Η «κληρονομιά» του Λόρδου Βύρωνα για τα Γλυπτά του Παρθενώνα:
«Φόρος τιμής» στα 200 χρόνια από τον θάνατό του
του
Προκοπίου Παυλοπούλου
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα REALnews της Κυριακής 19/1/2025
Είναι πλέον ιστορικώς πλήρως τεκμηριωμένο ότι ο «Ρομαντικός» Λόρδος Βύρων προδήλως επηρέασε, και δη ουσιωδώς, την ευόδωση της «γέννησης» του Νεώτερου Ελληνικού Κράτους. Όμως εντός της γενικότερης αυτής, γνησίως και πολυπρισματικώς Φιλελληνικής, επιρροής του πρέπει ν’ αναδειχθεί και η ειδικότερη εκείνη «πτυχή» της, η οποία αφορά την «δρομολόγηση» του αγώνα των Ελλήνων για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα στην αρχέγονη «εστία» τους, ύστερα από την «ιερόσυλη» κλοπή τους και τον εντεύθεν «ακρωτηριασμό» του Παρθενώνα με δράστη τον διαβόητο Έλγιν.
Ι. Ο Λόρδος Βύρων «κατήγορος» του Έλγιν
Κατά το πρώτο του ταξίδι στην Ελλάδα, το 1811, μέσ’ από μια διανοητική «έκρηξη» ρομαντισμού ο Λόρδος Βύρων έστειλε, με δύο εξαίσια δείγματα του πρώιμου ακόμη ποιητικού του ταλέντου, «μήνυμα» στην Μεγάλη Βρετανία -αλλά και σε όλη την Ευρώπη της εποχής εκείνης- για το ποιός ήταν ο Έλγιν και ποιά υπήρξαν τα πραγματικά κίνητρά του. Ας προστεθεί σε αυτό ότι ο Λόρδος Βύρων έγραψε τα ποιήματά του -αρχικώς μάλλον στο Μοναστήρι των Καπουτσίνων, στην Πλάκα- χωρίς να έχει ποτέ γνωρίσει τον Έλγιν, ο οποίος είχε αναχωρήσει από την Αθήνα επτά χρόνια πριν το ως άνω πρώτο ταξίδι του Λόρδου Βύρωνα, ήτοι το 1803.
Α. «Αυτοψία» στον Παρθενώνα
Μόλις έφθασε στην Αθήνα, ο Λόρδος Βύρων ξεναγήθηκε στον Παρθενώνα από τον επικεφαλής του συνεργείου –και «συνεργού» του εγκλήματός του- του Έλγιν, τον Giovanni Battista Lusieri.
1. Και τότε εξαπέλυσε την δημόσια «πολεμική» του εναντίον του Έλγιν, έχοντας πεισθεί γι’ αυτό το οποίο είναι πια πλήρως αποδεδειγμένο και αποδέχονται προσφάτως ακόμη και στην Τουρκία: Ότι, δηλαδή, ουδέποτε υπήρξε σουλτανικό «φιρμάνι» το οποίο εξουσιοδοτούσε, δήθεν, τον Έλγιν να «συλήσει» τα Γλυπτά του Παρθενώνα. Πραγματικά, και με δεδομένο ότι κατά το οθωμανικό δίκαιο της εποχής και τα Γλυπτά του Παρθενώνα εν γένει ανήκαν στην «ιδιοκτησία» του Σουλτάνου, ήταν απαραίτητο για κάθε επέμβαση στον Παρθενώνα ένα «σουλτανικό φιρμάνι». Όμως ο ίδιος ο Έλγιν είχε ομολογήσει ότι δεν διέθετε ένα τέτοιο «φιρμάνι», αλλ’ απλώς μια «επιστολή» υπό την μορφή «άδειας» -που ουδείς γνώριζε αν ήταν γνήσια και πώς αποκτήθηκε- του αναπληρωτή Βεζίρη Sayid Abdullah.
2. Την όλη ξεκάθαρη θέση του Λόρδου Βύρωνα υπέρ της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα στην αρχέγονη «εστία» τους «συμπυκνώνει» και το ακόλουθο απόσπασμα από την επιστολή του, γραμμένη στην Ραβέννα την 7η Φεβρουαρίου 1821, προς τον John Murray: «Αντιτάχθηκα και θα αντιταχθώ για πάντα στη ληστεία των Μαρμάρων από την Αθήνα, τάχα για να διδαχθούν οι Εγγλέζοι γλυπτική (οι οποίοι είναι τόσο ικανοί στην γλυπτική όσο οι Αιγύπτιοι στις παγοδρομίες)· αλλά γιατί το έκανα αυτό; Τα Μάρμαρα θα είναι το ίδιο ποιητικά στο Πικαντίλι όσο και στον Παρθενώνα, αλλά ο Παρθενώνας και ο βράχος του θα είναι λιγότερο ποιητικοί χωρίς αυτά. Έτσι είναι η Ποίηση της Τέχνης»..
