Για μια μεταβατική περίοδο, οι προηγμένες τεχνολογίες πράγματι θα υποστηρίξουν, αντί να αντικαταστήσουν τα παραδοσιακά αμυντικά συστήματα. Όμως, καθώς οι υποστηρικτές των παραδοσιακών συστημάτων καταλήγουν να βλέπουν τις έξυπνες μηχανές ως αντικαταστάτες αυτών των συστημάτων, θα αντισταθούν στην αλλαγή.
Οι γραφειοκράτες που αντλούν ισχύ από την κυριαρχία τους στο σημερινό σύστημα απεχθάνονται την σκέψη να το αλλάξουν. Οι στρατιωτικοί πιλότοι και κυβερνήτες πλοίων δεν είναι καθόλου πρόθυμοι να χάσουν την δουλειά τους από έξυπνες μηχανές. Οι αμυντικές εταιρείες που κερδίζουν δισεκατομμύρια με το να πωλούν παραδοσιακά συστήματα, το ίδιο. Αυτές είναι επικίνδυνες αντιλήψεις.
Το 1898, ένας Πολωνός τραπεζίτης και αυτοδίδακτος στρατιωτικός ειδικός, ο Jan Bloch, δημοσίευσε το βιβλίο «Το μέλλον του πολέμου» (The Future of War), το αποκορύφωμα της μακρόχρονης εμμονής του για τον αντίκτυπο της σύγχρονης τεχνολογίας στον πόλεμο. Ο Bloch προέβλεψε με εκπληκτική προνοητικότητα το πώς η άκαπνη πυρίτιδα, τα βελτιωμένα τουφέκια, και άλλες αναδυόμενες τεχνολογίες θα ανατρέψουν την σύγχρονη σκέψη σχετικά με τον χαρακτήρα και την συμπεριφορά του πολέμου. (Ο Bloch έκανε επίσης λάθος σε ένα σημαντικό πράγμα: Σκέφτηκε ότι η τεράστια σφαγή μιας σύγχρονης μάχης θα ήταν τόσο τρομακτική που ο πόλεμος θα «καταστεί αδύνατος»).
Αυτό που προέβλεψε ο Bloch έχει γίνει γνωστό ως μια «επανάσταση στις στρατιωτικές υποθέσεις» -η ανάδυση τεχνολογιών τόσο συνταρακτικών ώστε ξεπερνούν τις υπάρχουσες στρατιωτικές έννοιες και ικανότητες και απαιτούν μια επανεξέταση του πώς, με ποιον και από ποιον διεξάγεται ο πόλεμος. Μια τέτοια επανάσταση ξεδιπλώνεται σήμερα. Η τεχνητή νοημοσύνη (artificial intelligence), τα αυτόνομα συστήματα, οι πανταχού παρόντες αισθητήρες, η προηγμένη μεταποίηση και η κβαντική επιστήμη θα μετατρέψουν τον πόλεμο τόσο ριζοσπαστικά όσο οι τεχνολογίες που απασχόλησαν τον Bloch. Και όμως, η σκέψη των κυβερνήσεων των ΗΠΑ για το πώς να χρησιμοποιήσουν αυτές τις νέες τεχνολογίες δεν συμβαδίζει με την ανάπτυξή τους.
Αυτό είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό γιατί η Ουάσινγκτον έχει εκφράσει την ίδια ανάγκη αλλαγής, και έχει αποτύχει να την παραδώσει, από τότε που οι αξιωματούχοι του Υπουργείου Άμυνας των ΗΠΑ προειδοποίησαν για μια ερχόμενη «στρατιωτικο-τεχνική επανάσταση» το 1992. Αυτή η φερόμενη ως επανάσταση είχε προκύψει από την δεκαετία του ’80 και ονομάστηκε ως «το σύμπλεγμα αναγνώρισης-πλήγματος» (“the reconnaissance-strike complex”) από Σοβιετικούς στρατιωτικούς προγραμματιστές, και αποκαλείται ως «δικτυοκεντρικός πόλεμος» (“network-centric warfare”) από την δεκαετία του 1990, ένας «μετασχηματισμός» [1] από τον Υπουργό Άμυνας των ΗΠΑ, Ντόναλντ Ράμσφελντ, μέσα από αυτές τις σελίδες το 2002, και ως «η τρίτη αντισταθμιστική στρατηγική» (“the third offset strategy”) [2] από τον αναπληρωτή υπουργό Άμυνας, Ρόμπερτ Work, το 2014. Αλλά η βασική ιδέα παρέμεινε η ίδια: Οι αναδυόμενες τεχνολογίες θα επιτρέψουν σε νέα πολεμικά δίκτυα αισθητήρων και σε σκοπευτές να επιταχύνουν ταχέως την διαδικασία της ανίχνευσης, της στόχευσης και του χτυπήματος απειλών, αυτό που ο στρατός ονομάζει «φονική αλυσίδα» (“kill chain”).
Η ιδέα μιας μελλοντικής στρατιωτικής επανάστασης δυσφημίστηκε με σχεδόν δυο δεκαετίες πολέμου μετά το 2001 και έχει υποστεί περαιτέρω ζημιές από τη μείωση των αμυντικών δαπανών από το 2011. Όμως, στην διάρκεια της πορείας, οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν επίσης σπαταλήσει εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια προσπαθώντας να εκσυγχρονιστούν με τους λάθος τρόπους. Αντί να σκέφτεται συστηματικά την αγορά γρηγορότερων και αποτελεσματικότερων φονικών αλυσίδων που θα μπορούσαν να κατασκευαστούν τώρα, η Ουάσινγκτον έριξε χρήματα σε νεότερες εκδόσεις παλαιών στρατιωτικών πλατφορμών και προσευχήθηκε για τεχνολογικά θαύματα (που συχνά έγιναν προμηθευτικές πανωλεθρίες όταν αυτά τα θαύματα δεν υλοποιήθηκαν). Το αποτέλεσμα είναι ότι τα δίκτυα μάχης των ΗΠΑ δεν είναι ούτε καν τόσο γρήγορα ή αποτελεσματικά όσο φάνηκαν όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες μάχονταν με υποδεέστερους αντιπάλους επί σχεδόν τρεις δεκαετίες.
Ωστόσο, αν είναι κάποια στιγμή η ώρα να σοβαρευτεί κάποιος για την επερχόμενη επανάσταση στις στρατιωτικές υποθέσεις, είναι τώρα. Υπάρχει μια αναδυόμενη συναίνεση ότι η κορυφαία αμυντική προτεραιότητα των Ηνωμένων Πολιτειών θα πρέπει να είναι να αντιμετωπίσει μεγάλες δυνάμεις με προηγμένους στρατούς, κυρίως την Κίνα [3], και ότι οι νέες τεχνολογίες, κάποτε ενδιαφέρουσες αλλά θεωρητικές, είναι πλέον πραγματικές και ουσιαστικές για τα μελλοντικά στρατιωτικά πλεονέκτημα. Ανώτεροι στρατιωτικοί ηγέτες και ειδικοί στον τομέα της άμυνας αρχίζουν επίσης να συμφωνούν, αν και με καθυστέρηση, ότι όταν πρόκειται για αυτές τις απειλές, οι Ηνωμένες Πολιτείες πέφτουν επικίνδυνα πίσω.
