Η Λυδία ήταν αρχαία χώρα στη Μικρά Ασία, η κατά τον Όμηρο Μαιονία. Οι κάτοικοί της ονομάζονταν Λυδοί.
Βασικά όρια της χώρας αυτής ήταν προς Β. η Μυσία, προς Α. η Φρυγία και προς Ν. η Καρία. Το ανατολικό μέρος αυτής που την διέρρεε ο Έρμος ονομαζόταν «κατακεκαυμένη» από την ηφαιστειώδη όψη του εδάφους. Στα δυτικό της εκτεινόταν η Ιωνία με την ιστορική Ιωνική Δωδεκάπολη στην οποία από νωρίς είχε προστεθεί και η Αιολική αποικία Σμύρνη.
Τα όρη της Λυδίας ήταν: προς Β. το Τήμνο, στο μέσον της χώρας ο Τμώλος με τη ψηλότερη κορυφή τη Τέμψη (2129μ) και η Μεσωγίς στα νότια. Μικρότερα όρη ήταν ο Πακτύης με τις παραφυάδες του Πρηώνα και Θώρακα, ο Πάγος, ο Όλυμπος, οι δύο Μαστοί ή Μαστουσία (σημ. τα Δυο αδέλφια).
Οι ποταμοί της χώρας ήταν: ο Έρμος με τους παραπόταμους τον Πακτωλό (τον χρυσορρόη ) και το Ύλο, ο Κάυστρος, και στα νότια ο Μαίανδρος. Λίμνες είχε την Γυγαίη (η νεότερα Καλόη), η Σαλόη, η Τορρηβία, οι Σεληνούσιες και το Πηγάσιο. Κοιλάδες αυτές του Έρμου και του Καΰστρου.
Πρώτοι κάτοικοι ήταν οι Χετταίοι. H ανάγνωση χετιτικών επιγραφών από τον Forrer κατέδειξε ότι όταν τη χώρα κατείχαν οι Χετταίοι (περί το 1400 π.Χ) σ΄ αυτή κατοικούσαν και Έλληνες ηγεμόνες. Πρώτη δυναστεία κατά παράδοση ήταν του Άτυος (θεότης του κύκλου της θεάς Κυβέλης) από του γιου του οποίου το όνομα Λυδού είχε πάρει η χώρα το όνομά της. Μετά τη δυναστεία του Άτυος ακολούθησε η δυναστεία των Ηρακλειδών (όχι εκείνη των Δωριέων), δια του Άγρωνος, γιου του Νίνου και εγγονού του Βήλου, που ήταν γιος του Αλκαίου και εγγονός του Ηρακλή. Από αυτή την Ηράκλεια γενεαλογία προερχόταν ο Άγρων αρχηγέτης αυτών των Ηρακλειδών.
Η δυναστεία αυτή κατά τον Ηρόδοτο βασίλευσε συνεχώς στη Λυδία «παις παρά πατρός εκδεκόμενος την αρχήν» 505 χρόνια δηλαδή από το 1200 π.Χ. που καταλύθηκε το κράτος των Χετταίων μέχρι του 700 π.Χ. ( 687), όταν ο Μερμνάδης Γύγης σε συνεννόηση με τη Βασίλισσα φόνευσε το τελευταίο Ηρακλείδη Βασιλέα της Λυδίας, Κανδαύλη και το γιο του Μύρση. Φαίνεται όμως ότι σε όλο το χρονικό διάστημα επί δυναστείας των Ηρακλειδών η Λυδία, όπως ισχυρίζονται πολλοί αλλά δεν έχει αποδειχθεί από εγχώριες πηγές, διατελούσε υπό επικυριαρχία των Ασσυρίων, του πολιτισμού των οποίων η Λυδία ήταν πρόσκοπος στη Μ. Ασία.
Ιωνικός πόλεμος
Με την άνοδο στο θρόνο της Λυδίας του Γύγου αρχίζει και η καθαρά ιστορική περίοδος της χώρας. Η νέα Δυναστεία των Μερμνάδων επεκτείνει τη κυριαρχία της προς Δ. και ακολουθεί η προσάρτηση των ελληνικών παράλιων πόλεων (Έφεσος, Σμύρνη, Φώκαια, Κολοφώνα, Κλαζομενές, Ερυθρές, Αιγές, Γρύνιο, Μύρρινα, Νότιο, Λέβεδος, Κλάρος, Νέο Τείχος, Τέω, Κύμη, Λαρίσα κ.ά. προς δημιουργία και ναυτικής Λυδικής δύναμης. Το πρόγραμμα όμως αυτό της επέκτασης επιβράδυνε επειδή ο Γύγης προσπάθησε να απαλλαγεί από τους Ασσύριους που το κατόρθωσε (652-647 π.Χ.) όταν τότε ακριβώς είχαν αποστατήσει των Ασσυρίων η Ελυμαΐς, η Χαλδαία, η Συρία, και η Παλαιστίνη.
