Βασίλης Δημ. Χασιώτης
Δεν αμφισβητώ την αγωνία των Αρχών και των επιστημόνων που τους συμβουλεύουν σε ζητήματα δημόσιας υγείας για την καλή τους πρόθεση μα και για την αγωνία τους να πετύχουν το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα. Παρόλα αυτά, οι πολίτες διατηρούν το αναφαίρετο δικαίωμά τους να κρίνουν τη λογική μα και την αποτελεσματικότητα των όποιων προτείνονται και εξ αυτών όσα υιοθετούνται τη κάθε φορά.
Έτσι, μ’ αυτές τις προλογικές διευκρινήσεις, και έχοντας ακούσει τα νέα μέτρα που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός, που περιλαμβάνουν ανάμεσα σε άλλα και το μερικό lockdown στις ζώνες υψηλού κινδύνου, που αφορά ορισμένους κλάδους του τομέα των υπηρεσιών (γυμναστήρια, θέατρα, κλαμπ, εστιατόρια, καφέ κ.λπ.), θα ήθελα να καταθέσω κάποιες σκέψεις αναφορικά με την αναγκαιότητα αυτού του μερικού lockdown, εστιάζοντας στην εστίαση, ενώ, οι ίδιες σκέψεις θα αφορούν mutandis mutatis και τους λοιπούς κλάδους στους οποίους μπορούν να έχουν εφαρμογή.
Το πρώτο ερώτημα που μου γεννήθηκε είναι τούτο : το lockdown στην εστίαση, είναι προϊόν επιστημονικής απόδειξης ή ισχυρής ένδειξης ότι ο κλάδος αυτός αποτελεί χώρο υπερμετάδοσης του κορωναιού η απλή εικασία;
Βεβαίως το ότι η εστίαση είναι κι αυτή χώρος πιθανής μετάδοσης, όπως η απλή υπαίθρια συνάθροιση στις πλατείες 5, 6, 9 φίλων, όπως η απλή συνεύρεση εργαζόμενων σε χώρους δουλειάς, όπως η πολύωρη συνεύρεση μαθητών, καθηγητών και δασκάλων στα σχολεία, όπως η καθημερινή πολύωρη συνεύρεση γιατρών, νοσηλευτών και νοσηλευόμενων στα νοσοκομεία, και όπως το ημερήσιο πάστωμα επιβατών στα μέσα μαζικής μεταφοράς, αυτό, δεν συζητείται.
Συζητείται όμως, το γιατί να κλείσει η εστίαση αν αποτελεί απλώς, κατά τα ανωτέρω, απλή πιθανή εστία μετάδοσης του ιού, όπως τόσες άλλες που δεν έχουν τεθεί σε lockdown;
Έτσι, αυτό που μένει ως η μόνη αιτιολόγηση του ληφθέντος μέτρου, είναι τούτη : ότι με βάση τα βεβαιωμένα κρούσματα και τις ιχνηλατήσεις τους, προέκυψε ισχυρή θετική συσχέτιση κρουσμάτων και χώρων εστίασης, αλλά και των λοιπών κλάδων επιχειρηματικής δραστηριότητας που τέθηκαν σε καθεστώς lockdown.
Όμως, ισχύει αυτό;
Προσωπικά, μια τέτοια επιστημονική αιτιολόγηση την αγνοώ. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει : απλώς λέω ότι την αγνοώ και ότι θα ήμουν εξαιρετικά υπόχρεως αν κάποιος μου την επεσήμαινε. Με αυτό το τελευταίο δεν εννοώ να μου επισημάνει (αυτός ο «κάποιος») ό,τι γνωρίζω, όπως π.χ., τις εικόνες δεκάδων ή εκατοντάδων νεαρών που διασκέδαζαν χωρίς καμία στοιχειώδη προφύλαξη σε διάφορα κέντρα διασκέδασης, διότι αυτές οι εικόνες κάποιων λίγων καταστημάτων (πόσα ήταν, 10, 50, 100, 200;) ΔΕΝ μπορεί να ακυρώνουν την εικόνα δεκάδων χιλιάδων ευσυνείδητων επαγγελματιών του κλάδου (αλλά και των υπόλοιπων που τεθήκαν σε lockdown).
Αν, οι κλάδοι που τέθηκαν σε lockdown ΔΕΝ αποδεικνύεται ότι αποτελούν χώρους υπερμετάδοσης του κορωναϊού, τότε εγείρεται ένα μείζον ζήτημα, για το ποια κριτήρια επικράτησαν στη λήψη της σχετικής απόφασης και, εφόσον όντως η άνω επιστημονική θεμελίωση δεν υπάρχει, τότε, δεν έχουμε ένα μέτρο που θεμελιώνεται πάνω σε μια επιστημονική βάση μα μια απλή θεωρία κάποιων επιστημόνων.
Μάλιστα, και με αυτό κλείνω το παρόν άρθρο μου, δεν μπορώ να μην επισημάνω το κατ’ εμέ αυτονόητο, πως οι χώροι εστίασης ΠΟΥ ΤΗΡΟΥΝ ΤΑ ΜΕΤΡΑ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ, και που αποτελούν, νομίζω, τη πλειοψηφία, αποτελούν ταυτόχρονα εστίες ανάσχεσης του ιού και όχι το αντίθετο. Και τούτο διότι, ως χώροι ελεγχόμενοι ως προς την εφαρμογή των μέτρων προφύλαξης, απορροφούν μεγάλο μέρος του αριθμού των πολιτών που βγαίνουν έξω για ένα καφέ ή φαγητό ή ψώνια, πράγμα που τώρα δεν θα συμβεί, με αποτέλεσμα αυτός ο ίδιος αριθμός πλέον να συνωστίζεται μάλλον ανέλεγκτα σε πλατείες και πεζόδρομους είτε περπατώντας κάνοντας τον περίπατο ή την άθλησή τους, είτε καθήμενοι στα παγκάκια, ενώ ακριβώς στον ίδιο χώρο θα υπάρχουν κλιεστά καφέ στις οποίες θα μπορούσαν να καθίσουν με ασφάλεια, ενώ ταυτόχρονα δεν θα είχε πάψει να χτυπά και η καρδιά της οικονομίας του κλάδου.
Επαναλαμβάνω : είναι σημαντικό ο κόσμος, και πάντως ο κόσμος των κλάδων στους οποίους επιβλήθηκε το τοπικό lockdown, να γνωρίζει ποια ακριβώς στοιχεία (και όχι απλές σκέψεις) βάρυναν τόσο πολύ ώστε να χαρακτηρισθούν οι κλάδοι αυτοί ως πηγές υπερμετάδοσης του ιού.