Α’ «Η Αναγέννηση πίσω από τους μύθους της…»

Μέρος Β΄ «Η υπερεκτίμηση του Διαφωτισμού και οι ευθύνες της αποτυχίας του»

Μετά από τον λόγο για την Αναγέννηση, που υπήρξε η γενεσιουργός αιτία των εξελίξεων στη νεώτερη Ευρώπη, θα περάσουμε στο Β΄ μέρος, όπου θα δούμε τις συνέπειες και τις πνευματικές αλληλεπιδράσεις, μέχρι τον Διαφωτισμό (1), αλλά  και τη σύγχρονη εποχή.

Θα ξεκινήσω, λοιπόν, τον λόγο αντίστροφα. Θα ζητήσω από τα αποτελέσματα, να μάθω την αιτία τους. Όπως αλάνθαστα, για να μάθει κάποιος το δέντρο και την ουσία του, θα πρέπει να κοιτάξει τον καρπό του. Γιατί, όπως σωστά λέει η λαϊκή μας θυμοσοφία, το δέντρο από τους καρπούς του κρίνεται.

Ποια είναι, λοιπόν, η κατάσταση που βιώνουμε σήμερα παγκόσμια αλλά και εθνικά; Είναι, θα έλεγα, ζοφερή και πιο επικίνδυνη από ποτέ, λαμβάνοντας υπόψη το βεβαρυμένο ισοζύγιο των διαφορών μεταξύ θετικών και αρνητικών, αλλά και των διαφορετικών συνθηκών και μέσων, που εμφανίστηκαν, ανάμεσα στην προ και στη μετά τον Διαφωτισμό εποχή. Το Περιβαλλοντικό και κλιματικό πρόβλημα, για παράδειγμα, δεν υπήρχαν. Όπως δεν υπήρχε η Βιομηχανική Επανάσταση, η εξάντληση των φυσικών πόρων, η απληστία του άκρατου Καπιταλισμού, ο μαρξισμός και ο διεθνισμός, η «Ορθή πολιτική» του αγγλοσαξωνικού και προτεσταντικού νεοφιλελευθερισμού, η κυριαρχία των τραπεζιτών επί των εθνών, των πολυεθνικών εταιρειών και η σχολή του Σικάγου, η επαπειλούμενη παγκόσμια υποδούλωση των λαών, η πυρηνική απειλή…
 
Πριν από 250 χρόνια, οι άνθρωποι πέθαιναν κατά χιλιάδες από συμβατικούς πολέμους, από πανούκλα ή από ασήμαντες ασθένειες, που τώρα θεραπεύονται με ένα χάπι. Σήμερα, όμως, πεθαίνουν κατά εκατομμύρια, από τα τρόφιμα που τρώνε, από τον αέρα που αναπνέουν, από το νερό που πίνουν και από ασθένειες που σχετίζονται με τη μόλυνση. Σήμερα, οι φαρμακοβιομηχανίες φτιάχνουν εμβόλια για ιούς αλακάρτ, που εμφανίζονται ξαφνικά από το πουθενά. Σήμερα, η Ιατρική με όλη της την πρόοδο θεραπεύει ή προσπαθεί να θεραπεύσει τις άγνωστες μέχρι προ τινος ασθένειες, που δημιούργησε ο σύγχρονος τρόπος ζωής και ο δίχως μέτρο καταναλωτισμός. Διότι, σήμερα, οι άνθρωποι δεν πεινούν πάνω στον πλανήτη, επειδή είναι πολλοί, όπως δειτείνονται τα «δοχεία σκέψεως» της δύσης. Πεινούν, επειδή η απληστία των λίγων κατέχει τα πολλά και η αγάπη και η ανθρωπιστική αλληλεγγύη έχουν εκλείψει, αν δεν έχουν δοθεί εργολαβικά σε ΜΚΟ.
 
Μην εκπλήσεσθε! Αυτό είναι απλώς με αναγωγή στα αποτελέσματα, το πνεύμα του Ορθολογισμού του Ευρωπαίου «Διαφωτιστή», που κατέβασε τον Θεό για να ανεβάσει τον άνθρωπο και την λογική του. Ο άνθρωπος του Διαφωτισμού, καθώς έτρεχε σε μια λεωφόρο γνώσης που οδηγούσε στον άκρατο ατομικισμό, μέσα από τα υπερτονισμένα προσωπικά του δικαιώματα, δεν προέβλεψε πως έτσι θα απεδομείτο η συλλογικότητα του εμείς. Ναι, η έννοια του Θεού μπορεί να φαίνεται σε κάποιους ως αναχρονιστική, αλλά είναι σίγουρα αυτή που μπορεί αποδειγμένα να διατηρεί την ενότητα της κοινωνίας. Αυτό σε ελεύθερη μετάφραση, μπορεί να συνάγει κανείς ως συμπέρασμα από την περίφημη φράση του «αρχιερέα» του Διαφωτισμού Βολτέρου πως: «Κι αν ακόμη δεν υπήρχε Θεός, θα έπρεπε να τον εφεύρουμε». Το ότι ο ισχυρός και ο «ανώτερος» δικαιούται να τα πάρει όλα από τον αδύναμο, είναι το συμπέρασμα μιας καθόλα ορθολογικής σκέψης, όπως διαπιστώνουμε και στον Υπεράνθρωπο του Νίτσε (2). Καθόλου παράξενο, λοιπόν, που η αποικιοκρατία γνωρίζει μεγάλη έξαρση στα χρόνια του Διαφωτισμού. Όλα αυτά, που ήδη ανέφερα, είναι απότοκοι κλάδοι της πνευματικής ρίζας του Διαφωτισμού και των πολυσχιδών ιστορικών, πνευματικών-πολιτικών του αναπτυγμάτων. Άλλωστε, δε νομίζω ότι αρνιέται κανείς, πως το κίνημα του Διαφωτισμού, είναι αυτό που τελικά κυριάρχησε και ακόμη κυριαρχεί-δυστυχώς πλέον εκφυλισμένο και απογυμνωμένο από κάθε ανθρωπισμό-στις διάφορες εκφάνσεις του και σε κάθε επίπεδο της ανθρώπινης δραστηριότητας, στον κόσμο του δυτικού ημισφαιρίου;
 
