Οι πιο σαρωτικές αλλαγές, οι πιο ωραίες δονήσεις και οι πιο γοητευτικοί µετασεισµοί – ειδικά στην Τέχνη – γεννιούνται σε περίοδο κρίσης. Να, σαν τη δική µας.
Έφυγε από τη ζωή ο κορυφαίος Έλληνας συνθέτης Γιάννης Σπανος.
Δεν ήταν ακριβώς εμφανής η κρίση το ’60, στα χρόνια που γεννήθηκε το Νέο Κύμα και πέρασε στα στόματα όλων από την ώρα που εγκαθιδρύθηκε ως όρος στη συλλογική ελληνική συνείδηση. Νέο Κύμα, νεοκυματικός μπήκαν στο λεξιλόγιό μας, ακόμη και μετά το πέρασμα από τις μπουάτ στις πίστες και τα σκυλάδικα. Κάτι που δεν κατάφερε ο Νέος Ελληνικός Κινηματογράφος (ΝΕΚ) – και αυτό όχι μόνο από δυσκολία, εν προκειμένω, στην εφεύρεση νέων όρων.
https://youtu.be/kjFd_hoc6Wg
Ας γυρίσουμε πίσω λοιπόν. Σε εκείνη την υφέρπουσα και εν πολλοίς άδηλη περίοδο κρίσης, η οποία όμως έχτιζε όνειρα. Η Ελλάδα είχε αρχίσει να επουλώνει πληγές από την Κατοχή και τον Εμφύλιο και έχτιζε πετραδάκι πετραδάκι τα όνειρα της αντιπαροχής, που θα έβαζε ένα κεραμίδι (ή μάλλον πλάκα από μπετόν) πάνω από το κεφάλι καθενός, καθώς η αστυφιλία έπλαθε το καλούπι του νεοέλληνα αστού.
Αυτή η αστική – κατ’ επίφαση – διεργασία ήθελε και το δικό της σάουντρακ.
Και το πνεύμα οικονομίας (η αποταμίευση διαφημιζόταν επίμονα) έκανε τη δισκογραφία που έβλεπε μια κάμψη να αφήσει τις μεγάλες ορχήστρες του ελαφρού τραγουδιού ή εκείνες του ρεμπέτικου και του λαϊκού και να πιάσει τον μινιμαλισμό.
Εδώ μπαίνει μια θρυλική μορφή της δισκογραφίας, ο Αλεξανδρινός Αλέκος Πατσιφάς (φίλος των Ελύτη, Μόραλη, Τσαρούχη) που ασπάσθηκε το πνεύμα οικονομίας της εποχής: ολιγοπρόσωπα σχήματα στο τραγούδι. Βλέποντας δε την τάση διαμόρφωσης αυτής της νέας αστικής – ή μικροαστικής – τάξης, την ασπάσθηκε επίσης και θέλησε να υιοθετήσει τη λογική του γαλλικού σανσόν για το νέο ελληνικό αστικό τραγούδι. Από τον υπαρξισμό μιας Ζιλιέτ Γκρεκό ώς τον μινιμαλισμό του Βέλγου Ζακ Μπρελ.
Οχι όμως πολιτικό, ούτε αμιγώς ερωτικό. «Κοινωνικό» το χαρακτηρίζει ο Γιάννης Σπανός που τότε πηγαινοερχόταν στο Παρίσι. Και στην ερώτηση του Πατσιφά πώς να ονομάσει αυτό το νέο είδος μετέφρασε το Nouvelle Vague του γαλλικού σινεμά και βάφτισε το Νέο Κύμα του ελληνικού τραγουδιού.
Με το όνομα δεδομένο, ο Αλέκος Πατσιφάς έδωσε τον τόνο, ντοπάροντας τις νέες μελωδίες, όσο να ανθήσουν μόνο με ένα μπασοκίθαρο και ένα πιάνο και βρίσκοντας συνθέτες αρωγούς – με άξονα και πάλι την κιθάρα – όπως ο νέος τότε Νότης Μαυρουδής και ο Λίνος Κόκοτος ή – με άξονα το πιάνο – τον Σπανό.
Εχοντας ιδρύσει τότε (το 1964) την εταιρεία Lyra, μαζί με τον Κυριάκο Μαραβέγια και με την οικονομική ενίσχυση του Κωνσταντίνου Δοξιάδη, ήξερε ότι μαζί με τις μελωδίες έπρεπε να βρει και πρόσωπα (τραγουδιστές) και χώρους. Εψαξε, άκουσε και τα… γέννησε και τα δύο.
