Σημεία Χαιρετισμού
του τέως Προέδρου της Δημοκρατίας
και Επίτιμου Καθηγητή της Νομικής Σχολής
του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
κ. Προκοπίου Παυλοπούλου
κατά τις εορταστικές εκδηλώσεις
της Επετείου της Μάχης της Αγίας Νάπας
(17 Μαρτίου 1826)
«Σπονδή στην Ελευθερία και στην εδαφική ακεραιότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας»
Κύπρος – Αγία Νάπα, 12-13 Ιουνίου 2021
Γιορτάζοντας σήμερα μαζί σας, στα αιματοβαμμένα χώματα της Μαρτυρικής Κύπρου, την επέτειο των 200 ετών από την Εθνεγερσία του 1821, με αφορμή την ιστορική Μάχη της Αγίας Νάπας, την 17η Μαρτίου 1826, θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι ως Έλληνας από εδώ «βλέπω πλατύτερο τον Τόπο μας» και ακούω καθάρια και δυνατή, σαν ήχο προαιώνιας καμπάνας, «τη φωνή της Πατρίδας».
Ι. Δανείσθηκα τούτες τις σκέψεις και λέξεις από τον Γιώργο Σεφέρη, διαχρονικό και αυθεντικό -και γι’ αυτό οιονεί «Εθνικό»- «Αφηγητή» της μακραίωνης Ιστορίας της Κύπρου, ως αναπόσπαστου τμήματος του Ελληνισμού μέσα στις χιλιετίες. Θα ΄λεγα της Κύπρου ως πανάκριβου, ιστορικώς, «πετραδιού» στο Εθνικό «διάδημα» της Πατρίδας μας. Ξαναδιαβάζω, λοιπόν, ενώπιόν σας -και κατ’ ανάγκην επιλεκτικώς- τον Γιώργο Σεφέρη.
Α. Γράφοντας, με ασυνήθιστο για εκείνον συναισθηματισμό, στην αδελφή του Ιωάννα Τσάτσου, την 25η Οκτωβρίου 1954, ο Γιώργος Σεφέρης έκανε τούτη την εμβληματική, κυριολεκτικώς, εξομολόγηση: «Θα ήθελα οι νέοι μας να πήγαιναν στην Κύπρο˙ θα έβλεπαν από εκεί πλατύτερο τον τόπο μας».
Β. Από το ποίημα του Γιώργου Σεφέρη «Λεπτομέρειες στην Κύπρο» («Ημερολόγιο Καταστρώματος Γ΄»), αφιερωμένο «στον ζωγράφο Διαμαντή», υπενθυμίζω τους τελευταίους στίχους:
«Όμως το ξύλινο μαγκανοπήγαδο-τ’ αλακάτιν,
κοιμισμένο στον ίσκιο της καρυδιάς
μισό στο χώμα και μισό μέσα στο νερό,
γιατί δοκίμασες να το ξυπνήσεις;
Είδες πώς βόγκηξε. Κι εκείνη την κραυγή
βγαλμένη από τα παλιά νεύρα του ξύλου
γιατί την είπες φωνή της πατρίδας;»
ΙΙ. Βλέποντας, έτσι, «πλατύτερο τον Τόπο μας» και «ακούγοντας τη φωνή της Πατρίδας» στην Κύπρο μας, επιτρέψατέ μου ν’ αναφερθώ στα γεγονότα της ιστορικής Μάχης της Αγίας Νάπας, την 17η Μαρτίου 1826, όχι βεβαίως για να σας εξιστορήσω γεγονότα πολύ γνωστά σ’ εσάς και σε όλους μας. Αλλά για να θυμηθούμε μαζί -τιμώντας τα 200 χρόνια από την Εθνεγερσία του 1821- αναλογιζόμενοι πρωτίστως τι σημαίνει Ελληνισμός, από την μια πλευρά την ιστορική διαδρομή μας και την βαριά μας Εθνική Κληρονομιά. Και, από την άλλη πλευρά, το χρέος μας, ως Ελλήνων, απέναντι στο Μαρτυρικό Νησί.
Α. Αμέσως μετά την «έκρηξη» της Επανάστασης στην Ελλάδα, την 25η Μαρτίου 1821 στην Αγία Λαύρα, οι Επαναστατημένοι Έλληνες ήλθαν σε συνεννόηση με τον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου Κυπριανό και τους Κύπριους Πρόκριτους και συμφώνησαν να μην συμμετάσχει η Κύπρος ενεργώς στον Αγώνα, για ν’ αποφευχθούν τα -βέβαια με βάση την απόσταση και τις ενισχυμένες τουρκικές δυνάμεις στο Νησί- μαζικά αντίποινα, δίχως μάλιστα άμεσο θετικό όφελος για την απελευθέρωση του ξεσηκωμένου Ελλαδικού χώρου. Η συνεννόηση αυτή τηρήθηκε με μόνη, σχεδόν, εξαίρεση την Μάχη της Αγίας Νάπας.
