Τα κυριότερα σημεία της ομιλίας του Προκόπη Παυλόπουλου στην διαδικτυακή εκδήλωση του «Κέντρου Μελετών Πολιτικής για το Φύλο και την Ισότητα» του «Ευρωπαϊκού Οργανισμού Δημοσίου Δικαίου («EPLO») με θέμα: Ο σεβασμός της Διαφορετικότητας ως προϋπόθεση του έμπρακτου σεβασμού της αρχής της Ισότητας των Φύλων.
Πρόλογος
Έχω, κατά καιρούς, επανειλημμένως τονίσει ότι η Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας αποτελεί ανέσπερη αφετηρία διαρκούς συνειδητοποίησης του χρέους καθενός απέναντι στην Γυναίκα. Ενός χρέους, του οποίου ο πυρήνας συνίσταται στην υπεράσπιση της αξίας και της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας της Γυναίκας, υπό όρους αναλογικής ισότητας και, κυρίως, υπό όρους ισότητας ευκαιριών και ισότητας στην αφετηρία.
Α. Η εκπλήρωση του ως άνω χρέους αποβαίνει, αυτονοήτως, όχι μόνον υπέρ της Γυναίκας αλλά και υπέρ αυτού τούτου του Κοινωνικού Συνόλου. Και τούτο διότι η Γυναίκα αποτελεί αναντικατάστατο και εμβληματικό ανθρώπινο κεφάλαιο, του οποίου η αξιοποίηση είναι conditio sine qua non για να πορευθεί κάθε Κοινωνικό Σύνολο στον δρόμο της δημιουργίας και της προόδου. Κατά συνέπεια, αυτό το χρέος προϋποθέτει, επίσης αυτονοήτως, και συνειδητοποίηση της ανάγκης πλήρους και έμπρακτου σεβασμού της αρχής της Ισότητας των Φύλων. Δυστυχώς, βρισκόμαστε ακόμη πολύ μακριά -όχι μόνο στην Χώρα μας αλλά και πέραν αυτής, στο πεδίο της Διεθνούς Κοινότητας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης ακόμη- από την επίτευξη αυτού του καθοριστικής, κοινωνικώς και πολιτικώς, σημασίας στόχου.
Β. Επειδή θα λεχθούν πολλά, και από έγκριτους ομιλητές, κατά την εκδήλωση αυτή για την έννοια και τον τρόπο της αποτελεσματικής εφαρμογής της αρχής της Ισότητας των Φύλων -άρα για την υπεράσπιση της Γυναίκας και σε θεσμικό επίπεδο- επιτρέψατέ μου να επικεντρώσω την παρέμβασή του στην ανάδειξη της ακόλουθης αλήθειας: Είναι, όπως πιστεύω, εξαιρετικά δύσκολο να κατανοήσουμε την έννοια της Ισότητας των Φύλων, στο σύνολό της, αν προηγουμένως δεν κατανοήσουμε την τεράστια σημασία του σεβασμού της Διαφορετικότητας, εν γένει, ως κορυφαίου προτάγματος της Δημοκρατίας μας και του Πολιτισμού μας.
1. Η ουσία της Διαφορετικότητας.
Αν ρίξουμε μια ματιά στον Κόσμο που μας περιβάλλει -με ό,τι ο Κόσμος αυτός περικλείει- εύκολα θ’ αντιληφθούμε ότι η Διαφορετικότητα είναι μια οιονεί «φυσική» κατάσταση.
Α. Σε αυτό τον Κόσμο τίποτα δεν είναι ίδιο. Και για να κάνω ένα βήμα πιο πέρα: Στο Σύμπαν -όσο μέρος του γνωρίζουμε- τίποτα δεν είναι ίδιο. Αναπόφευκτα δε και στον μικρό μας Πλανήτη, την Γη μας, επίσης τίποτα δεν είναι ίδιο. Δεν απέχει -καθόλου μάλιστα- από την πραγματικότητα η διαπίστωση ότι η Φύση αποστρέφεται την απόλυτη ομοιότητα και, ακόμη περισσότερο, την ισοπεδωτική ισότητα. Τούτο οφείλεται στο ότι το Σύμπαν, η Φύση, βρίσκονται, από την ίδια τους την υπόσταση, σε μια κατάσταση διαρκούς δημιουργίας και εξέλιξης, γεγονός που ουδόλως συμβιβάζεται με την αναπόφευκτη ακινησία της απόλυτης ομοιότητας και της ισοπεδωτικής ισότητας. Στο Σύμπαν και στην Φύση λοιπόν δεν νοείται «θάλασσα δικαιοτάτη», δηλαδή θάλασσα «ακίνητη», για να θυμηθούμε τον Πλούταρχο («Βίοι Παράλληλοι», 4, ρήση που αποδίδεται στον Σόλωνα).
