ΑΡΘΡΟ ΤΟΥ CITYPRESS-GR
Η μεγαλύτερη περίοδος της ιστορίας της Ακροπόλεως, βρίσκει τον Παρθενώνα ορθόδοξη εκκλησία, ακόμη και καθεδρικό των Αθηνών
Η αρχαία ιστορία του Παρθενώνα, όπως και οι περιπέτειές του στους νεότερους χρόνους είναι γνωστά το μάλλον ή ήττον. Εκείνη που παραμένει σχετικά άγνωστη είναι η ιστορία του μνημείου κατά τους μέσους χρόνους.
Η αρχαία ιστορία του Παρθενώνα, όπως και οι περιπέτειές του στους νεότερους χρόνους είναι γνωστά το μάλλον ή ήττον. Εκείνη που παραμένει σχετικά άγνωστη είναι η ιστορία του μνημείου κατά τους μέσους χρόνους.
Κατά το μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας του, ο Παρθενώνας υπήρξε χριστιανικός ναός.
Από το 500 ως το 1450, για κάτι λιγότερο από μία χιλιετία, ο ναός της παρθένου Παλλάδας λειτούργησε ως ναός της Θεοτόκου Παρθένου και υπήρξε θρησκευτικό προσκυνηματικό κέντρο μεγάλης σημασίας καθ’ όλη την ιστορία του Βυζαντίου.Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα σημεία της μετατροπής του αρχαίου ναού σε χριστιανικό, είναι πως…. τίποτε δεν πειράχθηκε, τίποτε δεν αλλάχθηκε. Ακόμη και τα αετώματα δεν σκεπάστηκαν – αφέθηκαν ως είχαν.
Ο περίφημος φόβος των “δαιμονικών” αρχαίων θεών, απ ότι φαίνεται δεν περιελάμβανε την Ακρόπολη. Όχι μόνο τον Παρθενώνα: κατοικία του επισκόπου των Αθηνών ήταν τα Προπύλαια.Η πιο διαδεδομένη άποψη θέλει την Αθήνα να σβήνει μετά το κλείσιμο των φιλοσοφικών σχολών από τον Ιουστινιανό το 529 και να αρχίζει να ξαναγίνεται κέντρο όταν, με την Αναγέννηση, οι Δυτικοευρωπαίοι ανακαλύπτουν, χάρη στην αραβική επίδραση, την κλασική Ελλάδα και αρχίζουν να επισκέπτονται το κάποτε ένδοξο αυτό χωριό.
Θέλει, επίσης, σε όλο το ενδιάμεσο διάστημα να μην υπάρχουν ιδιαίτερες πηγές ή δεδομένα για την ζωή στην Αθήνα. Όμως, όπως έχει δείξει ο Αντώνης Καλδέλλης, καθηγητής του τμήματος κλασικών σπουδών στο πανεπιστήμιο του Οχάιο, στην εργασία του “Ο Παρθενώνας στο Βυζάντιο: μια ξεχασμένη Ιστορία” (The Parthenon in Byzantium: A Forgotten History), η Αθήνα ούτε ξεχάστηκε ούτε έσβησε με το κλείσιμο των σχολών.
Ούτε, ακόμη περισσότερο, οι βυζαντινοί υπήρξαν αδιάφοροι για την κλασική Ελλάδα – άποψη που κυριάρχησε μάλλον για να εξυπηρετήσει πολιτικούς λόγους παρά γιατί απηχεί την αλήθεια.Σύμφωνα με την έρευνα του κ. Καλδέλλη, κατά τους μέσους Βυζαντινούς χρόνους, και συγκεκριμένα από τον όγδοο αιώνα και μετά, “πολλοί ήταν οι χριστιανοί που έφταναν στην Αθήνα με ξεκάθαρο και μοναδικό στόχο να προσευχηθούν στον Παρθενώνα”, που πια ήταν ναός της Παναγιάς της Αθηνιώτισσας. Ανάμεσά τους ξεχωρίζει κανείς σεβαστό αριθμό αγίων (Νίκων ο Μετανοείτε, Όσιος Λουκάς, Μελέτιος ο Νεότερος κα), αριστοκράτες και αυλικοί της , απλό λαό και τουλάχιστον έναν αυτοκράτορα, το Βασίλειο το Β΄ το Βουλγαροκτόνο, που πάει εκεί το 1018 για να ευχαριστήσει την Παρθένο, μετά την τελική του νίκη κατά των Βουλγάρων.
