Η ενεργειακή κρίση βάζει φωτιά στον προϋπολογισμό του 2023

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Τα πλέον δυσμενή σενάρια για την πορεία της ελληνικής οικονομίας λόγω του διψήφιου ποσοστού του πληθωρισμού ενεργοποιεί το Υπουργείο Οικονομικών, με φόντο τη διαδικασία κατάρτισης του προσχεδίου του νέου Προϋπολογισμού.

Το σχέδιο θα πρέπει να έχει κατατεθεί στη Βουλή έως τις πρώτες ημέρες του Οκτωβρίου, προκειμένου το τελικό κείμενο να υποβληθεί μέσα στον Νοέμβριο και να ψηφιστεί λίγο πριν από τις γιορτές των Χριστουγέννων. Ωστόσο, η εκτόξευση των τιμών του φυσικού αερίου έχει αναδειχθεί στον μεγαλύτερο «πονοκέφαλο» του οικονομικού επιτελείου, καθώς έχει σχεδόν δεκαπλασιαστεί σε σχέση με τα προ κρίσης επίπεδα.

Στο Υπουργείο Οικονομικών πραγματοποιούν συνεχώς ασκήσεις επί χάρτου για τις επιπτώσεις της ενεργειακής κρίσης στην ελληνική οικονομία, αφού θα πρέπει να «κλειδώσουν» και οι παραδοχές για το «χτίσιμο» του προσχεδίου για τον Προϋπολογισμό του 2023. «Εχουμε κάνει ακραία σενάρια για ακραίες τιμές φυσικού αερίου», τόνισε προ ημερών ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας σε συνέντευξή του, επιβεβαιώνοντας τις προβλέψεις διεθνών οίκων για νέα εκτόξευση των ενεργειακών τιμών, που θα βάλουν νέα «φωτιά» στους λογαριασμούς ρεύματος και φυσικού αερίου.

Πρόκειται πραγματικά για σενάρια τρόμου, που προμηνύουν έναν ακόμα πιο δύσκολο χειμώνα, αφού εκτιμάται πως οι τιμές θα εκτοξευθούν σε επίπεδα που δεν έχουν αποτυπωθεί ούτε και στις πλέον ακραίες εκδοχές των ημερήσιων διακυμάνσεων ή την περίοδο της τεράστιας αναταραχής με τη Ρωσία. Σύμφωνα με την JP Morgan και τη Morgan Stanley, αναμένεται νέα εκτόξευση στις τιμές του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας, την ώρα που το βασικό σενάριο πλέον είναι η πλήρης διακοπή των ροών φυσικού αερίου τον χειμώνα στην Ευρώπη.

Την ίδια ώρα, αναλυτές προβλέπουν ότι οι τιμές μπορεί να φτάσουν στα υψηλά επίπεδα του Αυγούστου, δηλαδή πάνω από τα 300 ευρώ τη μεγαβατώρα, έως και τα 400 – 500 ευρώ.
Ο ενεργειακός αναλυτής της Energy Aspects, James Waddell, δήλωσε προ ημερών ότι «αν οι ροές στον Nord Stream παραμείνουν μηδενικές, τότε το πιο πιθανό είναι να δούμε τιμές στα 400 με 500 ευρώ τη μεγαβατώρα», προσθέτοντας ότι «αν δεν έχουμε πολιτική παρέμβαση με υποχρεωτικά μέτρα εξοικονόμησης, ώστε η αγορά να ανταποκριθεί, τότε θα αντιμετωπίσουμε εξωφρενικά υψηλές τιμές».

Αν η ροή μέσω Nord Stream επανερχόταν στα επίπεδα των 30 εκατ. κυβικών μέτρων, οι τιμές θα μπορούσαν να κυμαίνονται στα 200 – 300 ευρώ τη μεγαβατώρα, σύμφωνα με τον ίδιο. Σύμφωνα με αναλυτές της Goldman Sachs, οι τιμές του φυσικού αερίου στην Ευρώπη θα μπορούσαν να πλησιάσουν τα υψηλά επίπεδα του Αυγούστου, δηλαδή πάνω από τα 300 ευρώ τη μεγαβατώρα.

Ηλεκτροσόκ! Απόκλιση από 5,5 έως 7 δισ. ευρώ

Τις τελευταίες ημέρες πραγματοποιείται ένα ατελείωτο «γράψε – σβήσε» με φόντο την κατάρτιση του προσχεδίου για τον νέο Προϋπολογισμό, καθώς στο χρηματιστήριο ενέργειας συνεχίζεται η έντονη διακύμανση των τιμών.