Β. Ως μέρος του Κόσμου και της Φύσης -και δη στο επίκεντρό του- ο Άνθρωπος, υπό τα δεδομένα αυτά, είναι και μέρος της ως άνω Διαφορετικότητας. Με άλλες λέξεις ο κάθε Άνθρωπος, «εκ καταγωγής», είναι διαφορετικός. Συνακόλουθα, ο πραγματικός σεβασμός του Ανθρώπου από τους Συνανθρώπους του προϋποθέτει, πρωτίστως, τον σεβασμό της Διαφορετικότητάς του. Μόνον έτσι αυτός ο σεβασμός φθάνει στην ουσία του, ήτοι στον πραγματικό σεβασμό της αξίας του Ανθρώπου και, επέκεινα, στον πραγματικό σεβασμό της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητάς του. Επέκεινα, ο κατά τ’ ανωτέρω σεβασμός του Ανθρώπου συνεπάγεται και την αποφυγή των κάθε είδους αυθαίρετων διακρίσεων λόγω διαφορετικότητας. Αυτή την θέση καθιερώνουν, με «πανηγυρικό» μάλιστα τρόπο, και οι διατάξεις του άρθρου 14 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, σύμφωνα με τις οποίες: «Η χρήσις των αναγνωριζομένων εν τη παρούση Συμβάσει δικαιωμάτων και ελευθεριών δέον να εξασφαλισθή ασχέτως διακρίσεως φύλου, φυλής, χρώματος, γλώσσης, θρησκείας, πολιτικών ή άλλων πεποιθήσεων, εθνικής ή κοινωνικής προελεύσεως, συμμετοχής εις εθνικήν μειονότητα, περιουσίας, γεννήσεως ή άλλης καταστάσεως».
1. Ανθρωπισμός και Διαφορετικότητα.
Μέσω αυτής της διανοητικής οδού μπορούμε να κατανοήσουμε και την πιο «κρίσιμη» πτυχή και πλευρά της Διαφορετικότητας του Ανθρώπου και της ανάγκης πραγματικού και ειλικρινούς σεβασμού της από τον Συνάνθρωπο. Κατ’ αποτέλεσμα, ως ύψιστο δείγμα στοιχειώδους Ανθρωπισμού, ένας τέτοιος σεβασμός της Διαφορετικότητας ισοδυναμεί με τον σεβασμό της Δημοκρατίας μας και του Πολιτισμού μας. Πρέπει δε, στο σημείο αυτό, να τονισθεί, με ιδιαίτερη έμφαση, ότι στο πλαίσιο της Ελληνικής Έννομης Τάξης το συμπέρασμα τούτο απορρέει, και μάλιστα αυτοθρόως, αφενός από την θεμελιώδη γενική ρήτρα της προστασίας της αξίας του Ανθρώπου, κατά τις διατάξεις του άρθρου 2 παρ. 1 του Συντάγματος, η οποία έχει την θεσμική της θέση στο πεδίο του συνταγματικού καθορισμού της μορφής του Πολιτεύματος. Και, αφετέρου, από την επίσης θεμελιώδη γενική ρήτρα περί ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας, κατά τις διατάξεις του άρθρου 5 παρ. 1 του Συντάγματος.