Η κιθάρα στα χέρια του Λάκη Παππά – αποδήμησε την Τετάρτη, έχοντας όλα αυτά τα χρόνια τους ήχους του Νέου Κύματος στα αυτιά του – έγινε σύμβολο του νέου τραγουδιού που ήρθε σαν Κύμα κι έσκασε στην ακτή της δημιουργίας φέρνοντας το Καινούργιο. Το οποίο με τη σειρά του έμελλε να επηρεάσει το ελληνικό τραγούδι, παρότι η χούντα κλείνοντας τις μπουάτ τού ανέκοψε νωρίς την πορεία. Οι πέτρινοι (συνήθως) τοίχοι μιας μικρής μουσικής σκηνής, πίσω από όσους βρέθηκαν να υπηρετήσουν το νεότοκο Κύμα, έγιναν σύμβολο ενός αστικού μύθου: Μπουάτ!
Τα στέκια
Κουτί, μικρό κουτί, γεμάτο θαύματα για τον νέο Ελληνα που ήθελε να καταναλώσει γοητευτικές μελωδίες, γεμάτες καθημερινές εικόνες, νοσταλγία και ψήγματα έρωτα, την ώρα που μοχθούσε να υλοποιήσει πια το όνειρο για ένα διαμερισματάκι και ένα αυτοκινητάκι. Τιπούκειτος (επί χρόνια στέκι του Λάκη Παππά), Απανεμιά (λειτουργεί έως σήμερα και ήταν το τελευταίο στέκι του Παππά), Σκορπιός (στέκι του κιθαρωδού Κώστα Χατζή) και Λιόγερμα στη Θεσσαλονίκη έγιναν τόποι χαμηλόφωνης κατανάλωσης μελωδιών και συγχορδιών στην κιθάρα. «Η ομίχλη (που) μπαίνει από παντού στο σπίτι» ακούγεται σαν νέο σύνθημα και νέος ήχος ακόμη και με μια κιθάρα. Κυρίως με αυτήν. Δεν είναι τυχαίο που μεγάλοι κλασικοί κιθαρίστες, όπως ο Δημήτρης Φάμπας ή ο Γεράσιμος Μηλιαρέσης (ο οποίος υπήρξε και, κατά κάποιον τρόπο, γέφυρα με το ΝΕΚ, ειδικά στην ευαίσθητη φιλμική «Εκδρομή» του Τάκη Κανελλόπουλου), συνδέθηκαν με ηχογραφήσεις εκείνης της εποχής – την ώρα που και οι Μάνος Χατζιδάκις, Μίκης Θεοδωράκης και Σταύρος Ξαρχάκος δανείζονταν ιδέες και από το νέο μελωδικό κύμα.
Δεινός μελωδιστής και πολυγραφότατος, ο Γιάννης Σπανός αναδείχτηκε σε «γενάρχη» κατά κάποιον τρόπο του Νέου Κύματος, κοιτώντας πάνω από τα πλήκτρα του να γεμίζουν ασφυκτικά οι μπουάτ. Τολμούσε δε να φέρει στο νεανικό κοινό τους και κάτι νέο μαζί με τα τραγούδια του (όχι υποχρεωτικά μόνο με παράδειγμα το γαλλικό σανσόν): Ποίηση. Μελοποιημένη ποίηση που δειλά άρχισαν να ηχογραφούν και ο Μάνος και ο Μίκης. Ο πρώτος έφερε ακόμη και πρόσωπα του Νέου Κύματος στα… νερά του, όπως τον Λάκη Παππά που τον χρησιμοποίησε ως φωνή, ως νεοκυματικό κιθαριστικό σύμβολο και ως ερμηνεία στον «Ματωμένο γάμο» του.
Ο Γιάννης Σπανός, στο μεταξύ, με τρεις Ανθολογίες του τόλμησε να φωτίσει στίχους ποιητών και να τους φέρει στα χείλη όλων, πάνω από ένα ποτήρι βερμούτ, μέσα στην άκρα ησυχία της μπουάτ. Περνώντας τους και από τα χείλη όλων σχεδόν των νέων, νεοκυματικών αστέρων που χάρισαν με τη σειρά τους οριστικές ερμηνείες, στην ίδια ατμόσφαιρα μελωδίας και ευαισθησίας: Πόπη Αστεριάδη, Καίτη Χωματά, Λάκης Παππάς, Αρλέτα, Γιώργος Ζωγράφος, Χρήστος Λετονός, Ελενα Κυρανά, Μαρία Δουράκη, Δημήτρης Ζευγάς, Μιχάλης Βιολάρης, Αλέκα Μαβίλη, Ρένα Κουμιώτη, Αλέξης Γεωργίου…
Ειδικά για τον αείμνηστο Γεωργίου, αν μιλάμε για γνωστές και άγνωστες επιδράσεις του Νέου Κύματος στο μουσικό μέλλον, ο αστικός μύθος θέλει το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο Χάρις Αλεξίου να αποτυπώνει την ευγνωμοσύνη της Χαρίκλειας Ρούπακα για την είσοδό της στο τραγούδι: Χάριν του Αλέξη, Χάρις Αλεξίου.
