Καταγγελία από τη σελίδα διαλόγου του Ρεσάλτο
Είμαι φοιτήτρια της Νομικής και φίλη μιας φοιτήτριας Ψυχολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου. Ως φοιτήτρια υποστηρίζω την Πανσπουδαστική και γενικότερα το ΚΚΕ. Διαβάζω αρκετά συχνά το Ρεσάλτο το οποίο, αν και διαφωνώ με ορισμένες θέσεις του, θεωρώ ότι είναι ένα μαχητικό έντυπο της Αριστεράς.
Στις 17 Ιουνίου στις έξι το απόγευμα συνόδεψα τη φίλη μου στις εξετάσεις του μαθήματος του Καθηγητή Ψυχολογίας Γιάννη Παπαμιχαήλ στο Αμφιθέταρο Σάκη Καράγιωργα του Παντείου Πανεπιστημίου. Εκεί εμφανίστηκε μια ομάδα τραμπούκων, σχετιζόμενοι όπως μου είπαν, με το αντιεξουσιαστικό στέκι του Παντείου, για να καταγγείλει σε όλους τους παρευρισκόμενους φοιτητές το «ύποπτο πολιτικό ήθος» του παραπάνω Καθηγητή. Τον περίμεναν μάλιστα στην είσοδο του Αμφιθεάτρου για να τον διαπομπεύσουν φραστικά, επειδή από όσα μας είπαν και από όσα διαβάσαμε σε μια αφίσα που είχε τοιχοκολληθεί, είχε τολμήσει να συμμετέχει στην παρουσίαση ενός βιβλίου ενός άλλου καθηγητή που αφορούσε το φαινόμενο της μετανάστευσης.
Όχι μόνος του, αλλά μαζί με άλλους, όπως το «φασιστικό περιοδικό Ρεσάλτο» και το «γνωστό Τουρκοφάγο Νεοκλή Σαρρή». Τόσο ο εκδοτικός οίκος (Πελασγός), που είχε εκδώσει το βιβλίο που παρουσιάστηκε, όπως και ορισμένοι παρευρισκόμενοι στην παρουσίαση, που όπως φαίνεται ανήκαν στο χώρο της ακροδεξιάς, απετέλεσαν για όλους αυτούς τους «εισαγγελείς πολιτικής κατηγορίας» αποδείξεις όχι μόνο του φασιστικού περιεχομένου του ίδιου του βιβλίου, αλλά και της «φιλοφασιστικής νοοτροπίας» όλων ανεξαιρέτως των ατόμων που παρευρέθηκαν ή συμμετείχαν στην παρουσίαση του βιβλίου. Άρα και του καθηγητή του Παντείου ή του περιοδικού Ρεσάλτο.
Καταρχάς, νομίζω ότι είναι όντως λάθος σήμερα, έστω για επικοινωνιακούς λόγους, για ένα αριστερό περιοδικό ή για ένα πολιτικό στοχαστή της αριστεράς να συμμετέχει σε εκδηλώσεις όπου η βασική συνιστώσα τους φαίνεται να γέρνει προς το ΛΑΟΣ. Πιστεύω ότι κάθε ταύτιση της πατριωτικής αριστεράς με την εθνικιστική δεξιά δεν εξυπηρετεί καθόλου τους πολιτικούς στόχους της αριστεράς.
Είναι όμως επίσης λάθος (το έκανε ο κ. Παπαμιχαήλ και το άκουσα με τα αυτιά μου) να προσπαθεί να υποβαθμίσει την πολιτική σημασία του φραστικού τραμπουκισμού των ξεκουκουλομένων κουκουλοφόρων, δηλώνοντας στο τέλος του επεισοδίου ότι «κάπως έτσι σκεφτόμουν και εγώ στην ηλικία τους. Απλώς, δεν ξέρουν ούτε που ζουν, ούτε σε ποιον απευθύνονται.»
Δεν είναι τόσο απλά τα πράγματα. Αυτά τα θρασύδειλα υποκείμενα συντηρούνται ίσως από τη φυσική τους αντιπαράθεση με την Αστυνομία και κάθε μορφή κράτους και εξουσίας, αλλά επίσης από όλα σχεδόν τα αστικά ΜΜΕ που τους εμφανίζουν, ήδη από τον περασμένο Δεκέμβρη, ως μια ακραία ίσως μορφή εξέγερσης, αλλά επίσης σαν μια πολιτικά ορθή έκφραση της δημοκρατικής κοινής γνώμης. Εμφανίζονται σχεδόν σαν το πιο ριζοσπαστικό τμήμα των νέων αγανακτισμένων πολιτών. Δεν νομίζω ότι αυτό ίσχυε στο παρελθόν.
Όπως με πληροφόρησε η φίλη μου, ο κ. Παπαμιχαήλ είναι ένας καθηγητής απαιτητικός, ίσως υπέρμετρα αυστηρός στη βαθμολογία του, αλλά οπωσδήποτε σοβαρός, δίκαιος και συνεπής στις υποχρεώσεις του απέναντι στους φοιτητές και στο πανεπιστήμιο. Η εντύπωση που υπάρχει είναι ότι ανήκει πολιτικά στο χώρο της αριστεράς, ίσως και της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς.
Αξίζει να σημειωθεί ότι κατά σύμπτωση, στο ίδιο μέρος, την ίδια στιγμή, κυκλοφορούσαν αρκετοί συνδικαλιστές άλλων φοιτητικών παρατάξεων, αφού στον απάνω όροφο διεξάγονταν οι εκλογές των μεταπτυχιακών φοιτητών του Παντείου.