Α. Υπό τα δεδομένα αυτά, και πριν απ’ όλα, σε θεσμικό και αξιακό γενικότερα επίπεδο ο σεβασμός της Διαφορετικότητας του Ανθρώπου είναι πρόταγμα της Δημοκρατίας μας. Τούτο προκύπτει εκ του ότι, στο πλαίσιο της Δημοκρατίας που πρέπει να διέπει την οργάνωση του Κράτους κατά τα δεδομένα αυτού τούτου του κοινού μας Δυτικού και Ευρωπαϊκού Πολιτισμού, συγκεκριμένα δε στο πλαίσιο της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας, ο σεβασμός της Διαφορετικότητας του Ανθρώπου είναι θεμελιώδης θεσμικός κανόνας που απορρέει από την, σύμφυτη με την Αντιπροσωπευτική Δημοκρατία, Αρχή της Ισότητας και, κατά συνέπεια, την γενική ρήτρα της Δικαιοσύνης. Ειδικότερα:
1. Η Αντιπροσωπευτική Δημοκρατία θεμελιώνεται, μεταξύ άλλων, πάνω στην Αρχή της Ισότητας, η οποία συνιστά, εν τέλει, «κοιτίδα» και «λίκνο» όλων των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, τόσον ως προς την καταγωγή τους όσο και ως προς την in concreto άσκησή τους. Αυτό οφείλεται, κατά μεγάλο μέρος, στο ότι, σύμφωνα με τα δεδομένα της Αντιπροσωπευτικής Δημοκρατίας, υπάρχει ευθεία σύνδεση της Αρχής της Ισότητας με τις προαναφερόμενες, συνταγματικώς κατοχυρωμένες, γενικές ρήτρες του σεβασμού της αξίας του Ανθρώπου και της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητάς του, αφού μόνον υπό όρους ουσιαστικής ισότητας είναι νοητός ένας τέτοιος σεβασμός κατά τον προορισμό του.
2. Όμως αυτή η Αρχή της Ισότητας, για να πραγματώσει το περιεχόμενό της κατά την εφαρμογή της, νοείται μόνον υπό όρους αναλογικότητας. Μιας ισότητας -για ν’ αναχθούμε στις πηγές των «Ηθικών Νικομαχείων» του Αριστοτέλους- η οποία αφενός σημαίνει ίση μεταχείριση ουσιωδώς όμοιων καταστάσεων αλλά και άνιση μεταχείριση ουσιωδώς ανόμοιων καταστάσεων. Και, αφετέρου, συνιστά αντηρίδα της έννοιας της Δικαιοσύνης, ως «διανεμητικής Δικαιοσύνης» («Justitia Distributiva»). Η ως άνω αναλογική προϋπόθεση ως προς την ουσία της Αρχής της Ισότητας είναι απολύτως αυτονόητη, αν κατανοήσουμε ότι σ’ ευθεία παραβίασή της οδηγούν, εξ ίσου, από την μια πλευρά η άνιση μεταχείριση ουσιωδώς όμοιων καταστάσεων αλλά και η ίση μεταχείριση ουσιωδώς ανόμοιων καταστάσεων. Τούτο σημαίνει, περαιτέρω, ότι η Αρχή της Ισότητας γίνεται πράξη, κατά το κανονιστικό της περιεχόμενο, μόνον όταν κατοχυρώνονται, ταυτοχρόνως, η ισότητα στην αφετηρία και, συνακόλουθα, η ισότητα ευκαιριών.
3. Λογική συνέχεια των προαναφερόμενων συλλογισμών ως προς την Αρχή της Ισότητας είναι, λοιπόν, και το ότι εφόσον, όπως προεκτέθηκε, κάθε Άνθρωπος αντιπροσωπεύει την δική του «φυσική» Διαφορετικότητα, η σύζευξη της Δημοκρατικής Αρχής και της Αρχής της Ισότητας, υπό αναλογικούς όρους, επιβάλλει, ως θεμελιώδες πρόταγμα, τον πλήρη σεβασμό αυτής της Διαφορετικότητας. Συμπερασματικώς, η Πολιτεία και η Κοινωνία που δεν σέβονται, στο ακέραιο, την Διαφορετικότητα του Ανθρώπου δεν μπορούν, καθ’ οιονδήποτε τρόπο, να θεωρηθούν ως δημοκρατικώς οργανωμένες. Άρα, η ισοπεδωτική αντιμετώπιση του Ανθρώπου από μια Πολιτεία και μια Κοινωνία που θέλει να λέγεται «δημοκρατική» είναι, κατά βάθος, ένα τυπικό είδος «contradictio in adjecto».
Β. Οι σκέψεις που προεκτέθηκαν εξηγούν ευχερώς γιατί, επιπλέον, ο σεβασμός της Διαφορετικότητας του Ανθρώπου είναι βασικό αξιακό πρόταγμα αυτού τούτου του Πολιτισμού μας.
