Με άρθρο της στην εφημερίδα Παρόν της Κυριακής, η Ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ- Προοδευτική Συμμαχία Έλενα Κουντουρά, συντονίστρια της Leftστην Επιτροπή Μεταφορών και Τουρισμού TRAN του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, τονίζει την ανάγκη επαρκούς στήριξης των εργαζομένων και μικρομεσαίων επιχειρήσεων στον τουρισμό, ώστε ο κλάδος να αντιμετωπίσει την ισχυρή οικονομική και ενεργειακή κρίση, τον υψηλό πληθωρισμό, το κύμα ακρίβειας και τον κίνδυνο οικονομικής επιβράδυνσης.
Αυτή η πολυδιάστατη κρίση στην Ευρώπη και ιδιαίτερα την Ελλάδα, όχι μόνο επηρεάζει τη ζήτηση για ταξίδια, λόγω του αυξημένου μεταφορικού κόστους και της συμπίεσης του διαθέσιμου οικογενειακού προϋπολογισμού, αλλά πλήττει ευθέως τη λειτουργία των ίδιων των επιχειρήσεων του κλάδου.
Ιδιαίτερα οι επιχειρήσεις που λειτουργούν σε ορεινούς προορισμούς αντιμετωπίζουν αυξημένο κόστος ενέργειας και θέρμανσης, με τις σημερινές ιλιγγιώδεις τιμές να καθιστούν πολύ δύσκολη τη λειτουργία τους και την ανάπτυξη του χειμερινού τουρισμού.
Επιβάλλεται λοιπόν, τονίζει η Έλενα Κουντουρά, σε εθνικό επίπεδο, ανανεωμένη στόχευση για ένα βιώσιμο μοντέλο τουρισμού 365 ημέρες τον χρόνο, το οποίο, χωρίς παρέκκλιση από τους στόχους της βιωσιμότητας και της πράσινης μετάβασης, θα αντιμετωπίσει άμεσα τις σημερινές προκλήσεις, με ανθρωποκεντρική προσέγγιση.
Στην πράξη, για την άμεση στήριξη του τουρισμού απαιτείται μεταξύ άλλων η αξιοποίηση του 20% των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης για τον κλάδο, νέες μειώσεις στη φορολογία και το ΦΠΑ στις υπηρεσίες και στα αγαθά,μετάθεση των οικονομικών υποχρεώσεων στο Δημόσιο, επαρκή οικονομική στήριξη προς τους επαγγελματίες και τους εργαζομένους που αντιμετωπίζουν οξύ πρόβλημα επιβίωσηςκαι εξασφάλιση της ισότιμης πρόσβασης όλων των μικρών επιχειρήσεων σε ευρωπαϊκά και εθνικά χρηματοδοτικά προγράμματα και σε τραπεζική χρηματοδότηση, από την οποία οι περισσότερες μικρές επιχειρήσεις ήταν πρακτικά αποκλεισμένες.
Το πλήρες άρθρο της Έλενας Κουντουρά:
«Η ζήτηση για ταξίδια διεθνώς και στην Ευρώπη τη φετινή χρονιά έχει ανακάμψει σημαντικά, με την ελπίδα ότι μέχρι το 2023 θα υπάρξει πλήρης επαναφορά του τουρισμού στα επίπεδα προ της πανδημίας.
Αντίστοιχη είναι και η εικόνα στον ελληνικό τουρισμό. Η εξέλιξη των βασικών τουριστικών μεγεθών στο επτάμηνο του 2022, σύμφωνα και με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας, είναι ικανοποιητική συγκριτικά με το 2021, αλλά υπολείπεται ακόμη σε σχέση με την επιτυχία του 2019, που ήταν η καλύτερη τουριστική χρονιά σε αφίξεις και έσοδα για τη χώρα μας. Αρκετοί δημοφιλείς προορισμοί εξασφάλισαν καλύτερες επιδόσεις τη θερινή περίοδο, αυτό δεν συμβαίνει όμως σε όλη την Ελλάδα. Υπάρχουν περιοχές που δυσκολεύονται να ανακάμψουν τουριστικά, όπως επίσης χειμερινοί και ορεινοί τουριστικοί προορισμοί που δεν είχαν επαρκή στήριξη.
Επιβάλλεται λοιπόν, σε εθνικό επίπεδο, ανανεωμένη στόχευση για ένα βιώσιμο μοντέλο τουρισμού 365 ημέρες τον χρόνο, το οποίο, χωρίς παρέκκλιση από τους στόχους της βιωσιμότητας και της πράσινης μετάβασης, θα αντιμετωπίσει άμεσα τις σημερινές προκλήσεις, με ανθρωποκεντρική προσέγγιση.