Ήταν εντούτοις εντυπωσιακή η διακριτικότητά τους απέναντι στις φασιστικές πρακτικές των τραμπούκων του αντιεξουσιαστικού χώρου. Ο κ. Παπαμιχαήλ χωρίς καμία ουσιαστική υποστήριξη από κανένα συνάδελφό του ή φοιτητή, εμφανίστηκε ως κατηγορούμενος και ένοχος, που έπρεπε να απολογηθεί στο λαϊκό δικαστήριο των τραμπούκων, που είχαν μάλιστα οι γελοίοι, ένα ύφος εισαγγελέων πολιτικής ορθότητας. Ματαίως προσπάθησε να χειριστεί την κατάσταση με ήπιο τρόπο ή να κάνει διάλογο με τους αντιεξουσιαστές κατηγόρους του. Με απίστευτο θράσος αυτοί συνέχιζαν απτόητοι τις φραστικές τους επιθέσεις και τις απειλές, δηλώνοντας μάλιστα ότι δεν κάνουν καμία συζήτηση με όσους συμμετέχουν σε συζητήσεις με φασίστες.
Το θέμα δεν είναι λοιπόν τo ποιοι ακριβώς είναι εκείνοι που προσπαθούν να πουλήσουν και να επιβάλλουν την «πολιτική τους ορθότητα» στα ΑΕΙ. Δεν είναι καν στις γνωστές διαδικασίες καταστρατήγησης κάθε ιδέας ελεύθερης διακίνησης ιδεών που μακροπρόθεσμα υποσκάπτει το άσυλο. Δεν είναι στην απερίφραστη άρνηση κάθε πολιτικού διαλόγου από τους διάφορους αντιεξουσιαστές. Δεν είναι ούτε στους καθοδηγητές ή στα κέντρα που οργανώνουν τα άτομα αυτά ή στις σκοπιμότητες αυτής της τρομοκρατίας των νέων τραμπούκων, που στρέφεται κατά των αιρετικών ή διαφωνούντων. Είναι στην απουσία ενός φοιτητικού κινήματος ικανού να αντιπαρατεθεί σε αυτές τις πρακτικές. Είναι στην αμηχανία των εκπροσώπων των υπόλοιπων φοιτητικών παρατάξεων απέναντι στην φασίσουζα τρομοκρατική δράση των τραμπούκων είτε του αντιεξουσιαστικού χώρου, είτε των οργανωμένων συναδέλφων τους της «Χρυσής Αυγής».
Είναι κυρίως στην αδιαφορία και στην ανοχή που δείχνει σε όλα αυτά τα φαινόμενα η φοιτητική και ακαδημαϊκή κοινότητα, ακόμα και όταν οι τραμπουκισμοί στρέφονται κατά ατόμων των οποίων οι προοδευτικές αντιλήψεις και το ήθος παραμένουν εκτός κάθε πιθανής αμφισβήτησης. Και αυτό το τελευταίο ακριβώς είναι το πιο ανησυχητικό σύμπτωμα της σήψης και της παραμικρής, όχι βέβαια της «αριστεράς» γενικώς (αφού αριστερά σήμερα αποκαλείται ακόμα και το ΠΑΣΟΚ), αλλά της ίδιας της κοινωνίας μας. Ίσως έχουμε πλέον πρόβλημα ως οργανωμένη κοινωνία (γιατί από το σύγχρονο αστικό κράτος και τους διαχειριστές των κοινοτικών εντολών δεν μπορεί να περιμένει κανείς τίποτα). Έχουν πετύχει ήδη να μας παθητικοποιήσουν απέναντι στην τρομοκρατία των διαφόρων κουκουλοφόρων που βγάζουν τις κουκούλες τους μόνο όταν μπαίνουν στις τρύπες τους, δηλαδή στα Πανεπιστήμια που τους υποδέχονται λόγω δημοκρατικής ανεκτικότητας, στα διάφορα Εξάρχεια που λειτουργούν ως κέντρα συνάντησης μεταξύ τους ή ακόμα στα αστυνομικά τμήματα ή στις υπηρεσίες στις οποίες πολλοί από αυτούς υπάγονται.
Αυτοί οι τραμπούκοι πολιτικά εργάζονται για την ενίσχυση του κάθε Καρατζαφέρη. Γιατί ο ανώνυμος κόσμος που βλέπει αγανακτισμένος τι συμβαίνει γύρω του καθημερινά και δεν βλέπει καμία ελπίδα από πουθενά (παρά τις προσπάθειες του ΚΚΕ), μπορεί κάποτε να στηρίξει την ακροδεξιά με πολύ πιο μαζικό τρόπο από ότι συμβαίνει σήμερα. Αυτή η κατάσταση έχει παρατραβήξει.
Δεν είμαι καθόλου υπέρ της ελεύθερης έκφρασης της κάθε άποψης, ούτε υπέρ του δημοκρατικού διαλόγου με φασίστες. Ακριβώς γι’ αυτό, τόσο όταν οι φασίστες εμφανίζονται ως κανονικοί χρυσαυγίτες, όσο και όταν το παίζουν «αντιεξουσιαστές», θεωρώ ότι καταργούν το άσυλο επιβάλλοντας με εκφοβισμούς την σιωπή σε όσους, αυτοί οι ίδιοι θεωρούν πολιτικούς τους αντίπαλους.
Ντρέπομαι επειδή κάτω από αυτούς τους εκφοβισμούς είμαι εγώ η ίδια αναγκασμένη να υπογράψω με ψευδώνυμο.