1. Ο Πολιτισμός μας, ο Δυτικός και ο Ευρωπαϊκός Πολιτισμός, στηριγμένος πάνω στους τρεις πυλώνες του Αρχαίου Ελληνικού Πνεύματος, της θεσμικής κληρονομιάς της Αρχαίας Ρώμης και των πνευματικών αποσταγμάτων της Χριστιανικής Διδασκαλίας, είναι ο Πολιτισμός του Ανθρωπισμού. Με την έννοια ότι στο επίκεντρό του, κατά τον εκ καταγωγής προορισμό του, βρίσκεται ο Άνθρωπος. Ακόμη πιο πέρα, αυτός ο Πολιτισμός μας υπηρετεί την αποστολή του μόνον όταν κάνει πράξη, και μάλιστα σε καθημερινή βάση, τον πλήρη σεβασμό της αξίας του Ανθρώπου και της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητάς του.
2. Όπως ήδη εξηγήθηκε, ένας τέτοιος σεβασμός προϋποθέτει, ανυπερθέτως, και τον πλήρη σεβασμό της Διαφορετικότητας του Ανθρώπου. Και, e contrario, ο σύμφυτος με τον Πολιτισμό μας Ανθρωπισμός ουδόλως συμβιβάζεται, κατ’ ουδένα τρόπο, με την ισοπεδωτική αντιμετώπιση του Ανθρώπου, δηλαδή την αντιμετώπιση που «συντρίβει» την Αρχή της Ισότητας και την εμβληματική ρήτρα της Δικαιοσύνης. Για να επανέλθω στον τρίτο πυλώνα του Πολιτισμού μας, την Χριστιανική Διδασκαλία, αυτό το συμπέρασμα σηματοδοτεί κατά βάθος η ρήση που, ξεκινώντας από την Παλαιά Διαθήκη, κατοχυρώθηκε ως προμετωπίδα και στην Καινή Διαθήκη: «Δικαιοσύνην μάθετε οι ενοικούντες επί της Γης».
Επίλογος
Κατά την δεύτερη αναθεώρηση του Συντάγματος, το 2001, προστέθηκε, στις μεταβατικές του διατάξεις, συγκεκριμένα δε στο άρθρο 116, και η παρ.2, σύμφωνα με την οποία: «Δεν αποτελεί διάκριση λόγω φύλου η λήψη θετικών μέτρων για την προώθηση της ισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών. Το Κράτος μεριμνά για την άρση των ανισοτήτων που υφίστανται στην πράξη, ιδίως σε βάρος των γυναικών».
Α. Δίχως αμφιβολία, πρόκειται για ιδιαίτερα προοδευτικές διατάξεις, οι οποίες επιχειρούν να βάλουν τέλος στις υφιστάμενες ανισότητες μεταξύ ανδρών και γυναικών, κάνοντας οριστικά πράξη την Ισότητα των Φύλων. Πλην όμως. και μόνο το γεγονός ότι ο τότε Αναθεωρητικός Νομοθέτης αισθάνθηκε την ανάγκη να υιοθετήσει τις προαναφερόμενες ρυθμίσεις αποδεικνύει πως είμαστε, ακόμη, μακριά από την πλήρη εμπέδωση μιας βασικής πτυχής της Αρχής της Ισότητας, υπό την αναλογική της έννοια, όπως προεκτέθηκε. Πέραν δε τούτου πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η ως άνω εμπέδωση της Ισότητας των Φύλων δεν είναι μόνο ζήτημα Νομοθέτη, υπό την ευρεία του όρου έννοια. Είναι θέμα επικράτησης μιας αντίστοιχης γενικότερης νοοτροπίας, η οποία εκτείνεται από τα όργανα της Εκτελεστικής και της Δικαστικής Εξουσίας ως το κάθε μέλος του κοινωνικού συνόλου.
Β. Έτσι εξηγείται και το γιατί, σε τελική ανάλυση, ο γενικευμένος σεβασμός της Ισότητας των Φύλων προϋποθέτει την ειλικρινή κατανόηση της σημασίας της Διαφορετικότητας, ως ευρύτερης έννοιας που αφορά τον σεβασμό της αξίας του Ανθρώπου και την προστασία της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητάς του. Μιας έννοιας η οποία, υπό τα δεδομένα αυτά, συνδέεται αρρήκτως με τον εν γένει Ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα της Δημοκρατίας μας και του Πολιτισμού μας. Συμπερασματικώς, και πάντοτε σύμφωνα με την προαναφερόμενη σειρά συλλογισμών, η πλήρης εφαρμογή της Ισότητας των Φύλων στην πράξη, ως επιμέρους απόδειξη πλήρους εφαρμογής στην πράξη του σεβασμού της Διαφορετικότητας, αναδεικνύεται σε καίριο πρόταγμα της Δημοκρατίας μας και του Πολιτισμού μας.