Αυτή η πραγματικότητα απαιτεί περισσότερα από μια επανάσταση στην τεχνολογία˙ απαιτεί επανάσταση στην σκέψη. Και αυτή η σκέψη πρέπει να επικεντρωθεί περισσότερο στο πώς μάχονται οι στρατιωτικές δυνάμεις των ΗΠΑ παρά με το τι μάχονται. Το πρόβλημα δεν είναι οι ανεπαρκείς δαπάνες για την άμυνα˙ είναι ότι ο αμερικανικός στρατός αντιμετωπίζεται από ανταγωνιστές με ανώτερες στρατηγικές. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, με άλλα λόγια, παίζουν ένα χαμένο παιχνίδι. Το ερώτημα, επομένως, δεν είναι το πώς οι νέες τεχνολογίες μπορούν να βελτιώσουν την ικανότητα του στρατού των ΗΠΑ να κάνει ό, τι κάνει ήδη, αλλά πώς μπορούν να του επιτρέψουν να επιχειρεί με νέους τρόπους. Εάν οι Αμερικανοί αξιωματούχοι της άμυνας δεν απαντήσουν σε αυτό το ερώτημα, και πάλι θα υπάρξει μια επανάσταση στις στρατιωτικές υποθέσεις. Αλλά θα ωφελήσει κυρίως τους άλλους.
Είναι ακόμη δυνατό οι Ηνωμένες Πολιτείες να προσαρμοστούν και να πετύχουν, αλλά η κλίμακα των απαιτούμενων αλλαγών είναι τεράστια. Το παραδοσιακό μοντέλο της αμερικανικής στρατιωτικής ισχύος έχει διαταραχθεί, με τον τρόπο που το επιχειρηματικό μοντέλο των [κινηματογραφικών ταινιών] Blockbuster διαταράχθηκε μέσα από την άνοδο της Amazon και του Netflix. Ένας στρατός που αποτελείται από μικρό αριθμό μεγάλων, δαπανηρών, βαρέως επανδρωμένων και δύσκολα αντικαταστάσιμων συστημάτων δεν θα επιβιώσει σε μελλοντικά πεδία μάχης, όπου σμήνη ευφυών μηχανών θα καταφέρνουν βία με μεγαλύτερο όγκο και υψηλότερη ταχύτητα από ποτέ άλλοτε. Η επιτυχία θα απαιτήσει ένα διαφορετικό είδος στρατού, ο οποίος θα βασίζεται σε μεγάλο αριθμό μικρών, φθηνών, αναλώσιμων και ιδιαίτερα αυτόνομων συστημάτων. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν τα χρήματα, το ανθρώπινο κεφάλαιο και την τεχνολογία για να συναρμόσουν αυτό το είδος στρατού. Το ερώτημα είναι αν έχουν την φαντασία και την αποφασιστικότητα.
ΝΕΕΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ, ΠΑΛΑΙΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ
Η τεχνητή νοημοσύνη (Artificial Intelligence, ΑΙ) [4] και άλλες αναδυόμενες τεχνολογίες θα αλλάξουν τον τρόπο με τον οποίο διεξάγεται ο πόλεμος, αλλά δεν θα αλλάξουν την φύση του. Είτε πρόκειται για ξύλινα τόξα είτε για πηγαίο κώδικα (source code), ο πόλεμος θα είναι πάντα βίαιος, πολιτικά παρακινημένος, και θα αποτελείται από τις ίδιες τρεις στοιχειώδεις λειτουργίες που μαθαίνουν οι νεοστρατολογηθέντες στην βασική εκπαίδευση: Κινήσου, πυροβόλησε, και επικοινώνησε.
Η κίνηση στις εχθροπραξίες συνεπάγεται την απόκρυψη και την επιδίωξη (οι επιτιθέμενοι προσπαθούν να αποφύγουν να ανιχνευθούν˙ οι αμυνόμενοι προσπαθούν να τους ανιχνεύσουν) διείσδυσης και την απώθηση (οι επιτιθέμενοι προσπαθούν να εισέλθουν στον χώρο των αντιπάλων˙ οι αμυνόμενοι προσπαθούν να τους αρνηθούν την πρόσβαση). Αλλά σε έναν κόσμο που γίνεται ένας γιγαντιαίος αισθητήρας, η απόκρυψη και η διείσδυση -ποτέ εύκολα πράγματα στον πόλεμο- θα είναι πολύ πιο δύσκολα, αν όχι αδύνατα. Η ποσότητα των δεδομένων που παράγονται από δικτυωμένες συσκευές, το λεγόμενο Διαδίκτυο των Πραγμάτων (Internet of Things) [5], είναι σε πορεία τριπλασιασμού μεταξύ του 2016 και του 2021. Σημαντικότερο είναι ότι ο πολλαπλασιασμός των χαμηλού κόστους εμπορικών αισθητήρων που μπορούν να ανιχνεύσουν περισσότερα πράγματα με μεγαλύτερη σαφήνεια σε μεγαλύτερες αποστάσεις, εξασφαλίζει ήδη παγκόσμια εποπτεία σε πραγματικό χρόνο από όση υπήρξε οποτεδήποτε άλλοτε στην ιστορία. Αυτό ισχύει ιδιαιτέρως στο διάστημα. Στο παρελθόν, το υψηλό κόστος της εκτόξευσης δορυφόρων απαιτούσε να είναι μεγάλοι, δαπανηροί και σχεδιασμένοι να περιστρέφονται για δεκαετίες. Όμως, καθώς η πρόσβαση στο διάστημα γίνεται φθηνότερη, οι δορυφόροι γίνονται όλο και περισσότερο σαν τα κινητά τηλέφωνα -μαζικές συσκευές που χρησιμοποιούνται για μερικά χρόνια και στην συνέχεια αντικαθίστανται. Οι εμπορικές εταιρίες διαστήματος διαθέτουν ήδη εκατοντάδες μικρούς, φθηνούς δορυφόρους. Σύντομα, θα υπάρχουν χιλιάδες τέτοιοι δορυφόροι, παρέχοντας μια αδιάκοπη ματιά σε ολόκληρο τον κόσμο. Η τεχνολογία stealth ζει με δανεικό χρόνο.
