Από τον περασμένο Μάϊο, πριν ακόμα ξεσπάσει το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων που τον οδήγησε σε παραίτηση, ο γραμματέας της κυβέρνησης και ανηψιός του πρωθυπουργού Γρηγόρης Δημητριάδης υπήρξε αποδέκτης στοχευμένων δημοσκοπήσεων της Marc και άλλων εταιρειών που έδειχναν μεγάλη μείωση των ποσοστών της Ν.Δ σε εκλογικές περιφέρειες της Βόρειας Ελλάδας.
Είχε διατυπώσει, μάλιστα, συγκεκριμένες εκτιμήσεις και προτάσεις στο επικοινωνιακό επιτελείο του πρωθυπουργού, επισημαίνοντας πως πρέπει να υπάρξουν παρεμβάσεις για την ανάταξη του κλίματος.
Βασικό πρόβλημα που διαπιστωνόταν από τότε, ήταν πως η άκαιρη επιχείρηση απολιγνιτοποίησης, χωρίς στοιχειώδη προετοιμασία των τοπικών κοινωνιών, προκαλούσε απογοήτευση και οργή ακόμα και μεταξύ στελεχών της Ν.Δ, ενώ αποδέκτες αυτής της ανησυχίας ήταν και οι βουλευτές της περιοχής.
Ελάχιστα πράγματα έγιναν, ενώ το κενό που δημιούργησε στο Μαξίμου η απομάκρυνση του κ. Δημητριάδη δεν καλύφθηκε από κάποιο συντονιστικό όργανο, ενώ ο διάδοχός του Γιάννης Μπρατάκος καθυστέρησε να αντιληφθεί τι ακριβώς συμβαίνει.
Οι μετρήσεις έδειχναν υποχώρηση των δημοσκοπικών ποσοστών της Ν.Δ σε Καστοριά, Κοζάνη, Φλώρινα, Πέλλα και άλλους νομούς, και μάλιστα κατά δέκα έως και δέκα πέντε μονάδες από τα εκλογικά ποσοστά του 2019!
Το πρόβλημα έγινε εντονότερο στη συνέχεια εξαιτίας της ακρίβειας και της ενεργειακής κρίσης, ενώ στο κενό που άφησε η Ν.Δ κατόρθωσαν να διεισδύσουν μικρότερα κόμματα οπως η Ελληνική Λύση που καταγράφει διψήφια ποσοστά σε πολλές εκλογικές περιφέρειες της Βόρειας Ελλάδας.
Γνωρίζοντας, πλέον, όλα αυτά, ο Πρωθυπουργός και οι συνεργάτες του επιχειρούν να αντισταθμίσουν και να κάμψουν αντιδράσεις μέσω της εξαγγελίας, επίσπευσης και προβολής σημαντικών έργων υποδομής και επενδύσεων στη Βόρεια Ελλάδα, προτάσσοντας τις εξαγγελίες του υπουργού και του υφυπουργού Υποδομών Κώστα Καραμανλή και Γιώργου Καραγιάννη.
Όχι εξίσου σοβαρό με την Δυτική Μακεδονία, αλλά, πάντως, σημαντικό είναι και το πρόβλημα της Ν.Δ στην Α’ εκλογική περιφέρεια Θεσσαλονίκης, όπου μείζονα θεωρούν οι εκλογολόγοι που συνεργάζονται με την κυβέρνηση την “παράμετρο Καραμανλή”. Στη Βόρεια Ελλάδα και ειδικότερα στην Α’ Θεσσαλονίκης μεγάλη σημασία θα έχει για τη ΝΔ και η απόφαση του Κώστα Καραμανλή ως προς το αν θα είναι υποψήφιος ή όχι και το κατά πόσο μια πιθανολογούμενη αρνητική απόφασή του θα επηρεάσει τη συνοχή της ΝΔ και την εκλογική της επίδοση. Εσχάτως, από το περιβάλλον του πρώην πρωθυπουργού ακούγονται πολλά σχετικά με την απόφασή του να είναι, τελικά, εκ νέου υποψήφιος, αν και προ μηνών ήταν οι διαρροές από το Μέγαρο Μαξίμου -τις οποίες δεν διέψευδαν συνεργάτες του- έλεγαν το αντίθετο.
Η απώλεια της υποψηφιότητας της Μαρίας Σπυράκη δυσχεραίνει τα πράγματα, κι αυτό μπαίνει στην εξίσωση της στρατηγικής των εκλογών, αν και στη Ν.Δ εκτιμούν πως μία “βολική” και γρήγορη διευθέτηση του προβλήματος που ανέκυψε με την ευρωβουλευτή, ίσως τους δώσει τη δυνατότητα να είναι τελικά υποψήφια στη Θεσσαλονίκη. Η συγκέντρωση φίλων, άλλωστε, που πραγματοποίησε μετά την ανακοίνωση της αναστολής της υποψηφιότητας της, προβλημάτισε πολλούς στην Πειραιώς, καθώς προσήλθαν περίπου χίλια άτομα, παρότι ουδένα από τα τοπικά στελέχη της Ν.Δ δεν βρέθηκαν εκεί.