Άρα, ο «Διαφωτισμός», μπορεί πλέον να κριθεί με την ασφάλεια των 250 και πλέον χρόνων, από τα απτά αποτελέσματα του και όχι με έναν τρόπο γενικό και αόριστο, ως πλήρως αποτυχημένος και επικίνδυνος και να του καταλογιστούν ευθύνες. Κυρίως, διότι χάλκεψε και παραχάραξε τα μέσα, που χρησιμοποιεί η έμφυτη κλίση του ανθρώπου για την γνώση και την αλήθεια, δηλαδή την λογική. Όπως ακριβώς και στην περίπτωση του Κομμουνισμού στην πρώην ΕΣΣΔ, που επίσης απέτυχε να εφαρμόσει στην πράξη το πανάρχαιο αίτημα της ισονομίας και της ισότητας, που ήταν άλλωστε και ζητούμενα της Γαλλικής Επανάστασης. Το μόνο που απομένει στους διαφωτιστές ως ειλικρινής δικαιολογία, είναι ότι ο αληθής Διαφωτισμός, με την έννοια του όρου, δεν εφαρμόστηκε ποτέ. Και δεν εφαρμόστηκε ποτέ, διότι απέρριψε το πνεύμα του Θεού. Η αποτυχία αυτή, δείχνει την έσχατη ποιοτική διαφορά ανάμεσα στην θεωρία και στην πράξη, στην ειλικρίνεια και στη σκοπιμότητα του εγχειρήματος. Όμως την ίδια δικαιολογία δε θα μπορούσε να προτάξει άραγε και ένας χριστιανός, ισχυριζόμενος, πως ήταν μόνο ο κληρικαλισμός η αιτία που απέτυχε να εφαρμοστεί η χριστιανική διδασκαλία, και όχι οι ίδιες οι προθέσεις, οι δυνατότητες και η αλήθεια του Χριστιανισμού;
 
 Λίγοι, νομίζω, θα τολμούσαν να ισχυριστούν, ότι πρόκειται σήμερα για μια κατάσταση, όπου ο Διαφωτισμός, μετά από 250 περίπου χρόνια έχει δικαιωθεί, σε ό.τι αφορά τις θεμελιώδεις αρχές του. Αρχές που διατυπώθηκαν από τους εξοχότερους εκφραστές του, Βολτέρο και Ρουσσώ, και όπως κατατέθηκαν το 1789 στην Εθνοσυνέλευση της Γαλλικής Επανάστασης, υπό τη μορφή πολιτικών δικαιωμάτων. Η Γαλλική Επανάσταση αποτελεί ακριβώς ορόσημο για τη λήξη της εποχής του Διαφωτισμού και την έλευση της εποχής του (πρώιμου) Φιλελευθερισμού στην κοινωνία και την οικονομία. Ήδη, σήμερα, στην χώρα μας, βιώνουμε ως απτό παράδειγμα το «ανθρωπιστικό» υπόβαθρο των επιγόνων του διαφωτισμού, υπό τη μορφή ακόμη και της ωμής παρέμβασης στις δημοκρατικές μας δομές, πόσο μάλλον των πολιτικών μας δικαιωμάτων. Όχι! Ο Διαφωτισμός δεν έκανε τους ευρωπαίους λιγότερο βάρβαρους. Τους έκανε όμως περισσότερο εκλεπτυσμένους.
 
