Είμαι βέβαιος ότι ο κ. Σαμαράς θα τιμήσει την προεκλογική δέσμευσή του για μία και μόνη Εξεταστική Επιτροπή για το πώς φθάσαμε στα μνημόνια» επισημαίνει ο πρώην υπουργός Εσωτερικών και βουλευτής Α’ Αθηνών, καθηγητής κ. Προκόπης Παυλόπουλος στους New Times
Συνέντευξη στον ΚΩΣΤΑ ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟ
Να τιμήσει την προεκλογική δέσμευσή του για μία και μόνη Εξεταστική Επιτροπή για το πώς φθάσαμε στα μνημόνια καλεί τον πρωθυπουργό κ. Αντώνη Σαμαρά ο πρώην υπουργός Εσωτερικών και βουλευτής Α’ Αθηνών, καθηγητής κ. Προκόπης Παυλόπουλος, σε αποκαλυπτική συνέντευξή του στους New Times. Ο κ. Παυλόπουλος μιλά για τις τεράστιες ευθύνες της τρόικας για τη σημερινή κατάσταση της χώρας, επισημαίνοντας ότι η ίδια δεν πρέπει να μείνει στο απυρόβλητο. Επιτίθεται με σφοδρότητα εναντίον της πολιτικής λιτότητας που υλοποιείται στην ευρωζώνη μιλώντας για την ανάγκη η χώρα μας να αναζητήσει συμμάχους ώστε να καμφθούν οι γερμανικές οικονομικές εμμονές. Ο πρώην υπουργός, αναφερόμενος στις εξελίξεις στην παράταξή του, δηλώνει με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο: «Η Νέα Δημοκρατία ούτε ήταν, ούτε είναι, ούτε πρόκειται να γίνει ΠΑΣΟΚ».
Ας παρακολουθήσουμε τις αποκαλυπτικές δηλώσεις του κ. Παυλόπουλου:
Σε άρθρο σας σημειώνετε: «Η, made in Germany, νεοφιλελεύθερη «αγχόνη» λιτότητας οδηγεί την ευρωζώνη σε μια κρίση οικονομικής και νομισματικής «ασφυξίας», η οποία προοιωνίζεται τέσσερα – αναποσπάστως συνδεόμενα μεταξύ τους – «δεινά»: Στασιμότητα, χαμηλό πληθωρισμό ως και αποπληθωρισμό, υπερχρέωση και, κυρίως, δραματικώς αυξανόμενες ανισότητες και εξίσου δραματικώς αυξανόμενη ανεργία». Υπάρχει πολιτική δύναμη η οποία είναι σε θέση να εφαρμόσει μια διαφορετική στρατηγική που θα επιτρέψει στη χώρα να κινηθεί σε αντίθετη ρότα και ποια είναι αυτή;
Η απάντηση στο ερώτημά σας προϋποθέτει τη διευκρίνιση όσον αφορά τα όρια, μέσα στα οποία μπορεί να κινηθεί η πολιτική εκείνη δύναμη που θα μπορούσε – φυσικά εφόσον είναι και διατεθειμένη προς τούτο – να εφαρμόσει διαφορετική πολιτική και να επιτρέψει στη χώρα να κινηθεί σε αντίθετη ρότα. Και εξηγούμαι: Δυστυχώς, η χώρα μας – άρα η κοινωνία και η οικονομία μας – βιώνει μιαν ιδιότυπη διπλή και άκρως επώδυνη κοινωνοικοοικονομική «αιχμαλωσία». Η πρώτη μορφή «αιχμαλωσίας» οφείλεται στη στείρα και αδιέξοδη, όπως πλέον ομολογείται παγκοσμίως και από τα πιο έγκυρα «χείλη», πολιτική δήθεν «αναπτυξιακής λιτότητας», η οποία έχει επιβληθεί στην ευρωζώνη από τη Γερμανία. Αυτή η πολιτική, η οποία ευνοεί βραχυπρόθεσμα – ήδη όμως φαίνονται και τα δυσοίωνα μηνύματα για την ίδια τη γερμανική οικονομία – τη Γερμανία, είναι ουσιαστικώς καταστροφική για τις ασθενέστερες οικονομίες της ευρωζώνης και φυσικά για την Ελλάδα. Την κατάσταση αυτή επέτειναν τα τραγικά λάθη των μνημονίων που επιβλήθηκαν