Μόλις χθες είχαμε την κουβέντα για τα σκοτεινά κέντρα και τον μέγα στοχαστή. Σήμερα θυμηθήκαμε και το τρομερό ρητό “Σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα”. Το σημερινο πολιτικό και διεθνές σκηνικό τρόμου και αίματος, δεν αφήνει περιθώρια για αμφιβολίες. Ο καταστροφέας της Ελλάδας είναι ένα θλιβερό βαποράκι της βαρβαρότητας. Προσυπογράφουμε το κείμενο από την “Δημοκρατία”.
Ανάχωμα βαρβαρότητας
Ένα από τα μεγαλύτερα «μαγικά» που έκανε ο πρωταίτιος του οικονομικού πραξικοπήματος Γιώργος Παπανδρέου κατά τη διάρκεια της θητείας του στο υπουργείο Εξωτερικών και τη διετία που κυβέρνησε την Ελλάδα ξεπερνάει τις επιδόσεις ενός Χουντίνι και ενός Κόπερφιλντ! Εξαφάνισε τη γεωπολιτική σημασία της χώρας. Περιθωριοποίησε έναν τόπο-κλειδί, μιας στρατηγικής
σημασίας ανθρωπογεωγραφική ενότητα, η οποία ονομάζεται Ελλάς.
Οποιασδήποτε ψύχραιμος αναλυτής και αποστασιοποιημένος μελετητής των πολιτικών, στρατιωτικών και κοινωνικών εξελίξεων της νοτιοανατολικής Μεσογείου θα μπορούσε να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι βασική επιδίωξη αυτού του -ακόμα ατιμώρητου- ανθρώπου ήταν η δορυφοροποίηση της πατρίδας μας στην Άγκυρα. Ακριβώς, δηλαδή, το αντίθετο από εκείνο που συμφέρει την Ελλάδα και το σύνολο του Δυτικού και χριστιανικού κόσμου.
Με την πανώλη του ισλαμικού φονταμενταλισμού να εξαπλώνεται ραγδαία στην περιοχή, οι ΗΠΑ και η Ευρώπη είναι υποχρεωμένες να θυμηθούν το ρόλο των Ελλήνων από την εποχή του Μιλτιάδη και των Μηδικών μέχρι τις ημέρες των Βαλκανικών πολέμων. Ηλίου φαεινότερη η αποστολή των Ελλήνων: είναι η εμπροσθοφυλακή της Ευρώπης, το κρίσιμο ανάχωμα στην ασιατική επέκταση και τα μουσουλμανικά στίφη.
Η Δύση, αντικρίζοντας το πτώμα του αμερικανού πρεσβευτή να σύρεται στο έδαφος από αλαλάζοντα πλήθη οφείλει να αναθεωρήσει τις πολιτικές που επέβαλαν στη CIA να εκπαιδεύσει τους «μαχητές της ελευθερίας», που ανέτρεψαν τον Καντάφι και φιλοδοξούν να ρίξουν τον Άσαντ.
Η βαρβαρική μεγαλομανία του καθεστώτος Ερντογάν, που ρίχνει την Τουρκία με ταχύτατους ρυθμούς στην αγκαλιά του έξαλλου Ισλάμ δεν είναι δυνατόν να θεωρείται ως εχέγγυο πολιτικής ομαλότητας και φυσιολογικής δημοκρατικής εξέλιξης της γειτονικής χώρας.
Ωστόσο, επειδή τίποτα δεν προκύπτει αυτόματα και απρόκλητα (πλην των φυσικών φαινομένων), οι αναγκαίες υπενθυμίσεις στους εταίρους μας πρέπει να γίνουν από την ελληνική διπλωματία και τους καθ’ ύλην αρμοδίους φορείς.
Ακόμα και σ’ αυτή την περίοδο της οικονομικής δυσπραγίας, η επανεμφάνιση της Ελλάδας στο διεθνές προσκήνιο, ως μία δύναμη που διεκδικεί μερίδιο στη λήψη αποφάσεων, αποτελεί ύψιστη προτεραιότητα.
Η πολιτική μας ταιριάζει περισσότερο από την επαιτεία…