Ομιλία του προϊσταμένου του Δημοτικού Σχολείου Αλίκων Μάνης, Νικόλαου Π. Αντωνόπουλου, για τη διπλή εορτή του Ευαγγελισμού & Εθνικής Παλιγγενεσίας (Άλικα, 25 Μαρτ. 2012)
«Μάχου υπέρ Πίστεως και Πατρίδος»
( Ιερολοχίτες)
«Χαίρε Κεχαριτωμένη», ήταν η προσφώνηση του Αρχαγγέλου Γαβριήλ προς την Παρθένο Μαρία. Της ανήγγειλε ότι θα γεννήσει τον Σωτήρα Χριστό. Αυτό το μήνυμα κληθήκαμε να εορτάσουμε σήμερα στο γραφικό εκκλησάκι του 16ου αιώνος, των Αλίκων, αλλά και εδώ στον προαύλιο χώρο του σχολείου μας την Επανάσταση του 1821. Με το πρώτο γεγονός, ο άνθρωπος απέκτησε ελπίδα αιώνιας σωτηρίας, και με το δεύτερο οι Έλληνες απέκτησαν ελπίδα ελευθερίας.
Ήρωες πραγματικοί είναι εκείνοι, οι οποίοι όταν τους καλεί η ιστορία δεν λέγουν «ναι σε
όλα», αλλά διατρανώνουν τα μεγάλα «όχι». Καλούμαστε να τιμήσουμε μα και να μιμηθούμε ψυχές Ελλήνων, στις οποίες μέσα ήταν χαραγμένο εκείνο του Σωκράτους: «Μητρός τε και πατρός, και των άλλων προγόνων απάντων τιμιώτερον εστίν η πατρίς». Δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια πολλοί από τους άρχοντές μας το παραπάνω λόγιο το έχουν διαστρέψει λέγοντας: «Πατρίδος τε και των άλλων τινών, τιμιώτερον εστίν το εμόν συμφέρον».
Δώστε μου, όμως, σας παρακαλώ σφύρα και καλέμι για να σμιλέψω σ’ ένα κομμάτι άψυχο μάρμαρο ηρώον, και να το υψώσω εμπρός σας εις ένδειξη ανεκφράστου ευγνωμοσύνης προς τους ήρωες του 1821. Ευρισκόμενος σε μικρή απόσταση από το ακρωτήρι του Ταινάρου, υπό την σκιά του Ταϋγέτου, και δεχόμενος την αύρα του Λακωνικού πελάγους, ενθυμούμαι αυτή την στιγμή τους Μανιάτες ήρωες, οι οποίοι επαναστάτησαν σηκώνοντας σημαία εθνεγερσίας. Ένα άσπρο πανί, δείγμα του έντιμου του αγώνος, με έναν κυανό σταυρό στο κέντρο, ένδειξη πίστης στον Σωτήρα Χριστό. Ανέγραψαν δε επάνω του το σύνθημα «Νίκη ή Θάνατος» και το «Ἤ Τάν, Ἤ Ἐπί Τᾶς».
Ω της θυσίας σύμβολα! Γνήσιοι απόγονοι των Αρχαίων Σπαρτιατών άλλωστε. Όταν η μάνα η Σπαρτιάτισσα ξεκρέμαγε την ασπίδα και την έδιδε στο παιδί της να πάει να πολεμήσει, χωρίς δάκρυα, δίχως αναστεναγμούς, του έλεγε το περιλάλητο «Ἤ Τάν, Ἤ Ἐπί Τᾶς»∙ δηλ. ή με αυτήν (την ασπίδα) θα έρθεις νικητής, ή επ’ αυτής (της ασπίδας) θα σε φέρουν ένδοξο νεκρό. Περιθώριο δειλίας, οπισθοχώρησης, συμβιβασμού, η μάνα δεν έδιδε κανένα.
Την πανευφρόσυνο και αγία αυτή ημέρα, θα μου επιτρέψετε να ζωγραφίσω και να φιλοτεχνήσω την προσωπογραφία ενός μεγάλου μάρτυρος της θηριωδίας των Τούρκων. Κι εάν με ρωτήσετε «κυρ-δάσκαλε τι χρώματα θα χρησιμοποιήσεις;», θα σας απαντήσω πως θα ήθελα να χρησιμοποιήσω το κόκκινο για να αποδώσω το τέλος του, και το χρυσό για να αποδώσω το πριν και το τώρα της αγίας μορφής του.
Ο λόγος για τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, Γρηγόριο τον Ε΄. Μια φυσιογνωμία κατασυκοφαντημένη από τους ψευτοκουλτουριάρηδες, των οποίων τα έργα πληρώνουμε σήμερα. Ήταν 10 του Απρίλη του 1821, ημέρα του Πάσχα, κι ο γηραιός Πατριάρχης, ενδεδυμένος άπασα την αρχιερατική στολή, εσύρθη, εβασανίσθη, ελοιδορίθη και στο τέλος εκρεμάσθη υπό των Αγαρηνών Τούρκων στη μεσαία πύλη του Πατριαρχείου.