1. Όπως αναφέρει ο Ολλανδός πρόξενος στην Λάρνακα, Marco-Antonio Santi-σε δύο εκθέσεις του, της 22ας και 26ης Μαρτίου 1826- την 17η Μαρτίου 1826 εμφανίσθηκαν στην θαλάσσια περιοχή της Αγίας Νάπας, μεταξύ Αμμοχώστου και Λάρνακας, δέκα Ελληνικά πλοία, από τα οποία αποβιβάσθηκαν διακόσιοι περίπου ένοπλοι, με σκοπό τον ανεφοδιασμό τους. Αρχικώς βρήκαν σφοδρή αντίδραση από τους τούρκους φρουρούς της Αγίας Νάπας, τους οποίους έσπευσε να βοηθήσει και τμήμα της τουρκικής φρουράς της Αμμοχώστου. Σε λίγες ώρες οι τούρκοι ηττήθηκαν «κατά κράτος», εγκατέλειψαν την μάχη και τράπηκαν ατάκτως σε φυγή.
2. Μετά την Μάχη της Αγίας Νάπας, την 17η Μαρτίου 1826, υπήρξαν και άλλες σποραδικές επιδρομές Ελληνικών πλοίων στην περιοχή της Κύπρου, οι οποίες συνεχίσθηκαν για αρκετούς μήνες. Και σταμάτησαν όταν τα τουρκικά στρατεύματα στο Νησί, κάνοντας επίδειξη ιταμής δειλίας, σκλήρυναν, χωρίς κανένα οίκτο, την στάση τους απέναντι στον άμαχο πληθυσμό. Μάλιστα, τα καταπιεστικά μέτρα και οι διωγμοί στράφηκαν όχι μόνο εναντίον των Κυπρίων κατοίκων, αλλά και όλων των Ελλήνων που βρίσκονταν τότε στην Κύπρο. Αυτή, άλλωστε, ήταν η κύρια αιτία που παρατηρήθηκε εκείνη την περίοδο μεγάλο κύμα φυγής προς τα άλλα Ελληνικά Νησιά και προς την Πελοπόννησο.
Β. Η Μάχη της Αγίας Νάπας, την 17η Μαρτίου 1826, μας διδάσκει, με αφετηρία την Μαρτυρική Κύπρο, ότι στους Αγώνες για την Ελευθερία -η οποία είναι έννοια βιωματική για εμάς, τους Έλληνες, αφού μόνον ελεύθεροι μπορούμε να υπερασπισθούμε την αξία μας και ν’ αναπτύξουμε την προσωπικότητά μας- η Ελλάδα είναι μια, ενιαία και αδιαίρετη, και ότι ο Ελληνισμός στις κρίσιμες ώρες τηρεί, στο ακέραιο, το καθήκον της αρραγούς ενότητας. Είναι τότε που ακόμη και η θάλασσα δεν χωρίζει τις στεριές, μα γίνεται το «υγρό στοιχείο» που ανοίγει διαύλους για την υπεράσπιση της Πατρίδας.
ΙΙΙ. Εδώ λοιπόν, στην Αγία Νάπα, στην «Πολυφίλητη» όμως ακόμη, δυστυχώς, Μαρτυρική Κύπρο, όπου κατά τον Γιώργο Σεφέρη ο Τόπος μας «φαίνεται πλατύτερος» και ηχεί στ’ αυτιά και στην ψυχή μας, σαν προαιώνια καμπάνα όπως είπα, η «φωνή της Πατρίδας», τώρα που γιορτάζουμε τα 200 χρόνια της Εθνεγερσίας του 1821 καιρός είναι ν’ αναλογισθούμε, ως άξιοι απόγονοι Μεγάλων Προγόνων, το δικό μας χρέος απέναντι στην ιστορία μας. Χρέος πολυπρισματικόκαι πολυσήμαντο, που η συγκυρία όμως το φέρνει να είναι εφικτή η συμπύκνωσή του κυρίως στα εξής δύο Εθνικά Διδάγματα:
Α. Δίδαγμα πρώτο: Η Επανάσταση της 25ης Μαρτίου 1821 ονομάσθηκε Εθνεγερσία, γιατί σηματοδότησε τον Αγώνα όλων των Ελλήνων ως Έθνους, πέρα και έξω από τ’ αμιγώς Ελλαδικά σύνορα, για την ανατίναξη του αιμοσταγούς οθωμανικού ζυγού και για την κατάκτηση της Ελευθερίας. Άρα,ιδίως στους σημερινούς κρίσιμους καιρούς όλοι οι Έλληνες, καθένας κι ένα κομμάτι του Έθνους των Ελλήνων, υπό όρους αρραγούς ενότητας μπροστά στα μεγάλα και τα σημαντικά, έχουμε χρέος να υπερασπιζόμαστε, δίχως ίχνος υποχώρησης και υπαναχώρησης και επιβάλλοντας την πλήρη εφαρμογή του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου, τα Εθνικά μας Θέματα και τα Εθνικά μας Δίκαια. Με άλλες λέξεις, έχουμε χρέος να καταβάλλουμε καθημερινά, ακόμη και με το αίμα μας, τον «οβολό» μας στο ανεκτίμητης αξίας ιστορικό «Θησαυροφυλάκιο» της Πατρίδας μας, της Ελλάδας.