Πέρα από όλα αυτά, οι κβαντικοί αισθητήρες [6] -που χρησιμοποιούν τις παράξενες ιδιότητες των υποατομικών σωματιδίων, όπως την ικανότητά τους να βρίσκονται σε δύο διαφορετικά σημεία ταυτόχρονα- θα είναι τελικά σε θέση να ανιχνεύσουν διαταραχές στο περιβάλλον, όπως η μετατόπιση αέρα γύρω από αεροσκάφη ή του νερού γύρω από υποβρύχια. Οι κβαντικοί αισθητήρες θα είναι πιθανώς η πρώτη χρήσιμη εφαρμογή της κβαντικής επιστήμης, και αυτή η τεχνολογία είναι ακόμα πολλά χρόνια μακριά. Αλλά από την στιγμή που οι κβαντικοί αισθητήρες μπουν στο πεδίο, δεν θα υπάρχει πουθενά να κρυφτεί κανείς.
Το μέλλον της κίνησης θα χαρακτηρίζεται επίσης από μια επιστροφή των μαζών στο πεδίο της μάχης, μετά από πολλές δεκαετίες κατά τις οποίες η τάση κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση -προς την έμφαση στην ποιότητα έναντι της ποσότητας- καθώς η τεχνολογία επιτρέπει περισσότερα συστήματα να τεθούν σε κίνηση και να παραμείνουν σε κίνηση σε περισσότερες θέσεις. Οι πανταχού παρόντες αισθητήρες θα παράγουν εκθετικά μεγαλύτερες ποσότητες δεδομένων, οι οποίες με την σειρά τους θα οδηγήσουν τόσο στην εξέλιξη όσο και στην ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης. Καθώς οι μηχανές καθίστανται πιο αυτόνομες, οι στρατοί θα είναι σε θέση να παρατάξουν περισσότερες από αυτές σε μικρότερα μεγέθη και με χαμηλότερο κόστος. Οι νέες εξελίξεις στην παραγωγή και αποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας και στην υπερ-υπερηχητική πρόωση (hypersonic propulsion) θα επιτρέψουν σε αυτά τα μικρότερα συστήματα να ταξιδεύουν μακρύτερα και ταχύτερα από ποτέ. Εκεί που κάποτε υπήρχε ένα αντιτορπιλικό, για παράδειγμα, στο εγγύς μέλλον θα μπορούσε να υπάρχουν δεκάδες αυτόνομα σκάφη που είναι παρόμοια με πυραυλακάτους, έτοιμα να χτυπήσουν καθώς οι στόχοι θα αναδύονται.
Η τεχνολογία θα μεταμορφώσει επίσης τον τρόπο με τον οποίο τα συστήματα αυτά θα παραμένουν σε κίνηση. Η εφοδιαστική (logistics) -η ικανότητα να προμηθεύεις δυνάμεις με τρόφιμα, καύσιμα και αντικαταστάσεις- είναι παραδοσιακά ο περιοριστικός παράγοντας στον πόλεμο. Αλλά οι αυτόνομοι στρατοί θα χρειαστούν λιγότερα καύσιμα και καθόλου τροφή. Οι προηγμένες μέθοδοι κατασκευής, όπως η εκτύπωση 3-D, θα μειώσουν την ανάγκη για μεγάλα, επικίνδυνα και δαπανηρά δίκτυα στρατιωτικής εφοδιαστικής, με το να επιτρέπουν την παραγωγή σύνθετων αγαθών στο σημείο της ζήτησης γρήγορα, φθηνά και εύκολα.
Σε μια ακόμη πιο βαθιά αλλαγή, το διάστημα [7] θα αναδυθεί ως πεδίο ελιγμών εχθροπραξιών από μόνο του. Μέχρι στιγμής, η σχεδόν αδυναμία ανεφοδιασμού ενός διαστημικού οχήματος τα έχει περιορίσει σε μεγάλο βαθμό σε τροχιά γύρω από την γη. Αλλά καθώς καθίσταται εφικτό όχι μόνο να ανεφοδιάζονται τα διαστημικά σκάφη στην διάρκεια της πτήσης τους, αλλά και να κατασκευάζονται και να συντηρούνται δορυφόροι στο διάστημα, να επεξεργάζονται δεδομένα σε τροχιά, και να συλλαμβάνονται πόροι και ενέργεια στο διάστημα για χρήση στο διάστημα (π.χ. με την χρήση τεράστιων ηλιακών συστοιχιών ή εξόρυξης [μεταλλευμάτων] από αστεροειδείς) οι διαστημικές λειτουργίες θα γίνουν λιγότερο εξαρτημένες από την γη. Τα διαστημικά σκάφη θα είναι σε θέση να ελιχθούν και να πολεμήσουν, και τα πρώτα τροχιακά όπλα θα μπορούσαν να εισέλθουν στο πεδίο της μάχης. Ήδη υπάρχει η τεχνολογία για να γίνουν πολλά από αυτά.
ΟΙ ΣΤΡΑΤΟΙ ΤΟΥ ΑΥΡΙΟ
Η τεχνολογία θα αλλάξει επίσης ριζικά τον τρόπο με τον οποίο οι στρατοί θα πυροβολούν, τόσο κυριολεκτικά όσο και μεταφορικά. Οι κυβερνο-επιθέσεις [8], το μπλοκάρισμα των επικοινωνιών, ο ηλεκτρονικός πόλεμος και άλλες επιθέσεις στο λογισμικό (software) ενός συστήματος θα γίνουν εξίσου σημαντικές με εκείνες που στοχεύουν στο υλικό τμήμα (hardware) του συστήματος, αν όχι περισσότερο. Ο ρυθμός πυρός, ή αλλιώς το πόσο γρήγορα μπορούν να πυροβολούν τα όπλα, θα επιταχυνθεί γρήγορα χάρη σε νέες τεχνολογίες όπως το λέιζερ, τα μικροκύματα υψηλής ισχύος και άλλα όπλα κατευθυνόμενης ενέργειας. Αλλά αυτό που πραγματικά θα αυξήσει το ρυθμό πυρός είναι τα έξυπνα συστήματα που θα μειώσουν ριζικά τον χρόνο μεταξύ του πότε οι στόχοι μπορούν να εντοπιστούν και πότε μπορούν να υποστούν επίθεση. Ένας προάγγελος αυτού του πολύ μοχθηρού μελλοντικού πεδίου μάχης έχει εκτυλιχθεί στην Ουκρανία [9] από το 2014, όπου η Ρωσία έχει συντομεύσει σε λίγα λεπτά το χρονικό διάστημα μεταξύ της στιγμής που τα drones εντοπισμού της εντοπίσουν για πρώτη φορά τις ουκρανικές δυνάμεις και της στιγμής που το οι εκτοξευτές πυραύλων ακριβείας της σβήνουν τις δυνάμεις αυτές από τον χάρτη.