Αιφνιδίασε το Μαξίμου η προσέλευση εκατοντάδων ατόμων στην εκδήλωση της Μαρίας Σπυράκη, μόλις δύο ημέρες μετά την αναστολή της υποψηφιότητας από τη Ν.Δ
Το εκλογικό επιτελείο της Ν.Δ σκέπτεται το ενδεχόμενο να ενταχθεί στο ψηφοδέλτιο της Α’ Θεσσαλονίκης ο προερχόμενος από το ΠΑΣΟΚ (“σημιτικός”) και εκ των σκληρών του αντι-ΣΥΡΙΖΑ μετώπου, τα τελευταία χρόνια, Γιώργος Φλωρίδης, ενώ προς στιγμή υπήρξαν σκέψεις ακόμα και να ηγηθεί του ψηφοδελτίου ο ίδιος ο πρωθυπουργός. Το τελευταίο θα μπορούσε να επανέλθει ως σκέψη μόνο εάν αποφασίσει να μην είναι υποψήφιος ο Κώστας Καραμανλής.
Η επίδραση του ΠΑΣΟΚ
Όπως γράφει το “Βήμα της Κυριακής”, μία επιπλέον παράμετρος που μελετάται στο Μέγαρο Μαξίμου έχει να κάνει με την μετακίνηση ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ προς τον ΣΥΡΙΖΑ, κάτι που δεν αφορά μόνο τη Βόρεια Ελλάδα αλλά και πανελλαδικά.
H τελευταία δημοσκόπηση της Marc την προηγούμενη Κυριακή («Πρώτο Θέμα») παρουσίασε μεταξύ άλλων τη διαχρονική εξέλιξη της δημοσκοπικής πρόθεσης ψήφου των τριών πρώτων κομμάτων (ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ – ΠαΣοΚ).
Η διαφορά μεταξύ ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ στην έρευνα της ίδιας εταιρείας τον Δεκέμβριο 2021 ήταν 13,8%. Εναν χρόνο αργότερα, τον Δεκέμβριο 2022, έχει υποχωρήσει στο 8,1%. Στο ίδιο χρονικό διάστημα το δημοσκοπικό ποσοστό του ΠαΣοΚ υποχώρησε από το 15,2% (Δεκέμβριος 2021) στο 10,2% (Δεκέμβριος 2022).
Με βάση την παρατήρηση των αριθμητικών δεδομένων (και μόνο) είναι προφανές ότι όταν το ΠαΣοΚ ενισχύεται, ο ΣΥΡΙΖΑ υποχωρεί και το αντίστροφο.
Παρατηρείται όμως επίσης ότι η ΝΔ δεν καταγράφει εκλογικά κέρδη και ζημιές σε αυτή τη μετακίνηση.
Εκ πρώτης όψεως αυτό σημαίνει ότι η ΝΔ δεν φαίνεται να διαθέτει προφανή εκλογική δεξαμενή από την οποία θα αντλήσει ψήφους, λιγότερο ή περισσότερο μαζικά, ώστε να επιτύχει την πολυπόθητη αυτοδυναμία.
Το στοιχείο αυτό έχει καταγραφεί από το επιτελείο του Κυριάκου Μητσοτάκη και έχει προκαλέσει κινητοποίηση. Υπό αυτό το πρίσμα, μείζων προτεραιότητα της προεκλογικής στρατηγικής είναι η αύξηση της κομματικής συσπείρωσης, η συγκράτηση των διαρροών προς την άκρα Δεξιά και ταυτόχρονα η εκστρατεία απαξίωσης της ηγεσίας του ΠαΣοΚ, με την ελπίδα της διατήρησης ή προσέγγισης ενός εκλογικά κρίσιμου τμήματος των κεντρώων ψηφοφόρων.
Γι αυτό και προκρίνεται η επιθετική ρητορική του κυβερνητικού εκπροσώπου κατά του Νίκου Ανδρουλάκη, αν και πολλοί λένε πως αυτό αποκόβει εντελώς τη Ν.Δ από οιονδήποτε δυνητικό κυβερνητικό εταίρο. Από την άλλη, βεβαίως, αξιοποιείται το “πέρασμα” του υπουργού Εσωτερικών Μάκη Βορίδη στο υπερδεξιό εκλογικό ακροατήριο, εξ ού και οι έμμεσες “επιθέσεις φιλίας” προς τον Κυριάκο Βελόπουλο. Η προσπάθεια είναι προφανής: να δημιουργηθεί η εντύπωση ότι είναι ανοικτές οι θύρες συνεννόησης, ακόμα και κυβερνητικής συνεργασίας ακόμη και αν δεν ισχυει κάτι τέτοιο, ώστε να ελαχιστοποιηθούν οι διαρροές προς την Ελληνική Λύση.
Με πληροφορίες απο το libre.gr