Ο ΑΓΙΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ Ιερομάρτυρας Πρεσβύτερος Άγκυρας
Η ΑΓΙΑ ΔΡΟΣΙΔΑ και οι μαζί μ’ αυτήν πέντε ΚΑΝΟΝΙΚΕΣ
ΟΙ ΑΓΙΕΣ ΚΑΛΛΙΝΙΚΗ (και κατ’ άλλους Καλλίνικος) και ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ
Ο ΑΓΙΟΣ ΕΥΘΥΜΙΟΣ ο Πελοποννήσιος
Αναλυτικά
Ο ΑΓΙΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ Ιερομάρτυρας Πρεσβύτερος Άγκυρας
Έζησε στα χρόνια του Ιουλιανού του Παραβάτη (360-363). Τον κατήγγειλαν στον έπαρχο Σατουρνίνο, ότι κατηγορούσε τις ενέργειες του Ιουλιανού κατά της Εκκλησίας. Τότε διατάχθηκε από τον έπαρχο να δηλώσει δημόσια άρνηση του Ιησού Χριστού. ο πιστός Ιερέας χαμογέλασε στην απαίτηση αυτή του έπαρχου και δήλωσε ότι ή ζωή του όλη άνηκε στο Ευαγγέλιο και το Σωτήρα των ψυχών. Όταν ο έπαρχος απείλησε ότι θα τον βασανίσει σκληρά αν δεν αρνηθεί το Χριστό, τότε αυτός απάντησε: “Πώς δε, ενόμισας ότι εγώ θα ήρνούμην τον Χριστόν, αφού και ο τελευταίος εκ των πιστευόντων εις Αυτόν λαϊκών της ενορίας μου, είναι πρόθυμος να χύση το αίμα του δια την αγίαΝ μας πίστιν;”. Ο Σατουρνίνος, τότε, τον βασάνισε και τον φυλάκισε. Μετά από μερικές ήμερες, πέρασε από την Άγκυρα ο Ιουλιανός. Πληροφορήθηκε για τον πρεσβύτερο Βασίλειο και διέταξε να τον φέρουν μπροστά του. Άλλα διαπίστωσε ότι ή πίστη του χριστιανού Ιερέα ήταν ακόμη ισχυρότερη. Τότε έδωσε διαταγή και τον θανάτωσαν με μαρτυρικό τρόπο.
Απολυτίκιο. Ήχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείου Πνεύματος, τη έπινεύσει, χρίσμα άγιον, ιεροσύνης, επαξίως ύπεδέξω Βασίλειε· όθεν ως θύμα βασίλειον έθυσας, τω βασιλεί των αιώνων τους άθλους σου. Πάτερ Όσιε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημιν το μέγα έλεος.
Η ΑΓΙΑ ΔΡΟΣΙΔΑ και οί μαζί μ’ αυτήν πέντε ΚΑΝΟΝΙΚΕΣ
Στο τέλος της προς Φιλιππησίους επιστολής του, ο Παύλος στέλνει εν Χριστώ ασπασμούς και από τους εκ της Καισαρος οικίας. Φαίνεται απ’ αυτό ότι κατά την πρώτη διαμονή του στη Ρώμη, κατόρθωσε να φέρει στη χριστιανική πίστη και από το προσωπικό των ανακτόρων. Αυτή τη γνώμη έχει ο Λατίνος Ιερώνυμος, και το ρωμαϊκό μαρτυρολόγιο αναφέρει μάρτυρες και από το περιβάλλον των Καισάρων. Κάτι τέτοιο έγινε και επί αυτοκράτορας Τραϊανού (99-117 μ.Χ.). Ένας όμιλος πέντε Κανονικών, δηλαδή παρθένων αφιερωμένων στο Χριστό δια εκκλησιαστικής κούρας, μπόρεσαν να φέρουν στη χριστιανική πίστη και τη θυγατέρα του Τραϊανού, Δροσίδα. Και οι μεν Κανονικές πέθαναν με μαρτυρικό θάνατο, τη δε Δροσίδα, αφού έφυγε νύκτα από τα ανάκτορα, την έκρυψαν χριστιανοί, και ή ψυχή της πήγε στο Θεό, ενώ προσευχόταν, μετά οκτώ ήμερες.