Οι στρατιωτικές δυνάμεις του μέλλοντος θα μπορούν επίσης να πυροβολούν μακρύτερα από τις σημερινές. Τελικά, τα υπερ-υπερηχητικά (hypersonic) πυρομαχικά (όπλα που ταξιδεύουν σε περισσότερες από πέντε φορές την ταχύτητα του ήχου) και τα όπλα που θα έχουν βάση στο διάστημα, θα είναι σε θέση να επιτύχουν στόχους σχεδόν οπουδήποτε στον κόσμο. Οι στρατιωτικές δυνάμεις θα είναι σε θέση να επιτίθενται σε τομείς που υποτίθεται ότι είναι ιεροί, όπως τα δίκτυα διαστημικής και εφοδιαστικής. Δεν θα υπάρχουν πλέον οπισθοφυλακές ή ασφαλή καταφύγια. Σμήνη αυτόνομων συστημάτων όχι μόνο θα μπορούν να βρίσκουν στόχους παντού˙ θα είναι επίσης σε θέση να τους πυροβολούν με ακρίβεια. Η ικανότητα να έχει κάποιος τόσο ποσότητα όσο και ποιότητα σε στρατιωτικά συστήματα θα έχει καταστροφικές συνέπειες, ειδικά καθώς η τεχνολογία καθιστά το φονικό ωφέλιμο φορτίο μικρότερο.
Τέλος, ο τρόπος επικοινωνίας των στρατών θα αλλάξει δραστικά. Τα παραδοσιακά δορυφορικά δίκτυα επικοινωνιών –δομές κόμβου και ακτίνας (hub-and-spoke) με ευαίσθητα μοναδικά σημεία αποτυχίας- δεν θα επιβιώσουν. Αντ’ αυτού, η τεχνολογία θα προωθήσει λειτουργίες ζωτικών επικοινωνιών στα άκρα του δικτύου. Κάθε αυτόνομο σύστημα θα είναι σε θέση να επεξεργάζεται και να κατανοεί τις πληροφορίες που συλλέγει από μόνο του, χωρίς να βασίζεται σε ένα κόμβο διοίκησης. Αυτό θα επιτρέψει την δημιουργία ριζικά κατανεμημένων δικτύων που είναι ανθεκτικά και αναδιαμορφώσιμα.
Η τεχνολογία ανατρέπει επίσης το σημερινό παράδειγμα διοίκησης και ελέγχου (command and control). Σήμερα, ακόμη και ένα υποτιθέμενο μη επανδρωμένο σύστημα απαιτεί δεκάδες άτομα να το λειτουργούν εξ αποστάσεως, να το συντηρούν και να επεξεργάζονται τα δεδομένα που συλλέγει. Όμως, καθώς τα συστήματα καθίστανται πιο αυτόνομα, ένα άτομο θα είναι σε θέση να χειριστεί μεγαλύτερους αριθμούς απ’ αυτά. Οι τελετές έναρξης των χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων του 2018 στη Νότια Κορέα προσέφεραν μια προεπισκόπηση αυτής της τεχνολογίας, όταν 1.218 αυτόνομα αεροσκάφη εξοπλισμένα με φώτα συνεργάστηκαν για να σχηματίσουν περίπλοκες εικόνες στο νυχτερινό ουρανό πάνω από την Pyeongchang. Τώρα, φανταστείτε παρόμοια αυτόνομα συστήματα που χρησιμοποιούνται, για παράδειγμα, για να συντρίψουν ένα αεροπλανοφόρο και να το καταστήσουν ανενεργό.
Πιο μέσα στο πεδίο [των εχθροπραξιών], άλλες τεχνολογίες θα μεταβάλλουν τις στρατιωτικές επικοινωνίες. Τα δίκτυα πληροφοριών που βασίζονται στην τεχνολογία 5G θα είναι ικανά να μεταφέρουν πολύ μεγαλύτερες ποσότητες δεδομένων σε σημαντικά υψηλότερες ταχύτητες. Ομοίως, η ίδια κβαντική επιστήμη που θα βελτιώσει τους στρατιωτικούς αισθητήρες θα μετασχηματίσει τις επικοινωνίες και τους [ηλεκτρονικούς] υπολογισμούς. Η κβαντική υπολογιστική (quantum computing) –η δυνατότητα χρήσης των μη φυσιολογικών ιδιοτήτων των υποατομικών σωματιδίων για την εκθετική αύξηση της ισχύος επεξεργασίας- θα καθιστά δυνατές μεθόδους κρυπτογράφησης που θα μπορούσαν να είναι απαραβίαστες, καθώς και να δώσει στους στρατούς την ισχύ να επεξεργάζονται όγκους δεδομένων και να επιλύουν τάξεις προβλημάτων που υπερβαίνουν την ικανότητα των κλασικών υπολογιστών. Πιο απίστευτο ακόμα, η αποκαλούμενη τεχνολογία διασύνδεσης εγκεφάλου-υπολογιστή (brain-computer interface technology) επιτρέπει ήδη στους ανθρώπους να ελέγχουν πολύπλοκα συστήματα, όπως ρομποτικά προσθετικά και ακόμη και μη επανδρωμένα αεροσκάφη, με τα νευρικά τους σήματα. Με απλά λόγια, γίνεται δυνατόν ένας άνθρωπος χειριστής να ελέγχει πολλαπλά drones, απλά σκεπτόμενος το τι θέλει να κάνουν αυτά τα συστήματα.
Συνολικά, όλες αυτές οι τεχνολογίες θα αντικαταστήσουν συμπεράσματα δεκαετιών, ακόμα και αιώνων, σχετικά με τον τρόπο λειτουργίας των στρατών. Οι στρατοί που αγκαλιάζουν και προσαρμόζονται στις τεχνολογίες αυτές θα κυριαρχήσουν σε εκείνους που δεν το κάνουν. Από την άποψη αυτή, ο στρατός των ΗΠΑ βρίσκεται σε μεγάλο πρόβλημα.
ΕΝΑ ΧΑΜΕΝΟ ΠΑΙΧΝΙΔΙ
Από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, η προσέγγιση των Ηνωμένων Πολιτειών στην προβολή στρατιωτικής ισχύος κατά περιφερειακών δυνάμεων βασίστηκε σε μια σειρά από υποθέσεις σχετικά με τον τρόπο εκδίπλωσης των συγκρούσεων. Ο στρατός των ΗΠΑ υποθέτει ότι οι δυνάμεις του θα μπορέσουν να μετακινηθούν ανεμπόδιστα σε προωθημένες θέσεις και ότι θα είναι σε θέση να ξεκινήσουν εχθροπραξίες στον χρόνο που θα επιλέξουν. Υποθέτει ότι οι δυνάμεις του θα λειτουργήσουν σε επιτρεπτό περιβάλλον -ότι οι αντίπαλοι δεν θα είναι σε θέση να αμφισβητήσουν την ελευθερία κινήσεώς του σε οποιονδήποτε τομέα. Υποθέτει ότι οποιοδήποτε ποσοτικό πλεονέκτημα που μπορεί να κατέχει ένας αντίπαλος θα ξεπεραστεί από την ανώτερη ικανότητά του να αποφεύγει την ανίχνευση, να διεισδύει στην άμυνα του εχθρού, και να πλήττει στόχους. Και υποθέτει ότι οι δυνάμεις των ΗΠΑ θα υποστούν λίγες απώλειες στη μάχη.