Β. Τα δύο «επικά» ποιήματα του Λόρδου Βύρωνα
1. Η πρώτη από τις δύο ποιητικές συμβολές του Λόρδου Βύρωνα κατά του Έλγιν και υπέρ της ανάγκης επιστροφής του συνόλου των Γλυπτών του Παρθενώνα στην αρχέγονη «εστία» τους εμπεριέχεται στο ποίημά του, «Το προσκύνημα του Τσάιλντ Χάρολντ». Ποίημα το οποίο συνθέτουν τέσσερα «άσματα», με το πρώτο να δημοσιεύεται το 1812 και το τέταρτο το 1818. Ολοκληρωμένο το ποίημα αυτό εκδόθηκε το 1825.
2. Το δεύτερο ποίημα του Λόρδου Βύρωνα αναφορικά με το πολιτισμικό «ανοσιούργημα» του Έλγιν είναι «Η Κατάρα της Αθηνάς». Το νεανικό αυτό ποίημα του Λόρδου Βύρωνα ήταν για χρόνια πολύ λιγότερο γνωστό, δυστυχώς με την «συνέργεια» των τότε «υπευθύνων» της ίδιας της Μεγάλης Βρετανίας. Ο Λόρδος Βύρων άρχισε να το γράφει πριν φύγει από την Αθήνα, το 1811, και το ολοκλήρωσε στο Λονδίνο. Λόγω του «μένους» του ποιητή κατά του Έλγιν καθώς και λόγω των σφοδρών επικρίσεών του κατά της Μεγάλης Βρετανίας γενικότερα, ορισμένοι φίλοι του τον παρακινούσαν να μην το δημοσιεύσει. Τελικά ο Λόρδος Βύρων πήρε την απόφαση και το δημοσίευσε, το 1812, σε λίγα αντίτυπα και το μοίρασε μόνο σε μερικούς φίλους και γνωστούς του.
ΙΙ. Ο διεθνής «απόηχος» της «πρωτοπορίας» του Λόρδου Βύρωνα υπέρ της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα
Τρεις «μαρτυρίες» αρκούν, πιστεύω, για να αποδείξουν τον επέκεινα ευκρινή διεθνή «απόηχο» του αγώνα του Λόρδου Βύρωνα υπέρ της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνα.
Α. Η «μαρτυρία» του Λόρδου Kenneth Clark
Το 1943, μέσα στην δίνη του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου, «είδε το φως» ένα εξαιρετικά σημαντικό γεγονός υπέρ των θέσεων της Ελλάδας για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα.
1. Το γεγονός αυτό συνδέεται με τον Λόρδο Kenneth Clark, o oποίος συγκαταλέγεται μεταξύ των σπουδαιότερων ιστορικών Τέχνης του 20ού αιώνα. Πηγή από την οποία προκύπτει η κατά τ’ ανωτέρω «συνηγορία» του Kenneth Clark είναι η μελέτη του James Stourton, «Kenneth Clark, Life, Art and Civilization». Σε αυτή την μελέτη καταγράφεται μια επιστολή του Λόρδου Kenneth Clark, με ημερομηνία 3 Σεπτεμβρίου 1943, προς τον Ιρλανδό ιστορικό Τέχνης Thomas Bodkin, η οποία φυλάσσεται στην Tate Gallery του Λονδίνου.
2. Άκρως ενδεικτικό της πολιτισμικής βαρύτητας της προμνημονευόμενης επιστολής είναι το ακόλουθο απόσπασμα: «Κατά τρόπο παράλογο, είμαι υπέρ της επιστροφής των Ελγινείων στην Ελλάδα. Όχι όμως για να επανατοποθετηθούν στον Παρθενώνα, αλλά για να εκτεθούν σ’ ένα όμορφο κτίριο στην άκρη της Ακρόπολης, την κατασκευή του οποίου, νομίζω, θα έπρεπε να πληρώσει η Βρετανική Κυβέρνηση. Θα το έκανα για καθαρά συναισθηματικούς λόγους, ως έκφραση της υποχρέωσής μας στην Ελλάδα.».
Β. Η «αλληγορία» του Rodin
Στην προεκτεθείσα «μαρτυρία» του Λόρδου Kenneth Clark πρέπει να προστεθεί μια σημαντική «αλληγορία».
1. Αυτή την φορά ο πολιτισμικός χώρος, από τον οποίο εκπορεύθηκε η νέα «συνηγορία» υπέρ του αγώνα της Ελλάδας και εναντίον της πάγιας άρνησης του Βρετανικού Μουσείου ν’ «αποκηρύξει» το έγκλημα του Λόρδου Έλγιν, ήταν εκείνος της Γαλλίας. Και εκφραστής της ήταν ένας Γάλλος γλύπτης, ο οποίος άφησε το «αποτύπωμά» του βαθιά στην γλυπτική του 20ού αιώνα, ο François Auguste René Rodin.