Στη συνέχεια ο Γύγης έστρεψε τη προσοχή του στη Αιολίδα και μετά στις Ιωνικές πόλεις επωφελούμενος διαίρεσης και αντιζηλιών και προκειμένου θέσει και τα Ιερά υπ΄ αυτού, ο περιστοιχιζόμενος από ποιητές και Ελλήνων Τυράννων Ελλανολυδός αυτός Μεμνάδης, έστειλε πλούσια δώρα στους Δελφούς. Τον Ιωνικό αυτό πόλεμο συνέχισε ο γιος του Άρδυς. Και ενώ οι Σμυρναίοι κατάφεραν να εκβάλουν τους Λυδούς η Πριήνη κυριεύθηκε, ενώ κινδύνευσε η Μίλητος όταν στη Λυδία και Ιωνία επιδρομή των Κιμμερίων διέκοψε αυτό.
Μετά τη θυελλώδη αποχώρηση των οποίων ο Ιωνικός πόλεμος επαναλήφθηκε το (623 π.Χ.) από τον διάδοχο του Άρδυ, Σαδυάττου (628-616) που στράφηκε μετά την υποταγή της Φρυγίας κατά της Μιλήτου, που όμως ούτε αυτός ούτε ο διαδεχθείς αυτόν Αλυάττης κατάφεραν να την καταλάβουν. Τότε και η επιδρομή των Μήδων όπου μετά αγώνα έξι ετών ορίσθηκε σύνορο των δύο χωρών ο ποταμός Άλυς.
Εποχή Κροίσου
Κατά το 560 π.Χ. στο θρόνο της Λυδίας ανήλθε ο Κροίσος που κατάφερε με την κατάληψη των πόλεων Εφέσου και Σμύρνης να καθυποτάξει όλους τους Ίωνες και να ολοκληρώσει το πρόγραμμα της Δυναστείας των Μεμνάδων. Και ενώ βρισκόταν στην ακμή της δόξας του και η πρωτεύουσα Σάρδεις ήταν εστία ακμαίου εμπορίου, εντευκτήριο σοφών και καλλιτεχνών, επήλθε το τέλος με τη μάταιη και ατυχή συμμαχία με άλλους Ηγεμόνες κατά του Βασιλέως των Περσών Κύρου του πρεσβύτερου ( – συμμαχία έκαναν οι Κροίσος της Λυδίας, Άμασις της Αιγύπτου και ο Λαβύνητος της Βαβυλώνας).
Επελθόντος του Κύρου ο Κροίσος ηττήθηκε με αποτέλεσμα την άλωση των Σάρδεων (546 π.Χ.) και την καθυπόταξη της Ιωνίας. Έκτοτε η Λυδία, εκτός των παράλιων Ιωνικών πόλεων που μετά τους νικηφόρους πολέμους των Ελλήνων κατά των Περσών είχαν ανακτήσει την ελευθερία τους, αποτελούσε χώρα του περσικού κράτους.
Ελληνιστική περίοδος
Με την εκστρατεία στην Ασία του Μ. Αλεξάνδρου η Λυδία καταλήφθηκε από τη στρατιά του Παρμενίωνα, με ελευθερία αυτοδιοίκησης και καταβολής κάποιας έννομης φορολογίας. Τη περίοδο των Επιγόνων απετέλεσε Σατραπεία του Μακεδονικού κράτους σε διαδοχική εξουσία διαφόρων στρατηγών τελικά περιήλθε οριστικά στους Σελευκίδες, από τους οποίους το (190 π.Χ.) αποσπάσθηκε από τους Ρωμαίους και δόθηκε στους Βασιλείς της Περγάμου. Ίσως κατά την ελληνιστική περίοδο να ιδρύθηκε η Λυδία από Λυδούς στρατιώτες στην Αραβία. Μετά δε της Διαθήκης περιήλθε στους Ρωμαίους μαζί με την Πέργαμο.
Βυζαντινή περίοδος
Κατά τη Βυζαντινή περίοδο μέγα μέρος της αρχαίας Λυδίας αποτελούσε την επαρχία Λυδία (το όνομά της είχε χάσει η χώρα προ πολλών ετών) με 23 πόλεις.
Η Λυδία σήμερα
Επί τουρκοκρατίας απετέλεσε (και αποτελεί σήμερα) τμήμα του νομού του Αϊδινίου.