Αυτές οι υποθέσεις έχουν οδηγήσει σε μια δύναμη που έχει χτιστεί γύρω από σχετικά μικρούς αριθμούς μεγάλων, δαπανηρών και δύσκολα αντικαταστάσιμων συστημάτων που είναι βελτιστοποιημένα για να μετακινούνται απαρατήρητα κοντά στους στόχους τους, να πυροβολούν περιορισμένες φορές αλλά με ακρίβεια, και να επικοινωνούν με ατιμωρησία. Σκεφτείτε τα stealth αεροσκάφη που φτάνουν ακριβώς στο κέντρο του Βελιγραδίου ή της Βαγδάτης. Επιπλέον, συστήματα όπως αυτά εξαρτώνται από επικοινωνίες, εφοδιαστική (logistics) και δορυφορικά δίκτυα που είναι σχεδόν εντελώς ανυπεράσπιστα, επειδή σχεδιάστηκαν με την προϋπόθεση ότι κανένας αντίπαλος δεν θα μπορούσε ποτέ να τους επιτεθεί.
Αυτή η στρατιωτική επιχείρηση και τα υποκείμενα συμπεράσματά της τίθενται υπό αμφισβήτηση. Στις δύο τελευταίες δεκαετίες, ενώ οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν επικεντρωθεί στο να μάχονται σε πολέμους στη Μέση Ανατολή, οι ανταγωνιστές της -ειδικά η Κίνα, αλλά και η Ρωσία- αναλύουν τον τρόπο του πολέμου και αναπτύσσουν την αποκαλούμενη άρνηση πρόσβασης/περιοχής (anti-access/area-denial ή A2/AD) για την ανίχνευση των αμερικανικών συστημάτων σε κάθε τομέα και την συντριβή τους με μεγάλες ομοβροντίες πυρών ακριβείας. Με απλά λόγια, οι αντίπαλοι των ΗΠΑ θέτουν επί του πεδίου μεγάλες ποσότητες όπλων, αξίας πολλών εκατομμυρίων δολαρίων για να καταστρέψουν τα στρατιωτικά συστήματα των Ηνωμένων Πολιτειών, αξίας πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Η Κίνα έχει επίσης αρχίσει να εργάζεται σε μεγα-έργα σχεδιασμένα να την τοποθετήσουν ως παγκόσμιο ηγέτη στην τεχνητή νοημοσύνη και άλλες προηγμένες τεχνολογίες. Αυτό το εγχείρημα δεν είναι αποκλειστικά στρατιωτικό στο επίκεντρό του, αλλά κάθε ένα από αυτά τα μεγάλης κλίμακας τεχνολογικά έργα έχει στρατιωτικές εφαρμογές και ωφελεί τον Λαϊκό Απελευθερωτικό Στρατό σύμφωνα με το δόγμα της «στρατιωτικής-πολιτικής σύντηξης» (“military-civil fusion”). Ενώ ο αμερικανικός στρατός εξακολουθεί να επεξεργάζεται τα δεδομένα του σαν μια εξάτμιση κινητήρα –σαν ένα άχρηστο υποπροϊόν- η Κίνα κινείται με απολυταρχικό ζήλο για να συσσωρεύει τα δεδομένα της σαν να είναι πετρέλαιο, έτσι ώστε να μπορεί να τροφοδοτήσει τα αυτόνομα και νοήμονα στρατιωτικά συστήματα που θεωρεί κρίσιμα για την κυριαρχία σε μελλοντικό πόλεμο.
Η θέση των Ηνωμένων Πολιτειών, ήδη οικτρή, επιδεινώνεται ταχέως. Όπως προκύπτει από μια έκθεση της RAND από το 2017, «οι δυνάμεις των ΗΠΑ θα μπορούσαν, υπό εύλογες υποθέσεις, να χάσουν τον επόμενο πόλεμο που θα κληθούν να πολεμήσουν». Την ίδια χρονιά, ο στρατηγός Τζόζεφ Ντάνφορντ, αρχηγός του Γενικού Επιτελείου, σήμανε τον συναγερμό με τους πιο ξεκάθαρους όρους: «Μέσα σε λίγα χρόνια, αν δεν αλλάξουμε τροχιά, θα χάσουμε το ποιοτικό και ποσοτικό ανταγωνιστικό μας πλεονέκτημα».
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τις Ηνωμένες Πολιτείες είναι η διάβρωση της συμβατικής αποτροπής. Εάν οι ηγέτες στο Πεκίνο ή τη Μόσχα [10] πιστέψουν ότι μπορεί να κερδίσουν έναν πόλεμο εναντίον των Ηνωμένων Πολιτειών, θα διατρέξουν μεγαλύτερους κινδύνους και θα πιέσουν τα πλεονεκτήματά τους. Θα λάβουν μέτρα που θα υπονομεύσουν σταθερά τις δεσμεύσεις των Ηνωμένων Πολιτειών έναντι των συμμάχων τους, θέτοντας αμφιβολίες για το εάν η Ουάσινγκτον θα στείλει πραγματικά τους στρατιώτες της για να υπερασπιστεί τις Βαλτικές [χώρες], τις Φιλιππίνες, την Ταϊβάν ή ακόμα και την Ιαπωνία ή τη Νότια Κορέα. Θα προσπαθήσουν να βρουν τον δρόμο τους με όλα τα μέσα που θα είναι απαραίτητα, από την καταναγκαστική διπλωματία και τον οικονομικό εκβιασμό, έως την ανάμειξη στις εγχώριες υποθέσεις άλλων χωρών. Και θα παγιώνουν σταθερά τις σφαίρες επιρροής τους, μετατρέποντάς τις σε περιοχές όλο και πιο φιλόξενες στην αυταρχική ιδεολογία, στο κράτος-παρακολουθητή και τον παρεοκρατικό καπιταλισμό. Με άλλα λόγια, θα προσπαθήσουν, όπως συνιστούσε ο στρατιωτικός στρατηγός Sun-tzu, να «κερδίσουν χωρίς μάχη».
ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΕΙΝΑΙ ΕΔΩ
Οι Ηνωμένες Πολιτείες εξακολουθούν να στοιχηματίζουν ότι με την προοδευτική αναβάθμιση των παραδοσιακών στρατιωτικών τους συστημάτων, μπορεί να παραμείνουν κυρίαρχες για τις επόμενες δεκαετίες. Αυτή η προσέγγιση μπορεί να κερδίσει χρόνο, αλλά δεν θα επιτρέψει στον αμερικανικό στρατό να ανακτήσει την υπεροχή έναντι των αντιπάλων του. Το να επιμένουν στο status quo είναι ακριβώς αυτό που επιθυμούν οι ανταγωνιστές της Ουάσινγκτον: Εάν η κυβέρνηση των ΗΠΑ ξοδεύει περισσότερα χρήματα με τους ίδιους τρόπους και στα ίδια πράγματα, απλώς θα χτίσει περισσότερους στόχους για τους ανταγωνιστές της, ενώ ταυτόχρονα θα χρεοκοπήσει.
