Βασίλης Δημ. Χασιώτης
Το 2019, ο Πρόεδρος της Γαλλίας Εμαναουέλ Μακρόν, σε συνέντευξή του στον «The Economist», είχε αποκαλέσει το ΝΑΤΟ «εγκεφαλικά νεκρό». Αιτία ήταν η τότε αποχώρηση των ΗΠΑ από τη Συρία και η επακολουθήσασα στην ίδια αυτή Χώρα εισβολή της Τουρκίας, χωρίς καμία προηγούμενη συνεννόηση με τους εταίρους τους στο ΝΑΤΟ. «Δεν υπάρχει κανένας συντονισμός στην στρατηγικής σημασίας απόφαση των ΗΠΑ με τους συμμάχους τους στο ΝΑΤΟ και είμαστε μάρτυρες μίας επίθεσης άλλου συμμάχου του ΝΑΤΟ, της Τουρκίας, σε μία ζώνη όπου διακυβεύονται συμφέροντά μας, χωρίς συντονισμό», δήλωνε ο Εμανουέλ Μακρόν (δες https://www.tovima.gr/2019/11/28/ world/makron-eksigei-se-stoltenmpergk-giati-to-nato-einai-egkefalika-nekro/).
Αυτό το «σε μία ζώνη όπου διακυβεύονται συμφέροντά μας», ας κρατηθεί ως καλή σημείωση, διότι όπως εγώ τουλάχιστον το ερμηνεύω, είναι πως ο καημός του Γάλλου Προέδρου φαίνεται να έχει την αιτία του, πως η Γαλλία έμεινε έξω απ’ αυτό το εγχείρημα σε μια Χώρα που ας το θυμίσουμε κατά το όχι και πολύ μακρινό παρελθόν, βρίσκονταν υπό Γαλλική Εντολή από το τέλος του Πρώτου έως το τέλος του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου (μαζί με τον Λίβανο), ενώ το «χωρίς συντονισμό» που αναφέρεται στην παραπάνω φράση του, πάλι σε μένα ακούγεται πως δεν είναι η τουρκική εισβολή στη Συρία αλλά το «ασυντόνιστο» αυτής, εκ μέρους του ΝΑΤΟ. Έτσι, με αυτές τις δύο ερμηνείες που εδώ δίνονται, αυτό το «εγκεφαλικά νεκρό» ΝΑΤΟ, αποκτά μια άλλη διάσταση. Υποθέτω, πως αν το ΝΑΤΟ δρούσε στη Συρία όπως έδρασε («συντονισμένα») σε άλλες περιπτώσεις, (π.χ., στο βομβαρδισμό της Λιβύης ή της Γιουγκοσλαβίας), τότε, μάλλον τα πράγματα θα ήταν καλώς καμωμένα, ή τουλάχιστον πιο «εύτακτα».
Όμως, αν κατά Μακρόν το ΝΑΤΟ ήταν «Εγκεφαλικά Νεκρό», (θεωρώ πως σήμερα μάλλον αυτό δεν ισχύει), πολύ μεγαλύτερη σημασία για την Ευρωπαϊκή Ένωση (και για τη Γαλλία φυσικά), θα είχε να εστιάσει κανείς στην εμφανέστατη Πολιτική Ημιπληγία της Ένωσης αυτής, πτυχή της οποίας είναι η υπόθεση της Άμυνας και Ασφάλειας της Ένωσης.
Λόγω επικαιρότητας, ας σταθούμε στην τελευταία.
Μετά την «Ανάσταση» της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τον λήθαργό της, (με το ΝΑΤΟ να μη βρίσκεται σε καλύτερη κατάσταση), που την έκανε στην έναρξη των πολεμικών επιχειρήσεων να μη γνωρίζει ποια στάση πρέπει να κρατήσει, και αναφέρομαι ασφαλώς στο ζήτημα των κυρώσεων, έως ότου με τη δυναμική παρέμβαση των ΗΠΑ στο Ουκρανικό αφυπνίστηκαν για τα καλά, (μαζί μ’ αυτή και το ΝΑΤΟ), άρχισε να ξανατίθεται στο δημόσιο διάλογο το ζήτημα της Ευρωπαϊκής Άμυνας και Ασφάλειας, και το κατά πόσον η «Ευρώπη» είναι σε θέση να υπερασπιστεί τον εαυτό της πέραν της προστασίας που παρέχεται στα Κράτη – Μέλη της από το ΝΑΤΟ (όσα εξ αυτών ανήκουν σ’ αυτό).
