«Πρέπει να είσαι προσεκτικός με το τι εύχεσαι γιατί μπορεί να πραγματοποιηθεί», λέει ένα ρητό, το οποίο επικαλείται η ανάλυση των Financial Times για να περιγράψει τη θέση των Δημοκρατικών στον πόλεμο που άνοιξαν με τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ.
Μετά από μήνες παροτρύνσεων στους Δημοκρατικούς, ο Τραμπ τελικά κατάφερε να τους προκαλέσει να αρχίσουν μια διαδικασία παραπομπής του, λόγω της υποψίας ότι έκανε κατάχρηση της εξουσίας του με σκοπό να ζημιώσει τον πιθανό αντίπαλό του στις προεδρικές εκλογές του 2020, Τζο Μπάιντεν.
Αναλύοντας τα κίνητρα της προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων Νάνσι Πελόζι, μπορεί κανείς να πει ότι έχει αναλώσει τον τελευταίο χρόνο περιορίζοντας τη δράση της, αλλά πλέον δείχνει τα δόντια της στον Τραμπ. Εντούτοις, γνωρίζει πολύ καλά και η ίδια ότι αυτή η πρόταση θα λειτουργήσει τελικά υπέρ του πλανητάρχη και κατά των Δημοκρατικών. Όμως, δεν έχει άλλη εναλλακτική, αφού ήταν πλέον ορατό το ενδεχόμενο να αμφισβητηθεί η θέση της στις τάξεις των Δημοκρατικών.
Ουσιαστική η προσπάθεια της κυβέρνησης Τραμπ να μην δημοσιοποιήσει και να υποβαθμίσει την καταγγελία του πληροφοριοδότη σε βάρος του προέδρου Τραμπ, επιτάχυνε τις εξελίξεις. Οι ισχυρισμοί που έχουν γίνει γνωστοί και σύμφωνα με τους οποίους, ο Αμερικανός πρόεδρος διέταξε την καθυστέρηση χορήγησης της στρατιωτικής βοήθειας προς την Ουκρανία, ημέρες πριν συνομιλήσει με τον πρόεδρο της χώρας, για την διεξαγωγή έρευνας για τον Τζο Μπάιντεν και τον γιο του Χάντερ, αποτέλεσαν επίσης, το σημείο αιχμής για τους Δημοκρατικούς στην Βουλή των Αντιπροσώπων που ήταν δισταχτικοί ως προς την παραπομπή του Τραμπ, για να προχωρήσουν στο επόμενο ιστορικό βήμα.
Περίπου 50 Δημοκρατικοί βουλευτές στην Βουλή των Αντιπροσώπων προστέθηκαν στους υποστηρικτές του αιτήματος της προοδευτικής πτέρυγας του κόμματος, για την έναρξη της επίσημης έρευνας παραπομπής του προέδρου Τραμπ, από τότε που έγινε γνωστή η είδηση της συνομιλίας που είχε ο Αμερικανός πρόεδρος, με τον πρόεδρο της Ουκρανίας.
Ποσοστό περίπου 80% των μελών της κοινοβουλευτικής ομάδας των Δημοκρατικών στην Βουλή των Αντιπροσώπων τάσσεται πλέον υπέρ της διεξαγωγής επίσημης έρευνας για την παραπομπή του Αμερικανού προέδρου. Το ABC News υποστηρίζει ότι 182 Δημοκρατικοί και ο Τζάστιν Αμάς (που πρόσφατα αποχώρησε από το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα) υποστηρίζουν το αίτημα παραπομπής.
Οι επιτροπές στην Βουλή των Αντιπροσώπων που διερευνούν τις καταγγελείες που έχουν διατυπωθεί σε βάρος του προέδρου Τραμπ θα συνεχίσουν τις ακροάσεις τους.
Σύμφωνα με τα όσα είπε η Πελόζι, τώρα, οι καταθέσεις των μαρτύρων θα γίνονται υπό το πλαίσιο της επίσημης έρευνας για την παραπομπή του Αμερικανού προέδρου.
