Αυτό που γίνεται με τα Μέσα είναι εξωφρενικό. Διαδίκτυο και κοινωνία βράζουν και αυτοί ασχολούνται με το πως θα τα φορτώσουν όλα στον Βλαστό. Ήδη το όνομα Τρομπούκης εξαφανίστηκε, ο Καλογρίτσας εξαϋλώθηκε, η περιβόητη απομαγνητοφώνηση με τον Μπόμπολα διακτινίστηκε.
Για τον κύριο Γενικό, ούτε λόγος.
Είναι δεδομένο ότι όλοι οι καλοταϊσμένοι του συστήματος αλλά και οι τρομοκρατημένοι θα προσπαθήσουν να κουκουλώσουν την υπόθεση υπό τις φτερούγες ενός διανοητικά διαταραγμένου (όπως άφησε να εννοηθεί ο δικηγόρος του) δολοφόνου και κάποιων άλλων απίστευτων τύπων όπως “Πετράκης” κλπ. Εδώ θα κριθούν όλοι. Κράτος, κοινωνία, κόμματα και πολίτες. ‘Ιδια πατέντα δηλαδή με τη 17Ν, όπου την ευθύνη πήραν ένας wannabe hero κουφοντίνας και με το ζόρι ο συγγραφέας Γιωτόπουλος. Ίδια πρόσωπα σε διαφορετικό έργο. Ε κύριε Ραγκούση;
Αυτό ως προοίμιο αυτών που θα ακολουθήσουν. Με στοιχεία και όχι αποσπασματικά σαν την “αποκάλυψη” για τον Περατικό. Η κοινωνία θέλει ολική κάθαρση. Θέλει παραδειγματική τιμωρία όλων όσων έκλεψαν λεφτά του δημοσίου. Όλων όσων χρέωσαν τους πολίτες αυτής της χώρας για να γεμίσουν τις τσέπες και τη ματαιοδοξία τους. Ούτε για να πάρει πίσω τα λεφτά του ο Παναγόπουλος ούτε για την ασφάλεια των ΒΠ όπως πολύ εύστοχα περιγράφει το Antinews:
Όπως διαβάζω η φράση – κλισέ που ακούγεται τις τελευταίες ημέρες στα στέκια της «καλής κοινωνίας» των Βορείων Προαστίων και στα πριβέ κλαμπ που συχνάζουν τις νύκτες οι γόνοι της είναι «κατά τύχη ζούμε».
Αυτό επειδή ανακάλυψαν ξαφνικά ότι τα συμβόλαια θανάτου δεν υπογράφονταν μόνο για να εξαφανισθεί κάποιος ”νονός” της νύκτας. Αλλά και για να παρθεί ένα έργο, να πνιγεί ο ανταγωνισμός και να ελεγχθούν οι πηγές του χρήματος.
Το έγκλημα δεν ήταν τελικά μόνο μια μακρινή πραγματικότητα των λαϊκών γειτονιών. Αλλά και ένας παράγοντας της οικονομικής και επιχειρηματικής ζωής του τόπου. Που μπορούσε επιπλέον ανά πάσα στιγμή να συνδεθεί και με την τρομοκρατία.
Πως φτάσαμε αλήθεια ως εδώ; Τι έγινε και η Ελλάδα μοιάζει ξαφνικά με γκανγκστερική ταινία; Πως γίνεται μια χώρα στον κλειστό πυρήνα της Ευρώπης να θυμίζει περισσότερο από ποτέ Κολομβία και να μην μπορείς ούτε τσιγάρα να πας να πάρεις το βράδυ απο το περίπτερο ασφαλής;
Οι απαντήσει μπορεί να είναι και απλές: Τα τελευταία τριάντα χρόνια η κάστα των ισχυρών του χρήματος και του πλούτου πίστεψε ότι ο περιορισμός τους κράτους ως συγκροτημένης δομής της κοινωνίας θα λειτουργούσε προς όφελος αποκλειστικά των ιδιοτελών συμφερόντων της.