Για μια ακόμη φορά οι ευρωπαίοι, ως διαφωτιστές, ήρθαν σε επαφή με το ελληνικό πνεύμα, αλλά δεν κατάφεραν τίποτα άλλο από τη μάταια αντιγραφή του, τέλος δε την πλήρη παραποίηση του. Αυτό είναι που φέρνει πάντα εμάς τους Έλληνες, έστω παρηκμασμένους, απέναντι τους. Γιατί; Πρώτον, επειδή δεν είναι δικό τους, είναι έξω από την ιδιοσυγκρασία τους. Δεύτερον, διότι το γνώρισαν από τρίτο χέρι. Έτσι αναγκαστικά το διαστρεβλώνουν, καθώς εστιάζουν πάντα σε μέρη και όψεις του που τις προτιμούν, ενώ σε άλλες όχι. Κάποτε κόλλησαν με τον Αριστοτέλη, μετά γνώρισαν τον Πλάτωνα, αργότερα τον Επίκουρο. Μου έρχεται στο νου μια εικόνα ως παράδειγμα. Φανταστείτε, λοιπόν, ένα Γερμανό, να προσπαθεί να παίξει ηπειρώτικο κλαρίνο, που το έμαθε από έναν Ιταλό, που και εκείνος το έμαθε από έναν Ηπειρώτη. Και να έχει την απαίτηση ο Γερμανός να παίξει το κλαρίνο με καημό και νάζι, όπως ο Ηπειρώτης. Γίνεται; Ο πολιτισμός και το πνεύμα του, είναι απόρροια μιας έκαστης ιδιαίτερης ιδιοσυγκρασίας, όπου παίζουν καθοριστικό ρόλο πολλοί παράγοντες, ακόμη και κλιματικοί. Μπορείς να προσπαθήσεις να κατανοήσεις έναν πολιτισμό, ακόμη και να τον μιμηθείς, αλλά δε γίνεται ποτέ να έχεις την εσωτερική σύνδεση, τη συναισθηματική επαφή μαζί του. Για αυτήν την απώλεια της υποκειμενικότητας και της ατομικότητας του συναισθήματος, είναι, που ο Ρομαντισμός τον 19ο αιώνα, κατηγόρησε και πολέμησε την Λογοκρατία και τον Διαφωτισμό, με εξέχοντες αντιπρόσωπους του τους φιλέλληνες Λόρδο Βύρωνα και Ευγένιο Ντελακρουά. Για αυτό και ο Ελληνικός Λόγος από θερμή ανάσα ζωής κατέληξε μια ψυχρή λογική σαν βγαλμένη από νεκροτομείο. Αυτή τη συναισθηματική σύνδεση όμως, με τον αρχαίο πολιτισμό μας, οι Έλληνες δεν τη χάσαμε ποτέ, ακόμη και στους έσχατους καιρούς της παρακμής μας. Υπάρχει ακόμη ανάμεσα μας, ζωντανός, ο τύπος του Αριστοφάνη, του Λεωνίδα, του Αριστείδη….
 
Όπως στην εποχή της Ρώμης, όπως στην Αναγέννηση, όπως και στον Διαφωτισμό, πίσω από τη συγκινητική λατρεία προς κάθε τι αρχαιοελληνικό, όπως είναι η φιλοσοφία, οι τέχνες και ο πολιτισμός, υποκρύπτεται όχι μόνο η ανάγκη ενός άλλοθι και μιας επίφασης, ικανών να αποκρύψουν την βαρβαρότητα, αλλά και ένας υπολανθάνων φθόνος ομολογημένος από τους ίδιους (Νίτσε). Τα «Φωτισμένα Έθνη» του Κοραή, είχαν εκείνη την εποχή ξεκληρίσει πολλά έθνη και λαούς σε ανατολή και δύση. Ωστόσο, η «αγιοποίηση» τους αυτή στην Ελλάδα, οφείλεται στο ότι, τουλάχιστον εμάς, αν και αργά, αν και απρόθυμα, αν και υπό εκμετάλλευση, μας βοήθησαν να «απελευθερωθούμε». Αντίθετα, λοιπόν, από τις αρχικές προθέσεις, σήμερα βρισκόμαστε στο κατώφλι ενός φωταδιστικού μεσαίωνα, όπου τα συμβατικά θρησκευτικά ιερατεία, τείνουν πια να αντικατασταθούν από τα νέα ιερατεία των τεχνοκρατών και των επιστημόνων, που, ας μου επιτραπεί ο νεολογισμός, είναι οι νέοι «ιερείς» της «Μεταδιαφωτιστικής Εποχής». Σήμερα, κάποιοι «παίζουν» με το DNA ως «θεοί». Σε έναν κόσμο χαμηλών ηθικών αξιών, όμως, πώς να τους εμπιστευτεί κανείς;
 
Σε κάθε επίπεδο ο «Διαφωτισμός» έχει σχεδόν αποτύχει. Εκτός και αν επιμείνουμε να θεωρούμε τα επιστημονικά και τεχνολογικά επιτεύγματα, που πράγματι είναι πολλά, ως βασικές προτεραιότητες του διαφωτιστικού πνεύματος. Η αποστολή δορυφόρων στο πλανητικό σύστημα, δεν αποδεικνύεται χρήσιμη στο να γεμίσει τα στομάχια των πεινασμένων της γης. Τα υπερσύγχρονα μηχανήματα, η κατασκευή και η χρήση τους, δε συνιστούν απόδειξη ανώτερης λογικής ύπαρξης, με υπόβαθρο και μόρφωση ανθρωπιστική. Κάλλιστα ένας νέος μεσαίωνας, χειρότερος από τον προηγούμενο, θα μπορούσε να ενδυθεί την απαστράπτουσα ψηφιακή τεχνολογία, για τον έλεγχο των συνειδήσεων. Η ουσία δεν αλλάζει ποτέ. Οι μορφές και τα μέσα, είναι αυτά που αλλάζουν. Αυτές θα πρέπει να αποκωδικοποιούμε, γνώριζοντας, ότι ο «εχθρός» του ελεύθερου ανθρώπου, ήταν, είναι και θα είναι πάντα εδώ, σε καθε εποχή. Το μόνο που χρειάζεται, είναι κάθε φορά να ανακαλύπτουμε τη σύγχρονη «μεταμφίεση» του.
 
