Γράφει ο Γιώργος Λακόπουλος από το ieidiseis.gr
Tι στην ευχή κάνει ο καθηγητής Νίκος Αλιβιζάτος – που αποδέχθηκε την τοποθέτηση του από τον Χρυσοχοΐδη, σ αυτή την Επιτροπή -της οποίας θα διαμόρφωνε και πλαίσιο λειτουργίας.
Κουίζ: Τι καταλαβαίνει κάποιος ότι κάνει ένας διακεκριμένος Πανεπιστημιακός που τοποθετείται επικεφαλής μιας Επιτροπής που παρακολουθεί τα περιστατικά αστυνομικής βίας;
Πανεύκολο: Ελέγχει αν οι αστυνομικοί εκτρέπονται , για να τους παραπέμψει αρμοδίως προς τιμωρία. Πάντως δεν τους συγκαλύπτει.
Ξέρει κανείς να έχει τιμωρηθεί κάποιος από τον Νοέμβριο του 2019 που ανέλαβε αυτό το έργο μέχρι σήμερα , παρ ότι μόνο έλλειψη αστυνομικής βίας δεν είχαμε;
Κανείς. Τότε τι στην ευχή κάνει ο καθηγητής Νίκος Αλιβιζάτος – που αποδέχθηκε την τοποθέτηση του από τον Χρυσοχοΐδη, σ αυτή την Επιτροπή -της οποίας θα διαμόρφωνε και πλαίσιο λειτουργίας, ως πρωτος επικεφαλής;
Την απορία διαδέχτηκαν οι εκπλήξεις. Η πρώτη είναι ότι η συγκεκριμένη Επιτροπή δεν αδρανεί. Όπως μας πληροφόρησε πρωτοσέλιδο δημοσίευμα των «Νέων» ασχολήθηκε με την αστυνομική βία και κατέληξε ότι «φταίει η ατιμωρησία».
Το συμπέρασμα είναι τόσο πρωτότυπο, όσο κοπιώδης είναι η ανακάλυψη της πυρίτιδας. Και τόσο αξιοθαύμαστο, όσο η προσκόμιση γλαύκας στην Αθήνα.
Η δεύτερη έκπληξη είναι ότι αυτή η ωραία έρευνα είναι σχετικά παλιά: προ δεκάμηνου. Και επιπλέον εξέτασε το φαινόμενο σε βάθος … 20ετίας.
Εδώ κάτι δεν κολλάει. Υποτίθεται ότι ο σεβαστός καθηγητής ανέλαβε από τον Χρυσοχοΐδη να επιτηρεί την αστυνομία επί Χρυσοχοΐδη. Όχι επί των προκατόχων του- από την εποχή του Μπαϊρακτάρη.
Η μεθόδευση βγάζει μάτι. Η αναδρομή δυο δεκαετίες πίσω φτιάχνει ωραίο χυλό, στον οποιο οι ευθύνες Χρυσοχοΐδη χάνονται και σε κάθε περίπτωση εξισορροπούνται.
«Πάντα έτσι ήταν» μας οδηγει να συμπεράνουμε η περισπούδαστη-και ξεχασμένη ως τώρα -έρευνα της Επιτροπής.
Εδώ έρχεται η τρίτη έκπληξη και μας αποτελειώνει. Ο καθηγητής Αλιβιζάτος- ενοχληθείς από τις επικρίσεις ότι σιωπά για το αστυνομικό όργιο στη Νέα Σμύρνη- μας πληροφορεί ότι η Επιτροπή…δεν υφίσταται. Για την ακρίβεια: «έχει παύσει από έτους και πλέον να υπάρχει».
Γιατί σύντροφε; Διότι «μετά το γνωστό περιστατικό στο Κουκάκι (υπόθεση Ινδαρέ) δεν υπήρξε κανένα ενδιαφέρον από πλευράς των αρμόδιων κρατικών αρχών να συνεχίσει το έργο της».
Μετάφραση: Tον όρισαν και μετά τον έγραψαν κανονικά.
Συμβαίνουν και στις καλύτερες κυβερνήσεις. Αλλά γιατι ο ιδιος – ως άμεσα εμπλεκόμενος, αλλα και θιγόμενος – μας το έκρυβε; Γιατι άφηνε να πιστεύουν όλοι ότι υπάρχει ανοχή του σε μια κακόφημη υπόθεση, όπως είναι η συγκάλυψη της αστυνομικής βίας;
Να το προχωρήσουμε; Πως μπόρεσε μετά από αυτά να γράψει μόλις την περασμένη Κυριακή – στην «Καθημερινή» – ότι «οι μομφές που διατυπώνονται εις βάρος της ΝΔ για “αστυνομοκρατία” είναι αστειότητες»;
Με ποια εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση αποφάνθηκε ότι η υπόθεση Κουφοντίνα δεν είναι νομική αλλα πολιτική – και βαρύνει τον ΣΥΡΙΖΑ;
Πως σκέφτηκε να ξαναγράψει τη Νομική επιστήμη αποφαινόμενος ότι ένας νόμος δεν ισχύει αν υπήρξε «απρόσεκτη διατύπωση του»;
Η ότι επειδή «κάτι ξέφυγε» από τον νομοθέτη δεν υπάρχει παραβίαση δικαιώματος- ενός ισοβίτη; Και ότι για όλα βρε αδερφέ ευθύνεται η «επιπολαιότητα μιας γενικής γραμματέως».
Στα 72 του ο προβεβλημένος, ομότιμος σήμερα, ακαδημαϊκός, πέτυχε τα περισσότερα από όσα μπορεί ένας ομότεχνός του να επιδιώξει. Εχει λαμπρό βιογραφικό, με προσωπικές και οικογενειακές δάφνες.
Τι τον ώθησε να αναλάβει ένα έργο, που με την εμπειρία του γνωρίζει ότι δεν θα ολοκληρώσει;
Εν πάση περιπτώσει : αφού ούτε ήξερε ούτε ρώτησε , γιατί δεν καταγγέλλει τον εμπαιγμό του, αλλά παραμένει στη διάθεση του …Πρωθυπουργού -και εκδίδει αμφίσημες ανακοινώσεις για να «διευκρινίσει»;
Τι να διευκρινίσει; Ολοι ξέρουν τι παθαίνει όποιος ανακατεύεται με τα πίτουρα