Βρισκόμαστε σε μια κομβική περίοδο, που δεν επιτρέπει πανηγυρισμούς και επιβάλλει διαρκή εγρήγορση για να διατηρηθεί η πορεία ανάκαμψης. Διότι ο κλάδος του τουρισμού έχει μπροστά του μια ισχυρή οικονομική και ενεργειακή κρίση που μαστίζει την Ευρώπη και ιδιαίτερα την Ελλάδα, υψηλό πληθωρισμό, κύμα ακρίβειας και τον κίνδυνο οικονομικής επιβράδυνσης. Αυτή η πολυδιάστατη κρίση όχι μόνο επηρεάζει τη ζήτηση για ταξίδια, λόγω του αυξημένου μεταφορικού κόστους και της συμπίεσης του διαθέσιμου οικογενειακού προϋπολογισμού, αλλά πλήττει ευθέως τη λειτουργία των ίδιων των επιχειρήσεων του κλάδου.
Πρέπει ο τουρισμός να αντιμετωπιστεί ως εθνική προτεραιότητα, επειδή εκτός από πολλαπλασιαστής ανάπτυξης και εσόδων είναι και κινητήρια δύναμη για την ελληνική κοινωνία. Ειδικά στην περίοδο των πολλαπλών κρίσεων που βιώνουμε, και κάθε άλλο παρά παροδικές αποδείχθηκαν, απαιτείται άμεσα και ουσιαστικά να στηριχθούν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις του κλάδου, που είναι η συντριπτική πλειοψηφία, και οι εργαζόμενοι, γιατί αφορά την επιβίωσή τους και το μέλλον του τουρισμού μας.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, έχουμε διεκδικήσει από την αρχή της πανδημίας, με τρία ψηφίσματα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, μηχανισμούς στήριξης, χρηματοδοτικά εργαλεία και επαρκή διάθεση πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης προς τον τουρισμό, με έμφαση στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, στους επαγγελματίες και στους εργαζομένους.
Η ανάγκη αυτή παραμένει κρίσιμη, ώστε να αντισταθμιστούν οι απώλειές τους λόγω της ενεργειακής κρίσης, του πληθωρισμού και του ρευστού οικονομικού περιβάλλοντος. Ιδιαίτερα οι επιχειρήσεις που λειτουργούν σε ορεινούς προορισμούς αντιμετωπίζουν αυξημένο κόστος ενέργειας και θέρμανσης, με τις σημερινές ιλιγγιώδεις τιμές να καθιστούν πολύ δύσκολη τη λειτουργία τους και την ανάπτυξη του χειμερινού τουρισμού.
Αντίστοιχα πρέπει να στηριχθούν οι εργαζόμενοι στον τουρισμό, για να μη συνεχιστεί η μεγάλη παραίτηση. Διότι όσοι μπήκαν σε αναστολή ή απολύθηκαν και δεν είχαν την αναγκαία οικονομική στήριξη από το κράτος τα δύο προηγούμενα χρόνια αναζήτησαν δουλειά σε άλλους κλάδους, με πιο μόνιμο και σταθερό εισόδημα. Αποτέλεσμα ήταν στις αρχές της φετινής τουριστικής περιόδου να υπάρχει κενό 50.000 θέσεων εργασίας, που καλύφθηκε μόνο κατά ένα μέρος.
Με βάση τις προτάσεις που έχουμε καταθέσει και έχουν υιοθετηθεί σε ψηφίσματα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ο τουρισμός πρέπει να στηριχθεί ευρωπαϊκά αλλά και στις εθνικές πολιτικές με:
• αξιοποίηση του 20% των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης για τον τουρισμό στα εθνικά σχέδια,
• νέες φορολογικές ελαφρύνσεις άμεσα για τους κλάδους και έμμεσα με τη μείωση του ΦΠΑ στις υπηρεσίες και στα αγαθά,
• μετάθεση των οικονομικών υποχρεώσεων των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στο Δημόσιο,
• επαρκή οικονομική στήριξη προς τους επαγγελματίες και τους εργαζομένους που αντιμετωπίζουν οξύ πρόβλημα επιβίωσης,
• εξασφάλιση της ισότιμης πρόσβασης όλων των μικρών επιχειρήσεων σε ευρωπαϊκά και εθνικά χρηματοδοτικά προγράμματα και σε τραπεζική χρηματοδότηση, από την οποία οι περισσότερες μικρές επιχειρήσεις ήταν πρακτικά αποκλεισμένες.
Ο τουρισμός αποτελεί το 10% της ευρωπαϊκής οικονομίας και κινητοποιεί πάνω από το 20% της ελληνικής οικονομίας. Δεν μπορεί επομένως να στερηθεί την επαρκή στήριξη για την ανάκαμψη και την ανθεκτικότητά του. Για να έχουμε βιώσιμο τουρισμό πρέπει να έχουμε βιώσιμους προορισμούς, με βιώσιμες επιχειρήσεις και θέσεις εργασίας.»