Η Τουρκία επιδιώκει τη δημιουργία τετελεσμένων στην Ανατολική Μεσόγειο, διεκδικώντας να έχει λόγο και ρόλο σε ένα μεγάλο θαλάσσιο κομμάτι της.
Η επιβεβαίωση ύπαρξης φυσικού αερίου στην περιοχή σε συνδυασμό με το γεγονός ότι έχει αποκλειστεί πολιτικά μέσα από τις τριμερείς συνεργασίες που έχουν συνάψει τα κράτη της περιοχής προκάλεσε μια σειρά από προκλητικές ενέργειες από την Άγκυρα ως αντίδραση στις τριμερείς συνεργασίες που συνήψε η Κυπριακή Δημοκρατία, η Ελλάδα, το Ισραήλ και η Αιγυπτος τόσο σε ό,τι αφορά τα ενεργειακά ζητήματα όσο και τα θέματα ασφάλειας. Σταθερή τουρκική πρόθεση είναι η αποσταθεροποίηση και η αμφισβήτηση των συμφωνιών που έχουν υπογραφεί. Τελευταία κίνηση της Τουρκίας είναι το μνημόνιο με τη Λιβύη που προκάλεσε την έντονη αντίδραση της Αθήνας και της Λευκωσίας.
Το ζητούμενο σε κάθε περίπτωση είναι το κατά πόσο αυτές οι τουρκικές ενέργειες και η γενικότερη πολιτική των προκλήσεων που επιχειρεί η Τουρκία έναντι κυρίως της Ελλάδας και της Κύπρου, αλλά και της Αιγύπτου, θα έχουν οποιοδήποτε αποτέλεσμα. Το ερώτημα αυτό δεν είναι εύκολο να απαντηθεί χωρίς να λαμβάνει υπόψη διάφορους παράγοντες, όπως το διεθνές δίκαιο αλλά και την πολιτική κατάσταση που επικρατεί αυτή τη στιγμή στη Λιβύη.
Ιδιαίτερης σημασίας είναι ο τρόπος με τον οποίο η Αθήνα κατά κύριο λόγο και η Λευκωσία κατά δεύτερο θα αντιδράσουν σε αυτήν την εξέλιξη και τι χειρισμούς θα κάνουν προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις τουρκικές ενέργειες.
Τρεις ακαδημαϊκοί, ο αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στο Τμήμα Νομικής του Πανεπιστημίου Κύπρου Αριστοτέλης Κωνσταντινίδης, ο αναπληρωτής καθηγητής του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου Γιώργος Μπούστρας και ο επίκουρος καθηγητής Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Λευκωσίας Μιχάλης Κοντός αναλύουν τις τουρκικές επιδιώξεις στην περιοχή, αλλά και τις πιθανές συνέπειες των κινήσεων αυτών.
Πολλαπλές οι επιδιώξεις της Τουρκίας
Ο Αριστοτέλης Κωνσταντινίδης, αναπληρωτής καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στο Τμήμα Νομικής του Πανεπιστημίου Κύπρου, τονίζει:
Κατ’ αρχάς, φαίνεται ότι μιλούμε για οριοθέτηση τόσο υφαλοκρηπίδας όσο και ΑΟΖ μεταξύ Τουρκίας και Λιβύης. Αυτό είναι ενδιαφέρον, καθώς η Τουρκία ήταν ανέκαθεν αντίθετη σε θέσπιση και οριοθέτηση ΑΟΖ στη Μεσόγειο χωρίς συμφωνία με τα γειτονικά κράτη. Επίσης δεν είναι κάτι που έγινε ξαφνικά σήμερα. Η Τουρκία εδώ και κάποια χρόνια επιδιώκει μία συμφωνία με τη Λιβύη. Αυτό το οποίο μπορούμε να πούμε είναι ότι η Τουρκία έχει πολλαπλές επιδιώξεις.