2. Tην ανάδειξη της «αλληγορίας» αυτής του Rodin την οφείλουμε στον μεγάλο ποιητή μας Άγγελο Σικελιανό. Με τον οποίο ο Rodin φαίνεται να διατηρούσε, για ένα χρονικό διάστημα τουλάχιστον, μια γόνιμη πνευματική επικοινωνία. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο ο Άγγελος Σικελιανός «καταγράφει», στο δοκίμιό του «Η διδασκαλία της Εκάβης», την εξής δήλωση του Rodin, ύστερα από μια επίσκεψή του στο Βρετανικό Μουσείο και μπροστά στην «θέα» των «φυλακισμένων» Γλυπτών: «Όλα τα ηλεκτρικά φώτα δεν θα τα εμποδίσουν ν’ αποζητούν αδιάκοπα το γλυκό φως του Ομήρου».
Γ. Ο πολιτισμικός «ύμνος» του André Malraux
Το πνεύμα του Λόρδου Βύρωνα για τα Γλυπτά του Παρθενώνα «πλανιέται», χωρίς αμφιβολία, και στις σκέψεις που διατύπωσε ο André Malraux, όταν εκφώνησε τον μνημειώδη λόγο του κατά την πρώτη φωταγώγηση της Ακρόπολης, στις 28 Μαΐου 1959. Μελετώντας προσεκτικά το σύνολο της ομιλίας αυτής, ο αναγνώστης εύκολα αντιλαμβάνεται ότι ο André Malraux αρχίζει επιχειρηματολογώντας από το ότι είναι παγκοσμίως αποδεκτό πως τα Γλυπτά αυτά ανήκουν, «δικαιωματικώς» από πολιτισμική έποψη, στον Παρθενώνα και στα Μνημεία του. Και τούτο διότι χωρίς τα Γλυπτά αυτά ο Παρθενώνας δεν μπορεί να συμβολίσει και, επέκεινα, να εκπέμψει προς την Ανθρωπότητα το εμβληματικό πολιτισμικό «μήνυμα» που του αναλογεί. Τα επόμενα δύο αποσπάσματα δίνουν, με χαρακτηριστική καθαρότητα, το «στίγμα» της ως προς τούτο σκέψης του André Malraux :
1. Ο Αndré Malraux, «αποθεώνει» την μοναδικότητα του «μηνύματος» του Παρθενώνα με τις εξής φράσεις: «Μέσω αυτού του πολιτισμού και προς δόξαν του φωταγωγείται η Ακρόπολη, η οποία καλείται να απαντήσει σε ερωτήματα που κανείς άλλος πολιτισμός δεν έθεσε…. Σε λίγο καιρό, θεάματα όπως αυτό θα ζωντανέψουν τα μνημεία της Αιγύπτου και της Ινδίας, θα δώσουν φωνή στα φαντάσματα όλων των στοιχειωμένων τόπων. Η Ακρόπολη όμως είναι ο μοναδικός τόπος του κόσμου που κατοικείται ταυτόχρονα από το πνεύμα και από το θάρρος».
2. Λίγο πιο κάτω ο Αndré Malraux προσδιορίζει, μέσω του «μηνύματος» του Παρθενώνα, την ουσία του Αρχαίου Ελληνικού Πολιτισμού ως συστατικού στοιχείου του διαχρονικού Παγκόσμιου Πολιτισμού ως εξής: «Δεν θα πάψουμε ποτέ να το διακηρύσσουμε: Ό,τι σημαίνει για μας η τόσο συγκεχυμένη λέξη παιδεία –το σύνολο των έργων της τέχνης και του πνεύματος- η Ελλάδα το μετέτρεψε, προς δόξαν της, σε μείζον μέσον διαπαιδαγώγησης του ανθρώπου. Είναι ο πρώτος πολιτισμός χωρίς ιερό βιβλίο, όπου η λέξη ευφυΐα σήμαινε να θέτεις ερωτήματα. Ερωτήματα που έμελλε να γεννήσουν την κατάκτηση του κόσμου από το πνεύμα, της μοίρας από την τραγωδία, του θείου από την τέχνη και τον άνθρωπο».
Έτσι στο Βρετανικό Μουσείο μένει χαραγμένο, ανεξίτηλα, το «στίγμα» του «κλεπταποδόχου» των «σπαραγμάτων» του Παρθενώνα που σύλησε με βέβηλο τρόπο ο Έλγιν. «Στίγμα» το οποίο η Ελλάδα πρέπει ν’ αναδεικνύει και να καταγγέλλει αδιαλείπτως, urbi et orbi. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο κάνοντας, δήθεν, κάποιες «υποχωρήσεις» τα τελευταία χρόνια, το Βρετανικό Μουσείο πρότεινε στην Ελλάδα την για ορισμένο χρόνο επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα με κάποια μορφή «δανεισμού». Όμως κάθε προσφυγή σε οιαδήποτε μέθοδο δανεισμού πρέπει να θεωρείται, άνευ άλλου τινός, απορριπτέα από Ελληνικής πλευράς. Aφού τυχόν αποδοχή της θα σήμαινε, κατ’ ουσία, προηγούμενη αποδοχή εκ μέρους της ότι το Βρετανικό Μουσείο είναι και θα είναι στο διηνεκές «νόμιμος κύριος», «απαλλαγμένος» εφεξής από τις βαρύτατες ευθύνες του για την «υπόθαλψη» του εγκλήματος του Έλγιν.