Παράλληλα, η πόλη έτυχε πολλών αξιόλογων και ιδιαίτερα μορφωμένων επισκόπων, που αλληλογραφούσαν με τους ελληνιστές της Κωνσταντινούπολης. Σε αυτή την αλληλογραφία συναντά κανείς “τη δόξα, τη φήμη και το ΄θαυματουργό φως’ του χριστιανικού Παρθενώνα”, σε επιστολές γνωστών διανοητών όπως ο Ευστάθιος της Θεσσαλονίκης, ο Ευθύμιος Μαλάκης και ο Μιχαήλ Χωνιάτης, επίσκοπος Αθηνών προ της κατάληψης της πόλης από τους Σταυροφόρους, το 1205.Ειδικά ο τελευταίος, αν και θρηνεί την απώλεια της αρχαίας δόξας της πόλης, καταγράφει σχεδόν με περηφάνεια τη σημασία των προσκυνημάτων της και μάλιστα του καθεδρικού της, του Παρθενώνα και αναφέρεται στο θαυματουργό και άσβεστο “θείο φως” που αποτελούσε ένα από τα θαυμάσια της χριστιανικής περιόδου του μνημείου. Αξιοσημείωτο παραμένει ότι, σε αντίθεση με όσα συνηθίζονταν στο Βυζάντιο, ο ιερωμένος Χωνιάτης δεν αναφέρεται τόσο στην Παρθένο, όσο στο κτίριο: αναφέρει την ίδια την Ακρόπολη, τον Παρθενώνα, ως “ανάπαυση” της ψυχής του. Όχι την Παρθένο, μα τον Παρθενώνα.
Ακόμη, από εκείνους τους χρόνους ήδη εμφανίζεται ο επί αιώνες προσφιλής βανδαλισμός των επισκεπτών/ προσκυνητών: η συνήθεια της χάραξης ονομάτων των επισκεπτών στα μάρμαρα του ιερού βράχου. Κανένα μνημείο δεν πρέπει να έχει χαραχθεί τόσες φορές και με τόσα ονόματα, όσο η Ακρόπολη. Ο βανδαλισμός αυτός, εδώ γίνεται στοιχείο σημαντικό για την ερμηνεία του ρόλου του μνημείου στους βυζαντινούς χρόνους.Τα στοιχεία συνηγορούν με την άποψη ότι ο Παρθενώνας υπήρξε το τέταρτο σημαντικότερο προσκύνημα της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας κατά τους μέσους της χρόνους, μετά από την Κωνσταντινούπολη, ασύλητη ακόμη και παγκόσμια πρωτεύουσα των λειψάνων και των κειμηλίων, την Έφεσο των Πατέρων και τη Θεσσαλονίκη του πολεμιστή Αγίου Δημητρίου.
Μάλιστα, κάποια στιγμή φαίνεται πως έγινε της μόδας η ταφή των επισήμων κοντά στον καθεδρικό των Αθηνών, δηλαδή τον Παρθενώνα – χαρακτηριστική είναι η ταφή του Λέοντος, κυβερνήτη του Ελληνικού Θέματος, στον Παρθενώνα το 848.*
Περισσότερα για την μελέτη του Δρ. Καλδέλλη στην ιστοσελίδα του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν.
ΠΗΓΗ 1
ΠΗΓΗ 2
ΠΗΓΗ 1
ΠΗΓΗ 2
Δημοσιεύθηκε και στο Taxalia