● Πρώτον, θέλει να ακυρώσει στην πράξη οποιουσδήποτε σχεδιασμούς έχουν η Ελλάδα, η Κύπρος και η Αίγυπτος ή ακόμα και μόνο η Ελλάδα με την Αίγυπτο για οριοθέτηση μεταξύ τους θαλάσσιων ζωνών. Η οριοθέτηση που θα γινόταν ή αν θα γίνει ανάμεσα σε Ελλάδα, Αίγυπτο ή και Κύπρο, θα συμπεριλάμβανε το Καστελλόριζο. Οπόταν η Τουρκία, με την επιδιωκόμενη οριοθέτηση με τη Λιβύη και αγνοώντας παντελώς το Καστελλόριζο, όπως και Ρόδο, Κάρπαθο αλλά και Κρήτη, έρχεται και προλαβαίνει την Ελλάδα και την Αίγυπτο, υποστηρίζοντας με τη συμφωνία ότι το Καστελλόριζο και τα υπόλοιπα νησιά δεν μπορούν να έχουν θαλάσσια ζώνη πέραν των χωρικών υδάτων, δηλαδή στην περίπτωση της Ελλάδας τα έξι ναυτικά μίλια. Θεωρώ δηλαδή ότι ήταν ένας αντιπερισπασμός στους σχεδιασμούς Ελλάδας- Αιγύπτου-Κύπρου για μεταξύ τους οριοθέτηση ΑΟΖ. Η Τουρκία θεωρεί ότι δικαιούται το μεγαλύτερο κομμάτι θάλασσας στην περιοχή και το βλέπουμε στους διάφορους χάρτες που βγάζει για την περιοχή. Με αυτή την κίνηση υποστηρίζει ότι το συγκεκριμένο κομμάτι της ανήκει. Οπόταν η πρώτιστη επιδίωξή της είναι να ακυρώσει εμπράκτως αυτούς τους σχεδιασμούς.
● Δεύτερον, ενώ όλα αυτά μέχρι στιγμής τα ξέραμε ως μονομερείς διεκδικήσεις, εμπλέκει τώρα και ένα άλλο κράτος, το οποίο συμμερίζεται τις απόψεις της, επιδιώκοντας νομιμοποίηση των διεκδικήσεών της. Υπάρχει, ωστόσο, ζήτημα ως προς τη νομιμοποίηση της Κυβέρνησης Εθνικής Συμφιλίωσης της Λιβύης να υπογράψει τη συμφωνία ή να τη θέσει νόμιμα σε ισχύ με βάση το εσωτερικό δίκαιο της Λιβύης.
● Τρίτον, το οποίο αποτελεί και πάγια επιδίωξη της Τουρκίας, είναι να επιβάλει την άποψη, που στο διεθνές δίκαιο αποτελεί ισχνότατη μειοψηφία, ότι τα νησιά ανεξαρτήτως μεγέθους δεν έχουν θαλάσσιες ζώνες πέραν των χωρικών υδάτων τους όταν τίθεται ζήτημα οριοθέτησης με γειτονικές χώρες.
● Τέταρτον, η Τουρκία επιδιώκει να μπει στον ενεργειακό χάρτη της Ανατολικής Μεσογείου, από τον οποίο έμεινε εκτός μέσα από τις πολύ επιτυχημένες σε πολιτικό επίπεδο τριμερείς συνεργασίες Κύπρου-Ελλάδας-Αιγύπτου και Κύπρου-Ελλάδας-Ισραήλ. Για τον λόγο αυτό, όταν η Τουρκία είδε ότι υπάρχει φυσικό αέριο, ξεκίνησε, με μονομερείς και παράνομες κινήσεις γύρω από την Κύπρο και την Ελλάδα και τώρα με τη συμφωνία με τη Λιβύη, να διεκδικεί ντε φάκτο αυτά που δεν κατάφερε να επιτύχει σε πολιτικό επίπεδο.
Όσον αφορά στη συμφωνία με τη Λιβύη, είναι προφανές ότι παραβιάζει τα κυριαρχικά δικαιώματα, τουλάχιστον της Ελλάδας. Αυτό δεν έχει δικαίωμα να το κάνει ένα κράτος, ούτε δύο κράτη εις βάρος τρίτου κράτους.
Η Ελλάδα έχει δικαιώματα δυνάμει της υφαλοκρηπίδας της. Το ζητούμενο είναι μέχρι πού εκτείνονται τα θαλάσσια όρια της Ελλάδας και της κάθε χώρας σε σχέση με τα αντίστοιχα όρια γειτονικών χωρών. Από τη στιγμή που δεν έγινε κοινή οριοθέτηση από τα εμπλεκόμενα μέρη, το κάθε κράτος οριοθετεί την ΑΟΖ του με βάση τις δικές του θέσεις. Οπόταν η συμφωνία αυτή δεν επηρεάζει τα νόμιμα δικαιώματα της Ελλάδας, αλλά δεν ξέρουμε ακόμα με βεβαιότητα ποια ακριβώς είναι αυτά και μέχρι πού φτάνουν, καθώς η Ελλάδα δεν έχει καταθέσει συντεταγμένες νοτίως και ανατολικά των νησιών του Αιγαίου, ούτε έχει προβεί σε οριοθέτηση με κάποιο γειτονικό κράτος στην εν λόγω περιοχή. Το ιδανικό θα ήταν να υπάρχει μία κοινή συμφωνία ή κάποια δικαστική οριοθέτηση με όλα τα εμπλεκόμενα κράτη, δηλαδή μεταξύ Ελλάδας, Τουρκίας, Αιγύπτου και Κύπρου και ενδεχομένως Λιβύης.»