Ιδιαιτέρως χαιρετίστηκε η απόφαση της Γερμανίας να αυξήσει τις αμυντικές της δαπάνες τα επόμενα χρόνια πέραν του 2%, ενώ ανήγγειλε ένα κολοσσιαίο πρόγραμμα εξοπλισμού των ενόπλων δυνάμεων της Γερμανίας 100 δις ευρώ. Πρόκειται για μια κίνηση προκάλεσε τον θαυμασμό πολλών γι’ αυτό το θεαματικό «come back» της Γερμανίας στην παρέα των «υπολογίσιμων στρατιωτικών δυνάμεων» της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ. Κάτι παρόμοιο είχε να συμβεί, αν θυμάμαι καλά, (αναφέρομαι πάντα στη Γερμανία) από τη δεκαετία του 1930. Και τότε και σήμερα, η Ρωσία ήταν παρούσα στο Μεγάλο Κάδρο των ευρωπαϊκών εξελίξεων, και από ένα σημείο και πέρα, αποτελούσε -τότε- και την μόνη Δύναμη που δικαιολογούσε τη συνέχιση του Πολέμου του Γερμανικού Ράιχ στην Ευρώπη, μιας και η υπόλοιπη είχε ηττηθεί, πλην βεβαίως της Μεγάλης Βρετανίας. Και σήμερα, ιδού που η επανακάμπτει και η Ιστορία, θέτοντας ως την μέγιστη απειλή της Ασφάλειας της Ευρώπης και πάλι την Ρωσία, που κι αυτή ανακάμπτει στο ρόλο του «Αντίπαλου Δέους», της «Αυτοκρατορίας του Κακού».
Όμως αυτό το «come back» της Γερμανίας, όπως άλλωστε και όλη η ρητορική γύρω από το ζήτημα της Ασφάλειας και Άμυνας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, (εξαιρώντας το ΝΑΤΟ), δεν αφορά παρά το ισοζύγιο των συμβατικών όπλων, παρά το γεγονός ότι η Γαλλία είναι κι αυτή Πυρηνική Δύναμη, όμως, πολύ απέχουσα από το να μπορεί να συγκριθεί με το πυρηνικό οπλοστάσιο της Ρωσίας, το μεγαλύτερο στον κόσμο, μεγαλύτερο και από αυτό των ΗΠΑ (χωρίς όμως αυτό να σημαίνει πως οι ΗΠΑ αν το επιδιώξουν δεν είναι σε θέση να ανατρέψουν αυτή την ισορροπία υπέρ τους). Ουσιαστικά η Ευρώπη αποκτά κάλυψη στο επίπεδο της στρατιωτικής πυρηνικής απειλής μόνο (ή κυρίως) μέσω του ΝΑΤΟ (δηλαδή, κυρίως των ΗΠΑ). Τώρα, γιατί την ίδια αυτή «κάλυψη» να μην μπορούσε να την παρέχουν οι ΗΠΑ μέσω διμερών διακρατικών στρατιωτικών συνεργασιών ΗΠΑ και των Χωρών της Ευρώπης που θα την αποζητούσαν χωρίς την παρουσία του ΝΑΤΟ (το οποίο έτσι δεν θα είχε και ουσιαστικό λόγο υπάρξεως), είναι μάλλον φανερό : το ΝΑΤΟ, πλην της άνω κάλυψης που παρέχει στο επίπεδο της πυρηνικής απειλής από την μόνη Δύναμη που απειλεί την Ευρώπη ή αισθάνεται ότι την απειλή, την Ρωσία δηλαδή, αποτελεί ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΑ και το μακρύ «τιμωρητικό χέρι» των ΗΠΑ όταν θα πρέπει οι τελευταίες να επιβάλλουν το «Διεθνές Δίκαιο» εκεί όπου αυτές θεωρούν ότι παραβιάζεται (εντός και εκτός Ευρώπης) και κυρίως ότι θα πρέπει να δίνεται «ένα καλό μάθημα» σε Κυβερνήσεις που το παραβιάζουν, ένα «μάθημα» που δεν θα αποκλείει βομβαρδισμούς των Χωρών τους ή ακόμα οι βόμβες αυτές να στοχεύουν ακόμα και τα κεφάλια των ίδιων των ηγετών τους όπως τον Καντάφι στη Λιβύη. Και βεβαιότατα, την ίδια στιγμή, το ΝΑΤΟ δεν παύει να είναι χρήσιμο ακόμα και σ’ αυτό το επίπεδο της συμβατικής (μη πυρηνικής) στρατιωτικής ισχύος, διότι εκτός των άλλων, Χώρες που ουδόλως απειλούνται από την Ρωσία (στρατιωτικά), όπως π.χ. Καναδάς, ή το Ηνωμένο Βασίλειο, και ασφαλώς οι ΗΠΑ, εν τούτοις, να μετέχουν κι αυτές στο οικονομικό «κόστος» αυτής της «ομπρέλας προστασίας», χωρίς ίσως να την χρειαστούν ποτέ σε περίπτωση ενός συμβατικού πολέμου στην Ευρώπη όσο γενικευμένος κι αν είναι. Όμως, αν κανείς περιορίσει την οπτική του στο ζήτημα μονάχα του (οικονομικού) «κόστους» συμμετοχής στην παραπάνω ομπρέλα προστασίας χωρίς να περιλάβει στους υπολογισμούς του τα (οικονομικά) «αντισταθμιστικά» οφέλη που ΠΑΝΤΑ προβλέπονται σε τέτοιου είδους «σχέσεις», βεβαίως και δεν θα έχει μια ολοκληρωμένη αντίληψη της Μεγάλης Εικόνας των σχέσεων αυτών, που είναι ΚΥΡΙΩΣ οικονομικές στην ουσία τους, και για να το θέσω διαφορετικά, αν αυτές οι τελευταίες δεν υπήρχαν, δεν θα υπήρχαν και οι πρώτες.