Για την ώρα, δεν φαίνεται να προωθείται η συγκρότηση κάποιας ειδικής επιτροπής για την έρευνα σχετικά με την παραπομπή, καθώς σε μια τέτοια περίπτωση ,το ζήτημα της παραπομπής του Τραμπ θα ήταν εκτός των αρμοδιοτήτων του προέδρου της Επιτροπής Δικαιοσύνης, Τζέρι Νάντλερ. Για την παραπομπή του προέδρου Τραμπ θα πρέπει να ψηφίσει η Βουλή των Αντιπροσώπων με απλή πλειοψηφία, μετά την επίκληση των σχετικών νομικών άρθρων παραπομπής από την Επιτροπή Δικαιοσύνης.
Εξάλλου, δύο από τους τρεις Ρεπουμπλικάνους που διεκδικούν το χρίσμα του κόμματος για τις προεδρικές εκλογές του 2020 εναντίον του Ντόναλντ Τραμπ εξέφρασαν τη στήριξή τους στη διαδικασία που ξεκίνησαν οι Δημοκρατικοί με στόχο την καθαίρεση του Αμερικανού προέδρου.
«Η παράνομη επιχείρηση με την Ουκρανία στην οποία εμπλέκεται ο πρόεδρος είναι ένας συνδυασμός προδοσίας, δωροδοκίας και άλλων σοβαρών εγκλημάτων και αδικημάτων», δήλωσε ο Γουέλς, πρώην κυβερνήτης της Μασαχουσέτης.
«Το μόνο που είναι απολύτως ξεκάθαρο είναι ότι είναι λόγος για την απομάκρυνση (του Τραμπ) από την προεδρία», τόνισε στη διάρκεια συζήτησης που οργάνωσε ο ιστότοπος Business Insider.
Ο Γουόλς, ραδιοφωνικός παραγωγός και πρώην γερουσιαστής από το Ιλινόις, συμφώνησε.
«Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν είναι ικανός» να είναι πρόεδρος των ΗΠΑ, δήλωσε μιλώντας στην ίδια συζήτηση. «Ο πρόεδρος των ΗΠΑ αξίζει να παραπεμφθεί (σε δίκη για την καθαίρεσή του) πολύ σύντομα», πρόσθεσε.
Η εκδήλωση αυτή στη Νέα Υόρκη δεν είχε εγκριθεί από το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, το οποίο έχει ανακοινώσει ότι στηρίζει πλήρως την επανεκλογή Τραμπ. Ο Αμερικανός πρόεδρος δεν συμμετείχε στη συζήτηση αυτή και έχει χαρακτηρίσει στο Twitter την έρευνα με στόχο την καθαίρεσή του «κυνήγι μαγισσών».
Εξάλλου ο Τραμπ έχει απορρίψει τους αντιπάλους του για το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνος ως «αστείους» και «γελοίους».
Όταν ρωτήθηκε σχετικά με την απόφαση του Αμερικανού προέδρου να μην συμμετάσχει στη συζήτηση η Έριν Περίν, αναπληρώτρια διευθύντρια επικοινωνίας της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ, απάντησε ότι θα ήταν «ανώφελη».
Έρευνα του Reuters/ Ipsos που διενεργήθηκε το διάστημα 16 με 20 Σεπτεμβρίου δείχνει ότι το 82% των εγγεγραμμένων Ρεπουμπλικάνων εγκρίνουν το έργο του Τραμπ ως προέδρου. Άλλη δημοσκόπηση αυτή την εβδομάδα έδειξε ότι το 37% των Αμερικανών πιστεύει ότι ο Τραμπ θα πρέπει να παραπεμφθεί σε δίκη για την καθαίρεσή του, ποσοστό μειωμένο σε σχέση με το 41% που είχε την ίδια άποψη νωρίτερα τον Σεπτέμβριο.
Η Πελόζι φαίνεται πως έχει εξασφαλίσει τις ψήφους που απαιτούνται.
Ωστόσο, το πραγματικό πρόβλημα εντοπίζεται στην Γερουσία, όπου κι απαιτούνται τα 2/3 των γερουσιαστών να ψηφίσουν θετικά. Με δεδομένη την αρνητική στάση που τηρούν οι Ρεπουμπλικάνοι στο αναφερόμενο νομοθετικό σώμα, η παραπομπή του προέδρου Τραμπ δεν θεωρείται ρεαλιστικό ότι θα ψηφιστεί.
