Ο Ανδρουλάκης αποδείχθηκε αρκετά επικίνδυνος για τον Μητσοτάκη με το σκάνδαλο των υποκλοπών. Αλλά κι εντελώς ακίνδυνος τόσο με το ΠΑΣΟΚ στην κάλπη όσο και με τη φθίνουσα αποφασιστικότητά του να φτάσει την υπόθεση των παρακολουθήσεων στα άκρα με μήνυση κατά του πρωθυπουργού.
Βασίλης Γαλούπης
Το σύστημα Μαξίμου, έχοντας εκτιμήσει σωστά τα περιορισμένα όρια και τις δυνατότητες του Ανδρουλάκη, ανακουφίστηκε με την εκλογή του. Αν και δεν έχει γίνει συνάντηση μεταξύ τους εδώ και τρία χρόνια, ο Μητσοτάκης έσπευσε να τον συγχαρεί από το βράδυ της Κυριακής. Με απευθείας τηλεφωνική σύνδεση, κι όχι… επισύνδεση.
Με τον επανεκλεγμένο πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ συνομίλησε και η απερχόμενη Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου, ενώ το ίδιο έπραξαν τόσο ο Σημίτης όσο και ο Βενιζέλος. Ο Ανδρουλάκης, άλλωστε, θεωρείται πολιτικό «παιδί» του πρώην πρωθυπουργού και κυρίως του πρώην -και πιο αποτυχημένου στην ιστορία- προέδρου του ΠΑΣΟΚ.
Στην πραγματικότητα, το σύστημα, όχι μόνο του Μαξίμου, «ηρέμησε» επειδή βλέπει μια πιθανή όσο και απόλυτα συμβατή εναλλακτική στο πρόσωπο του Ανδρουλάκη. Είναι περισσότερα αυτά που ενώνουν το πολιτικό σχέδιο του Ανδρουλάκη με αυτό του Μητσοτάκη, παρά όσα τους χωρίζουν.
Η πρόταση για την κατάργηση του βέτο στις ψηφοφορίες της Ε.Ε. που έβαλε πρώτος ο Ανδρουλάκης στο τραπέζι, ασχέτως αν μετά επιχείρησε να το «γλυκάνει», είναι απολύτως βολική σ’ αυτό το δύσκολο τάιμινγκ και για την ηττοπαθή κυβέρνηση Μητσοτάκη.
Για το άρθρο 16 και τα ιδιωτικά πανεπιστήμια η στάση του Ανδρουλάκη δεν απέχει από αυτήν της Ν.Δ., ενώ τον Απρίλιο η πώληση όπλων στην Τσεχία με σκοπό να καταλήξουν στην Ουκρανία εγκρίθηκε στη Βουλή μόνο από τη «συμμαχία» Ν.Δ. – ΠΑΣΟΚ. Υπέρ του νομοσχεδίου της Ν.Δ. τάχθηκε -και προσωπικά- ο Ανδρουλάκης στη «δύσκολη» ψηφοφορία για τα ομόφυλα ζευγάρια.
Στα λόγια υπάρχουν αντιθέσεις Ν.Δ. Κυριάκου – ΠΑΣΟΚ Ανδρουλάκη, αλλά στις πράξεις όχι. Η απόλυτη επιβεβαίωση έρχεται από τη στατιστική. Το ΠΑΣΟΚ επί Μητσοτάκη ψηφίζει περίπου το 70% των νομοσχεδίων της Ν.Δ., όταν το αντίστοιχο ποσοστό για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι γύρω στο 50%. Ας κρατήσουμε αυτό το δεδομένο κι εν όψει εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας. Ο μοναδικός κι εύκολα υλοποιήσιμος όρος που έχει βάλει ο Ανδρουλάκης είναι «να μην προέρχεται από τη Ν.Δ.».
Ο Ανδρουλάκης έγινε γραμματέας της Χαριλάου Τρικούπη το 2013, επί αρχηγίας Ευάγγελου Βενιζέλου και συγκυβέρνησης Ν.Δ. – ΠΑΣΟΚ. Αναπόφευκτα, έχει κουλτούρα συνεργασιών, αφού εντός τέτοιου κλίματος άρχισε η πολιτική του ανέλιξη.
Ήδη, εξάλλου, καλλιεργείται από την περασμένη εβδομάδα ένα κλίμα, κυρίως από φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ, ότι τα ποσοστά άλλων υποψηφιοτήτων, όπως π.χ. της Διαμαντοπούλου, «δείχνουν» τον δρόμο στον Ανδρουλάκη για ένα κεντροδεξιό ΠΑΣΟΚ. Αυτό σημαίνει ένα κόμμα όπως είναι πλέον η Ν.Δ.
