Αθήνα και Αγκυρα ψάχνουν από κοινού το «μονοπάτι προς τη δόξα», που θα επιτρέψει σε καθεμία χώρα να πανηγυρίσει στο εσωτερικό της εθνική επιτυχία και διατήρηση όλων των εθνικών θέσεων, ενώ ταυτόχρονα οι δύο χώρες θα έχουν δεσμευτεί πολιτικά για οριστική λύση στο θέμα της οριοθέτησης υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας – Τουρκίας.
Της Κύρας Αδάμ
Πρόκειται για τον ελληνοτουρκικό κύβο του Κιούμπρικ, ο οποίος θα βρεθεί στα χέρια των δύο ΥΠΕΞ Γεραπετρίτη και Φιντάν, που θα συναντηθούν στην Αθήνα στις 8 Νοεμβρίου 2024.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη διακηρύσσει λεκτικώς ότι το μοναδικό θέμα συζήτησης είναι η διαφορά για την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ Ελλάδας – Τουρκίας, με παραπομπή από κοινού του θέματος στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης για λύση. Η κυβέρνηση, σε όλους τους τρόπους, αποκλείει οποιαδήποτε συζήτηση για θέματα κυριαρχίας και βασίζεται στην ελληνική επιφύλαξη από τη δεκαετία του 2000 προς το δικαστήριο της Χάγης, με την οποία αποκλείεται πάσα συζήτηση επί κυριαρχικών θεμάτων.
Ο Τούρκος πρόεδρος Ερντογάν, από του βήματος του ΟΗΕ, αποδέχθηκε ότι τα ελληνοτουρκικά προβλήματα θα λυθούν αυστηρά με βάση το Διεθνές Δίκαιο, δηλαδή ουδόλως απέκλεισε την παραπομπή του θέματος οριοθέτησης υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ Ελλάδας – Τουρκίας στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης ή σε άλλο διεθνές δικαστήριο. Ο Ερντογάν, όμως, επιμένει στην «ολιστική προσέγγιση» κατά τη διαπραγμάτευση, δηλαδή στη συζήτηση όλων των θεμάτων που έχει βάλει στην ατζέντα η Τουρκία και τα οποία βάλλουν ευθέως εναντίον της ελληνικής κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων, θέση που απορρίπτει αυτομάτως η Αθήνα.
Οι εκ πρώτης όψεως αντιδιαμετρικές θέσεις Ελλάδας – Τουρκίας στην πραγματικότητα έχουν δύο κοινά σημεία. Την πολιτική βούληση των δύο ηγετών να καταλήξουν σε διμερή πολιτική συμφωνία, που θα ξεμπλοκάρει το αδιέξοδο των διαπραγματεύσεων, και έναν κοινό τόπο παραπομπής του θέματος προς λύση το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.
Η αναζητούμενη διμερής πολιτική συμφωνία, που θα είναι το αντικείμενο των επικείμενων διμερών διαπραγματεύσεων, κατ’ ανάγκην θα στραφεί σε προηγούμενες πολιτικές αποφάσεις που έχουν λάβει οι δύο χώρες κατά τη διάρκεια των προηγούμενων ετών, οι οποίες ενδεχομένως μπορούν να βγουν αυτή τη στιγμή «από το κάδρο» χωρίς να επηρεάσουν άμεσα τις αντιδιαμετρικές διαπραγματευτικές θέσεις, που για την Ελλάδα είναι η άρνηση οποιασδήποτε συζήτησης για θέματα εθνικής κυριαρχίας και για την Τουρκία είναι η συνολική διαπραγμάτευση όλων των θεμάτων που έχει θέσει η Τουρκία στο τραπέζι -και, δυστυχώς, έχουν αποδεχθεί όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις- και τα οποία όλα στοχεύουν σε βάρος της ελληνικής κυριαρχίας και των εθνικών συμφερόντων.
Είναι άγνωστο για την ώρα αν ο Μητσοτάκης και ο Ερντογάν προσανατολίζονται σε αμοιβαία «προκαταρκτική υποχώρηση» που θα επιτρέψει το άνοιγμα του δρόμου για το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης χωρίς να θιγούν οι εκατέρωθεν θέσεις διαπραγμάτευσης, ενώ παράλληλα θα επαινεθούν διεθνώς για την ισχυρή βούλησή τους για επίλυση του θέματος της οριοθέτησης υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ σε Αιγαίο και ανατολική Μεσόγειο.