στην Ελλάδα και, μεταξύ άλλων δεινών, οδήγησαν σε βαθύτερη ύφεση τη χώρα μας. Λάθη για τα οποία η ευθύνη της τρόικας είναι οφθαλμοφανής και ομολογημένη, και πρέπει κάποτε να αναζητηθεί επισήμως. Αυτή είναι η πρώτη μορφή «αιχμαλωσίας», στην οποία ήδη αναφέρθηκα. Η δεύτερη μορφή «αιχμαλωσίας» – και συναφής με την πρώτη – οφείλεται στην κατάσταση που δημιουργήθηκε από δύο παράγοντες: Ο ένας αφορά τον τρόπο με τον οποίο οδηγηθήκαμε στα μνημόνια από την κυβέρνηση Γ. Παπανδρέου. Δηλαδή δίχως καμία διαπραγμάτευση και δίχως καμία προετοιμασία. Με κορυφαίους υπουργούς της κυβέρνησης αυτής να ομολογούν ότι «δεν διάβασαν» καν τα μνημόνια, οι οποίοι μάλιστα «επιβιώνουν» και σήμερα πολιτικώς. Ο άλλος παράγοντας αφορά τις δεσμεύσεις που αναλήφθηκαν στη συνέχεια από τις κυβερνήσεις Γ. Παπανδρέου και Λ. Παπαδήμου έναντι της τρόικας. Δεσμεύσεις που προκαλούν ρήξη αυτού τούτου του κοινωνικού ιστού και τήξη του πυρήνα βασικών θεμελιωδών δικαιωμάτων, με κορυφαίο παράδειγμα εκείνο της ακίνητης ιδιοκτησίας. Αυτή την κατάσταση παρέλαβε το 2012 η κυβέρνηση του κ. Α. Σαμαρά. Και τόνισα τότε ότι ήταν ανάγκη ο κ. Α. Σαμαράς να αναδείξει αμέσως αυτές τις δύο μορφές «αιχμαλωσίας», ώστε να είναι πλήρως ενήμερος ο ελληνικός λαός και να μη χρεωθεί η κυβέρνησή του τις «αστοχίες» – ο όρος είναι άκρως επιεικής – του διδύμου της ευρωπαϊκής ηγεσίας και των πολιτικώς ανεύθυνων κυβερνήσεων Γ. Παπανδρέου και Λ. Παπαδήμου. Προσθέτω δε και τούτο: Είμαι βέβαιος ότι ο κ. Σαμαράς θα τιμήσει, εν ευθέτω χρόνω, την προεκλογική του δέσμευση για μία και μόνη Εξεταστική Επιτροπή, ήτοι για το πώς φθάσαμε στα μνημόνια. Μέσα σε αυτή την κοινωνικοοικονομική ατμόσφαιρα η Νέα Δημοκρατία και ο κ. Α. Σαμαράς μπορούν αλλά και έχουν χρέος να αλλάξουν τη ρότα της χώρας. Έχω πλήρη επίγνωση της δυσκολίας αυτού του εγχειρήματος. Αλλά και έχω εμπιστοσύνη – αφού στηρίζω την κυβέρνηση – στις ικανότητες και στην αποφασιστικότητα του κ. Α. Σαμαρά. Πριν από όλα πρέπει να αναζητηθούν οι συμμαχίες εκείνες, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, που θα κάμψουν τις γερμανικές οικονομικές εμμονές, τις οποίες μάλιστα σύσσωμη η παγκόσμια οικονομική κοινότητα καταδικάζει. Πέραν δε τούτου πρέπει να δράσουμε μονομερώς – όπου αυτό είναι απαραίτητο – έναντι της τρόικας, τώρα που έχει επιτευχθεί, με τις πρωτοφανείς θυσίες του ελληνικού λαού, πρωτογενές πλεόνασμα. Τονίζω δε και πάλι: Στη διαπραγμάτευση με την τρόικα πρέπει να επισημανθούν οι τεράστιες ευθύνες της για την κατάσταση στην οποία οδήγησε την Ελλάδα. Και ας το καταλάβει η τρόικα: Ούτε στο απυρόβλητο βρίσκεται ούτε χαίρει οιασδήποτε μορφής ασυλίας. Τόσο σε πολιτικό όσο και σε νομικό επίπεδο, με βάση το διεθνές και το ευρωπαϊκό δίκαιο. Και αυτό το τελευταίο αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη σημασία και επικαιρότητα.
