H γενιά των Ηρακλειδών
Στο Άργος θα βρούμε τις ρίζες του Ηρακλέους του οποίου οι απόγονοι θα κατακτήσουν και θα τιμωρήσουν σκληρά τους Αργείους. Και γιατί έγινε αυτό, φαίνεται από την γέννηση ακόμη του Ηρακλέους. Η ρίζα λοιπόν της γενιάς των Ηρακλειδών ξεκινά από τον Περσέα, τον γιό της Δανάης και εγγονό του βασιλιά του Άργους Ακρισίου.
Ο ήρωας αυτός διογενής, όταν έφτιαξε τις Μυκήνες γέννησε εκεί από την Ανδρομέδα έξη παιδιά. Τον Αλκαίο, τον Σθένελο, τον Έλειο, τον Μήστορα, τον Ηλεκτρίωνα και μια κόρη την Γοργοφόνη. Ο Ηλεκτρίων που ήταν βασιλιάς στις Μυκήνες πήρε γυναίκα την ανηψιά του Αναξώ και γέννησε εννέα παιδιά.
Μεταξύ αυτών και η Αλκμήνη η μητέρα του Ηρακλέους. Αυτήν παντρεύεται ο Αμφιτρύων ο οποίος από λάθος σκοτώνει τον πατέρα της Ηλεκτρίωνα και γίνεται βασιλιάς των Μυκηνών.
Εδώ γεννιέται ο Ηρακλής εκ του Διός, όταν ο Αμφιτρύων λείπει σε πόλεμο. Ο Ηρακλής έκανε πολλά παιδιά από πολλές γυναίκες αναλυτικά θα τα δούμε στο ιδιαίτερο σε αυτόν κεφάλαιο. Οι γιοί λοιπόν του Ηρακλή που λεγόντουσαν Ηρακλείδες, μαζί με την γιαγιά τους Αλκμήνη τον θείο τους Λυκίμνιο τον οποίο είχε αποκτήσει ο Ηλεκτρίων από μια γυναίκα εκ Φρυγίας την Μιδεία και ο Ιόλαος ο σύντροφος σε πολλά κατορθώματα και φίλος του Ηρακλή έμειναν στην Τραχινία ( πόλη της Θεσσαλικής Φθιώτιδας) μετά τον θάνατο του ήρωα. Και οι σύμμαχοι που είχε ως στράτευμα φτιάξει ο Ηρακλής και αποτελείτο από Αρκάδες και Δωριείς έμειναν πιστοί στους Ηρακλείδες.
Όταν ο γιός του ημίθεου εκ της Δηιάνειρας Ύλλος μεγάλωσε όπως και κάποια ακόμη από τα παιδιά του, ο Ευρυσθέας που ήταν ακόμη βασιλιάς της Τίρυνθας, φοβήθηκε πως θα συνεχιζόταν ο πόλεμος που είχε ανοίξει ο Ηρακλής και από τους απογόνους του. Γι’ αυτό και μήνυσε στον Κήυκα τον βασιλιά της Τραχινίας ο οποίος φιλοξενούσε τα παιδιά του Ηρακλή, πως αν δεν τους διώξει θα του έκανε πόλεμο. Και όπως ήταν ο Ευρυσθέας τότε ο πιο δυνατός βασιλιάς της Ελλαδικής ο Κήυκας φοβήθηκε.
Για τον Κήυκα και την σύζυγό του Αλκυόνη πληροφορούμαστε από την προϊστορία πως είχαν την συνήθεια να αποκαλούν ο μεν Κήυξ την γυναίκα του Ήρα η δε Αλκυόνη εκείνον Δία. Γι’ αυτή τους την απρέπεια και ασέβεια προς τον Δία και την Ήρα τιμωρήθηκαν απ’ τον πατέρα των Θεών τε θνητών, Δία, ο οποίος τους μεταμόρφωσε σε πουλιά. Και τον μεν Κήυκα έκανε γλάρο την δε Αλκυόνη στο γνωστό πουλί Αλκυών.