Όταν μιλάω για τον «Διαφωτισμό», δεν αναφέρομαι σε αυτό που θα πίστευαν πολλοί. Δηλαδή, στην εξωτερική θετική του εικόνα, που συνδέεται με καινοτομίες, μεταρρυθμίσεις, ανακαλύψεις και άλλα. Ποιος λογικός άνθρωπος στην εποχή μας θα διαφωνούσε, για παράδειγμα, στο να βρεθεί η θεραπεία από τον τάδε βάκιλο ή να εξελιχθούν τα μέσα παραγωγής, εκπαίδευσης, ιατρικής κλπ; Ή ποιος θα ήθελε σήμερα να καούν στην πυρά ο Γαλιλαίος ή ο Τζ. Μπρούνο; Εγώ πάντως, όχι.  Αναφέρομαι, κυρίως, σε αυτήν την παρασιτική, μυστική αρχή, που παρεμβαίνει επί των εξελίξεων και τις κατευθύνει για λογαριασμό της και σε σκοπούς αλλότριους από το συμφέρον της ανθρωπότητας. Και μάλιστα, με τον αισχρότερο των τρόπων. Με την προκάλυψη και την προσχηματική χρήση εννοιών, με τις οποίες δύσκολα θα μπορούσε κανείς εν πρώτοις να διαφωνήσει. Όπως είναι, για παράδειγμα, τα ανθρώπινα δικαιώματα, το περιβάλλον, τα μεταλλαγμένα τρόφιμα κ.α. Επενδύει η αρχή αυτή πάνω στο κοινό ενδιαφέρον για τα ανθρώπινα δικαιώματα και με πρόσχημα δήθεν την υποστήριξη τους, στην πραγματικότητα δρα εναντίον τους. Και το κάνει πολυκερματίζοντας και εξατομικεύοντας τα διαρκώς, σε μια κοινωνία που αρχίζει να χάνει τη συνοχή της και άρα να γίνεται πιο ευάλωτη, αφού πρώτα φρόντισαν να περιορίσουν τη βασική αρχή της ενότητας της, που ήταν ο Θεός, Αλλά έπειτα και τον θεσμό της οικογένειας, αργότερα δε και το Έθνος.
 
Με τον ίδιο τρόπο, αυτή η παραμορφωτική και εκφυλιστική σκέψη, που τη διακρίνει ένας δαιμονικός ατομικισμός και μια εωσφορική αλαζονεία, έχει καταφέρει να κυριαρχήσει ως μια διαστρεβλωμένη κατευθυντήρια οπτική, επί της εξελίξεως συνολικά του Διαφωτισμού σε κάθε επίπεδο, επιστημονικό, τεχνολογικό, πολιτικό, κοινωνικό, καλλιτεχνικό. Και αυτό, σχεδόν εξ αρχής. Είναι γνωστοί οι κύκλοι που κατεύθυναν τα γεγονότα της Γαλλικής Επανάστασης και τα όσα αφορούν τις απαρχές του Διαφωτισμού, ακόμη και της Αμερικής της ίδιας, που υπήρξε κατά τις προδιαγραφές της ΝΤ το πρώτο μεγάλο πείραμα ενός πολυεθνικού ομόσπονδου κράτους, προορισμένου να εφαρμοστεί σε όλον τον πλανήτη. Η ΕΣΣΔ, υπήρξε ένα ανάλογο αποτυχημένο εγχείρημα, ενώ και η ΕΕ είναι ένα ακόμη βήμα. Για να γίνει όμως αυτό, θα έπρεπε πρώτα να εξαλειφθούν δύο βασικά εμπόδια, που λειτουργούσαν συσπειρωτικά για τα ΄Εθνη στο παλαιό σύστημα τάξης. Η Θρησκεία και η Βασιλεία. Το ένα στο χώρο της μεταφυσικής πίστης και το άλλο στο ρεαλιστικό επίπεδο της πολιτικής. Η αναβίωση της Δημοκρατίας (ανεξάρτητα από τον φιλελευθερισμό του ίδιου του πολιτεύματος), πραγματοποιήθηκε μέσα στα πλαίσια του Διαφωτισμού και την άνοδο της αστικής τάξης και βασίστηκε στα τεράστια λάθη μιας κακής μοναρχίας απέναντι σε έναν άθλιο, βασανισμένο λαό. Η Δημοκρατία, που τόσο βάναυσα κακοποιήθηκε από τον Ροβεσπιέρο και από τον Βοναπάρτη, λειτούργησε ως μια μεταβατική πολιτική προκάλυψη ενός μελλοντικού αυταρχικού σχεδιασμού, που τώρα πια στις ημέρες μας άρχισε να αποδίδει τους καρπούς του στη μορφή της παγκοσμιοποίησης. Ουδέποτε νοιάστηκαν αληθινά για την Δημοκρατία, όσοι πίσω από τα νεοφανή φώτα του Διαφωτισμού, προετοίμαζαν την ποδηγέτηση της. Ακόμη και αν οι προθέσεις κάποιων ήταν ειλικρινείς, ο έλεγχος χάθηκε, κατά τη διάρκεια της πορείας.
 