ΟΙ ΑΓΙΕΣ ΚΑΛΛΙΝΙΚΗ (και κατ’ άλλους Καλλίνικος) και ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ
Ό Σ. ΕΥΣΤΡΑΤΙΑΔΗΣ στο ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ του επί λέξει, γράφει: ΟΙ έντυποι Συναξαρισταί και τα Μηναία και πολλοί των Κωδίκων κατά την 2αν (και 21ην) Μαρτίου σημειούσι* “τη αύτη ήμερα αϊ άγιοι μάρτυρες Καλλίνικη και Βασίλισσα ξίφει τελειοϋνται”, άνευ τινός σχετικού υπομνήματος άλλ’ οι Κώδικες της Πετρουπόλεως (200), του Όξονίου (Τ. III, 16), της Βιέννης (Theol.gr. 300) και ο της Λαύρας Ι 70 Καλλίνικον όνομάζουσι την Καλλινίκην: “τη αύτη ήμερα άθλησις των αγίων μαρτύρων Καλλινίκου και Βασιλίσσης”. ο δε της Λαύρας Ι 70 συνοδεύει (αυτός και μόνος) την μνήμην αυτών και δι’ υπομνήματος, το όποιον παραθέτω ως έχει: “Ούτοι δια την του Χριστού όμολογίαν παρέστησαν τω άρχοντι της πόλεως και τον Χριστόν Θεόν είναι ώμολόγησαν ο δε άρχων κολακευτικοΐς τισι ρήμασι τούτους μεταβαλεΐν από της αυτών πίστεως μετεχειρίζετο· ως ούν άνένδοτον αυτόν έώρα τόν άγιον Καλλίνικον, πρώτον ράβδοις τύψας και εν ξύλω μετεωρίσας έπεχείρει ξέειν αυτού τάς σάρκας· ή δε Βασίλισσα απελθούσα, του αίματος τάς ρανίδας άπολαβούσα κατησπάζετο’ ο δε άρχων και ταύτην κελεύσας συνδεθήναι μετά του αγίου Καλλινίκου μυρίοις ποιναΐς και βασάνοις αυτούς έκδέδωκεν είτα εν είρκτη κατακλείει αυτούς, ένθα έπιστάς θείος άγγελος τροφήν αύτοίς ούράνιον προσήνεγκε, οι και ηύφράνθησαν τα μέγιστα· τη [δε] έώθεν καθήσας ο άρχων εξήγαγε τους αγίους από της φυλακής και μη πεισθέντας προσελθείν τω αυτού θελήματι ξίφει τάς κεφάλας αυτών άπέτεμε και ούτως έπληρώθη αυτών ή μαρτυρία”.
Καλλινίκην τέμνουσι συν Βαοιλίσση τάς καλλινίκους και πόλου βασιλίδας.
[Προφανώς ο ποιήσας το δίστιχον είχεν ύπ’ όψιν την Καλλινίκην μάρτυρα ως και το δίστιχον άρχεται: Καλλινίκην τέμνουσι συν Βασιλίσση. Εν τω Βιενναίω Κωδ. (Theol.gr.300) ή μνήμη κατά την 21ην Μαρτίου].
Ο ΑΓΙΟΣ ΕΥΘΥΜΙΟΣ ο Πελοποννήσιος
Καταγόταν από πλούσια οικογένεια της Δημητσάνας και ονομαζόταν Ελευθέριος. Εκπαιδεύτηκε στη σχολή της πόλης του και συμπλήρωσε με τον αδελφό του Ιωάννη τίς σπουδές του στην Πατριαρχική Ακαδημία της Κωνσταντινούπολης, και έπειτα πήγαν μαζί στο Ιάσιο, όπου βρισκόταν ο πατέρας τους μαζί με τα μεγαλύτερα αδέλφια τους Γεώργιο και Χρήστο. Εκεί ο Ελευθέριος αποφάσισε να πάει στο Άγιο Όρος για να γίνει μοναχός, επειδή όμως δεν μπόρεσε λόγω ειδικών συνθηκών, πήγε στο Βουκουρέστι, όπου παρέμεινε κοντά σ’ έναν Γάλλο πρόξενο και κατόπιν κοντά σ’ έναν Ρώσο ανώτερο υπάλληλο. Αργότερα προσκολλήθηκε κοντά σε κάποιους Τούρκους και στο δρόμο για την Κων/πολη, εξισλαμίστηκε και ονομάστηκε Ρεσίτης. Αμέσως μετά την περιτομή, ο Ελευθέριος κατάλαβε το άνοσιούργημά του και ζητούσε την ευκαιρία να επανέλθει στην πατρώα πίστη. Στην Κων/πολη, ή Ρώσικη πρεσβεία τον διευκόλυνε να φύγει στο Άγιο Όρος, όπου συνάντησε τον Πατριάρχη Γρηγόριο τον Ε’ , στον όποιο και εξομολογήθηκε την αποστασία του. Με μετάνοια και μετά από πολλή νηστεία, αγρυπνία και προσευχή, εκάρη μοναχός με το όνομα Ευθύμιος. Αργότερα με τη συνοδεία του μοναχού Γρηγορίου, στις 19 Μαρτίου 1814, ήλθε στον Γαλατά της Κων/πολης. Αφού μετάλαβε, έβγαλε τη μοναχική ενδυμασία, έβαλε τούρκικη και με την ευχή του συνοδού του Γρηγορίου, βάδισε για το μαρτύριο. Αυτά έγιναν την Κυριακή των Βαΐων. Παρουσιάστηκε στον Βεζίρη Ρουσούτ πασά και αφού καταπάτησε μπροστά του το τούρκικο φέσι του, ομολόγησε ότι είναι Χριστιανός και ότι ή θρησκεία του Μωάμεθ είναι μια μεγάλη απάτη. Τότε βασανίστηκε φρικτά και κλείστηκε στη φυλακή. Δύο φορές ακόμα οδηγήθηκε μπροστά στον κριτή, μήπως και αλλάξει γνώμη, ο Ευθύμιος όμως στάθηκε σταθερός και αμετακίνητος στην πίστη του. Τότε στις 22 Μαρτίου 1814 τον αποκεφάλισαν. 01 συμπατριώτες του, για να τον τιμήσουν, έκαναν ναό στο όνομα του μαζί με αυτό του εθνομάρτυρα Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε’ στη Δημητσάνα.