Ο Κήυξ λοιπόν φοβούμενος το μένος του Ευρυσθέα συμβουλεύει τους Ηρακλείδες να πάνε στην Αττική στον βασιλιά Θησέα. Πήγαν λοιπόν στην Αθήνα και κάθισαν ικέτες στον βωμό του Ελαίου. Πραγματικά οι Αθηναίοι τους δέχτηκαν και τους έδωσαν τον Τρικόρινθο ( ή Τρικόρυθος, δήμος της Αττικής που ανήκε αρχικά στην Αιαντίδα φυλή, από δε το 146 π. Χ. στην Αδριανίδα.
Μαζί με άλλες αττικές πόλεις αποτελούσε την Τετράπολη και βρισκόταν ανατολικά της Οινόης και βορειοανατολικά του Μαραθώνα) να κατοικήσουν, δεχόμενοι ακόμη και τον αγώνα τους κατά του Ευρυσθέα τον οποίο απέδειξαν πως καθόλου δεν τον φοβόντουσαν παρά τις απειλές και την δύναμή του. Το θάρρος αυτό των Αθηναίων πήγαζε από την βοήθεια που πίστευαν πως τους παρείχε ο Ξένιος Δίας και όλοι οι Θεοί βεβαίως και ήρωες τους.
Τότε μάλιστα λέγεται πως θυσιάσθηκε και η Μακαρία κόρη του Ηρακλή, και προς τιμή της ονομάσθηκε μια πηγή στον Μαραθώνα « Μακαρία Πηγή». Μετά από αυτή την κίνηση των Αθηναίων φυσικό ήταν το μένος του Ευρυσθέα ο οποίος μάλιστα εκστράτευσε εναντίον τους μαζί με τους γιούς του.
Οι Αθηναίοι τότε τον αντιμετώπισαν μαζί με τους Ηρακλείδες με αρχηγούς τον Ύλλο, Ιόλαο και από πλευράς Αθηναίων στρατηγός ήταν ο Θησέας ή ο γιός του. Στην μάχη που ακολούθησε και ήταν σφοδρότατη οι Ηρακλείδες με τους Αθηναίους επικράτησαν κατά κράτος και σκότωσαν όλους τους γιούς του Ευρυσθέα ο οποίος υποχωρώντας κυνηγήθηκε από τον Ιόλαο που τον έπιασε κοντά στα Μέγαρα στις Σκιρωνίδες πέτρες και του έκοψε το κεφάλι. Στην συνέχεια έφερε το κεφάλι του ως τρόπαιο και το έδωσε στην Αλκμήνη η οποία του έβγαλε τα μάτια!!! Έτσι κυριεύτηκε ολόκληρη η Πελοπόννησος από τους Ηρακλείδες.
Όμως ένας τρομερός λοιμός έπεσε στην Πελοπόννησο και τότε είπαν πως αυτό συμβαίνει επειδή οι γιοί του Ηρακλή ήρθαν πριν από τον χρόνο που έπρεπε να έρθουν. Αναγκάστηκαν λοιπόν να γυρίσουν πάλι πίσω στην Αττική και επέστρεψαν στον Μαραθώνα όπου και παρέμειναν.
Τότε ο Ύλλος ο αξιότερος όλων των γιών του Ηρακλή, εκτελώντας την πατρική επιθυμία πήρε γυναίκα του την Ιόλη και κατέστρωνε σχέδια πώς θα οργανώσει την κάθοδο στην Πελοπόννησο. Πήγε λοιπόν στο Μαντείο των Δελφών όπου ο χρησμός του είπε ότι τότε θα ήταν έτοιμος όταν θα ερχόταν ο τρίτος καρπός. Παρερμηνεύοντας όμως τον χρησμό ο Ύλλος νόμισε πως αναφερόταν στον τρίτο χρόνο και πραγματικά μετά από μια τριετία έκανε την εκστρατεία με αποτέλεσμα να τον νικήσει ο Τισαμενός απόγονος του οίκου των Τανταλιδών, βασιλιάς ολοκλήρου του Βασιλείου του Άργους.