Κι έρχονται, μετά από το μαρτυρικό αυτό τέλος, πάνω από το λείψανο του Πατριάρχου, κοράκια που κακαρίζουν ανήκουστα και ανυπόστατα γι’ αυτήν την ηρωική μορφή. Λέγουν ότι ήταν προδότης, όργανο της Υψηλής Πύλης, αφού δήθεν αφόρισε τον Δημήτριο Υψηλάντη. Άραγε εάν βρισκόμασταν στη θέση του Γρηγορίου κι ο Σουλτάνος Μαχμούτ μας απειλούσε με το εξής: ή αφορίζουμε μια ψυχή ή σφάζω χιλιάδες ψυχές Ρωμιών, εμείς τι θα πράτταμε;
Άλλωστε ο ίδιος ο ιστορικός και γραμματέας του Υψηλάντου, Ιωάννης Φιλήμονας, μας πληροφορεί πως ο Υψηλάντης έγραφε στον Κολοκοτρώνη τα κάτωθι: «Ο μεν Πατριάρχης βιαζόμενος παρά της Πύλης, σας αποστέλλει αφοριστικά και εξάρχους, παρακινώντας σας να ενωθήτε με την Πύλη. Εσείς όμως να θεωρήτε ταύτα ως άκυρα, καθότι γίνονται με βίαν και δυναστείαν και άνευ θελήσεως του Πατριάρχου». (Ιωάνν. Φιλημων, Δοκ. Ιστορ. περί της Ελλην. Επαν. τομ. Α΄, σελ. 310). Όμως όλα τα παραπάνω επιχειρήματα είναι φαμφάρες, εάν σκεφτεί κανείς το τέλος του ιεράρχου. Άραγε πιο αποστομωτική απάντηση από την ίδια την εικόνα της κρεμάλας υπάρχει;
Είναι γεγονός, αγαπητοί φίλοι, ότι οι αναλογίες αντεστράφησαν. Κατά την διάρκεια της Τουρκοκρατίας είχαμε πολλούς ήρωες —σήμερα έχουμε πολλούς προδότες.
Άραγε τι θα έλεγαν ο Κανάρης κι ο Μιαούλης, που έδωσαν μάχες με τα πυρπολικά τους στα νερά του Αιγαίου, αν άκουγαν τον Έλληνα Πρωθυπουργό να συζητά με τον Τούρκο ομόλογό του την συνεκμετάλλευση στο Αιγαίο; Τι θα έλεγαν η Λασκαρίνα Μπουμπουλίνα, αρχόντισσα των Ψαρών, και η Μαντώ του Μαυρογένους κυρά της Μυκόνου, οι οποίες έδωσαν όλα τα πλούτη τους στον αγώνα, εάν έβλεπαν όλους εκείνους οι οποίοι διασπάθισαν το δημόσιο χρήμα και οδήγησαν τον Ελληνικό λαό στην πείνα και την εξαθλίωση; Τι θα έλεγε ο Λόρδος Βύρωνας, ο οποίος πριν κλείσει τα μάτια του στην Ιερά Πόλη του Μεσολογγίου είπε για την πατρίδα μας: «της έχω δώσει τον καιρό μου, την περιουσία μου, την υγεία μου… σήμερα της δίνω και τη ζωή μου», σε όλους εκείνους τους ψευτοφιλέλληνες. Πώς πολέμησαν οι όντως φίλοι της Ελλάδας τότε έναντι των σημερινών; Τι θα έλεγε ο Κολοκοτρώνης που κλείστηκε αδίκως στην φυλακή, παρόλο που προσέφερε τα μέγιστα για να ευοδωθεί ο αγώνας, αν έβλεπε ατιμώρητους όλους εκείνους οι οποίοι δικαίως έπρεπε να ήταν στην φυλακή;
Επίκαιρη όσο ποτέ είναι η παρότρυνση του Γέρου του Μοριά στους μαθητές του Γυμνασίου της Πνύκας, που έχω κραταιά την πεποίθηση ότι θα επαναλάμβανε και στους μαθητές του σχολείου μας: «εις εσάς μένει να ισάσετε και να στολίσετε τον τόπο, όπου εμείς ελευθερώσαμε». Εις απάντησιν, εσείς παιδιά μου, σαν άλλοι νέοι της Αρχαίας Σπάρτης να τραγουδήσετε το «Ἄμμες δέ γ’ ἐσσόμεθα πολλῷ κάρροντες», δηλαδή εμείς θα γίνουμε πολύ καλύτεροι στην αντρειοσύνη και στον ηρωισμό.
Ζήτω η Εθνική Παλιγγενεσία!
Ζήτω το Έθνος των Ελλήνων!