Είναι χαρακτηριστικό ότι τις τελευταίες ημέρες του Αυγούστου η τιμή του φυσικού αερίου είχε εκτοξευτεί στα 320 – 340 ευρώ τη μεγαβατώρα, τις προηγούμενες ημέρες είχε διαμορφωθεί κοντά στα 220 – 240 ευρώ τη μεγαβατώρα, ενώ έπεσε ακόμα και κάτω από τα 200 ευρώ, με φόντο τις διεργασίες που πραγματοποιούνται στην Κομισιόν για μια κοινή ευρωπαϊκή λύση στο «καυτό» θέμα των ενεργειακών τιμών.

Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Υπουργείου Οικονομικών, αυτή η διαφορά της τιμής μεταφράζεται σε μια απόκλιση της τάξεως του 3% – 4% του ΑΕΠ στον Προϋπολογισμό, δηλαδή κοντά στα 5,5 – 7 δισ. ευρώ! Πρόκειται για τεράστιες διαφορές, πάνω στις οποίες είναι πολύ δύσκολο να διαμορφωθούν οι όποιες παραδοχές για τον νέο Προϋπολογισμό.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο μεγαλύτερος πονοκέφαλος που αντιμετωπίζει αυτή την ώρα το οικονομικό επιτελείο είναι η πορεία της τιμής του φυσικού αερίου. Σύμφωνα με υπολογισμούς του υπουργείου Οικονομικών, την περίοδο πριν από την ενεργειακή κρίση οι καταναλωτές φυσικού αερίου κατέβαλλαν σε ετήσια βάση λογαριασμούς ύψους σχεδόν 2 δισ. ευρώ.

Με βάση τις σημερινές τιμές στο χρηματιστήριο ενέργειας οι ίδιοι καταναλωτές θα κληθούν να πληρώσουν 16 – 18 δισ. ευρώ, ποσά τα οποία θεωρείται εξωφρενικά δύσκολο να πληρωθούν, ενώ θα λείψουν από την οικονομία. Είναι χαρακτηριστική η παραδοχή κυβερνητικών στελεχών, ότι ένας λογαριασμός φυσικού αερίου της τάξεως των 100 ευρώ, πλέον θα εκτοξευτεί στα 900 ή ακόμα και στα 1.000 ευρώ!

Ετσι, μετά τους λογαριασμούς ρεύματος το μεγαλύτερο κομμάτι του δημοσιονομικού χώρου αναμένεται να διοχετευτεί και στην επιδότηση του φυσικού αερίου, με τα ποσά που απαιτούνται να είναι ιδιαίτερα σημαντικά, και ουδείς γνωρίζει το τελικό ύψος του κονδυλίου.

Την ίδια ώρα, η κυβέρνηση έχει εγκαταλείψει εδώ και τρεις μήνες την ιδέα να καταθέσει νέο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα, αδυνατώντας να στηριχτεί σε κάποια διεθνή πρόβλεψη για το άμεσο μέλλον, με αποτέλεσμα να υποχρεωθεί να καταθέσει έναν δεύτερο κατά σειρά συμπληρωματικό Προϋπολογισμό, για να καλύψει το «βουνό» των εκτάκτων δαπανών που προκύπτουν από την εκτίναξη των τιμών ενέργειας. Οι αποφάσεις θα ληφθούν τις επόμενες ημέρες, με το ύψος της νέας έκτακτης δαπάνης να προσεγγίζει ή να ξεπερνά το 1 δισ. ευρώ.

Προεκλογική δημοσιονομική προσαρμογή

Στον Προϋπολογισμό του επόμενου έτους το οικονομικό επιτελείο θα πρέπει να προχωρήσει σε μία τεράστια δημοσιονομική προσαρμογή 5 – 6 δισ. ευρώ, ώστε από ένα έλλειμμα 2% να φτάσει στο πολυπόθητο πλεόνασμα του 1% του ΑΕΠ και ταυτόχρονα να συμπεριλάβει φοροελαφρύνσεις, όπως:

η κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης για όλους,
οι μειωμένες ασφαλιστικές εισφορές,
οι αυξήσεις στις συντάξεις, αλλά και
οι ενισχυμένες επιδοτήσεις ρεύματος για νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Δημοφιλείς ειδήσεις Food Pass: Τρόφιμα με δελτίο στην Ελλάδα της «ανάπτυξης»