Ήρθε η ώρα για διαφορετική σκέψη, και οι αμυντικοί σχεδιαστές των ΗΠΑ πρέπει να ξεκινήσουν υιοθετώντας πιο ρεαλιστικές υποθέσεις. Πρέπει να υποθέσουν ότι οι δυνάμεις των ΗΠΑ θα πολεμήσουν σε ιδιαίτερα διαμφισβητούμενα περιβάλλοντα εναντίον τεχνολογικά προηγμένων αντιπάλων, ότι είναι απίθανο να αποφύγουν την ανίχνευση σε οποιοδήποτε τομέα, και ότι θα χάσουν μεγάλο αριθμό στρατιωτικών συστημάτων σε μάχες. Η Ουάσινγκτον πρέπει επίσης να απαλλαγεί από την ιδέα ότι ο στόχος του στρατιωτικού εκσυγχρονισμού είναι απλώς να αντικαταστήσει τις στρατιωτικές πλατφόρμες στις οποίες βασίστηκε επί δεκαετίες, όπως τα αεριωθούμενα αεροπλάνα και τα αεροπλανοφόρα, με καλύτερες εκδοχές των ίδιων πραγμάτων. Αντ’ αυτών, πρέπει να επικεντρωθεί στην αγορά συστημάτων που μπορούν να συνδυαστούν σε δίκτυα ή σε φονικές αλυσίδες (kill chains) για την επίτευξη συγκεκριμένων στρατιωτικών αποτελεσμάτων, όπως η υπεροχή στον αέρα ή ο έλεγχος των θαλασσών. Τέλος, η παλιά πεποίθηση ότι το λογισμικό (software) απλώς υποστηρίζει το υλικό (hardware) πρέπει να αντιστραφεί: Οι μελλοντικοί στρατοί θα διακρίνονται από την ποιότητα του λογισμικού τους, ειδικά από την τεχνητή νοημοσύνη τους.
Πώς θα έμοιαζε ένας στρατός που οικοδομήθηκε πάνω σε αυτές τις υποθέσεις; Πρώτον, θα έχει μεγάλες ποσότητες μικρότερων συστημάτων: Σμήνη έξυπνων μηχανών που διανέμουν αισθήσεις, κίνηση, στόχευση και επικοινωνίες μακριά από τα ευάλωτα μεμονωμένα σημεία αποτυχίας (single points of failure) και έξω, στις άκρες των τεράστιων, διασκορπισμένων δικτύων. Μια τέτοια προσέγγιση θα επιβάρυνε τους ανταγωνιστές, διότι δεν θα ήταν πλέον σε θέση να επικεντρωθούν σε μερικούς μεγάλους στόχους και θα έπρεπε να στοχεύσουν πολλά πράγματα σε ευρύτερους χώρους.
Δεύτερον, τα συστήματα αυτά θα ήταν φτηνά και αναλώσιμα, πράγμα που θα καθιστούσε ευκολότερο να γίνουν ανεκτές μεγάλες απώλειες στη μάχη. Εάν οι ανταγωνιστές των ΗΠΑ χρειαστούν περισσότερο χρόνο και χρήματα για να καταστρέψουν τα αμερικανικά συστήματα από όσο χρειάζονται οι Ηνωμένες Πολιτείες για να αντικαταστήσουν αυτά τα συστήματα, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα κερδίσουν με την πάροδο του χρόνου.
Τέλος, τα συστήματα αυτά θα είναι μη επανδρωμένα και αυτόνομα, στο μέτρο που είναι δεοντολογικά αποδεκτό. Η διατήρηση των ανθρώπων ζωντανών, ασφαλών και άνετων μέσα στις μηχανές είναι κάτι δαπανηρό -και κανείς δεν θέλει να πληρώσει το τελικό τίμημα της χαμένης ανθρώπινης ζωής. Τα αυτόνομα συστήματα είναι φθηνότερα στο να τοποθετηθούν στο πεδίο και φθηνότερα εάν χαθούν. Μπορούν επίσης να απαλλάξουν τους ανθρώπους από το να κάνουν εργασίες που τα μηχανήματα μπορούν να κάνουν καλύτερα, όπως η επεξεργασία ακατέργαστων δεδομένων των αισθητήρων ή η κατανομή καθηκόντων μεταξύ στρατιωτικών συστημάτων. Η απελευθέρωση ανθρώπων από το έργο αυτό θα αποδειχθεί ζωτικής σημασίας για την διαχείριση του όγκου και της ταχύτητας του σύγχρονου πεδίου μάχης, αλλά και για να δοθεί η δυνατότητα στους ανθρώπους να επικεντρώσουν περισσότερη ενέργεια στην λήψη ηθικών αποφάσεων σχετικά με τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα του πολέμου. Με τον τρόπο αυτό, η μεγαλύτερη αυτονομία μπορεί όχι μόνο να ενισχύσει την στρατιωτική αποτελεσματικότητα αλλά μπορεί επίσης να επιτρέψει σε περισσότερους ανθρώπους να δώσουν μεγαλύτερη προσοχή στην ηθική του πολέμου από όσο ποτέ άλλοτε στο παρελθόν.
Η οικοδόμηση αυτού του είδους στρατού δεν είναι μόνο επιθυμητή˙ γίνεται τεχνολογικά εφικτή. Ο στρατός των ΗΠΑ έχει ήδη αρκετά προγράμματα ανάπτυξης που αποσκοπούν σε μια τέτοια μελλοντική δύναμη, από χαμηλού κόστους αυτόνομα αεροσκάφη έως μη επανδρωμένα υποβρύχια οχήματα που θα μπορούσαν να συνθέσουν ένα τεχνητά έξυπνο (artificially intelligent) δίκτυο συστημάτων πιο ανθεκτικό και ικανό από τα παραδοσιακά στρατιωτικά προγράμματα. Προς το παρόν, κανένα από αυτά τα συστήματα δεν είναι τόσο ικανό όσο τα κληροδοτημένα προγράμματα, όπως το F-35 Joint Strike Fighter ή το υποβρύχιο κατηγορίας Virginia, αλλά έχουν επίσης ένα μικρό κλάσμα του κόστους τους. Ο στόχος θα πρέπει να είναι να μην αγοράζονται περισσότερες μεμονωμένες πλατφόρμες, αλλά να αγοράζονται ταχύτερες φονικές αλυσίδες (kill chains). Τα χρήματα που επενδύονται επί του παρόντος σε ένα παλαιό σύστημα θα μπορούσαν να αγοράσουν δεκάδες αυτόνομα συστήματα που προσθέτουν σε μια ανώτερη ικανότητα.
