*Γράφει ο Χρήστος Κ. Μακρίδης
Η συζήτηση περί δίκαιου ή άδικου πολέμου, που τελευταία δεσπόζει στο διαδίκτυο, με προσπερνά. Ανέκαθεν, η έναρξή του, εξαιρέσει του απαραίτητου μύθου άλλως του ιστορικού άλλοθι που τον συνοδεύει, με αιχμή το διακύβευμα της ελευθερίας των λαών ή των τόπων, είχε πάντα να επιδείξει βαθύτερα οικονομικά κίνητρα, ανομολόγητα γεωπολιτικά συμφέροντα και άγνωστες στρατηγικές επιδιώξεις. Από τους αρχαίους, τους κλασσικούς και τους θρησκευτικούς πολέμους, όχι τους εθνικόαπελευθερωτικούς, μέχρι σήμερα. Κάθε προσπάθεια, λοιπόν, να ερμηνεύσει κανείς την υφιστάμενη δυσμενή πραγματικότητα, που μεταφέρει ένας πολεμικός ανταποκριτής και αναπαράγει με περισσή υπερβολή και ακατανόητη σπουδή η τηλεοπτική συχνότητα, εκκινώντας απο την ιδεολογικόπολιτική του αφετηρία, καταλήγει σε αποτυχία. Γιατί τότε ούτε την αλήθεια υπηρετεί, ούτε απαραίτητα αποδίδει την πραγματικότητα. Η ιδεολογία τότε αλλοιώνει την πραγματικότητα, και περιορίζει τον ορίζοντα της ερμηνευτικής προσέγγισης του ατόμου, που επιχειρεί μάταια να κατανοήσει την ζοφερή πραγματικότητα. Κι ενώ μια τέτοια συμπεριφορά αφορά μεμονωμένα το άτομο, η συζήτηση αλλάζει όταν μιλούμε για την αντίδραση του οργανωμένου κράτους, που οφείλει να δρά συντεταγμένα προς το συμφέρον του. Υπ’ αυτην έννοια διερωτάται κανείς, γιατί αλήθεια το πολιτικό σύστημα δεν διδάχθηκε τίποτε απο την πρόσφατη εμπειρία ήτοι από τις συνέπειες του πολυετούς εμπάργκο της κρίσης του 2014; Τότε που η Ρωσία επέβαλε στα προϊόντα (ΚΑΙ) της χώρας μας, ως αντίποινα στις ευρωπαϊκές κυρώσεις, απαγόρευση εισόδου στις αγορές της; Τότε που ο Β. Βενιζέλος, επί προεδρίας της χώρας, καταδίκασε πριν από όλους τους Ευρωπαίους, με περισσή πολιτική πρεμούρα, τη Ρωσία για την προσάρτηση της Κριμαίας;
Ως εκ τούτου η εξέλιξη των ημερών αναδεικνύει αβίαστα τα εξής ερωτήματα. Αλήθεια, τι θα γίνει με τη διάθεση των αγροτικών προϊόντων, ποια τύχη θα έχουν οι αγρότες της χώρας από μια τέτοια αντίστοιχη εξέλιξη στην επικείμενη εξαγωγική περίοδο; Πιστεύει κανείς ότι η Πολωνία των 40 εκατ ήτοι το σύγχρονο διαμετακομιστικό κέντρο εμπορίου ή τέλος η αγορά της Γερμανίας, στην οποία παράλληλα με μας απευθύνονται οι Ιταλοί και οι Ισπανοί αγρότες, θα απορροφήσει τον κύριο όγκο των εξαγόμενων αγροτικών προϊόντων, όταν ως είναι γνωστό οι Ρώσοι απορροφούν τεράστια ποσότητα προϊόντων; Φαντάζεται κάνεις το δράμα αυτών των ανθρώπων και τις συνέπειες για την ήδη εύθραυστη αγροτική οικονομία; Πρέπει, λοιπόν, ο αγρότης, να ξαναζήσει την “ξεφτίλα” της μαύρης αγοράς των προϊόντων του ή τον εκβιασμό των κάθε λογής επιτήδειων που υποδύονται δίχως εγγυήσεις ξαφνικά τον έμπορο; Ποιο αλήθεια το μέλλον του πρωτογενούς τομέα της χώρας που ούτως ή άλλως βρίθει από πληθώρα αντικινήτρων (υψηλό κόστος παραγωγής, χαμηλές τιμές, μειωμένες στρεμματικές αποδόσεις, δανειακές υποχρεώσεις, κλπ); Θυμίζω ότι η βάση της ελληνικής οικονομίας είναι ο αγρότουρισμός και οι μονάδες παραγωγής ήτοι οι βιομηχανίες/βιοτεχνίες της χώρας, στο σύνολό τους, είναι μεταποιητικού χαρακτήρα (επεξεργασία και μεταποίηση της πρώτης ύλης). Προϊόντα που ο ευλογημένος αυτός τόπος παράγει τόσα χρόνια, παρά τα εμφανή σημάδια κόπωσης και συνεχούς απογοήτευσης των πρωταγωνιστών του πρωτογενούς τομέα παραγωγής…
*Πολιτικός Επιστήμων – Τ. Γεωπόνος – Παιδαγωγός