Από τα μέσα του 18ου αιώνα, η επίδραση της διαφωτιστικής κριτικής στην κοινωνία ήταν μεγάλη. Οι χώροι συγκεντρώσεων και οι μασονικές στοές, έγιναν φορείς της ολοένα αυξανόμενης δυσαρέσκειας κατά της απόλυτης μοναρχίας. Θεός και Βασιλιάς, σε εκείνη την εποχή, ήταν ο ένας το στήριγμα του άλλου. Όποιος θα ήθελε να χτυπήσει τον έναν θα έπρεπε να τα βάλει και με τον άλλο. Η Γαλλική Επανάσταση, αποτέλεσε μια βίαιη ενσάρκωση της φιλοσοφίας του Διαφωτισμού, και η επιθυμία για αλλαγή και ορθολογισμό οδήγησε στην προσπάθεια να εξαλειφθεί η Εκκλησία και ο χριστιανισμός στο σύνολο τους, όχι μόνο ως ιδέες αλλά και υλικά. Έτσι δικαιολογούνται αρκετές εκδοχές της ιστορίας, που αναφέρονται στις διώξεις των πρώτων διαφωτιστών, του κύκλου των «Εγκυκλοπαιδιστών» (3). Έτσι εξηγείται και το αμοιβαίο θανάσιμο μίσος των μοναρχών κατά των μυστικών εταιρειών, αλλά και η αρνητική γνώμη του Καποδίστρια για το ρόλο τους στην Επανάσταση, εκφρασμένη μάλιστα εγγράφως σε δύο εγκυκλίους του, περί των εταιρειών αυτών (4). Το γεγονός, πως οι περισσότεροι μεγάλοι διαφωτιστές ήταν μασόνοι, δεν θα πρέπει να περνάει απαρατήρητο. Δεν πρόκειται για λέσχες τένις. Το γεγονός, πως οι μασόνοι κάθε άλλο παρά άθεοι είναι, θέτει υπό σκέψη την αντίφαση που δημιουργεί η εκφρασμένη περί αθείας στάση των διαφωτιστών. Και αυτό είναι βεβαίως σχετικό, καθώς δεν είχαν όλοι οι διαφωτιστές τις ίδιες ακριβώς άθεες απόψεις ή κίνητρα και σίγουρα υπήρχαν και εξαιρέσεις. Μιλάμε όμως για την πλειονότητα τους. Δεν είναι λοιπόν, ο Διαφωτισμός ο ίδιος το σάπιο φρούτο, ως μέσο για την κατάκτηση της γνώσης, αλλά η παρείσακτη σκέψη, που τον κατευθύνει στην μηχανοποιημένη εκμετάλλευση των μαζών και στην Τεχνοκρατία. Που τον απομακρύνει τελικά από την αληθινή γνώση και τη βελτίωση της ανθρώπινης ζωής, που θα ήταν και το ζητούμενο ενός αληθινού Διαφωτισμού.
 