Στην περίπτωση κατά την οποία η Αθήνα προχωρήσει σε άρση της εθνικής επιφύλαξης προς το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, με την οποία αποκλείεται πάσα συζήτηση επί κυριαρχικών θεμάτων στο δικαστήριο, η Τουρκία θα υποχρεωθεί να προχωρήσει σε άρση τουρκικής πολιτικής απόφασης που άπτεται της ελληνικής κυριαρχίας. Στην περίπτωση αυτή το τουρκικό casus belli, δηλαδή «η απαγόρευση» προς την Αθήνα να επεκτείνει τα χωρικά ύδατα πέραν των 6 ν.μ. με απειλή πολέμου, μπορεί να εξαφανιστεί από το κάδρο.
Στην πραγματικότητα άρση της ελληνικής επιφύλαξης για τη συζήτηση κυριαρχικών θεμάτων στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης ουδόλως στερεί στην Ελλάδα το δικαίωμα να μη συζητήσει θέματα κυριαρχίας και παράλληλα η πολιτική απόφαση άρσης του casus belli ουδόλως στερεί στην Τουρκία να θέσει στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης την επιχειρηματολογία της για το εύρος του εθνικού εναέριου χώρου, του FIR, της αποστρατιωτικοποίησης, της περιοχής θαλάσσιας έρευνας και διάσωσης, της ελληνικότητας των βραχονησίδων κ.λπ.
Το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, στην περίπτωση που οι δύο χώρες προσφύγουν από κοινού για την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ, έχει την απόλυτη δικαιοδοσία να προτείνει τη λύση για την οριοθέτησή της μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας στο Αιγαίο και στην ανατολική Μεσόγειο. Κατ’ ανάγκην το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης θα ασχοληθεί και με την τουρκολιβυκή ΑΟΖ και την ελληνοαιγυπτιακή ΑΟΖ, καθώς και οι δύο ΑΟΖ έχουν αναρτηθεί στους επίσημους πίνακες του ΟΗΕ, είναι νόμιμες και σε διεθνή ισχύ. Το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης αναγκαστικά θα ασχοληθεί με το επιμέρους θέμα της αλληλοεπικάλυψης των ΑΟΖ, σε περιοχές της καθαρής και νόμιμης ελληνικής ΑΟΖ μέσα στην ελληνοαιγυπτιακή ΑΟΖ και της τουρκικής ΑΟΖ μέσα στην τουρκολιβυκή ΑΟΖ και θα δώσει λύση. Στην ειδική αυτή περίπτωση, το πρόβλημα πέφτει πάνω στους χειρισμούς της κυβέρνησης Μητσοτάκη, που επιμένει στα λόγια ότι η τουρκολιβυκή ΑΟΖ είναι παράνομη και ανύπαρκτη, καίτοι η ελληνική κυβέρνηση ουδέποτε κατήγγειλε επισήμως στον ΟΗΕ την τουρκολιβυκή ΑΟΖ, όπως είχε το δικαίωμα και την υποχρέωση, όλο το προηγούμενο διάστημα…
Το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης θα εξετάσει το κοινό αίτημα -αν υπάρξει- για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ Ελλάδας – Τουρκίας , αλλά δεν μπορεί να αποφασίσει για διμερή θέματα που άπτονται της κυριαρχίας ενός εκ των δύο χωρών, δηλαδή της Ελλάδας, της οποίας το έδαφος, ο ΕΕΧ και η χωρική θάλασσα αποτελούν έδαφος της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Ο «φάκελος» της Τουρκίας, με όλες τις απαιτήσεις και τους ισχυρισμούς της, που στρέφονται εναντίον της ελληνικής κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων και τα οποία συνθέτουν την «ολιστική προσέγγιση» στα Ελληνοτουρκικά που θέτει ο Ερντογάν ως προϋπόθεση για τη λύση τους, άπτεται των διεθνών οργανισμών, που μπορούν να εξετάσουν τα θέματα αυτά.
Η Τουρκία έχει κάθε λόγο να εμπλέξει τους διεθνείς οργανισμούς στην υποστήριξη των νομικών θέσεών της σε βάρος της Ελλάδας, πολύ περισσότερο αφού στη Διακήρυξη των Αθηνών Αθήνα και Αγκυρα έχουν συμφωνήσει ότι δεν θα θίγονται οι νομικές θέσεις της κάθε πλευράς.
Οι ανοιχτές πληγές της Ελλάδας δίνουν πάτημα για απώλεια κυριαρχίας!
Οι ελληνικές κυβερνήσεις στο πέρασμα των δεκαετιών έχουν αφήσει πολλά ανοιχτά θέματα στους διεθνείς οργανισμούς, τα οποία καμιά ελληνική κυβέρνηση δεν έσπευσε να οριστικοποιήσει και να θεραπεύσει, με αποτέλεσμα το ένα ανοιχτό θέμα να τραβάει μαζί του και τα υπόλοιπα.