Σε αυτά τα σχεδόν 6 δισ. ευρώ θα πρέπει να συμπεριληφθεί:

Το κόστος επιδότησης του ηλεκτρικού ρεύματος. Σε περίπτωση που παραμείνει στα μέσα επίπεδα των 400.000.000 – 500.000.000 ευρώ τον μήνα, σημαίνει πως πολύ δύσκολα θα μπορέσει να υλοποιηθεί κάποια άλλη έκτακτη παρέμβαση για την αντιμετώπιση της ακρίβειας, παρά το γεγονός ότι όλες οι προβλέψεις μιλούν για πολύ υψηλό ποσοστό πληθωρισμού και το 2023, με τάσεις αποκλιμάκωσης από το 2024.

Το κόστος για την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης, δηλαδή τα 450.000.000 ευρώ επιπλέον λόγω της επέκτασης του μέτρου σε συνταξιούχους και δημοσίους υπαλλήλους.
Το κόστος για την αύξηση των συντάξεων από τις αρχές του 2023. Σύμφωνα με τους πρώτους υπολογισμούς, το «μεικτό» δημοσιονομικό κόστος εκτιμάται σε περίπου 50.000.000 – 55.000.000 ευρώ ανά μήνα ή περίπου 600.000.000 – 650.000.000 ευρώ.

Ηδη ο στόχος για πρωτογενές έλλειμμα 2% του ΑΕΠ φέτος θεωρείται επισφαλής και μοιάζει να κινείται σε τεντωμένο σχοινί, αφού το ράλι στην τιμή της μεγαβατώρας για το ρεύμα και το φυσικό αέριο αναγκάζει τον Προϋπολογισμό να βάλει περισσότερα χρήματα για τις επιδοτήσεις, που θα κινηθούν πολύ πιο πάνω από την αρχική πρόβλεψη για 850.000.000 ευρώ στο δεύτερο εξάμηνο.

Παρά τις δύσκολες συνθήκες που δημιουργούνται από την ενεργειακή κρίση, το Eurogroup έχει στείλει ήδη σαφές μήνυμα δημοσιονομικής πειθαρχίας προς τις κυβερνήσεις, ιδιαίτερα σε αυτές που έχουν υψηλό δημόσιο χρέος, όπως είναι η Ελλάδα. Δραστικός περιορισμός των οριζόντων μέτρων στήριξης και στόχευση μόνο στις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, φρένο στις δαπάνες και υιοθέτηση δημοσιονομικών πολιτικών που δεν θα εκτροχιάζουν το χρέος και τα ελλείμματα είναι η «συνταγή» που πρέπει να ακολουθήσουν οι υπουργοί Οικονομικών για τη σύνταξη των Προϋπολογισμών του 2023.

Ο Προϋπολογισμός του 2023 είναι ο τελευταίος πριν από τις εκλογές, με την κυβέρνηση να ανεβάζει την οροφή των δαπανών στα 68,8 δισ. ευρώ, παρά τη δέσμευση για πλεόνασμα τον επόμενο χρόνο, με το «κλειδί» να είναι η ανάπτυξη, που αποτελεί βασική κινητήρια δύναμη για τα έσοδα.

Ανάπτυξη 5% (;) και σπατάλη δίχως αύριο

«Κλειδί» για το οικονομικό επιτελείο αποτελεί η αναθεώρηση του στόχου για τη φετινή ανάπτυξη. Την ώρα που όλοι οι αναλυτές μιλούν ακόμα και για ύφεση της ευρωπαϊκής οικονομίας τους επόμενους μήνες, στη χώρα μας η πρόβλεψη, που θα αποτυπωθεί και στο προσχέδιο του Προϋπολογισμού, θα μιλά για ισχυρή ανάπτυξη και, μάλιστα, πάνω από τις τελευταίες εκτιμήσεις του Υπουργείου Οικονομικών.