«Πάσα» για οριοθέτηση ΑΟΖ Ελλάδας – Αιγύπτου
Ο Γιώργος Μπούστρας, κοσμήτορας της Σχολής Διοίκησης Επιχειρήσεων, καθηγητής Διαχείρισης Κρίσεων, του Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου, σημειώνει:
«Το αρνητικό στην περίπτωση αυτή είναι ότι όντως υπάρχει μία συμφωνία μεταξύ Τουρκίας-Λιβύης. Δεν έχουμε δει βέβαια αυτή τη συμφωνία και άρα δεν ξέρουμε τι καλύπτει. Για αυτό θεωρώ ότι ήταν έξυπνη η κίνηση του υπουργείου Εξωτερικών της Ελλάδας να ζητήσει να δοθεί στη δημοσιότητα η συμφωνία, ούτως ώστε να γνωρίζουμε περί τίνος πρόκειται και τι ακριβώς προνοεί.
Ένα δεύτερο δεδομένο όμως είναι ότι όπως είναι σήμερα η κατάσταση στη Λιβύη δεν είναι σαφές ότι αυτοί με τους οποίους υπέγραψε τη συμφωνία η Τουρκία θα είναι στην εξουσία και στη συνέχεια.
Ένα τρίτο δεδομένο είναι, κατά την άποψή μου, ότι αυτή ή συμφωνία αποτελεί «καλή πάσα» προς την Ελλάδα, την Κύπρο και την Αίγυπτο για συνομολόγηση της δικής τους ΑΟΖ. Ένα ζήτημα το οποίο εδώ και αρκετό καιρό συζητούμε και για το οποίο, για πολιτικούς λόγους, δεν έχει ληφθεί οποιαδήποτε απόφαση προκειμένου να προχωρήσει και να υπάρξει κατάληξη με καθορισμό της ΑΟΖ. Αυτή η συμφωνία Τουρκίας- Λιβύης είναι μια καλή ευκαιρία ως απάντηση να οριοθετηθεί ΑΟΖ μεταξύ αυτών των τριών χωρών. Οι οποίες θα πρέπει να πούμε ότι είναι και οι πραγματικά εμπλεκόμενες.
Θα πρέπει επίσης εδώ να αναφέρουμε ότι αυτό το οποίο φαίνεται είναι ότι συνεχώς η Τουρκία έχει μία συμπεριφορά η οποία βασίζεται στην πρόκληση. Αυτή η τακτική επιδιώκει να έχει ψυχολογικό αντίκτυπο προς Κύπρο και Ελλάδα. Πραγματικό αντίκτυπο όμως αυτές οι κινήσεις στις οποίες προβαίνει η Τουρκία δεν έχουν. Όπως, για παράδειγμα, το πρόγραμμα γεωτρήσεων που έχει ξεκινήσει η Τουρκία ανοικτά της Κύπρου.
Διότι γίνονται μεν γεωτρήσεις, δεν υπάρχει όμως η δυνατότητα από μέρους τους να πετύχουν εξόρυξη. Άρα αυτό το οποίο κάνουν είναι να προκαλούν. Το ίδιο αποτελεί και η συμφωνία με τη Λιβύη, η οποία έχει ήδη καταδικαστεί και από την Ε.Ε. και από τη Λιβύη.
Θα πρέπει επίσης εδώ να πούμε ότι έχουν σημασία και οι χώρες που επιλέγονται για να γίνονται οι όποιες συμφωνίες. Για παράδειγμα, η Τουρκία προχώρησε σε μία συμφωνία με τη Λιβύη, ενώ η Κύπρος έχει τη διπλωματία των τριμερών και με κράτη που έχουν μία σταθερότητα. Η Λιβύη αυτή τη στιγμή δεν είναι κράτος. Ένα κομμάτι της διοικείται από ένα στρατηγό, ένα άλλο κομμάτι της διοικείται από έναν άλλο στρατηγό και γενικότερα η κατάσταση στη Λιβύη είναι περίπλοκη πολιτικά. Όμως η διπλωματία των τριμερών που έχει προωθήσει η Κυπριακή Δημοκρατία είναι και μακροπρόθεσμη και αποδοτική διότι έχει επιλέξει συνεργασία με κράτη που είναι πυλώνες σταθερότητας στην περιοχή. Όχι μόνο με την Ελλάδα, την Αίγυπτο και το Ισραήλ αλλά ακόμα και με την Ιορδανία. Η οποία εδώ και πολλά χρόνια είναι η πλέον σταθερή χώρα του αραβικού κόσμου.
