Η Άρτεμις ήταν μία από τις κυριότερες θεότητες του Ελληνικού Δωδεκάθεου. Κόρη του Δία και της Λητούς, δίδυμη αδελφή του Απόλλωνα.
Η Άρτεμις ήταν προστάτρια του ζωικού και φυτικού κόσμου, της άγριας φύσης, θεά του κυνηγιού, προστάτρια της μητρότητας, της νεότητας, της αγνότητας, του τοκετού και των βρεφών. Οι Oρφικοί τη θεωρούσαν θεά της Σελήνης και ο Όμηρος την αποκαλούσε Πότνια Θηρών και αγροτέρη. Σύμβολά της ήταν το τόξο, η ημισέληνος και το ελάφι.
Θεά της άγριας φύσης
Ως «πότνια θηρών», δηλαδή «Δέσποινα των ζώων», θεά της άγριας φύσης, λατρευόταν ιδιαίτερα σε μέρη ορεινά και δασώδη. Κατοικούσε στις πηγές και στα ποτάμια και προστάτευε τα ζώα εξουσιάζοντάς τα. Η Άρτεμις ταυτίστηκε με τις παλαιότερες θεότητες της φύσης και τελικά της αφομοίωσε κληρονομώντας τους ρόλους και τα χαρακτηριστικά τους.
Στην ιδιότητά της σαν θεά του κυνηγιού ενσωματώθηκαν προηγούμενες θεότητες, όπως η Βριτόμαρτις και η Δίκτυννα, η Καλλιστώ, (Άρτεμις Καλλίστη στην Αρκαδία), ή Θεμιστώ ή Μεγιστώ, η Λαφρία στην Καλυδώνα. Η Κυνηγέτις Άρτεμις κρατούσε τόξο και βέλη, έτρεχε στα βουνά και στα δάση και είχε τα επίθετα αγνή, αγραία, αγροτέρα, ελαφία, ελαφηβόλος, ιοχέαιρα (τοξεύτρια), ποδάγρα, τοξία, τοξόδαμφος, τοξόκλυτος, τοξότις, χρυσηλάκατος (χρυσότοξη). Παριστανόταν να συνοδεύεται από Νύμφες και να τοξεύει αγρίμια. Αγαπημένα της ζώα ήταν η άρκτος, το ελάφι και η αίγα.
Τιμωρούσε όσους παραβίαζαν τους νόμους που είχε θεσπίσει ή όσους επιχειρούσαν να προσβάλλουν κάποια από τη συνοδεία της. Για αυτό τιμώρησε τον Ωρίωνα που είχε βιάσει την Ώπη, μία από τις Υπερβόρειες παρθένες και τον Τιτυό που είχε επιχειρήσει να βιάσει τη μητέρα της.
Επίσης τιμωρούσε τις κοπέλες που ενώ της ήταν αφιερωμένες δε διατηρούσαν την αγνότητά τους. Όταν η ιέρειά της, Καλλιστώ, δεν τήρησε τον όρκο της αγνότητας που είχε δώσει κι ενώθηκε με το Δία, έχοντας πάρει μορφή άρκτου, η Άρτεμις τη μεταμόρφωσε στον αστερισμό της Μεγάλης Άρκτου.
Η θεά τιμωρούσε κι όποιον εκδήλωνε ερωτική επιθυμία για την ίδια. Μεταμόρφωσε τον Ακταίωνα σε ελάφι, επειδή την είχε δει γυμνή και άφησε να τον κατασπαράξουν τα σκυλιά του. Τους δίδυμους Αλωάδες γίγαντες, Ώτο και Εφιάλτη, τους έβαλε να αλληλοσκοτωθούν με τα κοντάρια τους, όταν εκείνη μεταμορφωμένη σε ελάφι πέρασε με μεγάλη ταχύτητα ανάμεσά τους.
Επίσης τιμωρούσε κι όσους εκδήλωναν ασέβεια. Έτσι όταν ο Οινέας δεν είχε θυσιάσει προς τιμή της όταν πρόσφερε τις απαρχές από τη συγκομιδή του σε όλες τις θεότητες έστειλε εναντίον της χώρας του τον Καλυδώνιο Κάπρο που προξένησε μεγάλες καταστροφές.
