Τα άνθη ενός πολύτιμου θησαυρού της ελληνικής γης, του περίφημου κρόκου, πλήττει τα τελευταία χρόνια η κλιματική αλλαγή! Φέτος, οι υψηλές θερμοκρασίες και η παρατεταμένη ανομβρία προκάλεσαν πολλά προβλήματα σχεδόν σε όλες τις αγροτικές παραγωγές. Έτσι και για τον κρόκο, οι καιρικές συνθήκες δεν ήταν ευνοϊκές για την καλλιέργεια, αλλά και για την συγκομιδή του, κυρίως βέβαια στην Κοζάνη.
Η έλλειψη βροχοπτώσεων, όπως και οι υψηλές για την εποχή θερμοκρασίες, δεν επέτρεψαν την ανάπτυξη του φυτού, αλλά και την ανθοφορία του. Ως αποτέλεσμα, για 3η συνεχόμενη χρονιά δεν αναμένεται μεγάλη ποσοτικά σοδειά και υψηλές στρεμματικές αποδόσεις. «Η παραγωγή μας είναι αισθητά μειωμένη και πάλι. Είναι η τρίτη συνεχόμενη χρονιά που γίνεται αυτό, αφού και το 2022 είχαμε παρατηρήσει μια μεγάλη μείωση, ενώ το 2023 ήταν η χειρότερη χρονιά όλων των εποχών. Η ανομβρία είναι σε όλη τη χώρα, υπάρχει πρόβλημα με τις αγροτικές παραγωγές, γιατί είναι πολύτιμο το νερό. Για εμάς, που είναι ξερική καλλιέργεια, δεν έχουμε και άλλη επιλογή», τονίζει ο πρόεδρος του Αναγκαστικού Συνεταιρισμού Κροκοπαραγωγών Κοζάνης, Βασίλης Μητσόπουλος.
Όπως εξηγεί, η ξερική περιοχή όπου καλλιεργείται ο κρόκος εξαρτάται από το τοπικό μικροκλίμα. Δεδομένου ότι ο κρόκος δεν αρδεύεται, ό,τι υγρασία παίρνει το φυτό είναι από το έδαφος και τις περιβαλλοντικές συνθήκες. Γι’ αυτό, ήταν πολύ σημαντική καλλιέργεια, γιατί ως ξερική μπορούσε να δώσει ένα ικανοποιητικό εισόδημα στις οικογένειες που ασχολούνταν με αυτήν.
Σκέψεις μετεγκατάστασης
Η συγκομιδή του κρόκου στην κύρια περιοχή καλλιέργειάς του ξεκίνησε την ημέρα του Αγίου Δημητρίου και σε κάποιες άλλες, νωρίτερα. Στις βόρειες περιοχές, οι παραγωγοί ξεκίνησαν στις 16-17 Οκτωβρίου και σε συγκεκριμένα χωριά υπήρχε ακόμα και καλή παραγωγή, ενώ υπήρξε πρώιμη ανθοφορία, καθότι οι περιβαλλοντικές συνθήκες την ευνόησαν. «Μιλάμε για λίγα στρέμματα και για λίγους παραγωγούς. Από τα 5.600 στρέμματα που καλλιεργούνται, ίσως να βρίσκονται μόνο τα 600 εκεί», αναφέρει ο κ. Μητσόπουλος. Ο ίδιος αναφέρεται στην ιδέα, αλλά και στον παράλληλο προβληματισμό που υπάρχει για την προοπτική μεταφοράς της καλλιέργειας στις περιοχές αυτές, όπου οι κλιματολογικές συνθήκες είναι ευνοϊκότερες.
«Υπάρχει αυτή η σκέψη, για όσους παραγωγούς θέλουν να συνεχίσουν, γιατί οι περισσότεροι εκμεταλλεύονταν τον μικρό κλήρο που διέθεταν και τον είχαν κοντά στα σπίτια τους. Κάποιος παραγωγός μπορεί να είχε 20-30 στρέμματα κοντά στο σπίτι του και με αυτά να είχε ένα πολύ ικανοποιητικό εισόδημα. Δεν ξέρω ποιοι και αν θα μπουν σε διαδικασία να ενοικιάσουν κτήματα σε άλλες περιοχές και πόσο θα είναι τα ενοίκια. Είναι πολλές οι παράμετροι που πρέπει να αναλογιστούμε, όπως επίσης κι αν είναι εφικτό. Κάποιοι ξεκίνησαν και το κάνουν, όμως, είναι πάρα πολύ λίγοι», λέει χαρακτηριστικά.
Λόγω της κακής φετινής σοδειάς, ο συνεταιρισμός δεν θα μπορέσει να καλύψει στο 100% την ζήτηση του προϊόντος. Θα διαθέσει κρόκο στην ελληνική αγορά και σε κάποιες συμφέρουσες του εξωτερικού, ενώ δεν θα διοχετεύσει χύμα ποσότητες, παρά μόνο τυποποιημένες.
Κάμψη στις φυτεύσεις
Η συγκομιδή του κρόκου στην Κοζάνη θα διαρκέσει περίπου άλλες 10 ημέρες και αυτό που ελπίζουν οι παραγωγοί είναι η φετινή χρονιά να αποδειχθεί τουλάχιστον καλύτερη από τις προηγούμενες. «Φέτος, επειδή είμαστε ακόμη στη μέση της συγκομιδής, ελπίζουμε να είναι καλύτερα από πέρσι. Όμως, μιλάμε και πάλι για μια κακή σοδειά», ξεκαθαρίζει ο κ. Μητσόπουλος, τονίζοντας πως, τα τελευταία χρόνια, ολοένα και λιγότεροι παραγωγοί ασχολούνται με τον κρόκο ή δεν γίνονται ανανεώσεις στις φυτείες.
Αυτό σχετίζεται και με την απολιγνιτοποίηση και την δημογραφική συρρίκνωση της περιοχής, αφού ο κρόκος είναι μια συμπληρωματική για το εισόδημα καλλιέργεια και η έλλειψη εργασίας υποχρέωσε πολλούς νέους να φύγουν ακόμη και εκτός Ελλάδας. «Τα στρέμματα θα έπρεπε να αυξηθούν ή να γίνονται ανανεώσεις. Αυτό που μας ανησυχεί είναι ότι τα τελευταία χρόνια δεν βλέπουμε ανανεώσεις στις φυτείες. Ο κρόκος είναι πολυετής καλλιέργεια, που διαρκεί πέντε με έξι χρόνια. Αυτό μεταφράζεται στο ότι αυτά τα 5.600 στρέμματα, εάν ανανεώνονταν κάθε πενταετία, παραδείγματος χάρη, θα έπρεπε να φυτεύονται 800 με 1.000 στρέμματα ετησίως, κάτι που δεν ισχύει», καταλήγει ο πρόεδρος του συνεταιρισμού.
Πηγή: ypaithros.gr