Βασίλης Δημ. Χασιώτης
Παρακολουθώ με ενδιαφέρον τη δημόσια συζήτηση που αναπτύσσεται αναφορικά με την «επόμενη μέρα» πολέμου στην Ουκρανία.
Λέγονται , όντως, πολλά και ενδιαφέροντα. Το ποια θα είναι η «κατάσταση» της Ρωσίας μετά τη λήξη του πολέμου, κυρίως η οικονομική της κατάσταση, ποια θα είναι η «κατάσταση» στην Ευρώπη, ομοίως η οικονομική κατάσταση, πώς θα εξελιχθεί η υπόθεση της «αφύπνισης» της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο ζήτημα της ασφάλειάς της, (όσοι εν πάση περιπτώσει βλέπουν μια τέτοια «αφύπνιση», και το κυριότερο, πώς την εννοούν), κ.λπ., κ.λπ.
Θα πάω λίγο πιο πίσω στον χρόνο. Όχι πολύ πίσω. Θα πάω στον Νοέμβρη του 2021, για να θυμίσω απλώς, ένα «επεισόδιο», που δεν έτυχε και της ιδιαίτερης προσοχής τουλάχιστον από τον πολύ κόσμο. Τότε, η Λιθουανία έκανε μια κίνηση που προκάλεσε την ρήξη των διπλωματικών (και εμπορικών) της σχέσεων με την Κίνα. Τι έκανε; Αναβάθμισε τις διπλωματικές της σχέσεις με την Ταϊβάν, που αποτελεί για την Κίνα, ένα κόκκινο πανί, ίσως πιο κόκκινο από ό,τι η περιοχή του Ντομπάς στην Ανατολική Ουκρανία που αποτέλεσε την αφορμή της ρωσικής εισβολής στη χώρα αυτή. Η εμπλοκή των διπλωματικών σχέσεων Λιθουανίας – Κίνας, ασφαλώς, δεν είναι κάτι που δεν δημιουργεί προβλήματα και στην υπόλοιπη Ευρωπαϊκή Ένωση. (Προσωπικά, το ερώτημα αν η Λιθουανία προέβη στην παραπάνω αναβάθμιση των διπλωματικών της σχέσεων με την Ταϊβάν μόνη της χωρίς προηγούμενη ενημέρωση κανενός εκ των ισχυρών εταίρων μας στην ΕΕ, και ασφαλώς χωρίς την προηγούμενη ενημέρωση του Βερολίνου, ή ακόμα και της Ουάσιγκτον, είναι κάτι που προσωπικά δεν γνωρίζω, αν και, κρίνοντας από τη γενικότερη στάση της ΕΕ και των ΗΠΑ στο ζήτημα αυτό, που υπήρξε υποστηρικτική προς την Λιθουανία αν και, την ίδια στιγμή, καθησυχαστική προς το Πεκίνο, μου δίνει το δικαίωμα να υποθέτω βασίμως, πως η ενέργεια αυτή δεν ήταν ένα «μεμονωμένο» και «τυχαίο» γεγονός).
Γιατί τώρα η υπενθύμιση αυτού του «επεισοδίου» με την Λιθουανία;
Πρώτον, για να εισάγω στη τρέχουσα συζήτηση για το «αύριο» του πολέμου στην Ουκρανία, τον «Παράγοντα Ταϊβάν», και μέσω αυτού την ίδια την Κίνα, μιας και πιστεύω, πως η τελευταία ΔΕΝ θα συνεχίσει να τον διατηρεί (τον «Παράγοντα» αυτό) εσαεί ως μια -εις βάρος της όπως προφανώς η ίδια πιστεύει- εκκρεμότητα, και επομένως, το μεγάλο ερώτημα θα είναι τι θα κάνει η «Δύση», στο επίπεδο της αντίδρασης και των κυρώσεών της (σε βάρος της Κίνας) σε μια ενδεχόμενη και καθόλου απίθανη εξέλιξη των πραγμάτων, η Κίνα μα λύσει «οριστικώς» με τρόπο στρατιωτικό αυτή την «εκκρεμότητα», η οποία ας μη ξεχνάμε, πως αποτελεί για τη Κίνα αιτία ενός Τρίτου Παγκόσμιου Πολέμου, αν αγνοηθούν οι ευαισθησίες και τα δικαιώματά της στο «Ταϊβανικό Ζήτημα», τα οποία στη βάση τους, δεν είναι και πολύ διαφορετικά από εκείνα τα δικαιώματα και εκείνες οι ευαισθησίες που προβάλλει η Ρωσία για τους ομοεθνείς της στην Ανατολή Ουκρανία. Μάλιστα εδώ, στην περίπτωση της Κίνας, δεν αμφισβητείται ένα τμήμα της κρατικής επικράτειας της Ταϊβάν, μα η ίδια η Χώρα ως κρατική οντότητα. Βεβαίως, υπάρχει και το ενδεχόμενο να έχουμε και την περίπτωση του «αδειάσματος» της Ταϊβάν από την προστασία εκ μέρους των ΗΠΑ που αποτελεί και την κύρια Δύναμη που εγγυάται την ανεξαρτησία της, ή μια λύση τύπου «Χονγκ Κονγκ», που θα είναι και η πλέον ανώδυνος οδός να ενσωματωθεί στην Κίνα.