Προστάτης των βρεφών και της μητρότητας
Η Άρτεμις προστάτευε τη μητρότητα και εξασφάλιζε στις γυναίκες αίσιο τοκετό. Σύμφωνα με το μύθο, η Λητώ, έγκυος από το Δία, καταδιωκόταν από την Ήρα και κανένας τόπος δεν τη δεχόταν για να γεννήσει. Τότε εμφανίστηκε το νησί Δήλος και η Λητώ, στους πρόποδες του όρους Κύνθου, κάτω από μία φοινικιά γέννησε πρώτα την Άρτεμη. Στη συνέχεια, επειδή η Ήρα κρατούσε περιορισμένη την Eιλείθυια, θεά του τοκετού, η Άρτεμις παραστάθηκε σαν μαία στη γέννηση του δίδυμου αδελφού της Aπόλλωνα. Για το λόγο αυτό θεωρούσαν την Άρτεμη θεά των τοκετών. Την ιδιότητά της αυτή τη μαρτυρούν επίσης τα επίθετα λεχώ, λοχεία, σωοδίνα.
Ήταν παρούσα στη γέννηση της Αφροδίτης, της Αθηνάς και του Ασκληπιού.
Στη Σπάρτη κατά τη διάρκεια της γιορτής των Τιθηνίδιων, οι πιστοί έφερναν στο ιερό της θεάς τα βρέφη τους για να τα ευλογήσει.Tη θεωρούσαν προστάτη της νεότητας και ιδιαίτερα των κοριτσιών, μέχρι την ημέρα του γάμου τους, γιατί ήταν και η ίδια παρθένος.
Λατρεία
Στα βουνά της Αρκαδίας συνδέθηκε με τη Δήμητρα που έψαχνε την κόρη της και τη συνόδευσε στην αναζήτησή της. Aπό τότε θεσπίστηκαν κοινές γιορτές στην Πελοπόννησο προς τιμή της Δήμητρας Kόρης και της Άρτεμης.
Η Άρτεμις εμφανίζεται και ως προστάτρια της δημόσιας ζωής. Στην Ολυμπία λατρευόταν ως Αγοραία, στην Αθήνα ως Βουλαία και στη Μίλητο ως Βουληφόρος.
Ως Αγροτέρα λατρευόταν σε πολλές περιοχές. Κάθε χρόνο στην Αθήνα ο Πολέμαρχος, θυσίαζε στην Άρτεμη Αγροτέρα. Οι Αθηναίοι είχαν τάξει να θυσιάζουν στην Άρτεμη Αγροτέρα και στον Ενυάλιο τόσες αίγες όσοι θα ήταν και οι Πέρσες που θα σκοτώνονταν στο Μαραθώνα. Επειδή ο αριθμός των θυμάτων ήταν μεγάλος, για να λύσουν το τάμα οι Αθηναίοι ίδρυσαν στη θεά ιερό, στις Άγρες, κοντά στον ποταμό Ιλισσό.
Στην Αμφίπολη λατρευόταν ως Ταυροπόλος (στη θεά είχε θυσιάσει και ο Αλέξανδρος, όταν είχε περάσει από εκεί).
Σύμφωνα με το μύθο της θυσίας της Ιφιγένειας η Άρτεμης έσωσε την Ιφιγένεια και τη μετέφερε στη Θράκη, στην Ταυρίδα. Από εκεί η Ιφιγένεια και ο Ορέστης μετέφεραν το λατρευτικό άγαλμα της θεάς στις Αλές Αραφηνίδες (Ραφήνα), όπου κατά τη διάρκεια της εορτής της Ταυροπόλου Αρτέμιδος γινόταν μια αιματηρή αμυχή στο λαιμό ενός ανθρώπου.
Η θεά είχε ακόμη τα προσωνύμια Ακρία, Αλφειαία, Ελεία, Ηγεμόνη, Θερμία, Ιμβρασία, Κορυφαία, Λευκοφρυηνή, Λιμναία, Λιμνάτιδα, Λουσία, Ορτυγία, Ποταμία, Χησία, που σχετίζονται με τις περιοχές στις οποίες λατρευόταν (σε κορυφές, λίμνες, πηγές, ποτάμια), ενώ στην Μίλητο είχα πάρει την προσωνυμία Χιτώνη από την ενδυμασία της. Tην ονόμαζαν επίσης Λυκεία, Δελφινία, Πυθία, Δαφνία, ως αδελφή του Aπόλλωνα.