Ομως οι επιρροές του νέου μουσικού πνεύματος μελωδίας και οικονομίας μέσων είναι πολύ μεγαλύτερες από αστικούς μύθους. Το «Φορτηγό» του Διονύση Σαββόπουλου γράφτηκε σε αυτήν την ατμόσφαιρα και ας μη λογίζεται ο ίδιος ως νεοκυματικός. Οχι ότι η κιθαρωδία στο «Μη μιλάς άλλο γι’ αγάπη» και στη «Συννεφούλα» του δεν είχε εκεί τις βάσεις της.
Οι γκεστ σταρ
Ακόμη και συνθέτες από άλλους χώρους μπήκαν να δοκιμαστούν, έστω για λίγο, στον μινιμαλισμό του Νέου Κύματος, αλλάζοντας και τον ρου της δικής τους έμπνευσης. Τρανά παραδείγματα ο Μίμης Πλέσσας – πέρασε τη νεοκυματική ατμόσφαιρα, κυρίως με τον Γιάννη Πουλόπουλο και την κιθάρα του, στις ελληνικές ταινίες – και ο Νίκος Μαμαγκάκης που παρέδωσε το «Σκληρό μου αγόρι» με την Πόπη Αστεριάδη στη χορεία τόσο μεγάλων επιτυχιών. Οπως το εμβληματικό «Μια φορά θυμάμαι» της Αρλέτας, τα «Μια αγάπη για το καλοκαίρι», «Θα διώξω τα σύννεφα» και το «Τίποτα άλλο» κατά Ναπολέοντα Λαπαθιώτη της Καίτης Χωματά, τα «Ακρη δεν έχει ο ουρανός» και «Μικρό παιδί σαν ήμουνα» του Γιώργου Ζωγράφου, το «Αγόρι με τα μάτια τα μελιά» της Αλέκας Μαβίλη (σε στίχους Λευτέρη Παπαδόπουλου), το «Πέτρινο χαμόγελό της» του Νίκου Χουλιαρά, το «Δελφινοκόριτσο» του Λίνου Κόκοτου, το «Ασπρα καράβια τα όνειρά μας»…
«Πάει κι αυτή η Κυριακή» τραγουδούσε, αργά, πάνω από την κιθάρα του ο Λάκης Παππάς (προτού μαρκάρει με τις ερμηνείες του τη «Φτερωτή του μύλου» και το «Νανούρισμα» από τον χατζιδάκειο «Ματωμένο γάμο») και τα λόγια του, το εσωστρεφές στυλ του, η ησυχία στην μπουάτ πάνω από τα ποτήρια με το βερμούτ σε νεανικά χέρια – αντίστιξη στα ηχηρά κέντρα διασκέδασης που έφερε η χούντα, μαζί με την υπερβολική εξωστρέφεια – γίνονταν σύμβολο μιας ευγενούς εποχής του τραγουδιού.
«Ηταν μια δεκαετία ανεπανάληπτη» λέει στα «ΝΕΑ» ο Γιάννης Σπανός, ο οποίος από το 1959 πηγαινοερχόταν στο Παρίσι, προτού ο Γιώργος Παπαστεφάνου τον γνωρίσει στον Αλέκο Πατσιφά και ο συνθέτης του εμβληματικού «Μια φορά θυμάμαι» γίνει νονός και «πατριάρχης» του Νέου Κύματος. «Ηταν κάτι πρωτόγνωρο που έγινε κυρίαρχο. Τραγούδια συναισθημάτων και νοσταλγίας θα τα έλεγα. Αυτό ήταν το καινούργιο πράγμα». Και αγωγή στη διασκέδαση θα προσθέταμε.
«Ο Λάκης με την κιθάρα του έλεγε τραγούδια, χόρδιζε, έλεγε αστεία, όλα αυτά στην ησυχία της μπουάτ, γεμάτη νέα παιδιά. Αυτά τα τραγούδια είχαν ειλικρίνεια και εντιμότητα. Δεν ήταν κατασκευές για εμπορικούς λόγους» προσθέτει ο Γιάννης Σπανός. «Γι’ αυτό και έμειναν στις καρδιές του κόσμου». Δεν είναι τυχαίο ότι ακόμη και σήμερα στις συναυλίες του τα ξέρουν όχι μόνο οι παππούδες αλλά και τα εγγόνια! Ή ότι μια σειρά από συγκροτήματα, κυρίως της ηλεκτρονικής μουσικής, σε αυτά βασίζονται για μεγάλες επιτυχίες τους. Οπως οι δραστήριοι Stereomatic, οι Mikro και οι Νάμα. Αποδεικνύοντας ότι το Νέο Κύμα δεν πάλιωσε ποτέ…