Ο σκοπός αυτού του είδους στρατού –ενός στρατού που εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από σμήνη χιλιάδων μικρών, χαμηλού κόστους, αυτόνομων συστημάτων που μπορούν να κυριαρχήσουν σε όλους τους τομείς- δεν θα ήταν να προκαλέσει πόλεμο. Θα ήταν να τον αποτρέψει, αποδεικνύοντας ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να καταστρέψουν κάθε δύναμη που οι ανταγωνιστές τους βάζουν στο πεδίο της μάχης σε οποιονδήποτε τομέα, να αναπληρώνουν τις απώλειες μάχης τους γρηγορότερα και φθηνότερα από ό, τι μπορούν εκείνοι, και να διατηρήσουν έναν πόλεμο μέχρι να κερδίσουν λόγω φθοράς [του αντιπάλου]. Ο σκοπός της προετοιμασίας για πόλεμο θα παραμείνει να είναι το να μην πρέπει ποτέ να πολεμήσουμε σε έναν τέτοιον.
ΜΙΑ ΑΠΟΤΥΧΙΑ ΦΑΝΤΑΣΙΑΣ
Ο στρατιωτικός εκσυγχρονισμός αυτού του είδους δεν θα συμβεί δια μιας. Τα αυτόνομα συστήματα ίσως να βασίζονται σε παλαιότερα συστήματα, συμπεριλαμβανομένων των αεροσκαφών, για κάποιο χρονικό διάστημα. Αλλά ακόμη και αυτό θα απαιτήσει σημαντικές αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο διαμορφώνονται και λειτουργούν τα παραδοσιακά συστήματα. Μερικοί ηγέτες στο Κογκρέσο και στον εκτελεστικό κλάδο θέλουν να αγκαλιάσουν αυτές τις αλλαγές, κάτι που είναι ενθαρρυντικό. Αλλά εάν αυτή η μετάβαση αποτύχει -και οι πιθανότητες είναι ασυνήθιστα υψηλές- πιθανότατα θα αποτύχει για λόγους άλλους από την ηθική αντίθεση που αποτελεί το επίκεντρο των τρεχουσών συζητήσεων, η οποία επιδιώκει να «απαγορευθούν τα ρομπότ δολοφόνοι» ή να εξασφαλιστεί ότι οι εταιρείες εμπορικής τεχνολογίας δεν θα κάνουν τίποτα προς όφελος του αμερικανικού στρατού.
Υπάρχουν σοβαροί ηθικοί προβληματισμοί. Η στρατιωτική χρήση προηγμένων τεχνολογιών όπως η τεχνητή νοημοσύνη απαιτεί σοβαρή συζήτηση, αλλά αυτή η συζήτηση δεν πρέπει να περιοριστεί σε μια δυαδική απόφαση μεταξύ του ανθρώπινου και του μηχανικού ελέγχου. Εάν πλαισιωθούν ξεκάθαρα, πολλά από τα τεχνολογικά και ηθικά ζητήματα που αντιμετωπίζουν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής μπορούν να απαντηθούν εντός των ορίων των υπαρχόντων νόμων και πρακτικών. Για παράδειγμα, η νομική έννοια των «περιοχών ενεργών εχθροπραξιών» (“areas of active hostilities”), στις οποίες το κατώφλι χρήσης βίας περιορίζεται σε περιορισμένες γεωγραφικές περιοχές, θα μπορούσε να παράσχει χρήσιμες απαντήσεις στα ηθικά διλήμματα που θέτουν τα θανατηφόρα αυτόνομα όπλα.
Η πραγματική πρόκληση που αντιμετωπίζουν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής είναι ο τρόπος εμποτισμού των ευφυών μηχανών με ανθρώπινες προθέσεις, και αυτό δεν αποτελεί νέο πρόβλημα. Και παρόλο που αυτή η νέα τεχνολογία θα παρουσιάσει ηθικά διλήμματα [11], θα βοηθήσει επίσης στην επίλυσή τους. Τα αυτόνομα συστήματα θα επιτρέψουν στους ανθρώπους να αφιερώνουν λιγότερο χρόνο σε ταπεινά προβλήματα και περισσότερο χρόνο σε ηθικά. Οι ευφυείς μηχανές πιθανόν να καταστούν περισσότερο ικανές να διαφοροποιούν μεταξύ, για παράδειγμα, τανκς και άλλων οχημάτων, από όσο είναι ένας φοβισμένος 19χρονος. Οι Αμερικανοί φυσικά θα ανησυχούν σχετικά με το να εμπιστευθούν στις μηχανές να εκτελούν αυτά που παραδοσιακά ήταν ανθρώπινα καθήκοντα. Όμως ο μεγαλύτερος κίνδυνος τώρα είναι ότι οι Αμερικανοί θα κινηθούν πολύ αργά και δεν θα απολαμβάνουν αρκετής εμπιστοσύνης, ειδικά καθώς η Κίνα και η Ρωσία προχωρούν με λιγότερες ηθικές ανησυχίες από όσες [έχουν] οι Ηνωμένες Πολιτείες. Εκτός κι αν η Ουάσιγκτον είναι πρόθυμη να παραχωρήσει μονομερώς το πλεονέκτημα αυτό στους αντιπάλους της, δεν μπορεί επιτρέψει στον εαυτό της να παραλύσει από λάθος ερωτήματα.
Εάν οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν εκμεταλλευτούν τη νέα επανάσταση στις στρατιωτικές υποθέσεις, θα είναι λιγότερο για ηθικούς λόγους και περισσότερο ως αποτέλεσμα της απέχθειας για ρίσκο, μιας κατεστημένης νοοτροπίας που διαπερνά τους εθνικούς θεσμούς. Ο πρώην υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ, Ρόμπερτ Γκέιτς, εξήγησε το γιατί στα απομνημονεύματά του, «Καθήκον» (“Duty”) [12]:
«Οι στρατιωτικοί κλάδοι αναπτύσσουν τους προϋπολογισμούς τους σε πενταετή βάση και τα περισσότερα προγράμματα προμηθειών χρειάζονται πολλά χρόνια -αν όχι δεκαετίες- από την απόφαση μέχρι την παράδοση. Ως αποτέλεσμα, οι προϋπολογισμοί και τα προγράμματα κλειδώνουν για χρόνια και όλα τα γραφειοκρατικά τεχνάσματα κάθε στρατιωτικού κλάδου είναι αφιερωμένα στην διατήρηση αυτών των προγραμμάτων και στην χρηματοδότησή τους. Σε αυτές τις προσπάθειες σμίγουν οι εταιρείες που κατασκευάζουν τον εξοπλισμό, οι λομπίστες της Ουάσινγκτον τους οποίους προσλαμβάνουν αυτές οι εταιρείες, και τα μέλη του Κογκρέσου στις πολιτείες ή τις περιφέρειες των οποίων βρίσκονται τα εργοστάσια. Οποιαδήποτε απειλή για αυτά τα μακροπρόθεσμα προγράμματα δεν είναι ευπρόσδεκτη».