Δεύτερο, ανεξάρτητα από τον «Παράγοντα Ταϊβάν», υπάρχει και ο ΑΥΤΟΤΕΛΗΣ παράγων της ουσιαστικής αμφισβήτησης της «Δύσης» (υπό οιονδήποτε τύπο συμμαχίας και αν θεωρηθεί) και κυρίως των ΗΠΑ, να αποτελούν τους μοναδικούς ρυθμιστές των εκάστοτε Παγκοσμίων Τάξεων Πραγμάτων. Οι κύριοι Πόλοι που επί του παρόντος μπορούν να δώσουν σ’ αυτή την αμφισβήτηση «σάρκα και οστά», είναι η Ρωσία και η Κίνα, η πρώτη κυρίως με την πρωτοκαθεδρία της στο Παγκόσμιο Πυρηνικό Οπλοστάσιο, και η δεύτερη κυρίως με την Οικονομική της Ισχύ, ενώ ας μη ξεχνάμε πως και η Κίνα είναι επίσης μια Πυρηνική Δύναμη. Επίσης δεν πρέπει εδώ να λησμονεί να συνυπολογίζει κανείς και το «Παράγοντα Ινδία», με την τεράστια γεωστρατηγική της σημασία και την όχι λιγότερη γεωοικονομική. Επομένως ο «Παράγων Αμφισβήτηση» της Παγκόσμιας Κυριαρχίας της «Δύσης», θα αποτελεί μια μόνιμη και διαρκή κατάσταση που εφόσον δεν διευθετηθεί, θα προκαλεί συνεχείς τριβές και εντάσεις, ακόμα και μορφών αναλόγων προς ό,τι σήμερα εξελίσσεται στην Ουκρανία. Εδώ μια λύση θα ήταν η Ομάδα G7 να περιλάβει ως ΜΟΝΙΜΑ μέλη της την Ρωσία και την Κίνα και να μεταβληθεί σε G9, με ό,τι αυτό θα σημάνει, ή, αν αυτό δεν επιτευχθεί, τότε πολύ πιθανόν να δούμε μα ενεργοποιείται η ήδη έτοιμη Ομάδα των Χωρών BRIC (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα), ή με κάποια παραπλήσια σύνθεση (με την Ρωσία, Κίνα και Ινδία να αποτελούν τον κεντρικό της πυρήνα), όπως π.χ., την Νότια Αφρική να περιλαμβάνεται σ’ αυτή (κάτι που κατά καιρούς συμβαίνει), κ.λπ.
Επομένως, η «Επόμενη Μέρα», ΔΕΝ θα είναι μια «μέρα» που θα έχει να κάνει μονάχα με τη Ρωσία, τις ΗΠΑ και την Ευρώπη, μα με όλον τον κόσμο. Διότι, η αμέσως παραπάνω δεύτερη εξέλιξη, ο «Παράγων Αμφισβήτησης της Παγκόσμιας Κυριαρχίας της Δύσης», ανεξάρτητα όπως σημειώσαμε με το τι θα γίνει με την «εκκρεμότητα» της Ταϊβάν, θα οδηγήσει σε τεκτονικές κινήσεις και συγκρούσεις των επί μέρους γεωπολιτικών / γεωστρατηγικών / γεωοικονομικών «τεκτονικών πλακών», σε νέες ομαδοποιήσεις σε Παγκόσμια Κλίμακα των εμπορικών / οικονομικών / πολιτικών και στρατιωτικών «μπλοκ», και η κάθε Χώρα στον πλανήτη, θα πρέπει να επιλέξει την «πλευρά» της γεωπολιτικής / γεωστρατηγικής / γεωοικονομικής «τεκτονικής πλάκας» στην οποία θα προσαράξει αναζητώντας ασφάλεια μα και τις εθνικές της προοπτικές.
Και σ’ αυτή την «Επόμενη Ημέρα», η Κίνα, εκτιμώ, πως θα αποτελέσει τον επόμενο μεγάλο «πονοκέφαλο» της «Δύσης» πάνω στη Παγκόσμια Σκακιέρα. Η «Επόμενη Ημέρα», θα είναι η «Ημέρα» θα είναι η «Ημέρα» κατά την οποία οι Παγκόσμιοι Παίκτες, θα κληθούν ΣΕ ΚΑΘΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ, να ξαναδούν και εν ανάγκη να αναθεωρήσουν τις Παγκόσμιες Στρατηγικές τους, ή και να καταρτίσουν νέες.
Η «Επόμενη Ημέρα», θα είναι μια «Ημέρα» που θα επιβεβαιωθούν υφιστάμενες συμμαχίες συμφερόντων, θα είναι μια «Ημέρα» που επίσης δια διαρραγούν υφιστάμενες συμμαχίες συμφερόντων, θα είναι μια «Ημέρα» που θα δημιουργηθούν νέες συμμαχίες συμφερόντων.
Η «Επόμενη Ημέρα», θα είναι μια «Ημέρα» που θα δοκιμαστούν υφιστάμενα ιδεολογικά, κοινωνικά, οικονομικά, πολιτικά και πολιτισμικά πρότυπα στο επίπεδο της Παγκόσμιας Τάξης Πραγμάτων.
Η «Επόμενη Ημέρα» θα είναι η «Ημέρα», που όλες οι Χώρες του Κόσμου, κι αυτές, μάλιστα δε, περισσότερο αυτές, θα πρέπει να ξαναδούν και εν ανάγκη να αναθεωρήσουν τις Εθνικές Στρατηγικές τους, ή και να καταρτίσουν νέες, και κυρίως, Στρατηγικές Προσαρμογής και Ένταξης όχι σε μια μα τουλάχιστον δύο Παγκόσμιες Τάξεις Πραγμάτων που φαίνεται να αναφύονται.
Μια τέτοια «Ημέρα» ξημερώνει για την Ελλάδα.
Μια τέτοια «Ημέρα» ξημερώνει για την Ευρώπη των Αγορών και του Ευρώ που θα κληθεί να αποφασίσει για το πολιτικό της μέλλον, για την ενοποίησή της σε μια κρατική οντότητα, διαφορετικά, θα είναι το πρώτο θύμα σ’ αυτό το «Αύριο».