Το στοιχείο, λοιπόν, που έλειψε από τον αληθινό Διαφωτισμό, ώστε να αστοχήσει τελικά στον πραγματικό του σκοπό, είναι το χριστιανικό πνεύμα. Αυτό, τα όργανα της παρείσακτης αρχής φρόντισαν σκόπιμα να το αποκλείσουν και να το εμφανίσουν, ως δήθεν  αντίθετο προς την έρευνα, την επιστήμη και την λογική. Αυτό, εν μέρει, εμπεριέχει κάποιαν αλήθεια, αφού η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, φάνηκε ανέτοιμη και οχυρώθηκε πίσω από τα δόγματα της. Αυτό, φυσικά, αντανακλά και μια εσωτερική στασιμότητα της Εκκλησίας. Προφανώς, επειδή το χριστιανικό πνεύμα δεν ήταν τόσο ισχυρό στη Δυτική Εκκλησία, ώστε να πιστεύει πως η γνώση και η αλήθεια, δε θα μπορούσαν ποτέ να απειλήσουν τον Θεό, και έτσι αντέδρασε περισσότερο χάριν των απειλούμενων προνομίων της. Υπό διαφορετικές συνθήκες, κάτι ανάλογο συνέβη και στον ελλαδικό χώρο, ωστόσο η περίπτωση του Ελληνικού Διαφωτισμού, όπως θα αναφέρω παρακάτω, έχει πολλές ιδιαιτερότητες. Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία δεν ήταν έτοιμη για αυτό το άνοιγμα. Έτσι, χάθηκε η λαμπρή ευκαιρία, η αγάπη για τη γνώση και τον λόγο και τη διερεύνηση του εμπειρικού κόσμου, να μπορέσει να εναρμονιστεί με το πνεύμα του Θεού και να οδηγηθεί από αυτό προς την επιστημονική αλήθεια με τη μεγαλύτερη δυνατόν ηθική αρτιότητα. Σήμερα, γνωρίζουμε πολύ καλά, ότι ο Θεός και οι επιστήμες δεν απειλούν το ένα το άλλο, ούτε είναι δύο κόσμοι ασύμβατοι, όπως αποδεικνύουν πλήθη θεϊστών επιστημόνων και διανοητών, όπως βεβαίως, υπάρχουν και άθεοι. Από την άλλη, το γεγονός πως η Εκκλησία δε συμμετείχε στα πεπραγμένα του Διαφωτισμού, αλλά έμεινε πιστή στα θέσφατα της, της δίνει ταυτόχρονα και τη δυνατότητα, να μην έχει καμμία ευθύνη για τα αποτελέσματα της αποτυχίας του και για την κρίση που αυτός περνάει. Στο σημείο αυτό, προβάλλει και η μεγάλη ευκαιρία της Ορθοδοξίας, να παίξει σημαντικότατο θετικό ρόλο στα εξελισσόμενα του 21ου αιώνα.
 
Αυτή η αμφισβήτηση της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, συνδέει προδρομικά τον Διαφωτισμό με την Μεταρρύθμιση στην βόρεια Ευρώπη και έτσι δεν είναι τυχαίο ότι οι διαφωτιστικές εστίες εντοπίζονται σε χώρες όπου η παπική εξουσία δεν ήταν ισχυρή, όπως η Γερμανία, η Γαλλία, η Αγγλία και η Ολλανδία. Ο Διαφωτισμός, χάριν της δίψας για ελευθερία από την θρησκευτική δομή της μακραίωνης παπικής πνευματικής τυραννίας, στράφηκε στην πραγματικότητα περισσότερο εναντίον του κληρικαλισμού (5), που εφάρμοσε εν πολλοίς, μια εν τω κόσμω παραχάραξη της χριστιανικής διδασκαλίας.
 
Ας μην ξεχνάμε ότι, η Αναγέννηση δεν ήταν ποτέ ένα κίνημα αθεΐας, αλλά εμφάνισε μόνο μια ροπή προς τον παγανισμό και την κλασικότητα. Έπειτα, ήταν ένα κίνημα περισσότερο καλλιτεχνικό. Αντίθετα, ο Διαφωτισμός υπήρξε ένα πιο καθαρό κίνημα αθεΐας, που επικεντρώθηκε κυρίως στις θετικές επιστήμες, στα γράμματα και στη διανόηση. Αυτό αποτελεί, φυσικά, μεγάλη μετατόπιση από τις αρχές και τους σκοπούς της Αναγέννησης, αλλά έπρεπε να προηγηθεί η Μεταρρύθμιση στη βορειοδυτική Ευρώπη, ώστε η πορεία προς τον Διαφωτισμό να γίνει δυνατή μέσα από τον προτεσταντικό πραγματισμό, που βρίσκεται ένα βήμα πιο κοντά στη διακήρυξη ενός ορθολογικού αθεϊστικού πνεύματος, όπως βλέπουμε στον Χέγκελ και στον Νίτσε. «Η θρησκευτική θεωρία της Μεταρρύθμισης αποτελεί σώμα αρχών για το δόγμα του Προτεσταντισμού. Ξεκινά έτσι μια ουσιαστική αλλαγή νοοτροπίας, που ξεπερνά την πίστη στο αλάθητο της παπικής εξουσίας και εγκαινιάζεται έτσι η νέα σκέψη, πάνω στην εσωτερική όψη της θρησκείας, ανοίγοντας πόρτες για την ανάπτυξη της φιλοσοφικής σκέψης που ανθεί στην επόμενη περίοδο του Διαφωτισμού (6). Ήδη από τον 16ο αιώνα, ο Μονταίν εφάρμοσε τον σκεπτικισμό. Ο σκεπτικισμός πήρε μια πιο ακραία μορφή στον Ντεκάρτ στα μέσα του 17ου αιώνα και στην φιλοσοφία του που ονομάστηκε «Καρτεσιανισμός» και εισάγει στην εμφάνιση του ρεύματος του Ορθολογισμού. Ο 18ος αιώνας ήταν στη συνέχεια ο «Αιώνας των Φώτων».