Συνεπώς, η όλη προσπάθεια και η πολιτική γύρω από την περιοχή σε σχέση με την ΑΟΖ και την Ανατολική Μεσόγειο είναι ένας μαραθώνιος και όχι ένας αγώνας δρόμου. Η Τουρκία μπορεί να ξεκινήσει ένα «γρήγορο τρέξιμο» αλλά έχω την εντύπωση ότι θα κουραστεί στον δρόμο.»
Η Τουρκία επιχειρεί να «προλάβει» τις εξελίξεις
Ο Μιχάλης Κοντός, επίκουρος καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, υπογραμμίζει:
«Προς το παρόν έχουμε ένα μνημόνιο συνεργασίας, όχι μια συμφωνία οριοθέτησης. Το μνημόνιο δεν παράγει έννομα αποτελέσματα αλλά αποτελεί διακήρυξη προθέσεων. Παρόμοια διακήρυξη προθέσεων έχουν εκφράσει τον Μάιο του 2018 σε κοινή τους συνάντηση οι Πρόεδροι της Ελλάδας, της Αιγύπτου και της Κύπρου για οριοθέτηση των ΑΟΖ τους εκεί όπου συμπίπτουν, χωρίς όμως να το έχουν πράξει μέχρι τώρα. Με αυτή την ενέργεια, μέσω των ισχυρών μοχλών πίεσης που διαθέτει επί της Κυβέρνησης της Λιβύης, η Τουρκία επιχειρεί να «προλάβει» τις εξελίξεις. Κάτι τέτοιο θα μετέτρεπε το κατά τα άλλα νόμιμο (σύμφωνα με τις προβλέψεις της UNCLOS) δικαίωμα της Κύπρου, της Ελλάδας και της Αιγύπτου σε διένεξη, με προσδοκία εξεύρεσης μιας κοινώς αποδεκτής λύσης. Ως εκ τούτου, η Τουρκία θα αποφύγει (αν φυσικά «δουλέψει» το σχέδιό της) τον κίνδυνο της θαλάσσιας απομόνωσής της σε περίπτωση που θα επερχόταν η τριμερής οριοθέτηση. Ταυτόχρονα, επιχειρεί να αμφισβητήσει την περιφερειακή συναίνεση που πέτυχαν οι προαναφερθείσες χώρες, αντιτείνοντας μια «αντι-συναίνεση».
Εδώ θα πρέπει να υπογραμμίσουμε το εξής: είναι σαφές ότι η πρόθεση της Τουρκίας και της Λιβύης παραγνωρίζει τα δικαιώματα της Ελλάδας στον συγκεκριμένο θαλάσσιο χώρο και επιχειρεί να «αποκόψει» την ελληνική από την κυπριακή και την αιγυπτιακή ΑΟΖ. Εν τούτοις, το δίκαιο και το άδικο μιας τέτοιας ενέργειας στην πράξη δεν μπορούν να αξιολογηθούν πάρα μόνον από ένα διεθνές δικαιοδοτικό όργανο, στο οποίο τα ενδιαφερόμενα μέρη θα πρέπει να προσφύγουν από κοινού. Κάτι τέτοιο είναι πολύ δύσκολο να συμβεί, για διάφορους λόγους. Στο μεταξύ όμως, ο καθένας προβάλλει τα επιχειρήματά του και τη δική του οπτική περί του δικαίου. Η Τουρκία γνωρίζει αυτό το δεδομένο, γεγονός που μαρτυρά ότι επιζητά νομιμοποίηση, όχι κατ’ ανάγκη νομιμότητα. Και εν τοιαύτη περιπτώσει, η νομιμοποίηση θα αποτελέσει και μέσον αιτιολόγησης πιθανής χρήσης βίας, αν η ίδια κρίνει ότι παραβιάζονται τα κατ’ ισχυρισμό δικαιώματά της (π.χ. αν στο μέλλον γίνει προσπάθεια εξόρυξης με αδειοδότηση μιας εκ των τριών χωρών).
Βέβαια η Τουρκία δεν επιθυμεί αυτό το σενάριο. Ευελπιστεί όμως ότι η ενέργειά της αυτή και τα τετελεσμένα που θα προκύψουν εξ αυτής θα λειτουργήσουν αποτρεπτικά και δεν θα τολμήσει η Ελλάδα, η Αίγυπτος και η Κύπρος να προχωρήσουν με τις δικές τους ενέργειες, έχοντας υπόψη και την προγενέστερη πείρα του casus belli έναντι της δικαιωματικής επέκτασης των ελληνικών χωρικών υδάτων και άλλες παρόμοιες περιπτώσεις πειθαναγκασμού.»
Φρίξος Δαλίτης
philenews