Στο αρχείο οι δύο τελευταίες μηνύσεις του Ανδρέα Βγενόπουλου εναντίον του Κώστα Βαξεβάνη

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Την αρχειοθέτηση των δύο τελευταίων μηνύσεων που είχε υποβάλλει ο Ανδρέας Βγενόπουλος εναντίον του εκδότη του Documento, Κώστα Βαξεβάνη, αποφάσισαν εισαγγελείς Πρωτοδικών Αθηνών και Πλημμελειοδικών Αθηνών. 

Οι δύο αυτές μηνύσεις, από τις συνολικά 33 που είχε υποβάλλει ο εκλιπών Ανδρέας Βγενόπουλος εναντίον του Κώστα Βαξεβάνη, δεν θα οδηγηθούν καν στο δικαστήριο, αφού οι εισαγγελείς αποδέχθηκαν πως όσα έγραψε τότε ο δημοσιογράφος ήταν αληθή.

Στην πρώτη που υπογράφηκε στις 14 Ιουνίου 2019, η εισαγγελέας Αικατερίνη Κοπελάκη αναγράφει ότι «δεν προέκυψαν επαρκείς ενδείξεις τέλεσης του αδικήματος της συκοφαντικής δυσφήμησης και για το λόγο αυτό η κρινόμενη έγκληση πρέπει να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμη», ενώ σημειώνει πως βάσει «τα δικαστικά έξοδα δεν πρέπει να επιβληθούν εις βάρος του εγκαλούντος». Ως εκ τούτου στη διάταξη αναφέρεται πως «απορρίπτουμε, σύμφωνα με τους ορισμούς του άρθρου 47 παράγραφοι 1 και 2 του Π.Κ. την από 23-6-2016 έγκληση του Βγενόπουλου Ανδρέα του Ευάγγελου», καθώς και ότι «δεν επιβάλλουμε, σύμφωνα με τους ορισμούς του άρθρου 585 παράγραφος 4 του Κ. ΠΟΙΝ. Δ τα δικαστικά έξοδα εις βάρος του εγκαλούντος». 

Αξίζει να σημειωθεί πως όπως αναφέρεται στην επίμαχη διάταξη, κατά τη σύντμηση και αξιολόγηση «των επ’ αυτής διαλαμβανόμενων ισχυρισμών» που περιλαμβάνονταν στην σχετική έγκληση «ο Βγενόπουλος Ανδρέας εκθέτει, ότι την 23-6-2016 στον διαδικτυακό τόπο www.koutipandoras.gr ο εγκαλούμενος δημοσίευσε άρθρο περιλαμβάνοντας ψευδή γεγονότα δυσφημιστικά για το πρόσωπό του και ειδικότερα ότι ο εγκαλών είχε δώσει δάνεια στο Βατοπέδι και σε επιχειρηματίες για να αγοράσουν μετοχές της MIG και τα δάνεια αυτά τα πλήρωσε ο Κυπριακός λαός και ότι χρησιμοποιούσε την ποινική δικαιοσύνη ως μέσο φίμωσης. Από την προκαταρκτική εξέταση και ιδίως από την από 13-6-2017 εξουσιοδότηση της Αρετής Σουβατζόγλου, συζύγου του εγκαλούντα, ο οποίος απεβίωσε την 5-11-2016, δεν προέκυψαν επαρκείς ενδείξεις τέλεσης του εν λόγω αδικήματος, καθώς η ανωτέρω δεν προσκόμισε σχετικά αποδεικτικά στοιχεία».

Στη δεύτερη διάταξη που υπογράφηκε στις 26 Μαρτίου 2019 από την εισαγγελέα Πρωτοδικών Αθηνών, απορρίφθηκε «ως ουσία αβάσιμη» η από 7 Ιουνίου 2016 έγκληση του Ανδρέα Βγενόπουλου και κατά παντός άλλου υπευθύνου για την πράξη της συκοφαντικής δυσφήμησης κατ’ εξακολούθηση. Σύμφωνα με το σκεπτικό της διάταξης το οποίο δικαιώνει πλήρως τον δημοσιογράφο, αποδεχόμενο ότι αυτός δύναται να «στηλιτεύει τα κακώς κείμενα», αναγράφεται ότι «οι ισχυρισμοί του εγκαλούντος δεν επιβεβαιώθηκαν από κανένα αποδεικτικό μέσο, ομοίως δε δεν προέκυψε ότι το περιεχόμενο των υπό κρίση δημοσιευμάτων ήταν ψευδές, ενώ η ιδιότητα του εγκαλούντος αφενός ως δημοσίου προσώπου και του εγκαλουμένου αφετέρου ως δημοσιογράφου, ο οποίος έχει το καθήκον να ενημερώνει το κοινό για τις υποθέσεις δημοσίου συμφέροντος, όπως η υπό κρίση, δικαιολογεί τη δυνατότητα του τελευταίου να στηλιτεύει τα κακώς κείμενα με τη δημοσιοποίηση και δημόσια κριτική τους». 

Ως αποτέλεσμα, «δεν προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις για την τέλεση αξιόποινης πράξης από μέρους του εγκαλούμενου και, κατά τα οριζόμενα από το άρθρο 47 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, η υπό κρίση έγκληση θα πρέπει να απορριφθεί ως ουσία αβάσιμη. Τα δε δικαστικά έξοδα δεν πρέπει να επιβληθούν στον εγκαλούντα…». 

Από την πλευρά του ο δικηγόρος του Κώστα Βαξεβάνη, Γιάννης Απατσίδης δήλωσε ότι: «Για ακόμη μία φορά ο εντολέας μου, κ. Βαξεβάνης, δικαιώνεται στην υπόθεση Βγενόπουλου, όπως είχε δικαιωθεί και όσο ζούσε και ήταν πανίσχυρος, παρά κάποιες ελάχιστες εισαγγελικές ή δικαστικές παραφωνίες, που καταρρίφθηκαν πανηγυρικά στο Εφετείο Αθηνών, το οποίο διέταξε την περαιτέρω διαβίβαση των Πρακτικών της δίκης στον Εισαγγελέα για διερεύνηση σοβαρών κακουργημάτων. Δυστυχώς, όμως, μέχρι και σήμερα το βασικό σκάνδαλο των δανειοδοτήσεων, στο οποίο εμπλέκονται πασίγνωστοι εφοπλιστές και επιχειρηματίες, βαλτώνει στην Ανάκριση επί σχεδόν τέσσερα (4) χρόνια. Είναι πλέον η ώρα να κινητοποιηθεί σοβαρά η Εισαγγελία του Αρείου Πάγου για να διερευνήσει για ποιον λόγο μία τέτοια δικογραφία είχε μία τέτοιου είδους ύποπτη και καθυστερημένη μεταχείριση, σε βάρος του δημοσίου συμφέροντος και του ελληνικού και κυπριακού δημοσίου». 

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

ΔΗΜΟΦΙΛΗ