Γάλλος ναύαρχος και πολιτικός. Συμμετείχε ως αρχηγός της γαλλικής μοίρας στη Ναυμαχία του Ναβαρίνου (20 Οκτωβρίου 1827), που έπαιξε αποφασιστικό ρόλο στην ανεξαρτησία της Ελλάδας από την Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Ο Ερρίκος Δανιήλ Γωτιέρος, κόμης Δεριγνύ, όπως είναι η καθιερωμένη γραφή στα ελληνικά του ονόματος Marie Henri Daniel Gauthier, Comte de Rigny (Μαρί Ανρί Γκοτιέ, Κοντ ντε Ρινί) γεννήθηκε στην Τουλ της Λορένης στις 2 Φεβρουαρίου 1782. Σε ηλικία 10 ετών έμεινε ορφανός από πατέρα και μεγάλωσε με μία θεία του.
Κατατάχθηκε νεώτατος στο Ναυτικό κι έλαβε μέρος στη ναπολεόντεια εκστρατεία της Αιγύπτου (1798-1801). Τοποθετήθηκε κυβερνήτης της κορβέτας «La Triomphante» («Η Θριαμβευτική») στη ναυτική βάση τής Βουλώνης, όταν ο Μέγας Ναπολέων σχεδίαζε απόβαση στη Βρετανία. Διακρίθηκε ως διοικητής μονάδων πεζοναυτών της Αυτοκρατορικής Φρουράς στην Πρωσία και την Πολωνία (1806-1807), καθώς και στην Ισπανία (1808), όπου διετέλεσε υπασπιστής του στρατάρχη Μπεσιέρ κι έλαβε μέρος στις νικηφόρες μάχες της Μεντίνα ντελ Ρίο Σέκο (14 Ιουλίου 1808) και της Σομοσιέρα (30 Νοεμβρίου 1808).
Μετά το τέλος των Ναπολεόντειων Πολέμων προβιβάστηκε σε πλοίαρχο (1816), χάρη στην προστασία του θείου του βαρώνου Λουί, υπουργού των Οικονομικών κατά τη δεύτερη Παλινόρθωση των Βουρβόνων, και τοποθετήθηκε κυβερνήτης της φρεγάτας «Μήδεια», που υπαγόταν στη Μοίρα της Ανατολής, δηλαδή στη γαλλική ναυτική μοίρα του Αιγαίου. Έφθασε στη Μήλο στις 2 Μαΐου 1822 και στις 27 Ιανουαρίου 1823 ανέλαβε από τον πλοίαρχο ντε Βιέλα τη διοίκηση της μοίρας.
Η στάση του κατά τη διάρκεια του Αγώνα υπήρξε φιλική προς τους Έλληνες, εφόσον δεν θίγονταν τα γαλλικά συμφέροντα στην περιοχή. Στις 6 Ιουνίου 1823 συναντήθηκε στα ανοιχτά της Λέσβου με τον Χοσρέφ πασά, ο οποίος είχε εξέλθει από τον Βόσπορο για να καταστείλει την ελληνική επανάσταση. Ο Τούρκος ναύαρχος βολιδοσκόπησε τον Δεριγνύ εάν ήταν διατεθειμένος να διαβιβάσει στην Ύδρα προτάσεις συμβιβασμού, επί τη βάσει της υποταγής των επαναστατών και της παράδοσης των όπλων τους. Ο Δεριγνύ απάντησε ότι δεν δικαιούται ν’ απαιτήσει από τους Έλληνες την παράδοση των όπλων τους και ν’ αναλάβει ο ίδιος την ευθύνη των συνεπειών.
Αργότερα, ο Δεριγνύ παρέστη μάρτυρας της πυρπόλησης 40 χωριών της Καρύστου από τον Χοσρέφ πασά και όπως έγραψε σε αναφορά του προς την κυβέρνηση της χώρας του διέσωσε πολλούς Έλληνες, που προσπαθούσαν να διαφύγουν με μικρά πλοιάρια. Στις 16 Ιουλίου 1827 παρακολούθησε από τον κόλπο του Φαλήρου τη μάχη του Χαϊδαρίου και μεσολάβησε για την απελευθέρωση Ελλήνων αιχμαλώτων, καθώς και για τη συνομολόγηση συνθήκης μεταξύ της πολιορκημένης στην Ακρόπολη ελληνικής φρουράς και του Κιουταχή.
Στην ελληνική ιστορική μνήμη παραμένει κυρίως για τη συμμετοχή του στη Ναυμαχία του Ναβαρίνου (20 Οκτωβρίου 1827), στην οποία έλαβε μέρος επιβαίνοντας στη φρεγάτα «Μήδεια» ως επικεφαλής της γαλλικής μοίρας. Ύστερα από σύντομο διάστημα, ο αρχιπλοίαρχος πλέον Δεριγνύ παρέδωσε τη διοίκηση της Μοίρας της Ανατολής στον ομοιόβαθμό του Κλοντ ντε Ροσαμέλ και ανακλήθηκε στη Γαλλία.
Το 1829 ως υποναύαρχος, τοποθετήθηκε ναυτικός διοικητής Τουλώνας κι έλαβε τον τίτλο του κόμη. Διετέλεσε υπουργός Ναυτικών (1831-1834) επί Φιλίππου Λουδοβίκου, υπουργός Εξωτερικών (1834-1835) και για μικρό χρονικό διάστημα πρεσβευτής στη Νεάπολη (Νάπολι). Παράλληλα, ήταν βουλευτής στις περιφέρειες Μοζέλα και Καλαί.
Ο Ερρίκος Δεριγνύ πέθανε στις 6 Νοεμβρίου 1835, σε ηλικία 53 ετών.
Οδούς προς τιμήν του ναυάρχου Δεριγνύ συναντάμε στην Αθήνα, στο Περιστέρι Αττικής, στα Νέα Λιόσια Αττικής, στους Γαργαλιάνους Μεσσηνίας, στις Νέες Παγασές Βόλου και το Βασιλικό Ευβοίας.
https://www.sansimera.gr/biographies/1059