Στην Ελλάδα και στον βαλκανικό χώρο, οι πρώτες ιδέες του Διαφωτισμού άρχισαν να διαδίδονται ήδη από τις αρχές του 18ου αιώνα, αλλά εδώ πήρε μια διαφορετική μορφή. Ήταν ένα κίνημα για τη δημιουργία εκπαιδευτικής υποδομής και τη διδασκαλία της γλώσσας και των φυσικών επιστημών στον ελληνόφωνο χώρο, το οποίο προκάλεσε την αντίδραση του εκκλησιαστικού κατεστημένου. Από τον 17ο αιώνα άρχισε σταδιακά να δίδεται περιορισμένη εκπαίδευση σε ορθόδοξες εκκλησιαστικές σχολές, οι οποίες λειτουργούσαν με βάση τις υποχρεώσεις και τα σχετικά προνόμια, που είχε αναλάβει το Πατριαρχείο έναντι των Οθωμανών. Σε αυτές τις σχολές δίδασκαν αρχικά δάσκαλοι-κληρικοί παραδοσιακής παιδείας, αλλά από το 18ο αιώνα έπαιρναν τη θέση τους όλο και συχνότερα νεωτεριστές, οι λεγόμενοι σήμερα «Δάσκαλοι του Γένους»(7).  
 
Η ελληνική εκδοχή του Διαφωτισμού όμως, είχε συχνά διαφορετικούς στόχους από εκείνους του ευρωπαϊκού. Για παράδειγμα, την προσπάθεια Ελλήνων διαφωτιστών, που οι περισσότεροι ήταν κληρικοί, να συγκεράσουν τις ιδέες της ελευθερίας, ισότητας και δημοκρατίας με τις χριστιανικές αντιλήψεις (8). Ο Βούλγαρις παίρνει μέρος με το «Σχεδίασμα περί Ανεξιθρησκείας» στον προβληματισμό σχετικά με τη θρησκευτική ανοχή που ήταν σημαντικό θέμα στις συζητήσεις της ευρωπαϊκής διανόησης εκείνης της εποχής. Ενώ όμως ο Βολτέρος αμφισβητούσε στα σχετικά έργα του κάθε δογματικό φανατισμό και αναδείκνυε την υπεροχή της φυσικής θρησκείας, ο Βούλγαρις προβάλλει στο «Σχεδίασμά» του την ελεύθερη θρησκευτική συνείδηση ως χριστιανικό προνόμιο και εισάγει στην ελληνική γλώσσα τον όρο ανεξιθρησκεία (9). Τελικά για τον ρόλο των ευρωπαίων «διαφωτιστών» μας γράφει και ο στρατηγός Ι. Μακρυγιάννης: «…Κάνουν και οι μαθηταί τους οι Ευρωπαίοι την ανταμοιβή εις τους απογόνους εμάς -γύμναση της κακίας και παραλυσίας. Τέτοια αρετή έχουν, τέτοια φώτα μας δίνουν».
 
Ποιο αλήθεια από τα ανθρώπινα δικαιώματα, δεν περιλαμβάνεται στο «αγάπα τον πλησίον σου ως σεαυτόν»; Θα έπρεπε αλήθεια να περιμένουμε τον Βολτέρο, γνωστό και για τις φυλετικές του ιδέες, να μας μιλήσει για το δικαίωμα του άλλου, ή τον Ρουσσώ να μας κάνει «νέα» Κοινωνικά Συμβόλαια ή μήπως τους καθηγητές του Χάρβαντ να μας αποκαλύψουν μετά από πολυετείς έρευνες, την ιδανικότητα του μητρικού γάλακτος για την υγιή διατροφή του βρέφους;;!
Το «καλό» και το «λογικό» γίνονται ισάξια, μας λέει ο Διαφωτισμός, όμως κάπως έτσι οδηγούμαστε και στο συμπέρασμα πως «ότι είναι νόμιμο είναι και ηθικό». Αλλά, όπως ομολογεί ο Ρουσσώ, «Το λογικό πολλές φορές μας απατά, η συνείδηση όμως ποτέ». Πώς όμως το λογικό που είναι ισάξιο του καλού, μπορεί να μας απατά, εφόσον είναι καλό; Θα απαντούσα, πως στη συνείδηση, είναι που βρίσκεται ο ίδιος ο Θεός. Ο δε Λαμαρτίνος θα μας επιβεβαιώσει πως: «Η καρδιά έχει λόγους τους οποίους αγνοεί το λογικό».
 
 
 
 
Σημειώσεις-παραπομπές:
 
 
1. Ο Διαφωτισμός ήταν μια φιλοσοφία ανθρωποκεντρική, όπου ο άνθρωπος αναγνωρίζεται ως το κέντρο της ιστορίας, με όλα τα δικαιώματα τα οποία έπρεπε να αξιώνει. Αυτός ο ανθρωποκεντρισμός (=humanismus, Ουμανισμός) αποτελούσε τη σύνδεση με το αρχαιοελληνικό πνεύμα, έναντι του ανατολικού μυστικισμού της χριστιανικής θρησκείας.
 