Η παραπάνω αρνητική κοινοβουλευτική προοπτική για τους Δημοκρατικούς στην Γερουσία έκανε δύσκολη την απόφαση που έπρεπε να λάβει η Πελόζι, η οποία (αρχικά) ήταν αρνητική στην έναρξη μιας διαδικασίας επίσης παραπομπής του Τραμπ. Η ίδια γνωρίζει ότι η κίνηση που έκανε μπορεί να μην επιφέρει ως τελικό αποτέλεσμα, την απομάκρυνση του Τραμπ από τον Λευκό Οίκο. Ωστόσο, έχει χαρακτηριστεί ως μία σοβαρή πολιτική εξέλιξη στην Ουάσινγκτον και καταγράφηκε πλέον στην πολιτική ιστορία των ΗΠΑ.
Να σημειωθεί ότι κανένας από τους προέδρους των ΗΠΑ που παραπέμφθηκαν δεν απομακρύνθηκαν από τον Λευκό Οίκο.
Οι πρόεδροι Άντριου Τζόνσον και Μπιλ Κλίντον αθωώθηκαν από την Γερουσία.
Στην απίθανη περίπτωση κατά την οποία, ο πρόεδρος Τραμπ απομακρυνθεί από τον Λευκό Οίκο, ο ίδιος θα μπορεί και πάλι να είναι προεδρικός υποψήφιος για τις εκλογές του 2020.
Ποια τα επόμενα βήματα
Ο Λευκός Οίκος ανακοίνωσε ότι θα προχωρήσει σήμερα, στην δημοσιοποίηση ενός αυτούσιου αντίγραφου του επίμαχου τηλεφωνήματος.
Ο πρόεδρος Τραμπ έχει επίσης, σήμερα προγραμματισμένη συνάντηση με τον πρόεδρο της Ουκρανίας στον ΟΗΕ, ενώ ο Αμερικανός πρόεδρος θα παραχωρήσει συνέντευξη Τύπου.
Ο υπηρεσιακός Διευθυντής της Υπηρεσίας Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ Τζόζεφ Μαγκουάιρ αναμένεται να καταθέσει αύριο δημόσια ενώπιον της Επιτροπής για τις Υπηρεσίες Πληροφοριών της Βουλής των Αντιπροσώπων, αλλά και της αντίστοιχης επιτροπής στην Γερουσία.
Η κατάθεσή του στην Γερουσία θα γίνει κεκλεισμένων των θυρών.
Πώς θα εκμεταλλευτεί αυτή την ευκαιρία ο Τραμπ
Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ κατάφερε να επιβιώσει πολιτικά από την περιβόητη κασέτα “Access Hollywood,” από την πολιτική αναταραχή που ακολούθησε τα γεγονότα στην πόλη Σάρλοτσβιλ, από τους ισχυρισμούς της Στόρμι Ντάνιελς, αλλά και από την δημοσιοποίηση του πορίσματος της έρευνας του Ρόμπερτ Μάλερ, αλλά και από δεκάδες άλλες απειλές κατά της προεδρίας του.
Ωστόσο η τελευταία εξέλιξη, με την ανακοίνωση από την Δημοκρατική πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων Νάνσι Πελόζι έναρξης της επίσημης έρευνας για την παραπομπή του, φαίνεται ότι ο ίδιος θα μπορούσε να βρεθεί αντιμέτωπος με ένα πιο σοβαρό πρόβλημα, για την παραμονή του στον Λευκό Οίκο, σχολιάζει το POLITICO.
Δημοσίως, ο εσωτερικός κύκλος των ανθρώπων που περιβάλλει τον Αμερικανό πρόεδρο χαρακτηρίζει την έναρξη της έρευνας για την παραπομπή, ως μία εξέλιξη πολιτικού εντυπωσιασμού από τους Δημοκρατικούς.
Σε ιδιωτικό επίπεδο, τόσο οι πολιτικοί του σύμμαχοι στον Λευκό Οίκο, όσο και οι βοηθοί του, θεωρούν την πολιτική δυναμική της παραπομπής ως μία σοβαρή απειλή κατά της νομοθετικής ατζέντας που προωθεί ο πρόεδρος Τραμπ, κατά της διαπραγματευτικής δυναμικής που έχει ο ίδιος απέναντι στους ξένους ηγέτες, αλλά και κατά της προσωπικής συγκέντρωσης (προσοχής) του, σε συγκεκριμένα ζητήματα πολιτικού ενδιαφέροντος για τον ίδιο και την προεδρία του.
