Αμερικανοί και Κινέζοι επιστήμονες αποκαλύπτουν πώς ο εγκέφαλος επικοινωνεί με το έντερο μέσω των νηματωδών παρασίτων για τη ρύθμιση της διάρκειας ζωής, σύμφωνα με δημοσίευμα του περιοδικού Genes & Development.
Ο Σάγιουν Χου, συγγραφέας του βιβλίου και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν και ερευνητές από το πανεπιστήμιο Επιστήμης και Τεχνολογίας της Κίνας χρησιμοποίησαν διαφορετικές περιβαλλοντικές θερμοκρασίες, οι οποίες ως γνωστόν επηρεάζουν τη διάρκεια ζωής των παρασίτων, για να διερευνήσουν πώς επεξεργάζονται οι νευρώνες πληροφορίες σχετικά με την εξωτερική θερμοκρασία, και να μεταδώσουν αυτές τις πληροφορίες σε άλλα μέρη του σώματος.
Οι επιστήμονες προσδιόρισαν δύο διαφορετικούς τύπους νευρώνων – έναν που ανιχνεύει το θερμό και άλλον που ανιχνεύει το ψυχρό- οι οποίοι δρουν στην ίδια πρωτεΐνη μέσα στο έντερο «λέγοντάς» του, είτε να επιβραδύνει, είτε να επιταχύνει τη διαδικασία της γήρανσης. Όταν ο νευρώνας που ανιχνεύει την ψύξη εντοπίζει μια πτώση της θερμοκρασίας, θέτει σε λειτουργία μία αλυσίδα επικοινωνίας που απελευθερώνει σεροτονίνη, έναν νευροδιαβιβαστή, στο έντερο του παράσιτου. Στη συνέχεια, η σεροτονίνη προτρέπει μια γνωστή πρωτεΐνη που ρυθμίζει την ηλικία, την DAF-16, για να ενισχύσει τη δραστηριότητά της και να αυξήσει τη μακροζωία του παράσιτου.
Αντιθέτως, ο νευρώνας ανίχνευσης θερμότητας, στέλνει μια σύνθεση παρόμοια με την ινσουλίνη στο έντερο. Εκεί, εμποδίζει τη δραστηριότητα της ίδιας πρωτεΐνης DAF-16, μειώνοντας τη διάρκεια ζωής του παράσιτου. Χρησιμοποιώντας αυτές τις δύο διαδικασίες, ο εγκέφαλος είναι σε θέση να επεξεργάζεται τα σήματα από το εξωτερικό περιβάλλον και στη συνέχεια να χρησιμοποιεί αυτές τις πληροφορίες, για να επικοινωνήσει με το έντερο για τη διαδικασία της γήρανσης.
Επίσης, αυτά τα σήματα μπορούν να μεταδοθούν από το έντερο σε άλλα μέρη του σώματος, επιτρέποντας στους νευρώνες να ρυθμίζουν τη γήρανση σε όλο το σώμα. Προηγούμενες έρευνες επικεντρώθηκαν κυρίως στο πώς τα σήματα από το έντερο μπορούν να επηρεάσουν τις νευρολογικές λειτουργίες, αλλά είναι πολύ λιγότερο γνωστό για το τρόπο με τον οποίο ο συνδυασμός εγκεφάλου-εντέρου επηρεάζει ορισμένες βιολογικές διεργασίες, όπως η γήρανση.
«Με τις έρευνες που κάναμε είναι σαφές ότι εγκέφαλος και έντερο μπορούν να συνεργασθούν για να ανιχνεύσουν πληροφορίες που σχετίζονται με την γήρανση και στη συνέχεια, να τις μεταβιβάσουν σε άλλα μέρη του σώματος», αναφέρει ο Χου.
[ΑΠΕ-ΜΠΕ]