Η περίοδος της κρίσης και των μνημονίων οδήγησε στη σοβαρή μείωση της επιρροής της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ. Αντιθέτως, διεύρυνε την επιρροή του ΣΥΡΙΖΑ και της Χρυσής Αυγής. Σας ανησυχεί μια ένταση της πόλωσης της πολιτικής ζωής του τόπου στα δύο άκρα; Μήπως ο μετριοπαθής πολιτικός κόσμος δεν προλάβει να δώσει έγκαιρα μια απάντηση και η πολιτική ζωή κατρακυλήσει σε καταστροφικές αντιπαραθέσεις που ο τόπος έχει ξαναζήσει στο παρελθόν; Η ερώτηση έχει άμεση σχέση με το γεγονός ότι πρόσθετα βάρη, όπως ο ΕΝΦΙΑ, δημιουργούν ασύλληπτες απώλειες, απομακρύνοντας σημαντικά κοινωνικά στρώματα από τις ως χθες ισχυρές πολιτικές δυνάμεις του τόπου, οδηγώντας τα στα άκρα.
Απαραίτητη διευκρίνιση εν όψει της ερώτησης: Μακράν εμού η πολιτικώς και θεσμικώς ανεύθυνη θεωρία των «δύο άκρων». Η Χρυσή Αυγή είναι άκρο, και μάλιστα πραγματικός άκρως επικίνδυνος υπονομευτής της Δημοκρατίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι αξιωματική αντιπολίτευση και του οφείλει καθένας την ανάλογη πολιτική και θεσμική αναγνώριση. Είναι δε εντελώς διαφορετικό το ζήτημα της ακραίας συμπεριφοράς μεμονωμένων χαμηλόβαθμων στελεχών του, όπως επίσης η προχειρότητα και ανεδαφικότητα πολλών, ιδίως οικονομικών, θέσεών του. Συμπτώματα άλλωστε που εξηγούν γιατί, παρά την τωρινή εκλογική και δημοσκοπική υπεροχή του, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει πολιτικό «αέρα στα πανιά» του ούτε μπορεί να προδικάζει την ετυμηγορία του ελληνικού λαού. Η κυβέρνηση του κ. Α. Σαμαρά μπορεί λοιπόν να αναστρέψει τη σημερινή κατάσταση. Βεβαίως αυτό προϋποθέτει άμεση διόρθωση καταφανώς εσφαλμένων πολιτικών επιλογών, όπως είναι ο ΕΝΦΙΑ. Δηλαδή ο νόμος ο οποίος, όπως ήδη τόνισα, οδηγεί σε τήξη του πυρήνα του θεμελιώδους δικαιώματος της ακίνητης ιδιοκτησίας και σε έμμεση δήμευσή της. Η διόρθωση αυτή οφείλει να αποκαταστήσει ιδίως τις, καταφανώς αντισυνταγματικές και κοινωνικοοικονομικώς καταστροφικές, στρεβλώσεις της φορολογίας ακινήτων του ΕΝΦΙΑ που οφείλονται, αφενός, στις εξωπραγματικές αντικειμενικές αξίες και, αφετέρου, στη φορολογία του ακινήτου ανεξαρτήτως της προσόδου που παράγει. Στο σημείο αυτό οφείλω να προσθέσω και τούτο προς πάσα κατεύθυνση: Οι «εμπνευστές» του ΕΝΦΙΑ κκ. Στουρνάρας – πολιτικό «τέκνο» του κ. Κ. Σημίτη – και Καραβίτης δεν «ξεπλένουν» τις τεράστιες πολιτικές ευθύνες τους για το τερατούργημά τους, επειδή βρήκαν καταφύγιο στην Τράπεζα της Ελλάδος και στο διοικητικό συμβούλιο του ΟΤΕ αντιστοίχως. Επιπλέον δε ο πρωθυπουργός κ. Α. Σαμαράς πρέπει τώρα να έχει κατανοήσει ότι δεν ήταν «εχθροί» του κ. Στουρνάρα και της κυβέρνησης όσοι, όπως