Θεώρησαν δηλαδή ότι εάν καταργείτο το κράτος θα γινόντουσαν αυτοί κράτος.
Μόνο ένας τυφλός ιδεολογικά και πολιτικά μπορεί να μην βλέπει ότι όλα αυτά τα χρόνια, η κυρίαρχη «προοδευτική» πολιτική και ιδεολογική θεώρηση των πραγμάτων βοήθησε την ελληνική παρακμιακή ελίτ στο στόχο της αυτό, καλλιεργώντας μονίμως τον μπαμπούλα του «κράτους της δεξιάς» ως πρόσχημα για την επικράτηση μιας πλήρους ανομίας.
Και μόνο όποιος έχει απολέσει κάθε επαφή με την πραγματικότητα δεν μπορεί να κατανοήσει ότι παράλληλα με την αποδυνάμωση του κράτους και των θεσμών, αυτή η ελίτ επέβαλε και την διαπλοκή ως μόνιμο τις τελευταίες δεκαετίες τρόπο διακυβέρνηση της χώρας, εκμαυλίζοντας συνειδήσεις και διαφθείροντας του πάντες και τα πάντα.
Σύμμαχοι στο παιχνίδι αυτό της κυρίαρχης ελίτ δεν μπορούσε παρά να ήταν τελικά το οργανωμένο έγκλημα και ο κόσμος της νύκτας. Έτσι η νομιμοποιημένη ισχύς κάποιων και η παράνομη κάποιων άλλων βρέθηκαν περισσότερο από ποτέ κοντά στα ναρκωτικά, τα παραδικαστικά, το βρώμικο χρήμα, τις κρατικές προμήθειες και τον εκβιασμό του αντιπάλου.
Τελικά, και όπως συμβαίνει πάντα, έγινε το μοιραίο λάθος. Όπως και η 17Ν στην περίπτωση Σώντερς, το οργανωμένο έγκλημα έβαλε στόχους πάνω από τις δυνάμεις του και απήγαγε τον εφοπλιστή Παναγόπουλο, με αποτέλεσμα να κινητοποιηθεί εναντίον τους όλο το κράτος αφού ξαφνικά όλοι, ακόμα και οι πιο ισχυροί επιχειρηματίες, ένοιωσαν ανυπεράσπιστοι.
Αποδείχθηκε δηλαδή ότι αν υπάρχει πολιτική βούληση, οι κρατικοί μηχανισμοί μπορούν να λειτουργήσουν αποτελεσματικά και να υπάρξει ακόμα και αρμονική συνεργασία μεταξύ μηχανισμών που παραδοσιακά αντιπαλεύουν οι ένας τον άλλο (περίπτωση αστυνομίας και ΕΥΠ).
Δεν υπάρχει λοιπόν καμία δικαιολογία για την κυβέρνηση. Η πρόσφατη εμπειρία αποδεικνύει ότι μπορεί να ξηλώσει το παρακράτος του εγκλήματος και να προχωρήσει ακόμα παραπέρα. Δεν πρέπει να υπάρξει καμία διαπραγμάτευση με τον Χριστοφοράκο και τους άλλους. Να βγούν όλα στην φόρα και να τιμωρηθούν όσοι ευθύνονται για το άλλο μεγάλο έγκλημα των τελευταίων δεκαετιών: την λεηλασία της δημόσιας περιουσίας από μερικές εταιρείες και μερικούς πολιτικούς που πρόδωσαν την εμπιστοσύνη που τους έδειξε ο ελληνικός λαός.
Επειδή αν υπάρξουν πάλι συμβιβασμοί και μυστικά ντηλς, αν αυτό το δειλό βήμα μπροστά γίνει πάλι πολλά βήματα πίσω, τότε οι μεγαλόσχημοι δεν θα πρέπει να παραπονιούνται για την τύχη τους.
Μ.Τ.