Όμως, πρέπει το ζήτημα της Ασφάλειας και της Άμυνας της Ευρωπαϊκής Ένωσης να το δούμε «καθαυτό», δηλαδή χωρίς να το συσχετίσουμε με το ΝΑΤΟ ή τις ΗΠΑ. Και κυρίως, πρέπει κανείς να δώσει μια απάντηση στο αφήγημα της «αναγκαιότητας» να υπάρξει ένα είδος Ενόπλων Δυνάμεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, (όχι ΝΑΤΟικών) ένας «Ευρωπαϊκός (οιονεί ΕΘΝΙΚΟΣ) Στρατός». Κι εδώ, πρέπει να απαντήσουμε στο ερώτημα : «Ευρωπαϊκός (οιονεί «ΕΘΝΙΚΟΣ») Στρατός» συγκροτούμενους από ποιους για ποιούς; Πόσο προφανής και λογική είναι η απάντηση είναι : «Για την Ευρωπαϊκή Ένωση», ή πιο περιεκτικά «Για την Ευρώπη»;
Η απάντηση -που την έχω ξαναδώσει- σε παλαιότερα άρθρα μου, είναι : Δεν υπάρχει κανείς λόγος για την δημιουργία ενός τέτοιου Στρατού, μάλιστα δε, ΔΕΝ πρέπει να υπάρξει ένας τέτοιος Στρατός.
Η επιχειρηματολογία εδώ είναι, πως οι «Εθνικές Ένοπλες Δυνάμεις», νοούνται και υπάρχουν αρρήκτως με μια Κρατική Οντότητα, της οποίας την Εθνική Επικράτεια, Εθνική Κυριαρχία και Εθνική Ανεξαρτησία, είναι ταγμένες να υπηρετούν. «Στρατός» που δεν εκπροσωπεί μια Κρατική Οντότητα, είναι ένα ιδιωτικό Ένοπλο Σώμα, με ό,τι αυτό σημαίνει. Ελπίζω, πως δεν θα γίνει παρανόηση με το ζήτημα της επίσημης συμμετοχής ενός Κράτους – Μέλους σε μια Στρατιωτική Συμμαχία (π.χ., το ΝΑΤΟ), διότι μια τέτοια συμμετοχή, δεν αναιρεί τον χαρακτήρα των Ενόπλων Δυνάμεων μιας Χώρας, ως μιας Δύναμης Εθνικής, όπως π.χ., για να φέρω ένα πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα, η ένταξη των Εθνικών Ενόπλων Δυνάμεων στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο των Χωρών εκείνων που συγκροτούσαν την Συμμαχία εναντίον της Ναζιστικής Γερμανίας και των Συμμάχων της, ακόμα και όταν τελούσαν υπό μια υπερεθνική Στρατιωτική Διοίκηση, δε καμία περίπτωση δεν δημιούργησε καμία αμφιβολία για τον Εθνικό χαρακτήρα των Ενόπλων Δυνάμεων των καθέκαστα Χωρών – Μελών αυτής της Συμμαχίας.
Από την άλλη, είναι ανάγκη αυτό το «εθνική κυριαρχία» σε σχέση με ό,τι εδώ συζητείται να το διευκρινίσουμε λίγο παραπάνω.