Πέρασαν τα χρόνια και πέθανε ο Ύλλος και τα παιδιά Αριστόμαχου, που τον είχε σκοτώσει ο Τισαμενός, εγγονού του Ύλλου από τον γιό του Αριδαίο ή Κλεοδαίο, πήγαν στο Μαντείο να πάρουν πάλι χρησμό. Όταν ο χρησμός επανελήφθη ακριβώς ο ίδιος εκείνοι εξεπλάγησαν και νόμισαν πως τους κορόϊδευε η Πυθία. Και στην παρατήρηση που έκαναν πήραν την απάντηση πως εκείνοι είχαν παραφράσει τον χρησμό και όταν γίνεται λόγος για τρίτο καρπό εννοείται η Τρίτη γενιά και όχι ο τρίτος χρόνος!
Μάλιστα τους υπεδείχθη και ο τρόπος που θα το κάνουν : « Νικην σοι φαίνουσι Θεοί δι’ οδοίο στενύγρων», δηλαδή με στόλο να περάσουν και έτσι δοκίμασαν από τον Ισθμό, όμως έπαθαν μεγάλη ζημιά. Πήγαν ξανά στο Μαντείο και πήραν τον χρησμό που διευκρίνιζε: « Ου κατά γην λέγω στενύγρη αλλά την ευρυγαστέρα».
Έτσι ο Τήμενος, γιός του Αριστόμαχου, πήγε στην Ναύπακτο και έφτιαξε πλοία. Μάλιστα από αυτό πήρε και η πόλη το όνομά της Ναύπακτος από το ναυπηγείν. Όταν όμως γίνονταν αυτά ο Αριστόδημος ένας από τους γιούς του Αριστόμαχου σκοτώθηκε, μάλλον από τον γιό του Πυλάδη ή από κεραυνό. Ακόμη ένα τραγικό γεγονός συνέβη με τον θάνατο του μάντη Κάρνου με αποτέλεσμα να διαλυθεί το στράτευμα.
Στο νέο χρησμό που πήρε ο Τήμενος του υπαγορεύφθη να στείλει εξορία τον φονιά του Κάρνου τον Ιππότη γιό του Φύλαντα του Αντιόχου γιού του Ηρακλή και να πάρει για οδηγό τον τριόφθαλμο Όξυλο. Έτσι λοιπόν εισέβαλαν στην Πελοπόννησο τόσο από ξηράς όσο και από θαλάσσης και την κατέλαβαν σκοτώνοντας και τον Τισαμενό. Τώρα κάτοχοι της Πελοποννήσου οι Ηρακλείδες την μοιράζουν σε τρία μέρη. Στο Άργος, την Λακεδαίμονα και την Μεσσηνία. Βασιλείς στα βασίλεια αυτά οι γιοί του Ύλλου.
Με κλήρωση λοιπόν έλαβαν ο Τήμενος το Άργος, τα παιδιά του Αριστόδημου την Λακεδαίμονα και ο Κρεσφόντης, γιός και αυτός του Αριστόμαχου, την Μεσσηνία, μάλλον με δόλο, όπως λέει στην Ωγυγία ο Σταγειρίτης. Και έγινε αυτό ως εξής. Ο Κρεσφόντης έβαλε ως κλήρο ένα σβώλο χωμάτινο ο οποίος διαλύθηκε στο νερό όπου είχαν βάλει οι υπόλοιποι τους κλήρους τους και κληρώθηκαν πρώτοι. Έτσι αυτός που υποτίθεται πως είχε μείνει τελευταίος έπαιρνε την Μεσσηνία.
Μετά έκτισαν βωμούς προς τιμή του πατρώου Διός και έκαναν θυσία. Αλλά βρήκαν στους βωμούς τρία σημάδια που προμάντευαν κάτι. Ήταν δε αυτά τα σημάδια τα εξής: στο βωμό των Αργείων βρήκαν έναν βάτραχο, σ’ αυτό τον Λακεδαιμονίων έναν δράκο και στων Μεσσηνίων μια αλεπού. Είπαν τότε οι Μάντεις ότι οι Αργείοι δεν πρέπει να εκστρατεύσουν έξω από την χώρα τους πλέον. Οι Λακεδαιμόνιοι θα είναι γενναίοι, ανδρείοι και τολμηροί στις εκστρατείες και οι Μεσσήνιοι πανούργοι.