2. Νίτσε: «Η θέληση της Δύναμης»
 
3. Ντιντερό, 1713-1784) και Jean-le-Rond d’ Alembert (ΝτΑλαμπέρ, 1717-1783)
 
4. α) «…Αν ή Ελλάς έγκατελείφθη άπό τό 1821 έως τόν Ιούλιον μήνα του τελευταίου έτους, τούτο προήλθε διότι οί εχθροί της τήν παρέσταιναν αδιακόπως πρός τους Βασιλείς, ώς λαόν έπαναστατωθέντα καί άγωνιζόμενον ύπό τήν διεύθυνσιν καί ύπό τούς σκοπούς Μυστικών Εταιρειών, όθεν έπήγασαν αί Kαταστροφαί της ‘Ισπανίας και Ιταλίας.
Εύκολον ήτο αναμφιβόλως να αναιρεθή ή σφαλερά αυτή δόξα. μ’όλον τούτο εχρειάσθησαν ολόκληρα επτά έτη βασάνων και δυστυχιών είς αναίρεσίν της. Μόλις ανηρέθη, καί ενώ ή Ελλάς άρχίζει νά λαμβάνη δείγματα εύνοίας καί καλοκαγαθίας έκ μέρους τών Συμμαχικών Δυνάμεων, οί έχθροί της θέλουν πάλιν τήν παραστήσει ώς υπεξούσιον τών Μυστικών Εταιρειών, καί είς άπόδειξιν τούτου θέλουν φανερώσει, ότι υπό διαφόρους ονόμασιν αί Εταιρείαι αυταί υπάρχουν καί πολλαπλασιάζονται μεταξύ των εν τοίς πράγμασι και τής πολιτικής τάξεως, και της στρατιωτικής δυνάμεως, ίσως καί αύτού του στόλου» Εν Πόρω τη 8 Ιουνίου 1828, Ο Κυβερνήτης Ι.Α. Καποδίστριας
β) «…Ἡ Κυβέρνησις χρεωστε ν πληροφορηθ τι πς πάλληλος, ποιοσδήποτε ν εναι βαθμς του, θέσις του, εναι κα θέλει μείνει ντελς λλότριος π τν περ ς λόγος μυστικν ταιρίαν, ποιαδήποτε λλην μυστικ ταιρίαν, τις θελεν ντίκεισθαι ες τ χρέη, ες τ ποα καθυποβάλλεται, μ’ φο δέχεται δημόσιον τιν πηρεσίαν κα πειδ πηρετε τν πατρίδα κατ τν προσωρινς καθεστσαν τάξιν τν πραγμάτων, δν θέλει πόκεισθαι μήτε πακούει εμ ες τος πάρχοντας νόμους, κα ες τος κατ’ ατν διωριζομένους ρχηγούς». ν Ναυπλί τ 22α Αγούστου 1831. Κυβερνήτης Ι.Α.ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ. 48 ημέρες μετά ο Καποδίστριας δολοφονήθηκε.
5. Η κατευθυντήρια γραμμή του φιλοσόφου Immanuel Kant (Καντ, (1724-1804)), «Να έχεις το θάρρος να χρησιμοποιείς τη λογική σου», είχε ως στόχο τις εξωτερικές αντιδράσεις ενάντια στο Διαφωτισμό, αλλά και την εσωτερική απελευθέρωση από την ποδηγέτηση της κοσμικής και της εκκλησιαστικής εξουσίας.
 
6. Ο Ολλανδός φιλόσοφος Σπινόζα, 1632-1677) Ο ‘Άγγλος φιλόσοφος και γιατρός Λοκ, 1632-1704) δημοσίευσε το 1689 ένα βιβλίο «Επιστολές για την Ανοχή». Ο επίσης ‘Άγγλος φιλόσοφος Τόλαντ, 1670-1722), ο Γάλλος ιερωμένος Μεσλιέ -1773), ο Γάλλος ιερωμένος και φιλόσοφος Μπάυλ, 1647-1706), ο Γερμανο-Ολλανδός Μπέκερ, 1634-1698) που κατηγορούσε τον εκκλησιαστικό μηχανισμό καθολικών και προτεσταντών για τις δολοφονίες μαγισσών.
 
7. Τέτοια πρόσωπα ήταν οι Γεώργιος Σουγδουρής, Μεθόδιος Ανθρακίτης, Ευγένιος Βούλγαρις, Ιώσηπος Μοισιόδαξ, Νικηφόρος Θεοτόκης, Χριστόδουλος Παμπλέκης (1733-1793), ο οποίος στο δοκίμιό του «Περί Θεοκρατίας» (1793) υπερασπίζεται τις ιδέες του Διαφωτισμού, εκθειάζοντας τον Βολτέρο και τον Ρουσσώ, ο Νεόφυτος Βάμβας (1770-1855), ο Άνθιμος Γαζής, οι φιλόσοφοι Φιλιππίδης, Βαρδαλάχος, Οικονόμος, Γουλέλης, ο Θ. Καϊρης, ενώ οι κορυφαίοι Έλληνες διαφωτιστές είναι ο Ρήγας Φεραίος, ο Αδ. Κοραής καθώς και ο Κοσμάς ο Αιτωλός.
 
8.  «Νεοελληνικός Διαφωτισμός» Κ.Θ. ΔΗΜΑΡΑ, Νεοελληνικά Μελετήματα, Αθήνα 1977
 
9. ‘Αννα Ταμπάκη: «Βολτέρος, Ο εμπνευστής μιας επανάστασης», τ.18, Ιαν. 2006»

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