Η πολιτική αναταραχή που έχει προκληθεί στην Ουάσινγκτον από την στιγμή της δημοσιοποίησης του τρόπου με τον οποίο έγινε η επίμαχη τηλεφωνική επικοινωνία μεταξύ του Τραμπ και του Ουκρανού προέδρου (σήμερα αναμένεται η δημοσιοποίηση ενός λεπτομερούς αντιγράφου από τον Λευκό Οίκο) εκτιμάται ότι θα αντιπαραβάλλει τις δύο παραπάνω απόψεις, στην διάρκεια τουλάχιστον των επόμενων εβδομάδων.
Έτσι, θα διαφανεί αν ο πρόεδρος Τραμπ θα μπορέσει να αντέξει την όξυνση του πολιτικού κλίματος από τις αποκαλύψεις, για την προσπάθειά του να ασκήσει πίεση σε έναν ξένο ηγέτη, προσπαθώντας να αποσπάσει επιβαρυντικά στοιχεία για τον πολιτικό του αντίπαλο Τζο Μπάιντεν και τον γιο του Χάντερ, στην εξέλιξη της προεκλογικής εκστρατείας για τις προεδρικές εκλογές του 2020.
Η απόφαση των Δημοκρατικών να προχωρήσουν στην επίσημη έναρξη της έρευνας κλιμακώνει την πολιτική ένταση και θέτει τους Ρεπουμπλικάνους σε θέση άμυνας (που μπορεί να εξελιχθεί σε επίθεση), δρομολογώντας μία σοβαρή πολιτική πρόκληση.
Ο πρόεδρος Τραμπ χαρακτηρίζει τη νέα εξέλιξη ως “μία συνέχεια του κυνηγιού μαγισσών” που έχουν εξαπολύσει οι Δημοκρατικοί εναντίον του.
Από την άλλη μεριά, είναι λίγοι αυτοί στον Λευκό Οίκο, αλλά και στον ευρύτερο κύκλο των υποστηρικτών του Αμερικανού προέδρου, που υπερασπίστηκαν το τηλεφώνημα του ίδιου με τον ηγέτη της Ουκρανίας, στο οποίο, ο Τραμπ φέρεται να ζήτησε οκτώ φορές την διενέργεια έρευνας για τις επιχειρηματικές δραστηριότητες των Μπάιντεν στην αναφερόμενη χώρα.
Το τηλεφώνημα στην ουσία του, παραβιάζει την βασική αρχή που έχουν οι Αμερικανοί αξιωματούχοι οι οποίοι δεν πρέπει ποτέ να επιτρέπουν ή να ενθαρρύνουν την εμπλοκή ξένων κυβερνήσεων στην (προ)εκλογική διαδικασία των ΗΠΑ.
Επί τη βάσει προηγούμενων πολιτικών αντανακλαστικών κι αντιδράσεων, θεωρείται πιθανό ότι οι σύμβουλοι του Τραμπ και οι υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι της κυβέρνησής του, θα στρέψουν το ενδιαφέρον προς το τηλεφώνημα και ιδιαίτερα προς τις δραστηριότητες των Μπάιντεν στην Ουκρανία, ώστε να μεταστραφεί το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης προς την κατεύθυνση αυτή.
Η τακτική αυτή ακολουθήθηκε και το 2016, με την προεκλογική εκστρατεία του Τραμπ να υποβαθμίζει την προεδρική υποψηφιότητα της Χίλαρι Κλίντον, φέρνοντας συχνά την προεκλογική συζήτηση γύρω από το ηλεκρονικά της μηνύματα που είχαν υποκλαπεί.
“Η στρατηγική που έχει ο πρόεδρος για τα θέματα αυτά είναι ξεκάθαρη: Ποτέ μην υποχωρείς και βάδιζε μπροστά. Το έμαθε αυτό από την αρχή,” δήλωσε ο Νιουτ Γκίνγκριτς, ανεπίσημος σύμβουλος του Τραμπ που υπηρέτησε ως πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων, στην διάρκεια της έρευνας για την παραπομπή του Μπιλ Κλίντον.
“Για τον μέσο Αμερικάνο αυτό δεν θα αλλάξει κάτι. Για τους Δημοκρατικούς, θα τους οδηγήσει σε μία πιο αρνητική θέση κατά του Τραμπ,” παρατήρησε ο ίδιος.