Αυτό είναι που ο γερουσιαστής John McCain, Ρεπουμπλικανός από την Αριζόνα, κάποτε αποκάλεσε το «στρατιωτικο-βιομηχανικο-κογκρεσικό σύμπλεγμα», και το σύνολο του βιότοπού του εξαρτάται από την ανάπτυξη, παραγωγή, απόκτηση, λειτουργία και συντήρηση παραδοσιακών αμυντικών συστημάτων με παραδοσιακούς τρόπους.
Κάποιοι σε αυτό το σύμπλεγμα φαίνεται να καλωσορίζουν τις προηγμένες τεχνολογίες, επειδή δεν τις βλέπουν ακόμα ως απειλές. Για μια μεταβατική περίοδο, οι προηγμένες τεχνολογίες θα υποστηρίξουν πράγματι, αντί να αντικαταστήσουν τα παραδοσιακά συστήματα. Όμως, καθώς οι υποστηρικτές των παραδοσιακών συστημάτων καταλήγουν να βλέπουν τις έξυπνες μηχανές ως αντικαταστάτες αυτών των συστημάτων, θα αντισταθούν στην αλλαγή. Οι γραφειοκράτες που αντλούν ισχύ από την κυριαρχία τους στο σημερινό σύστημα απεχθάνονται [την σκέψη] να το αλλάξουν. Οι στρατιωτικοί πιλότοι και κυβερνήτες πλοίων δεν είναι πιο πρόθυμοι να χάσουν την δουλειά τους από έξυπνες μηχανές από όσο είναι οι εργαζόμενοι στα εργοστάσια. Αμυντικές εταιρείες που κερδίζουν δισεκατομμύρια με το να πωλούν παραδοσιακά συστήματα καλωσορίζουν τόσο τις διαταραχές στο επιχειρηματικό τους μοντέλο όσο η βιομηχανία ταξί έχει [καλωσορίσει] το Uber και το Lyft. Και καθώς όλη αυτή η αντίσταση αναπόφευκτα μεταφράζεται σε δυσαρεστημένους ψηφοφόρους, τα μέλη του Κογκρέσου θα έχουν τεράστια κίνητρα για να αποτρέψουν την αλλαγή.
Η υπέρβαση αυτών των εμποδίων θα απαιτήσει ηγεσία στα υψηλότερα επίπεδα διακυβέρνησης για να θέσει σαφείς προτεραιότητες, να προωθήσει την αλλαγή στα θεσμικά όργανα που αντιστέκονται, να αναμορφώσει τις δομές των κινήτρων τους, και να αναδιατυπώσει τις κουλτούρες τους. Αυτό ίσως να είναι πάρα πολύ για να το περιμένει κανείς, ειδικά εν μέσω της τρέχουσας πολιτικής αναταραχής στην Ουάσινγκτον. Υπάρχουν πολλοί ικανοί, καλοπροαίρετοι ηγέτες στο Πεντάγωνο, στο Κογκρέσο και στον ιδιωτικό τομέα που γνωρίζουν ότι το αμυντικό πρόγραμμα των ΗΠΑ πρέπει να αλλάξει. Πολύ συχνά, οι ηγέτες που καταλαβαίνουν καλύτερα το πρόβλημα δεν έχουν την εξουσία να το αντιμετωπίσουν στην κλίμακα που απαιτείται, ενώ εκείνοι με τη μεγαλύτερη εξουσία είτε δεν καταλαβαίνουν το πρόβλημα είτε δεν ξέρουν τι να κάνουν γι’ αυτό.
Αυτό καταδεικνύει ένα ευρύτερο πρόβλημα: Μια θεμελιώδη έλλειψη φαντασίας. Οι ηγέτες των ΗΠΑ απλά δεν πιστεύουν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα μπορούσαν να εκτοπιστούν ως η κυρίαρχη στρατιωτική δύναμη του κόσμου, όχι στο μακρινό μέλλον αλλά πολύ σύντομα. Δεν έχουν το όραμα ή την αίσθηση του επείγοντος που απαιτείται για να αλλάξουν το status quo. Εάν η στάση αυτή κυριαρχήσει, η αλλαγή δεν θα μπορούσε να προέλθει από ένα συντονισμένο σχέδιο αλλά ως αποτέλεσμα μιας καταστροφικής αποτυχίας, όπως η αμερικανική ήττα σε έναν μεγάλο πόλεμο. Μέχρι τότε, όμως, είναι πιθανό να είναι αργά για να αλλάξει η πορεία. Η επανάσταση στις στρατιωτικές υποθέσεις δεν θα ήταν μια τάση που οι Ηνωμένες Πολιτείες χρησιμοποίησαν για να αποτρέψουν τον πόλεμο και να στηρίξουν την ειρήνη, αλλά μια αιτία της καταστροφής των Ηνωμένων Πολιτειών.
Ο CHRISTIAN BROSE είναι επικεφαλής Στρατηγικής στην Anduril Industries, ανώτερος συνεργάτης στο Carnegie Endowment for International Peace, και συγγραφέας ενός προσεχούς βιβλίου για το μέλλον του πολέμου. Ήταν πρώην διευθυντής Προσωπικού της Επιτροπής Ένοπλων Υπηρεσιών της Γερουσίας των ΗΠΑ. Αυτό το άρθρο είναι προσαρμοσμένο από ένα έγγραφο που παρουσιάστηκε στο Aspen Strategy Group τον Αύγουστο του 2018.
Σύνδεσμοι:
[1] https://www.foreignaffairs.com/articles/2002-05-01/transforming-military
[2] https://warontherocks.com/2015/01/video-the-third-u-s-offset-strategy-an…
[3] https://www.foreignaffairs.com/articles/china/2018-02-13/china-reckoning
[4] https://www.foreignaffairs.com/articles/world/2018-07-10/how-artificial-…
[5] https://www.foreignaffairs.com/articles/2014-02-12/objects-go-online
[6] https://www.bbc.com/news/business-47294704
[7] https://www.foreignaffairs.com/articles/space/2019-03-26/why-creating-sp…
[8] https://www.foreignaffairs.com/articles/world/2018-08-14/battlefield-int…
[9] https://www.foreignaffairs.com/articles/russian-federation/2014-04-17/ru…
[10] https://www.foreignaffairs.com/articles/russia-fsu/2018-06-14/russia-it
[11] https://www.foreignaffairs.com/articles/united-states/2018-02-15/why-dro…
[12] https://www.nytimes.com/2014/01/19/books/review/duty-a-memoir-by-robert-…
foreignaffairs.gr
Φωτογραφία: Ο ανταγωνισμός: Επίδειξη ενός CH-7 drone στην πόλη Zhuhai, στην Κίνα, τον Νοέμβριο του 2018. AP IMAGES / SHAN HE / IMAGINECHINA