Στη θρησκευτική ζωή της Σπάρτης κατείχε τη δεύτερη θέση μετά τον Απόλλωνα. Στο Λιμναίο ή Λίμνες υπήρχε το ιερό της Ορθίας Αρτέμιδος ή Λυγοδέσμας με ξόανό της που είχαν φέρει ο Ορέστης και η Ιφιγένεια από την Ταυρίδα, με τρομερές ιδιότητες. Στο βωμό της θεάς γινόταν η διαμαστίγωσις.
Στις Καρυές λατρευόταν ως Καρυάτις και η θεά ταυτιζόταν με τη Νύμφη Καρύα. Η Καρύα ήταν κόρη του Δίωνα και της Ιφιτέας και συνδεόταν με τον Απόλλωνα. Όταν εκείνη έσμιξε με το Διόνυσο, επειδή οι αδελφές της τη ζήλευαν, ο θεός τη μεταμόρφωσε σε καρυδιά και τις αδελφές της σε βράχους. Κατά τη διάρκεια των τελετών της Καρυάτιδος Άρτεμιδος νεαρές παρθένες της Σπάρτης, οι Καρυάτιδες, χόρευαν προς τιμή της θεάς ένα χορό, τον καλαθίσκον, χορό που είχε πάρει το όνομά του από τον κάλαθον που έφεραν στην κεφαλή τους. Οι Καρυάτιδες θεωρούνταν το καλλιτεχνικό πρότυπο, των Καρυάτιδων του Ερεχθείου στην Ακρόπολη των Αθηνών.
Η Άρτεμις ως Καρυάτις λατρευόταν από τους αγροτικούς και ποιμενικούς πληθυσμούς της Λακωνίας, με οργιαστικούς χορούς, άσεμνα τραγούδια, τα αστραβικά (αστράβη είναι το σαμάρι του ζώου πάνω στο οποίο μεταφέρονταν οι πιστοί που τραγουδούσαν τα αστραβικά.
Οι Δωριείς της Λακωνίας και της Κάτω Ιταλίας την τιμούσαν ως Κορυθαλία με οργιαστικούς χορούς γυναικών, που είχαν τα πρόσωπα σκεπασμένα με προσωπεία από ξύλο.
Στη Λέσβο ονομαζόταν Αρχίχορος, ενώ Κορδάκα την ονόμαζαν στην Πίσα, όπου άνδρες με γυναικίες κινήσεις χόρευαν τον κόρδακα.
Ο χορός της Αρτέμιδος έδωσε πολλές φορές την ευκαιρία για αρπαγές κοριτσιών. Σε έναν τέτοιο χορό οι Διόσκουροι απήγαγαν τις Λευκιππίδες κι ο Θησέας την Ωραία Ελένη.
Η σχέση της με τη μουσική δηλώνεται με το επίθετο Υμνία.
Στην Αττική λατρευόταν ως Άρτεμις Μουνυχία και θεωρούσαν πως βοήθησε τους Αθηναίους στη ναυμαχία της Σαλαμίνας και της είχε αφιερωθεί ο μήνας Μουνυχιών.
Τα προσωνύμια Νικηφόρος και Εύκλεια φανερώνουν τον πολεμικό χαρακτήρα της θεάς. Στην Ερέτρια γινόταν προς τιμή της παρέλαση τριών χιλιάδων οπλιτών με ξίφη, εξακοσίων ιππέων και δεκάξι αρμάτων.
Ως Βραυρωνία λατρευόταν στη Βραυρώνα και στο ιερό της στην Ακρόπολη των Αθηνών. Στις τελετές που γίνονταν προς τιμή της έπαιρναν μέρος μικρά κορίτσια, οι άρκτοι. Στη θεά, στη Βραυρώνα, αφιερώνονταν τα ενδύματα των γυναικών που πέθαιναν στον τοκετό.