Η αναντιστοιχία εύρους χωρικών υδάτων – εθνικού εναέριου χώρου δεν κατοχυρώθηκε ποτέ επισήμως στον ICAO (σ.σ.: η κυριαρχία της Ελλάδας στον αέρα στα 10 ν.μ. βασίζεται μόνο στο Προεδρικό Διάταγμα του Σεπτεμβρίου 1931) ως «αναγκαία συνθήκη», ενώ από τη δεκαετία του 1990 η Ελλάδα, λόγω δικής της αμέλειας, βρίσκεται πάντα μπροστά στο τουρκικό βέτο στην απαίτησή της να καταθέτει η Αγκυρα σχέδια πτήσης για τα τουρκικά μαχητικά αεροσκάφη που εισέρχονται στο FIR Αθηνών. Επιπροσθέτως, το Δίκαιο της Θάλασσας ορίζει ότι κάθε χώρα ασκεί πλήρη και αποκλειστική κυριαρχία πάνω από την ξηρά και τα χωρικά ύδατα.
Η Τουρκία ακόμα έχει σκοπίμως αλλοιώσει υπέρ αυτής τις συντεταγμένες του FIR Αθηνών /Κωνσταντινούπολης στην περιοχή Ρόδου – Καστελόριζου. Και τούτο διότι η περιοχική απόφαση 1958 του ICAO και τα πρακτικά αυτής, με την οποία μετακινήθηκε 10 ν.μ. βόρεια η γραμμή του FIR Αθηνών/Κωνσταντινούπολης στις συντεταγμένες 3605Ν-30000Ε, προκειμένου να μην επηρεάζεται η ελληνική κυριαρχία και παρεμποδίζεται η εναέρια κυκλοφορία, ξαφνικά «χάθηκε» από το ελληνικό ΥΠΕΞ αλλά και από τον ΙCΑΟ. Καμιά ελληνική κυβέρνηση από το 1993 δεν κίνησε γη και ουρανό ώστε να ανακτήσει την απόφαση αυτή, με αποτέλεσμα αυτή την στιγμή η Τουρκία να επικαλείται νομικό δικαίωμα να εδραιώσει τη διεθνή θαλάσσια περιοχή Ρόδου – Καστελόριζου ως τουρκική επικράτεια.
Η απαίτηση της Αγκυρας για αποστρατιωτικοποίηση των ελληνικών νησιών στο ανατολικό Αιγαίο βασίζεται σε τουρκική παραποίηση της Συνθήκης της Λωζάννης, με μόνιμο αρωγό το ΝΑΤΟ, με βάση δύο παράνομες οδηγίες δύο γ. γραμματέων του ΝΑΤΟ και μια διαταγή του SHAPE. Οι ελληνικές κυβερνήσεις ουδέποτε τόλμησαν να ανατρέψουν αυτή την παράνομη πολιτική του ΝΑΤΟ απέναντι στη χώρα μας, διότι ουδέποτε τόλμησαν να απειλήσουν με βέτο πολιτικές αποφάσεις του ΝΑΤΟ, π.χ. ένταξη στη Συμμαχία της Αλβανίας, των Σκοπίων, ακόμα και της Σουηδίας και της Φινλανδίας, όπως έπραξε με επιτυχία στις δύο τελευταίες περιπτώσεις η Αγκυρα υπέρ των συμφερόντων της.
Ακόμα και η επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων στο Αιγαίο μέχρι τα 12 ν.μ. είναι μια πολύ δύσκολη υπόθεση, παρά την ευκολία με την οποία υποστηρίζεται η επέκταση αυτή. Και τούτο διότι στην περίπτωση που η Ελλάδα ασκήσει αυτό το αναφαίρετο δικαίωμά της, ουδείς μπορεί να εμποδίσει την Τουρκία να ασκήσει και αυτή το δικαίωμά της στα 12 ν.μ. σε περιοχές του Αιγαίου, όπου αυτό είναι δυνατόν. Μια τέτοια κίνηση, όμως, θα συμπαρασύρει και το FIR Αθηνών/Κωνσταντινούπολης σε πλήρη αναδιάταξή του, διότι η γραμμή του FIR ακολουθεί τα δυτικά σύνορα της Τουρκίας, με αποτέλεσμα τον επιζήμιο για την Αθήνα επαναπροσδιορισμό των αρμοδιοτήτων στο FIR Αθηνών/Κωνσταντινούπολης από τον ICAO.