Γράφει ο Γιώργος Βενετσάνος
«Το άλογο ζούσε ελεύθερο στο δάσος. Μια μέρα το πλησίασε ο άνθρωπος.
«Εσύ είσαι», του είπε, «το πιο περήφανο, το πιο γρήγορο, το πιο όμορφο απ’ όλα τα ζώα. Καλπάζεις, ο άνεμος παίρνει τη χαίτη σου, και όλοι σε θαυμάζουν. Ο λύκος τρέμει τα δυνατά σου πόδια, η αλεπού ζηλεύει την εξυπνάδα σου, το γεράκι δεν μπορεί να σε προφτάσει. Είσαι το πιο ευγενικό και το πιο μεγαλοπρεπές ζώο.»
Το άλογο χλιμίντριζε όλη αυτή την ώρα συγκαταβατικά.
«Θα έπρεπε εσύ να είσαι ο άρχοντας του δάσους, όμως… Υπάρχει το ελάφι.»
Το άλογο έστρεψε τη μουσούδα του απορημένο.
«Αυτό το ύπουλο κτήνος σε μισεί. Θέλει να σου κλέψει τη δόξα και το βασίλειο. Πάει στις λίμνες, στα ποτάμια και στις πηγές και τα βρωμίζει με τις ακαθαρσίες του. Ποδοπατεί το χορτάρι για να μη βρεις να φας.»
Το άλογο ανήσυχο χτυπούσε την οπλή του στο έδαφος.
«Και έμαθα πως σχεδιάζει να φέρει στα κέρατα του το φίδι, όταν θα κοιμάσαι, για να σε εξοντώσει.»
Το άλογο ανασηκώθηκε στα πίσω του πόδια.
«Μην ανησυχείς, ω περιούσιο τετράποδο, υπάρχει λύση. Θα με αφήσεις να σου φορέσω σέλα και χαλινάρια, να σε καβαλικέψω, και μαζί θα πάμε να εξοντώσουμε το δόλιο ελάφι. Έτσι θα μείνεις ο μόνος και ο αδιαμφισβήτητος κυρίαρχος.»
Το άλογο δέχτηκε. Ο άνθρωπος το καβαλίκεψε, πήρε και το πιστό του τσιράκι –το σκύλο- και άρχισαν το κυνήγι. Σύντομα βρήκαν το ελάφι, το καταδίωξαν και το σκότωσαν. Πάνω από το κουφάρι το άλογο έδειξε τα δόντια του ευχαριστημένο. Ζήτησε από τον άνθρωπο να κατέβει.
Εκείνος γέλασε και του έδωσε μια καμτσικιά.
«Δεν κατάλαβες. Τώρα εγώ είμαι αυτός που δίνει τις εντολές. Προχώρα, λοιπόν.»
Βάλτε στην θέση του αλόγου τον περήφανο λαό των Ελλήνων, που τον πολιτισμό του θαυμάζει όλη η οικουμένη και πολλοί λαοί ζηλεύουν το σπινθηροβόλο πνεύμα του ελληνισμού. Βάλτε και στην θέση του κυνηγού μια συγκεκριμένη μερίδα πολιτικών, ειδικά αυτούς που τάζουν λαγούς με πετραχήλια λέγοντας σου:
«Λεφτά υπάρχουν» και τελικά αποδεικνύεται ότι υπήρχαν και τα πήραν από την τσέπη σου.
«Μείωση της ανεργίας» που ποτέ δεν μειώνεται, μάλλον αυξομειώνεται εποχιακά.
«Αύξηση του κατώτατου μισθού και αύξηση των συντάξεων», που όταν και αν ανεβαίνουν πρόκειται για ψίχουλα, αντί μιας σοβαρής αμοιβής για τους εργαζόμενους και μιας αντίστοιχης για τους απόμαχους της ζωής.
«αναβάθμιση του ΕΣΥ» που αν δεν διαθέτης ρευστό ή ιδιωτική ασφάλιση είσαι χαμένος από χέρι, μιας και το Εθνικό Σύστημα Υγείας έχει αποδομηθεί σε μεγάλο βαθμό.
«Αναστολή πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας» και αντί αυτού τα ξένα funds κάνουν πάρτη βουτώντας τα σπίτια των Ελλήνων.
«Επαναφορά της 13ης σύνταξης», εδώ μάλλον πρέπει να χαμογελάσουμε πικρά, γιατί κάτι τέτοιο πάρα τις υποσχέσεις δεν φαίνεται στον ορίζοντα.
«Προστασία των συνόρων», με εκατοντάδες παράνομους μετανάστες να εισβάλουν καθημερινά σχεδόν, από Έβρο μέχρι Γαύδο, η προστασία των συνόρων ακούγεται ως ανέκδοτο.
«Εθνική ανεξαρτησία», με υπόγειες διεργασίες μυστικής διπλωματίας που μπορεί να οδηγήσουν την Ελλάδα να γίνει δορυφόρος της Τουρκίας;
«ασφάλεια στην κοινωνία», είναι τόσο μεγάλη που εκτός των κλοπών, των διαρρήξεων, των δολοφονιών με πολυβόλα, ακόμη και μέσα σε μέρη πολυσύχναστα, να βλέπουμε και 13 χρονών παιδιά να βγάζουν μαχαίρια και όπλα, μεγάλη ασφάλεια!
Τελευταίο άφησα την μαγική λέξη «φορολογική ελάφρυνση» κάτι που είναι ουτοπία, μιας και η έμμεση και άμεση φορολόγηση έχει καταντήσει αβάσταχτη ψαλιδίζοντας το πενιχρό εισόδημα των πολιτών.
Αφού λοιπόν σου έκατσαν στο σβέρκο με αυτές τις υποσχέσεις και σε φόρτωσαν με όλα αυτά και ως πολίτης έχεις αρχίσει να διαμαρτύρεσαι σου λένε «Δεν κατάλαβες. Τώρα εγώ είμαι αυτός που δίνει τις εντολές. Προχώρα, λοιπόν.», μόνο που όταν υπερφορτώνεται το υποζύγιο αυτό δεν πάει πουθενά και είτε κάθεται κάτω ή κλωτσάει άσχημα, πολύ άσχημα.
Ανθρωπέ μου, πες αυτο που θες να πεις με λίγα λόγια! Μας πήγες… καβάλα 10 χιλιόμετρα για να διαβάσουμε τα ίδια τα χιλιοειπωμένα! Έλεος!
μητσοτάκης κακός
εντάξει τώρα;
και εκ κακού ωού κακός κόραξ