Ο Τήμενος λοιπόν βασιλιάς του Άργους πλέον, είχε τρείς γιούς τον Αγέλαο, Ευρύπολο και Καλλία. Ή όπως αλλού αναφέρονται ως παιδιά του οι Κεισός, Κερύνης, Φάλκης, Αγραίος και ένα κορίτσι η Υρνηθώ. Αυτήν πήρε γυναίκα του ο Δηϊφίντης γιός του Αντιμάχου γιού του Θρασυάνορα που ήταν παιδί του Κτησίππου του Ηρακλή από την Δηϊάνειρα.
Τον Δηϊφόντη τον είχε στρατηγό ο Τήμενος και τον εκτιμούσε ιδιαιτέρως και είχε δείξει την προτίμησή του στην διαδοχή του βασιλείου του Άργους. Του είχε δώσει την εξουσία της Επιδαύρου. Αλλά τα παιδιά του Τημένου, επαναστάτησαν και με την βοήθεια των κατοίκων της Τιτάνης μια μικρή πόλη της Κορίνθου που ανήκε στην Σικυωνία, σκότωσαν τον Τήμενο αλλά ο στρατός τους ήθελε βασιλιά τους τον Δηϊφόντη και την Υρνηθώ.
Εκείνοι τότε ήρθαν στην Επίδαυρο να πάρουν την Υρνηθώ και να λύσουν την συγγένεια με τον Δηϊφόντη. Την πήραν λοιπόν έξω από την πόλη και της είπαν πολλά άσχημα για τον άνδρα της και της ζήτησαν να τον αφήσει και να γυρίσει στο Άργος. Τότε εκείνη τους απάντησε πως ο Δηϊφόντης είναι άξιος άνθρωπος έντιμος ισάξιος του πατέρα της Τημένου και φυσικά άνδρας της.
Απεναντίας χαρακτήρισε τα αδέρφια της πατροκτόνους και ανάξιοι να ονομάζονται παιδιά του Τημένου. Χωρίς διόλου να πτοηθούν από την αντίδραση και τα λόγια της αδερφής τους, εκείνοι την άρπαξαν και με βία την έβαλαν πάνω στην άμαξα πηγαίνοντάς την στο Άργος. Όμως ο Δηϊφόντης μαζί με τους Επιδαυρίους τους κατεδίωξε και σκότωσε τον Κερύνη. Τον δε Φάλκη επειδή κρατούσε στην αγκαλιά του την έγκυο Υρνηθώ απέφυγε να τον τοξεύσει αλλά προσπάθησε να πάρει πίσω την Υρνηθώ μέσα από τα χέρια του.
Ο Φάλκης όμως κρατώντας όλο και πιο σφικτά την αδερφή του της επέφερε θανατηφόρο σφίξιμο και στην συνέχεια κατάφερε να ξεφύγει. Ο Δηϊφόντης έθαψε στο σημείο εκείνο την γυναίκα του το οποίο ονομάσθηκε Υρνήθιον χωρίον. Έκτισε και Ηρώο προς τιμή της.Την βασιλεία τώρα του Άργους αναλαμβάνει ο Κείσος ο μεγαλύτερος γιός του Τημένου, αλλά οι Αργείοι δεν ήταν διόλου ευχαριστημένοι πλέον από αυτού του είδους την μοναρχία έως την στιγμή που επί του Μέλτα γιού του Λακήδα απογόνου του Μήδωνα από το γένος του Τημένου, έπαυσαν το είδος αυτό εξουσίας. Αυτός ήταν και ο τελευταίος βασιλιάς του Άργους αφού το 650 π. Χ. οι Αργείοι όπως αναφέραμε έβαλαν τέλος στον θεσμό της Βασιλείας.
theseus-aegean