Το Ελληνο-Αμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο αφουγκραζόμενο τις ανησυχίες της ελληνικής επιχειρηματικής κοινότητας, διεξήγαγε έρευνα για τις επιπτώσεις του COVID-19 το διάστημα 16/03 έως 20/03.
Από τα αποτελέσματα της έρευνας φαίνεται ότι το μεγαλύτερο μέρος των συμμετεχουσών εταιρειών επηρεάστηκε από τις συνέπειες του ιού με αποτέλεσμα να αναμένουν μείωση των προβλεπόμενων εσόδων τους. Αντίθετα, οι εταιρείες που ανέφεραν ότι δεν έχουν μέχρι στιγμής επηρεαστεί από το ξέσπασμα του COVID-19 απάντησαν πως προσβλέπουν ακόμη και σε μια πιθανή αύξηση των εσόδων. Οι εταιρείες αυτές δραστηριοποιούνται στον τομέα των τροφίμων και ποτών, της τεχνολογίας και της εφοδιαστικής αλυσίδας. Αξιοσημείωτο είναι και το γεγονός πως οι περισσότερες από τις μικρού μεγέθους εταιρίες (<50 εργαζομένους), αναμένουν σημαντική μείωση των εσόδων τους κατά 50% και παραπάνω.
Επίσης, σύμφωνα με τις απόψεις των συμμετεχουσών εταιρειών, τα αποτελέσματα της κρίσης αυτής θα γίνουν άμεσα αντιληπτά και σε λιγότερο από 1 έως και 3 μήνες θα έχουν φανεί οι αρνητικές επιπτώσεις της παρούσας ύφεσης στην οικονομία. Αυτό φαίνεται και από το γεγονός ότι περισσότερες από τις μισές εταιρείες δήλωσαν πως έχουν επηρεαστεί οι εισαγωγικές/εξαγωγικές τους δραστηριότητες. Τα προβλήματα στις μετακινήσεις και η αβεβαιότητα και αδυναμία στη λήψη αποφάσεων, καθώς και η μειωμένη ζήτηση για το προϊόν τους είναι τα βασικότερα προβλήματα που φαίνεται ότι απασχολούν τις επιχειρήσεις.
Ακόμη ένα σημείο που αξίζει να σημειωθεί είναι πως σχεδόν στο σύνολό τους οι εταιρείες κρίνουν ότι θα μειωθούν οι προγραμματισμένες τους επενδυτικές αποφάσεις και οι περισσότερες πιστεύουν ότι θα μειωθεί η ανάπτυξη της αγοράς στην οποία δραστηριοποιούνται. Όπως και προηγουμένως, οι εξαιρέσεις έγκεινται στο γεγονός ότι οι επιχειρήσεις που κινούνται στον τομέα των τροφίμων και ποτών, της τεχνολογίας, αλλά και της υγείας αναμένουν θετικές εξελίξεις τόσο στις επενδυτικές τους αποφάσεις όσο και στην απασχολησιμότητα.
Επιπρόσθετα, οι εταιρείες ανέφεραν πως λόγω του COVID-19 έχουν λάβει μέτρα για την αντιμετώπιση της κατάστασης. Η εφαρμογή μέτρων υγιεινής και ασφάλειας στους χώρους εργασίας, η ψηφιοποίηση των περισσότερων συστημάτων τους, καθώς και η ακύρωση όλων των επαγγελματικών τους δραστηριοτήτων (ταξίδια, συνέδρια, συναντήσεις), συγκαταλέγονται στις ενέργειες που πραγματοποίησαν οι περισσότερες εταιρίες, ως μία προσπάθεια περιορισμού του φαινομένου. Σε επόμενο στάδιο οι εταιρείες φαίνεται ότι επανεξετάζουν τη στρατηγική και τον προϋπολογισμό τους, περικόπτουν τις δαπάνες τους και επανεκτιμούν τα προβλεπόμενα έσοδά τους. Ορισμένες από τις συμμετέχουσες εταιρείες έχουν ήδη προβεί σε κλείσιμο των επιχειρήσεών τους εφαρμόζοντας την πολιτική "μένουμε σπίτι”, ενώ όσες δεν δύναται να κλείσουν, λόγω της φύσης της εργασίας, προβαίνουν σε λειτουργία με προσωπικό ασφαλείας.
Όσον αφορά στα μέτρα που πρέπει να λάβει το κράτος στα μέσα αυτής της κρίσης, οι εταιρείες ανέφεραν πρωτίστως ότι χρειάζεται η επιβολή μέτρων για τη χρηματοοικονομική τους στήριξη. Παράλληλα, θα πρέπει να εξεταστεί το πάγωμα πληρωμών-οφειλών και γενικότερα των φορολογικών τους υποχρεώσεων προς το κράτος και η προσαρμογή των δανείων τους, είτε με την αναστολή δανειακών υποχρεώσεων, είτε με τη χορήγηση δανείων με χαμηλά ή μηδενικά επιτόκια. Επίσης κρίνουν πως πρέπει να εφαρμοστούν αυστηρά μέτρα τήρησης της πολιτικής "μένουμε σπίτι” και να κλείσουν όλες οι εταιρείες (εκτός από εκείνες με είδη πρώτης ανάγκης). Ορισμένες εταιρείες δήλωσαν ότι σημαντικό είναι να ρυθμιστούν τόσο οι εργοδοτικές εισφορές, όσο και να ενισχυθούν τα κονδύλια για τις πληρωμές των εργαζομένων από το κράτος σε όλες τις επιχειρήσεις που έχουν κλείσει. Σημαντική βάση στην ενδυνάμωση της απρόσκοπτης λειτουργίας των εταιρειών από το σπίτι θα αποτελέσουν οι συνέργειες του κράτους με τις εταιρείες τηλεπικοινωνιών, ώστε να ενισχυθούν οι ψηφιακές υποδομές σε όλη τη χώρα. Η στοχευμένη ανάληψη πρωτοβουλιών από το κράτος και η εφαρμογή των οδηγιών από τις επιχειρήσεις μπορούν να συντελέσουν στην αντιμετώπιση της ασύμμετρης αυτής απειλής και να αναστρέψουν το υφεσιακό αυτό κλίμα.
Αναλυτικά η έρευνα ΕΔΩ
πηγή: capital.gr