Διεθνείς οίκοι και οικονομικοί αναλυτές βλέπουν την ύφεση προ των πυλών της ευρωζώνης και προειδοποιούν ότι θα είναι βαθύτατη. Σε έκθεσή της, η Fitch Ratings τονίζει πως εξαιτίας της κρίσης του φυσικού αερίου, το ΑΕΠ της ευρωζώνης θα πληγεί χάνοντας 1,5 έως 2 εκατοστιαίες μονάδες μέσα στο επόμενο έτος, με τη Γερμανία και την Ιταλία να πλήττονται σε μεγαλύτερο βαθμό. Χαρακτηρίζει, άλλωστε, πιθανό να αρχίσει η ύφεση μέσα στο δεύτερο εξάμηνο του 2022 και τονίζει ότι, παρά τη δυναμική προσπάθεια που καταβάλλεται για διαφοροποίηση των προμηθευτών ενέργειας, οι οικονομικές επιπτώσεις σε περίπτωση διακοπής της παροχής του ρωσικού αερίου θα είναι σημαντικές.

Το Υπουργείο Οικονομικών, πάντως, αναμένεται να αναθεωρήσει προς τα πάνω την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, κοντά στην περιοχή του 5%, έναντι του 3,1% που είχε εκτιμήσει το οικονομικό επιτελείο την περασμένη άνοιξη. Εφόσον επιβεβαιωθεί αυτή η εκτίμηση, τότε θα ανοίξει ο δρόμος για τη δημιουργία ενός επιπλέον δημοσιονομικού χώρου κοντά στα 2 – 2,5 δισ. ευρώ, τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν για νέα μέτρα στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων έναντι της ακρίβειας.

Ωστόσο, παρά τη θετική πορεία των φορολογικών εσόδων αλλά και των τουριστικών εισπράξεων, η συντριπτική πλειονότητα του δημοσιονομικού χώρου θα κατευθυνθεί στα μέτρα στήριξης που εξαγγέλθηκαν από τον πρωθυπουργό στη ΔΕΘ. Με την προεκλογική περίοδο να έχει ξεκινήσει πρακτικά, η κυβέρνηση φαίνεται πως διανείμει κονδύλια του Προϋπολογισμού χωρίς να διατηρεί δημοσιονομικές «δυνάμεις» για τους επόμενους κρίσιμους μήνες, αφού όλη η Ευρώπη μιλά για τον χειρότερο χειμώνα από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Με εγκύκλιο του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών Θεόδωρου Σκυλακάκηγια την κατάρτιση του νέου Κρατικού Προϋπολογισμού επεκτείνεται σημαντικά το ανώτατο όριο δαπανών κατά 2,2% του ΑΕΠ. Δηλαδή το πλαφόν αυξάνεται κατά 4,3 δισ. ευρώ, ώστε να δημιουργηθεί πρόσθετος χώρος για μέτρα στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων.

Οπως αναφέρεται στην εγκύκλιο, η «μερίδα του λέοντος» από τον πρόσθετο χώρο θα αφορά σε κοινωνικές μεταβιβάσεις και δημιουργία ελεύθερου δημοσιονομικού χώρου για επιπλέον μέτρα στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων έναντι της ενεργειακής κρίσης. Το πλαφόν των δαπανών για τη Γενική Κυβέρνηση αναπροσαρμόζεται στα 68,8 δισ. ευρώ, από 64,5 δισ. ευρώ που είναι η οροφή για τις φετινές δαπάνες.

Το ανώτατο όριο των δαπανών του τακτικού Προϋπολογισμού για το 2023 θα ανέλθει στα 57,1 δισ. ευρώ και σε αυτά προστίθενται οι δαπάνες ύψους 8,1 δισ. ευρώ του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων και οι δαπάνες του Ταμείου Ανάκαμψης, που έχουν προϋπολογιστεί στα 3,5 δισ. ευρώ.

Οι πόροι

Αυξημένο κατά 1,7 δισ., στα 21,8 δισ. ευρώ για το 2023, από 19,8 δισ. ευρώ φέτος, είναι το κονδύλι του Υπουργείου Εργασίας για τις κοινωνικές μεταβιβάσεις, που περιλαμβάνει μισθούς, συντάξεις, επιδόματα και επιδοτήσεις. Παράλληλα, ανεβαίνει και η οροφή των πόρων για Υγεία και Παιδεία κατά 600.000.000 ευρώ και 228.000.000 ευρώ αντίστοιχα.

Οπως αναφέρεται στην εγκύκλιο, «δεν περιλαμβάνονται δαπάνες υψηλής αβεβαιότητας, οι οποίες συναρτώνται από διεθνείς εξελίξεις και θα αντιμετωπιστούν μέσω της χρήσης των αποθεματικών του Κρατικού Προϋπολογισμού».

ΔΗΜΟΦΙΛΗ