Ο Ανδρουλάκης φαίνεται να έχει κερδίσει με τη στάση και την επανεκλογή του την εμπιστοσύνη ενός σημαντικού κομματιού των συστημικών ΜΜΕ, ενώ δείχνει έτοιμος πια να συναντήσει διά ζώσης και τον Μητσοτάκη, αφού το θέμα των υποκλοπών δεν πήγε τόσο μακριά όσο υπονοούσε η αρχική οργή του προέδρου του ΠΑΣΟΚ.
Ο δρόμος μοιάζει «στρωμένος» ώστε να μην προκύψουν μελλοντικά τα απρόβλεπτα σκηνικά, που «τρομάζουν» τους συστημικούς «παίκτες». Όμως, υπάρχει ένα ουσιώδες πρόβλημα σ’ όλον αυτόν τον κατευναστικό συσχετισμό. Ότι ο Ανδρουλάκης εξακολουθεί να μη γοητεύει το κοινό.
Έπειτα από τρία χρόνια στην προεδρία του ΠΑΣΟΚ δεν έχει καταφέρει να αποκτήσει δυναμική για να βγει έστω και δεύτερο κόμμα. Ό,τι κι αν λένε οι δημοσκοπήσεις, τα «κανονικά» νούμερα είναι μη αμφισβητήσιμα.
Το ΠΑΣΟΚ με Ανδρουλάκη δεν κατάφερε να αυξήσει ούτε καν τη βάση ψηφοφόρων μεταξύ των εσωκομματικών εκλογών 2021-2024. Στις βουλευτικές εκλογές του 2023 ήταν πίσω από τον ΣΥΡΙΖΑ του Τσίπρα και, ακόμα χειρότερα, στις ευρωεκλογές ήταν πίσω από τον ΣΥΡΙΖΑ του… Κασσελάκη.
Η αύξηση των ποσοστών είναι τόσο «κουρασμένη», που δεν υπόσχεται εντυπωσιακές εκπλήξεις. Ο Ανδρουλάκης δεν είναι έτσι κι αλλιώς Ανδρέας, αλλά δεν έχει ούτε το βάθος οικονομικής σκέψης και συστημικής διείσδυσης του επίσης ατάλαντου ρήτορα Σημίτη.
Στο ντιμπέιτ μπορεί να χαμογελούσε ο Ανδρουλάκης, για να σπάσει τη βαρετή σοβαροφάνειά του, αλλά ο Γερουλάνος ήταν που έκλεψε την παράσταση ως «πρωθυπουργήσιμος». Το «σκληρό ΠΑΣΟΚ» εκπροσώπησε ο Κατρίνης. Το «σημιτικό – ποταμίσιο ΠΑΣΟΚ» η Διαμαντοπούλου. Και το «συριζέικο ΠΑΣΟΚ» ο Δούκας.
Το ερώτημα είναι τι έχει απομείνει για το άνευ ταυτότητας και προσωπικότητας ΠΑΣΟΚ του Ανδρουλάκη και τι κάνει καλύτερα από τους δελφίνους του;
Οι μανούβρες στους «κλειστούς» μηχανισμούς της Χαριλάου Τρικούπη είναι ό,τι γνωρίζει να κάνει ως στέλεχος που ανατράφηκε πολιτικά στον «κομματικό σωλήνα». Πέρα από αυτό υπάρχει μόνο η εμπειρία του στις Βρυξέλλες που, μονότονα και κάθε φορά, υπενθυμίζει για να δείξει υποτίθεται «ευρωπαϊκό προφίλ».
Η επόμενη ημέρα του ΠΑΣΟΚ εμφανίζεται ως «ευκαιρία». Ο Ανδρουλάκης, όμως, έχει ήδη ζυγιστεί. Δεν είναι χθεσινός κι άγνωστος «Χ» πια. Και τα πολιτικά κιλά του έχουν αποδειχθεί λίγα.
Δεν τόλμησε να κόψει ομφάλιους λώρους με το σημιτικό ΠΑΣΟΚ, δεν πήγε μέχρι τέλους τις υποκλοπές, δεν «πουλάει» στο μπαλκόνι. Στην πραγματικότητα, με τόσα μαζεμένα «δεν», το θέμα είναι όχι αν υπάρχει «ευκαιρία», αλλά αν θα γίνει κάποιο θαύμα.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ
Γεννήθηκε το 1979 στην Αθήνα και μεγάλωσε στο Ηράκλειο Κρήτης. Σπούδασε πολιτικός μηχανικός στο Δημοκρίτειο Θράκης, με μάστερ στο περιβάλλον. Το 2001 έγινε μέλος στο Κεντρικό Συμβούλιο Νεολαίας ΠΑΣΟΚ και το 2008 μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του κόμματος. Το 2013, επί Βενιζέλου, εκλέχθηκε γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής. Από το 2014 ήταν ευρωβουλευτής και από τις 12 Δεκεμβρίου 2021 είναι πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, μετά και την προχθεσινή επανεκλογή του στις εσωκομματικές εκλογές.