Για όλα υπάρχουν όρια σε αυτή τη ζωή! Άλλο πράγμα η διαφορετική σεξουαλική προτίμηση κάθε ανθρώπου και άλλο πράγμα εντελώς η πολιτική εκμετάλλευση της προτίμησης αυτής και η αναγωγή της σε ιδεολογικό ρεύμα.
Από τον Μανώλη Κοττάκη
«δημοκρατία»
Η συζήτηση στην πατρίδα μας άνοιξε εκ νέου μετά την αποκάλυψη του οικονομικού συμβούλου του πρωθυπουργού Αλέξη Πατέλη ότι είναι γκέι και πως ήδη γνώρισε τον σύζυγό του στον Κυριάκο Μητσοτάκη. Ο διάλογος εντάθηκε μετά την παρέμβαση του προέδρου της Βουλής Κώστα Τασούλα, ο οποίος υποστήριξε ότι η κοινωνία ωριμάζει υπέρ του γάμου των ομοφύλων. Η δική μας θέση; Δεν διαφωνούμε! Ειλικρινώς.
Η κοινωνία πράγματι ωριμάζει. Αυτοί που δεν ωριμάζουν όμως είναι όσοι κάνουν σημαία προοδευτικότητας την εκ μέρους της Πολιτείας πρόθεση να περιβάλει με νομικό τύπο τη συμβίωση δύο ανθρώπων του ίδιου φύλου. Σιγά την επανάσταση. Εξηγούμαι για να μην παρεξηγούμαι: Από τον καιρό που ο Γιάννης Μπέζος υποδύθηκε τον ομοφυλόφιλο στο διάσημο σίριαλ του Mega Channel και απενοχοποίησε πρώτη φορά τις διαφορετικές σεξουαλικές προτιμήσεις έχουν περάσει τριάντα ολόκληρα χρόνια.
Η ελληνική κοινωνία ήταν τότε, πράγματι, πολύ πιο συντηρητική από όσο σήμερα. Γι’ αυτό και ο ρόλος που υποδύθηκε ο Μπέζος ήταν ο ορισμός της ανατροπής. Της ρήξης με τα κοινωνικά στερεότυπα. Σήμερα όμως, εν έτει 2020, το πρότυπο αυτό είναι σχεδόν καθεστώς. Σχεδόν κατεστημένο. Συντήρηση. Κυριαρχεί παντού. Σε σίριαλ, σε βιβλία, σε θεατρικές παραστάσεις, σε αφίσες, σε δημόσια αξιώματα, στις επιχειρήσεις. Χιλιάδες άνθρωποι έπαψαν να ντρέπονται γι’ αυτό που είναι. Και παρά τη σκόνη που κατά καιρούς σηκώνεται με αφορμή δυσάρεστα επεισόδια, όπως αυτό με τον Ζακ Κωστόπουλο, η κοινωνία αξιολογεί ανθρώπους με διαφορετική σεξουαλική προτίμηση, άνδρες και γυναίκες, χωρίς τις ισχυρές προκαταλήψεις του παρελθόντος.
Τούτο συμβαίνει για έναν απλό λόγο: Δεν τους αισθάνεται πλέον διαφορετικούς. Ακόμα και αν με τους παλαιούς ορισμούς της είναι. Ωστόσο το πρόβλημα που διακρίνω είναι ότι οι ίδιοι (δεν αναφέρομαι στον επίσημο φορέα τους) εμμένουν να εμφανίζονται ως διαφορετικοί μέσα από τις ποικιλώνυμες ηγεσίες τους. Σε σημείο, μάλιστα, να μας πλασάρουν ως μείζονα μεταρρύθμιση την προσχώρησή τους σε «μικροαστικές αντιλήψεις», όπως η περιβολή των σχέσεων συμβίωσης με τον τύπο του γάμου.
Πιο συντηρητική αντίληψη από αυτήν υπάρχει για έναν «προοδευτικό»; Δεν υπάρχει. Και όμως εμφανίζεται ως πρωτοπορία. Λυπάμαι. Δεν είναι. Αν κάποιοι επιθυμούν να παντρεύονται για να έχουν αστικά δικαιώματα ο ένας ή η μία πάνω στην περιουσία του άλλου ή της άλλης, αυτό είναι μια θεμιτή επιδίωξη -μολονότι για την Εκκλησία μας είναι αυστηρώς δογματικό θέμα αρχής, λόγω και της ακάνθου των τέκνων-, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι αυτή η εξέλιξη είναι και αιτία για πανηγυρισμούς. Σιγά! Ρουτίνα είναι. Και όπου δεν είναι, θα γίνει. Ο,τι οι άλλοι, και αυτοί. Αν κάποιος δεν είναι διαφορετικός και επιθυμεί να αντιμετωπίζεται από την κοινωνία ως μη διαφορετικός, έναν δρόμο έχει: να πάψει να τραβά την προσοχή. Εδώ όμως τι έχουμε;
Το σχεδόν καθεστώς και το σχεδόν κατεστημένο, όπως έχουν εξελιχθεί σήμερα οι άνθρωποι με διαφορετική προτίμηση, να διακηρύσσουν ότι o γάμος των ομοφύλων είναι μείζων αλλαγή, που πρέπει να κερδίσει την προσοχή μας. Και, μάλιστα, βλέπουμε να το διακηρύσσει πως; Είναι τόσο «ώριμοι» κάποιοι από την αόρατη εμπροσθοφυλακή του κινήματος, ώστε, ενώ ανοίγουν σαμπάνιες για τη δημόσια παραδοχή του συμβούλου του πρωθυπουργού ότι έχει σύζυγο άνδρα, εκείνοι δεν κάνουν το ίδιο στην προσωπική τους ζωή. Απευθύνονται στο κοινό τους ως… στρέιτ, για να διαφημίσουν τους γκέι. Υπάρχει μεγαλύτερη υποκρισία από αυτό; Να, λοιπόν, γιατί συμφωνώ με τον αγαπητό πρόεδρο της Βουλής Κώστα Τασούλα, ότι η κοινωνία ωριμάζει σε αυτά τα θέματα. Με την προσθήκη όμως ότι δεν ωριμάζουν αρκετοί από τους ενδιαφερομένους.