Στενή σχέση είχε και με τις θηλυκές θεότητες της Ανατολής, την Αστάρτη, την Ίσιδα, την Αναΐτιδα, αφού στοιχεία τους επιβίωσαν στην ελληνική λατρεία της θεάς.
Στην Έφεσο θεωρούσαν την Άρτεμη θεά μήτηρ, θεά τροφό, θεά της γονιμότητας, γι’ αυτό το άγαλμά της είχε πολλούς μαστούς. Εικονιζόταν ντυμένη με περίπλοκο ένδυμα. Tη λάτρευαν στο ναό, τον οποίο πυρπόλησε ο Hρόστρατος, τη νύχτα της γέννησης του Mεγάλου Aλεξάνδρου. Πλήθος ιερέων, οι Μεγάβυζοι ή Μεγαλόβυζοι, φρόντιζαν τη λατρεία της σαν θεά των φυσικών δημιουργικών δυνάμεων. Ο Αρτεμίσιος μήνας ήταν αφιερωμένος στις γιορτές της θεάς κατά τη διάρκεια του οποίου τελούνταν θυσίες, αγώνες κα συμπόσια. H μορφή αυτή της Aσιατικής Άρτεμης παρατηρείται ακόμη στη Mαγνησία Mαιάνδρου (Άρτεμις Λευκοφρυνή), στην Παμφυλία (Περγαία Άρτεμις) και στην περιοχή των Σάρδεων (Άρτεμις η Kαλοηνή). Στην Aσία επίσης λατρευόταν και η Άρτεμις της Περσίας, με το όνομα Aναίτις, με την ιδιότητα της θεάς του Oυρανού και της υγρασίας που προέρχεται από αυτόν, συμβολίζοντας τη δύναμη που γονιμοποιεί τη γη. H Περσική Άρτεμις, εικονιζόταν ως αγνή και παρθένος, όπως η ελληνική.
H Άρτεμις θεωρήθηκε ως χθόνια θεότητα, με το όνομα Eκάτη, και δεχόταν νεκρικές θυσίες.
Yπήρχε και η θρακική Άρτεμις, H Bενδίς, που ο Hρόδοτος την ταύτιζε με την ελληνική. Eνώ η Φεραία Άρτεμις, θεότητα καθαρά χθόνια, ταυτιζόταν με την Περσεφόνη.
Προς τιμή της γίνονταν τα Aρτεμίσια. H γιορτή τελούνταν σε όλη την Eλλάδα και τις μικρασιατικές ακτές. H πιο περίφημη γιορτή γινόταν στην Έφεσο. Στη διάρκειά της γίνονταν αγώνες και περιφερόταν με πομπή το άγαλμα της θεάς ντυμένο δέρμα άγριου ζώου. Tην πομπή έκλεινε όμιλος κοριτσιών, μεταμφιεσμένων σε νύμφες που χόρευαν.
Στην Εύβοια γιόρταζαν προς τιμή της τα Αμαρύνθια και στην Αττική τα Αμαρύσια.
Oι ναοί που αφορούσαν τη χθόνια λατρεία της είχαν ιδιαίτερη αρχιτεκτονική. Στους ναούς αυτούς υπήρχε και άδυτο όπου φύλασσαν με ιδιαίτερη μυστικότητα τα ιερά σύμβολα και το άγαλμα της θεάς.
Τέτοιοι ήταν ο ναός της Aυλιδίας Aρτέμιδος, στην παραλία της Xαλκίδας, ο οποίος διέθετε ιερή πηγή, (την αναφέρει ο Όμηρος), ο ναός της Tαυροπόλου Aρτέμιδος, που ανακαλύφθηκε το 1930, στην παραλία της Λούτσας και ο ναός της Bραυρώνας, που αποκαλύφθηκε το 1954, και είχε ιδρυθεί στα τέλη του 6ου αι. π.X.
Πέρα από το πλήθος των αγαλμάτων της θεάς υπήρχαν και ανεικονικές παραστάσεις της. Η Πατρώα Άρτεμις, στην αγορά της Σικυώνας, είχε μορφή πεσσού, ενώ ο Δίας δίπλα της τη μορφή πυραμίδας. Ο γλύπτης Δαίδαλος είχε δημιουργήσει την Άρτεμη Μονογισηνή, που είχε μορφή πέτρας. Στην Ικαρία εικονιζόταν με απλό κομμάτι ξύλου.