Β. Δίδαγμα δεύτερο: Η Εθνεγερσία του 1821, διακόσια χρόνια μετά, συνεχίζεται εδώ, στην Μαρτυρική Κύπρο. Και, θα συνεχίζεται έως ότου απελευθερωθεί από τον τουρκικό ζυγό το τελευταίο «υπόδουλο» τμήμα του Ελληνισμού.
1. Και όχι μόνον αυτό, αλλά κατ’ ουσία και το μόνο τμήμα Κράτους-Μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης το οποίο κατέχει, κατά παράβαση κάθε έννοιας του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου, τρίτο κράτος, αποτελώντας μια «αιμάσσουσα» πληγή που μπορεί να έχει επικίνδυνες προεκτάσεις στο μέλλον. Οφείλουμε δε, αδιαλείπτως, όλοι οι Έλληνες, με μια Εθνική φωνή και γραμμή, να υπενθυμίζουμε ότι αποτελεί πραγματικό όνειδος για την Διεθνή Κοινότητα και για την Ευρωπαϊκή Ένωση η μακροχρόνια ανοχή της τουρκικής κατοχής σ’ ένα μεγάλο μέρος του Κυπριακού εδάφους. Πρόκειται, κατ’ αποτέλεσμα, γι’ ανοχή που προσβάλλει βάναυσα την Διεθνή και την Ευρωπαϊκή Νομιμότητα. Διότι κατά την φύση του Διεθνούς και του Ευρωπαϊκού Δικαίου το κανονιστικό τους πλαίσιο παραβιάζεται όχι μόνον από εκείνους, οι οποίοι δεν το σέβονται εμπράκτως, αλλά και από κάθε άλλο που δεν αντιδρά, επίσης εμπράκτως, σε αυτή την προκλητική έλλειψη σεβασμού της Διεθνούς και της Ευρωπαϊκής Νομιμότητας.
2. Οφείλω δε από τον Μαρτυρικό τούτο Τόπο να υπενθυμίσω ότι το χρέος μας, ως Ελλήνων, επιβάλλει τον άνευ όρων και ορίων αγώνα για την εξεύρεση όχι μιας όποιας λύσης του Κυπριακού. Αλλά για την επίτευξη λύσης απολύτως σύμφωνης με το Διεθνές και το Ευρωπαϊκό Δίκαιο. Ήτοι λύσης που εξασφαλίζει στην Κυπριακή Δημοκρατία ομοσπονδιακή δομή υπό τις αυτονόητες εγγυήσεις της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας, με μια διεθνή νομική προσωπικότητα, μια και ενιαία ιθαγένεια καθώς και πλήρη άσκηση κυριαρχίας και κυριαρχικών δικαιωμάτων, άρα δίχως στρατεύματα κατοχής και αναχρονιστικές εγγυήσεις τρίτων. Και δεν πρέπει να υποτιμάται το γεγονός ότι, ιδίως υπό την σημερινή συγκυρία, ο όρος «εγγυήσεις τρίτων», που δεν νοούνται για την Κυπριακή Δημοκρατία, αφορά όχι μόνον την Τουρκία αλλά και κάθε άλλο Κράτος, το οποίο δεν αποτελεί πλέον μέρος της Ευρωπαϊκής μας Οικογένειας, της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σας παρακαλώ να δεχθείτε την έκφραση της ειλικρινούς ευγνωμοσύνης μου γιατί μου δίνετε μιαν ακόμη ευκαιρία να προσκυνήσω τα Άγια Χώματα της Κύπρου μας και ν’ αναλογισθώ και το δικό μου χρέος, ως Έλληνας, απέναντί της. Με αυτή την έννοια, σας παρακαλώ να θεωρήσετε αυτά τα λίγα λόγια ως μια ταπεινή «σπονδή» ψυχής σ’ εκείνη την Κύπρο, που δίνει πάντα σε όλους μας «Γραμμή» – «Εθνική Γραμμή»- για να κλείσω με μια, και μόνο, λέξη του Γιώργου Σεφέρη, αυτή την φορά από το συγκλονιστικό Κυπριακό του ποίημα «Οι Γάτες τ’ Άι-Νικόλα».