Η Πολιόχνη ήταν μια από τις πόλεις της Λήμνου που ήκμασε την πρώιμη εποχή του χαλκού, λόγω της στρατηγικής θέσης του νησιού. Βρισκόταν στην ανατολική ακτή της Λήμνου, πάνω από ένα ύψωμα που περιβάλλεται από δύο ποταμούς.
Οι πρώτοι κάτοικοι επέλεξαν να μείνουν στην περιοχή λόγω της εύφορης γης και του πόσιμου νερού. Θεωρείται η αρχαιότερη πόλη της Ευρώπης και η ίδρυση της χρονολογείται στα μέσα της 5ης χιλιετίας π.Χ.
Η Πολιόχνη βρίσκεται στην ανατολική πλευρά της Λήμνου απέναντι από την Τροία, η οποία χτίστηκε μια χιλιετία αργότερα
Ο οικισμός αποτελούνταν από ισχυρά τείχη με προμαχώνες, αποθήκες, δημόσια κτήρια, πλατείες, λιθόστρωτους δρόμους και αποχετευτικό σύστημα.
Στις περιόδους ακμής η πόλη αριθμούσε 1.500 κατοίκους, οι οποίοι ασχολούνταν με την καλλιέργεια της γης, το ψάρεμα, την υφαντουργία και την κατασκευή όπλων και εργαλείων.
Όταν υπήρχε κάποιο πρόβλημα σχετικό με την πόλη, οι κάτοικοι συγκεντρώνονταν σε έναν χώρο με λίθινα έδρανα για να πάρουν αποφάσεις. Αυτό τον χώρο οι αρχαιολόγοι τον αποκάλεσαν «Βουλευτήριο» και θεωρείται η αρχαιότερη κατασκευή που κατασκεύασαν οι άνθρωποι για να συζητούν τα προβλήματα του τόπου τους.
Βρίσκεται στη δυτική πλευρά του τείχους και σε όλο το μήκος της έχει έδρανα συνεδριάσεων.
Ο πλουσιότερος άνθρωπος της πόλης έμενε στο Μέγαρο, ένα κτίριο που κατασκευάστηκε το 2.000 π.Χ. και βρισκόταν κοντά στην κεντρική πλατεία.
Το «Βουλευτήριο» της Πολιόχνης χτίστηκε 2.000 χρόνια πριν από ανάλογα κτίσματα της κλασικής εποχής
Η πόλη βρισκόταν απέναντι από την Τροία και όπως μαρτυρούν τα ευρήματα είχαν παράλληλη εξέλιξη. Η Πολιόχνη ερημώθηκε την ύστερη εποχή του Χαλκού, πιθανόν έπειτα από έναν μεγάλο σεισμό και δεν κατοικήθηκε ξανά. Μέχρι τον 19ο αιώνα ο σπουδαίος πολιτισμός της αρχαίας πόλης παρέμεινε άγνωστος.
Ήταν η πιο γνωστή Ακρόπολη της 3ης χιλιετίας στο βόρειο Αιγαίο. Ήκμασε από την 4η ή 5η χιλιετία π.Χ. έως το 1.600 π.Χ.
Ανακάλυψη του οικισμού
Χρυσή περόνη και σκουλαρίκια από το «θησαυρό» της Κίτρινης φάσης Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο
Το 1930 ο διευθυντής της ιταλικής αρχαιολογικής σχολής, Ντέλα Σέτα μαζί με τον βοηθό του Μπερνάντο Μπρέα ανακάλυψαν την Πολιόχνη.
Η αρχαία πόλη ονομάστηκε και «επτάπολις» γιατί έγινε ανασκαφή σε επτά αλλεπάλληλα στρώματα που φανερώνουν επτά διαφορετικές φάσεις της πόλης.
Ο Μπρέα ονόμασε την καθεμιά περίοδο με τα χρώματα που την χαρακτηρίζουν: Μελανή, Κυανή, Πράσινη, Ερυθρή, Κίτρινη, Καστανή και Ιώδης.
Μεταξύ των ευρημάτων, οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν χρυσά κοσμήματα που είναι γνωστά ως ο «θησαυρός της Πολιόχνης» και σήμερα βρίσκονται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο.
Τα χρυσά ήταν κρυμμένα κάτω από μια πέτρα στο δωμάτιο 643, που ο κάτοχος τους έκρυψε για να τα διασώσει από κάποιον κίνδυνο. O θησαυρός αποτελείται από ανδρικά και γυναικεία κοσμήματα, χιλιάδες μικρά χρυσά πλακίδια, σπειροειδή βραχιόλια, διαδήματα, αλυσίδες, ψέλια για το μπράτσο ή τον αστράγαλο, περόνες, σκουλαρίκια και είναι ανάλογης ομορφιάς με τον «θησαυρό του Πριάμου» που ανακαλύφτηκε στην Τροία από τον Σλήμαν.
Οι αρχαιολόγοι ανακάλυψαν οστέινα εργαλεία, σφονδύλια, πελέκεις, και χοάνες.
Η αρχαία Πολιόχνη θεωρείται από τους σημαντικότερους αρχαιολογικούς χώρους της Ελλάδας.
Πηγές: mixanitouxronou.gr, amfipolinews