και εγώ, επισήμαιναν εγκαίρως – και πάντως πριν από την ψήφιση του σχετικού νόμου – τι θα συμβεί με τον ΕΝΦΙΑ. Όπως επίσης και ότι δεν είναι θεσμικώς και πολιτικώς επιτρεπτό βουλευτές να αντιμετωπίζονται με ειρωνεία και αλαζονεία από υπουργούς – και δη εξωκοινοβουλευτικούς –, οι οποίοι μάλιστα αποδείχθηκαν ανεπαρκείς στο να διαχειρισθούν τα τεράστιας σημασίας αντικείμενα που τους ανατέθηκαν. Καθιστώ δε σαφές ότι δεν πρόκειται εφεξής να ανεχθώ – με οποιοδήποτε πολιτικό κόστος – ανάλογη συμπεριφορά.
Εκπρόσωποι της κυβέρνησης – και ασφαλώς της αξιωματικής αντιπολίτευσης – καταφέρονται εναντίον της τρόικας, που βεβαίως εγκαταλείπει τη χώρα, τουλάχιστον με τη μορφή που την ξέραμε. Το μεγάλο ερώτημα όμως είναι αν θεωρείτε ότι έχει διαμορφωθεί ένα ολοκληρωμένο αναπτυξιακό μοντέλο ή όλα αρχίζουν και τελειώνουν στο εκλογικό αποτέλεσμα. Ξέρετε ότι ελάχιστοι πολιτικοί μιλούν για το πώς θα αντιστραφεί η τραγική αποβιομηχάνιση της Ελλάδας, εξαντλώντας την αντιπαράθεσή τους στο μέτρημα των 180 βουλευτών για την εκλογή του νέου Προέδρου της Δημοκρατίας.
Εδώ ισχύει το «κάλλιο αργά παρά ποτέ». Το ερώτημα όμως παραμένει: Τώρα ανακάλυψαν κάποιοι τα λάθη και τις αστοχίες της τρόικας ως προς το πρόγραμμα των μνημονίων που μας επέβαλε; Θυμίζω δε ότι ο πρώτος που διέκρινε και επισήμανε, με πλήρη μάλιστα τεκμηρίωση, τα λάθη και τις αστοχίες της τρόικας ήταν ο κ. Α. Σαμαράς ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ήδη από το καλοκαίρι του 2010, δηλαδή ελάχιστους μόλις μήνες μετά την ένταξη της χώρας στα μνημόνια. Δυστυχώς, όπως ήδη τόνισα, όταν ο κ. Α. Σαμαράς ανέλαβε τα καθήκοντά του ως Πρωθυπουργός – και μάλιστα δίχως αυτοδυναμία της Νέας Δημοκρατίας – οι δεσμεύσεις της χώρας ήταν δεδομένες από την άφρονα πολιτική των κυβερνήσεων Γ. Παπανδρέου και Λ. Παπαδήμου. Κατά τα λοιπά είναι αυτονόητο, σύμφωνα και με όσα εξέθεσα, ότι αυτή η δρομολογημένη ευθύς εξαρχής μνημονιακή πολιτική δεν εγγυάται από μόνη της ικανή και βιώσιμη αναπτυξιακή πορεία της ελληνικής οικονομίας. Εξ ου και η προσπάθεια της κυβέρνησης του κ. Α. Σαμαρά να αναδιαπραγματευθεί και τα σημεία εκείνα των ως άνω πολιτικών που πρέπει να αλλάξουν, ώστε να ξεκινήσει μια ουσιαστική αναπτυξιακή πορεία. Αλλά επ’ αυτού αναφέρομαι εκ νέου στην απάντηση που έδωσα στο πρώτο ερώτημά σας. Ιδίως δε με βάση το ότι η όλη αναπτυξιακή επανεκκίνηση της ελληνικής οικονομίας εξαρτάται πρωτίστως από τη στροφή της πολιτικής της ευρωζώνης, και συγκεκριμένα από την εγκατάλειψη της, γερμανικής «έμπνευσης», πολιτικής λιτότητας, η οποία καταγγέλλεται επισήμως, urbi et orbi, ως υπονομευτική ακόμη και για την ίδια την ευρωζώνη.