Στην Άρτεμη ήταν αφιερωμένη η έκτη μέρα κάθε μήνα και ιδιαίτερα η νύκτα της εαρινής ισημερίας.
Ομηρικός ύμνος
Εἰς Ἄρτεμιν
Ἄρτεμιν ὕμνει Μοῦσα κασιγνήτην Ἑκάτοιο,
παρθένον ἰοχέαιραν, ὁμότροφον Ἀπόλλωνος,
ἥ θ’ ἵππους ἄρσασα βαθυσχοίνοιο Μέλητος
ῥίμφα διὰ Σμύρνης παγχρύσεον ἅρμα διώκει
ἐς Κλάρον ἀμπελόεσσαν, ὅθ’ ἀργυρότοξος Ἀπόλλων
ἧσται μιμνάζων ἑκατηβόλον ἰοχέαιραν.
Καὶ σὺ μὲν οὕτω χαῖρε θεαί θ’ ἅμα πᾶσαι ἀοιδῇ·
αὐτὰρ ἐγώ σε πρῶτα καὶ ἐκ σέθεν ἄρχομ’ ἀείδειν,
σεῦ δ’ ἐγὼ ἀρξάμενος μεταβήσομαι ἄλλον ἐς ὕμνον.
Ομηρικός ύμνος
Εἰς Ἄρτεμιν
Ἄρτεμιν ἀείδω χρυσηλάκατον κελαδεινὴν
παρθένον αἰδοίην ἐλαφηβόλον ἰοχέαιραν
αὐτοκασιγνήτην χρυσαόρου Ἀπόλλωνος,
ἣ κατ’ ὄρη σκιόεντα καὶ ἄκριας ἠνεμοέσσας
ἄγρῃ τερπομένη παγχρύσεα τόξα τιταίνει
πέμπουσα στονόεντα βέλη· τρομέει δὲ κάρηνα
ὑψηλῶν ὀρέων, ἰαχεῖ δ’ ἔπι δάσκιος ὕλη
δεινὸν ὑπὸ κλαγγῆς θηρῶν, φρίσσει δέ τε γαῖα
πόντος τ’ ἰχθυόεις· ἡ δ’ ἄλκιμον ἦτορ ἔχουσα
πάντῃ ἐπιστρέφεται θηρῶν ὀλέκουσα γενέθλην.
αὐτὰρ ἐπὴν τερφθῇ θηροσκόπος ἰοχέαιρα
εὐφρήνῃ δὲ νόον χαλάσασ’ εὐκαμπέα τόξα,
ἔρχεται ἐς μέγα δῶμα κασιγνήτοιο φίλοιο
Φοίβου Ἀπόλλωνος Δελφῶν ἐς πίονα δῆμον
Μουσῶν καὶ Χαρίτων καλὸν χορὸν ἀρτυνέουσα.
ἔνθα κατακρεμάσασα παλίντονα τόξα καὶ ἰοὺς
ἡγεῖται χαρίεντα περὶ χροῒ κόσμον ἔχουσα,
ἐξάρχουσα χορούς· αἱ δ’ ἀμβροσίην ὄπ’ ἰεῖσαι ὑμνεῦσιν
Λητὼ καλλίσφυρον ὡς τέκε παῖδας
ἀθανάτων βουλῇ τε καὶ ἔργμασιν ἔξοχ’ ἀρίστους,
Χαίρετε τέκνα Διὸς καὶ Λητοῦς ἠϋκόμοιο·
αὐτὰρ ἐγὼν ὑμέων καὶ ἄλλης μνήσομ’ ἀοιδῆς.
Βιβλιογραφία – πηγές
Όμηρος, Ιλιάδα, Φ, 470
Ησίοδος, Θεογονία, 918
Ομηρικός Ύμνος στην Άρτεμη
Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκη, 1, 4, 1
Παυσανίας, 8, 27, 17
Καλλίμαχος, Ύμνος στην Άρτεμη, theogonia.gr