Η Εθνική Κυριαρχία είναι αδιαίρετη, δεν μπορεί π.χ., να δεχθεί επίθεση η Βαυαρία και να χρειασθεί τα υπόλοιπα γερμανικά κρατίδια να διαβουλευθούν αν και πώς θα συνδράμουν στην Βαυαρία, η να δεχτεί επίθεση η Πολιτεία της Αλάσκας και να χρειαστεί να διαβουλευτούν οι υπόλοιπες Πολιτείες των Ηνωμένων Πολιτειών προκειμένου να αποφασίσουν το αν και πώς θα υποστηρίξουν την Αλάσκα. Και το κυριότερο όλων, ο Γερμανός της Πομερανίας ή ο Αμερικανός της Φλώριδας που θα κληθεί να υπερασπιστεί με τη ζωή του την ακεραιότητα της Χώρας του, δεν αισθάνεται πως καλείται να το πράξει αυτό για μια ΑΛΛΗ Χώρα, ούτε και να διερωτηθεί αν η ζωή του αξίζει λιγότερο από αυτή την ΑΛΛΗ Χώρα, ιδίως αν η εκεί έκβαση του πολέμου θεωρείται πως ούτως ή άλλως δεν απειλεί την δική του Χώρα.
Όμως αυτού του είδους η αδιαιρετότητα στη σημερινή Ευρώπη ΔΕΝ υπάρχει, ούτε και υφίσταται ζήτημα Εθνικής Κυριαρχίας ή Εθνικής Ανεξαρτησίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διότι η Ευρωπαϊκή Ένωση ΔΕΝ συνιστά Ενιαία Εθνική Κρατική Οντότητα, ώστε να μπορούν να ισχύσει το χαρακτηριστικό της αδιαιρετότητας όπως εδώ τίθεται.
Την ίδια στιγμή, ΔΕΝ ισχύει ΟΥΤΕ το κριτήριο της αδιαιρετότητας των ΚΟΙΝΩΝ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ της Ένωσης ΣΕ ΟΛΕΣ ΤΙΣ ΕΚΔΟΧΕΣ ΤΟΥΣ, μάλιστα δε, έχει πάψει να ισχύει και στο καθαρά οικονομικό επίπεδο, όπου ισχύει πλέον, ο καθείς για τον εαυτό του, όπως είχε διακηρυχθεί πανηγυρικά από τους ηγέτες της Γερμανίας, Γαλλίας, Ιταλίας και Ισπανίας στο Μέγαρο των Βερσαλλιών λίγα χρόνια πριν. Το ότι σημαντικές «Κρίσεις» (όπως η τελευταία με τον κορωναϊό), μπορούν να οδηγήσουν σε ενέργειες που φέρουν τα χαρακτηριστικά της «αλληλεγγύης» και αναδεικνύουν μια κοινότητα συμφερόντων, ας μη ξεχνάμε, μένοντας στο παραπάνω παράδειγμα της πανδημίας, πως οι οικονομικές συνέπειες της πανδημίας ΔΕΝ άφησε καμία Χώρα χωρίς σημαντικές οικονομικές επιπτώσεις. Δεν είμαι καθόλου βέβαιος, αν όχι μια πανδημία μα μια επιδημία με τις ΙΔΙΕΣ όμως οικονομικές επιπτώσεις που θα έπληττε μια μονάχα Χώρα, π.χ., τη Χώρα μας, αν η Ευρωπαϊκή Ένωση θα ήταν τόσο γενναιόδωρη στη συνδρομή της.
Πολύ δε περισσότερο, η άνω αδιαιρετότητα ΔΕΝ ισχύει στο ζήτημα της Εθνικής Ασφάλειας των Μελών της Ένωσης, όπου παρουσιάζονται εκτρωματικές διαφοροποιήσεις του χαρακτηριστικού αυτού, π.χ., με ένα Κράτος – Μέλος (Κύπρος) να κατέχεται κατά το 1/3 σχεδόν στρατιωτικά από ένα άλλο Κράτος (Τουρκία) το οποίο μάλιστα επιζητά την ένταξή του σ’ αυτή και μάλιστα να ζητά και την ψήφο του Κράτους που έχει δεχτεί την εισβολή του και ήδη υφίσταται την κατοχή του, ενώ η επίλυση του σχετικού προβλήματος ουσιαστικά να επιχειρείται με την νομιμοποίηση των εκτελεσμένων, δηλαδή της διχοτόμησής του. Και ασφαλώς το ίδιο φαινομενικά παράδοξο είναι δύο Κράτη – Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης να συνάπτουν ξεχωριστές στρατιωτικές συμμαχίες (Γαλλία – Ελλάδα), επιβεβαιώνοντας ουσιαστικά πως η άνω αδιαιρετότητα είναι ανύπαρκτη, και πως ΕΝΤΟΣ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν υπάρχει κανένα ΚΟΙΝΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ, υπάρχουν Εθνικά Συμφέροντα και το ζήτημα είναι ποιος θα τα εξυπηρετήσει καλύτερα (προφανώς στα πλαίσια ενός παιχνιδιού όπου το win–win δεν συνιστά και την πλέον συχνή στρατηγική ιδίως στα μείζονα ζητήματα που αφορούν την εθνική οικονομία του κάθε Κράτους – Μέλους).
Τέλος, ανεξάρτητα όλων των παραπάνω, στην δική μου αντίληψη των πραγμάτων δεν νοείται μια Οικονομική / Αγοραία Ένωση, στην οποία κυριαρχεί το οικονομικό / αγοραίο συμφέρον και το (ιδιωτικό) συμφέρον αυτών που το εκπροσωπούν, και κυρίως ποδηγετείται απ’ αυτά, να φτάσει να διαθέτει και Ένοπλες Δυνάμεις ελεγχόμενες απ΄ ακριβώς τα κέντρα συμφερόντων, που δεν λογοδοτούν παρά στον εαυτό τους, όπως προσωπικά δεν αντιλαμβάνομαι γιατί μια τέτοια Οικονομική / Αγοραία Ένωση να διαθέτει και ένα είδος υπουργού Εξωτερικών.
Αν όλα αυτά είναι λογικά και επιτρεπτά ας θυμίσω πως η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι το μοναδικό Εμπορικό Μπλοκ διεθνώς (ασφαλώς είναι μακράν το πιο σημαντικό), όμως, διερωτώμαι τι θα συμβεί αν και αλλά τέτοια μπλοκ, αφού λάβουν μια οργάνωση ανάλογη με αυτή της Ευρωπαϊκής Ένωσης αρχίσουν και συγκροτούν στα πλαίσια του δικού τους εμπορικού μπλοκ τις δικές τους ένοπλες δυνάμεις, ξεχωριστά από τις εθνικές ένοπλες δυνάμεις των Κρατών – Μελών των εμπορικών εταίρων, όπως συνέβαινε την εποχή της διεθνοποίησης του ευρωπαϊκού εμπορίου και καπιταλισμού κάποιους αιώνες πριν (η Χανσεατική Ένωση λόγου χάρη). Όμως, το Παρελθόν, πάντα εφοδιάζει το μέλλον με λογής – λογής ιδέες που με λίγη καινοτομική παρέμβαση σ’ αυτές μπορούν να πουληθούν ως νέες.
Ακόμα και σε τούτες τις στιγμές του πολέμου στην Ουκρανία, που τόσο συντάραξαν την ηρεμία της Ένωσης στο ζήτημα της ασφάλειάς της, και πάλι ό,τι συζητούν είναι τα πάντα εξόν απ’ το ζήτημα της πολιτικής ενοποίησης της Ένωσης και της δημιουργίας μιας κρατικής οντότητας, ένα είδος Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης, κάτι που καταδεικνύει ότι η πολιτική βούληση ως προς το θέμα αυτό είναι ανύπαρκτη. Άλλωστε, δεν θα βρεθεί όχι Γάλλος πολιτικός μα ούτε Γάλλος πολίτης που θα δεχτεί ποτέ οι κωδικοί των πυρηνικών τους όπλων να βρεθούν σε μη γαλλικά χέρια στα πλαίσια μιας ενιαίας κρατικά Ευρώπης, και επομένως να αποδεχτούν μια πολιτικά ενωμένη Ευρώπη, ενώ ούτε και η Γερμανία θα δεχτεί ποτέ να παραδώσει τη πραγματική διοίκηση του μεταμφιεσμένου σε ευρώ μάρκου της, δηλαδή, το κλειδί του Ευρωπαϊκού Θησαυροφύλακα σε οποιονδήποτε τρίτο (Ευρωπαίο), μη Γάλλο (στη πρώτη περίπτωση) ή μη Γερμανό (στη δεύτερη), ή, εν πάση περιπτώσει, με απολύτως ελεγχόμενους από τις ίδιες αυτές Δυνάμεις.
Πολιτικά η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι μια ημιπληγική πολιτική οντότητα, στον ίδιο βαθμό που ο υπόλοιπος εγκέφαλός της που ρυθμίζει τις λειτουργίες του αγοραίου δούναι και λαβείν, σφύζει από υγεία.