Στο πολιτικό σκηνικό υπάρχει μια έντονη κινητικότητα. Ποια είναι η άποψή σας για την κατεύθυνση που πρέπει να ακολουθήσει ο χώρος της Κεντροδεξιάς; Μπορεί η σημερινή ηγεσία να εμπνεύσει στη δημιουργία ενός ρεύματος που θα ανακτήσει το χαμένο έδαφος;
Ο χώρος της Κεντροδεξιάς πρέπει να επικεντρωθεί – και να υπερασπισθεί αναλόγως και με σθένος – στις ιδεολογικές ρίζες της ιδρυτικής διακήρυξης της Νέας Δημοκρατίας και, κυρίως, στις θεσμικές αντηρίδες του Συντάγματος του 1975. Θυμίζω ότι και τα δύο αυτά ιδεολογικά ερείσματα φέρουν τη σφραγίδα του ιδρυτή της Νέας Δημοκρατίας Κωνσταντίνου Καραμανλή και υπήρξαν οι βάσεις πάνω στις οποίες κινήθηκε με συνέπεια η κυβέρνηση του κ. Κώστα Καραμανλή. Αυτή είναι η δύναμη της Νέας Δημοκρατίας, πράγμα το οποίο προκύπτει ανενδοιάστως και από το ότι την ίδια ώρα που άλλες, «πάλαι ποτέ διαλάμψασες», πολιτικές δυνάμεις – ιδίως δε το ΠΑΣΟΚ – έχουν καταρρεύσει, η Νέα Δημοκρατία αντέχει – και φυσικά μπορεί να πάει ακόμη καλύτερα ακολουθώντας την προαναφερόμενη γραμμή – επειδή οι ιδεολογικές καταβολές της παραμένουν πάντα επίκαιρες. Στο σημείο αυτό πρέπει να προσθέσω και τούτο: Για να επιτύχουμε στη Νέα Δημοκρατία τον στόχο που προανέφερα πρέπει να καταστήσουμε σαφές ότι η κυβέρνηση του κ. Α. Σαμαρά όχι μόνο δεν ακολουθεί την πολιτική των κυβερνήσεων Α. Παπανδρέου και Λ. Παπαδήμου, αλλά όλως αντιθέτως και με βάση την εμπεδωμένη ιδεολογία της πασχίζει να βγάλει τον τόπο από τον εφιάλτη των μνημονίων, στον οποίο μας οδήγησαν οι κυβερνήσεις αυτές. Το λέω αυτό για έναν παραπάνω λόγο: Δηλαδή διότι παρατηρούμε όλοι, ιδίως τον τελευταίο καιρό, μια τάση από την πλευρά του ΠΑΣΟΚ – και κυρίως από τον πρόεδρό του κ. Ευάγγελο Βενιζέλο – να πείσουν τον ελληνικό λαό ότι «η πολιτική τους δικαιώνεται»! Ουδέν τούτου αναληθέστερο. Για την κυβέρνηση του κ. Α. Σαμαρά οι κυβερνήσεις Γ. Παπανδρέου και Λ. Παπαδήμου συνιστούν παράδειγμα προς αποφυγήν και όχι παράδειγμα προς μίμηση. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο, όπως ήδη εξέθεσα, πρέπει να καταστεί απολύτως σαφές ότι η μία και μόνη Εξεταστική Επιτροπή για το πώς φθάσαμε στα μνημόνια πρέπει να συσταθεί και θα συσταθεί εν ευθέτω χρόνω. Πέραν δε τούτου η διαφοροποίηση της Νέας Δημοκρατίας από το ΠΑΣΟΚ και το παρελθόν του είναι σήμερα κάτι παραπάνω από επιβεβλημένη, ύστερα από όσα συνέβησαν κατά την 40ή επέτειο ίδρυσης του ΠΑΣΟΚ. Θλιβερά γεγονότα και εικόνες πρωτοφανούς παρακμής. Με απλές λέξεις οφείλουμε να διακηρύξουμε αλλά και να αποδείξουμε στην πράξη ότι η Νέα Δημοκρατία ούτε ήταν ούτε είναι ούτε πρόκειται να γίνει ΠΑΣΟΚ.