Πλέον αυτών όμως, θέλω να επισημάνω και το εξής: Άλλο η διαφορετική σεξουαλική ταυτότητα και άλλο η πολιτική – ιδεολογική εκμετάλλευση αυτής. Καριέρα στον δημόσιο βίο κάνει κανείς με τα πνευματικά χαρίσματά του. Όχι με τα άλλα. Αυτό αφορά στρέιτ και γκέι. Όσο αποστρέφομαι έναν άνδρα ο οποίος ανέβηκε στην ιεραρχία χάρη στο φλερτ, όσο αποδοκιμάζω μια γυναίκα που εξασφάλισε προαγωγές χάρη στη φυσική ομορφιά της, άλλο τόσο δεν εκτιμώ έναν γκέι ο οποίος επιβιώνει στο εργασιακό περιβάλλον του αξιοποιώντας την αλληλεγγύη των ομοφύλων του και την ηθική ανωτερότητα της φύσης του. Από όσο είμαι σε θέση να αντιλαμβάνομαι, η κοινωνία δεν αντιδρά σήμερα επειδή κάποιος έχει διαφορετική σεξουαλική προτίμηση από τα ειωθότα.
Το τι κάνει καθένας στη ζωή του και στο κρεβάτι του, δικαίωμά του. Αντιδρά όμως με σφοδρότητα στην ιδεολογική επιβολή του «μοντέλου». Πολεμά τη διαφορετικότητα όταν επιχειρείται να της επιβληθεί ως ανώτερο πρότυπο από την ίδια. Ο οικονομικός σύμβουλος του πρωθυπουργού Αλέξης Πατέλης δεν περιορίστηκε να μοιραστεί μαζί μας τη διαφορετική σεξουαλική προτίμησή του, που έτσι κι αλλιώς είναι σχεδόν καθεστώς. Και η νέα πρέσβης των ΗΠΑ έχει σύζυγο γυναίκα και ο τέως πρέσβης της Μεγάλης Βρετανίας είχε σύζυγο άνδρα, είναι πλέον κανόνας αυτά στα επίπεδά τους. Ο κύριος Πατέλης συνόδευσε την εξομολόγησή του με την επίκληση αποτελεσμάτων «έρευνας» η οποία υποστηρίζει ότι οι γκέι αυξάνουν την παραγωγικότητα των επιχειρήσεων. Γι’ αυτό, μάλιστα, ως άλλος ακτιβιστής, θα οργανώσει, όπως ανακοίνωσε, και συνέδριο για τα ανθρώπινα δικαιώματα στους χώρους εργασίας.
Με άλλα λόγια, ο σύμβουλος του πρωθυπουργού λανσάρει τη διαφορετικότητά του ως πρότυπο ανωτερότητας. Αναλόγως της στάσης που κοιμάσαι τα βράδια, μπρούμυτα ή ανάσκελα, είσαι ή δεν είσαι παραγωγικός, κάνεις ή δεν κάνεις για τη δουλειά σου. Πρόκειται για τη χειρότερη εκδοχή ρατσισμού. Κανείς δεν είναι καλύτερος από κανέναν. Όλοι παιδιά του ίδιου Θεού είμαστε. Τέτοιου είδους διαχωρισμοί, τέτοιου είδους πρωτοπορίες, τέτοιου είδους ηγεμονίες δεν μας καταλείπουν καμία αμφιβολία για το ποιοι συμπεριφέρονται ως σχεδόν καθεστώς και ποιοι όχι.
Καταλήγω: Στη διαφορετικότητα ανοίγουμε την αγκαλιά μας. Είναι ανθρώπινο δικαίωμα. Ποιοι είμαστε εμείς που θα απορρίψουμε έναν άνθρωπο επειδή δεν μας αρέσουν οι διαφορετικές σεξουαλικές προτιμήσεις του; Στη δικτατορία της διαφορετικότητας όμως αντιδρούμε, και μάλιστα έντονα. Οι ορμές ενός εκάστου δεν συνιστούν πολιτικό ρεύμα.