Η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ αλλάζει, προσαρμόζεται… Τι σας προβληματίζει σε ένα ενδεχόμενο ανάληψης της κυβερνητικής εξουσίας από το σημερινό κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης;
Κυρίως δύο πράγματα με προβληματίζουν. Πρώτον, το ότι η προσαρμογή αυτή γίνεται κατ’ ανάγκην, δηλαδή σύμφωνα με το «ανάγκα και θεοί πείθονται». Συγκεκριμένα δε ο ΣΥΡΙΖΑ αναγκάζεται να προσαρμοσθεί, πλην όμως δεν πιστεύει σε αυτή την προσαρμογή και, κατ’ επέκταση, δεν είναι έτοιμος να την κάνει πράξη. Και, δεύτερον, το ότι η προσαρμογή αυτή και βραδεία είναι και ανεπαρκής. Τούτο καταφαίνεται και από το ότι οι περισσότερες θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ όσον αφορά το μέλλον της οικονομίας μας – κυρίως δε οι θέσεις ως προς τη βιωσιμότητα του χρέους και την αναπτυξιακή αναθέρμανσή της – είναι πλήρως ανεδαφικές. Η επεξεργασία τους είναι άκρως επιφανειακή και η αποτελεσματικότητά τους, κατά τον επιεικέστερο χαρακτηρισμό, είναι προδήλως προβληματική. Συμπερασματικώς, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει, συνολικώς, πρόταση διακυβέρνησης στο ύψος των περιστάσεων και της κρισιμότητας των καιρών. Και κάτι τελευταίο αλλά όχι λιγότερο σημαντικό: Ακόμη και οι τελευταίες «πολιτικές εξετάσεις» του ΣΥΡΙΖΑ στο πλαίσιο εφαρμογής των διατάξεων του Συντάγματος για την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας επιβεβαιώνουν τις προμνημονευόμενες επιφυλάξεις μου. Και τούτο διότι συνιστά προφανή καταστρατήγηση των διατάξεων τούτων – αλλά και αντίστοιχη υποβάθμιση του όλου θεσμού του Προέδρου της Δημοκρατίας – η στάση του ΣΥΡΙΖΑ, σύμφωνα με την οποία: «Δεν ψηφίζουμε κανέναν υποψήφιο και έτσι θα οδηγήσουμε νομοτελειακώς τη χώρα σε βουλευτικές εκλογές»! Απευθύνομαι λοιπόν προς τον ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή την αξιωματική αντιπολίτευση, και λέω ξανά με τον δέοντα σεβασμό στον θεσμικό και πολιτικό ρόλο του: Ο κ. Γ. Παπανδρέου και οι πολιτικές επιλογές και συμπεριφορές του είναι παράδειγμα προς αποφυγήν και όχι παράδειγμα προς μίμηση.
Η συνέντευξη δημοσιεύθηκε στην free press εφημερίδα του εκδοτικού οργανισμού Active Business, new times. Τα υπόλοιπα θέματα μπορείτε να τα διαβάσετε στην ηλεκτρονική έκδοση της εφημερίδας στο παρακάτω link: