Στην εισαγωγή των Ηθικών Ευδημείων ο Αριστοτέλης παραθέτει ένα σοφό δίστιχο που ήταν λαξευμένο σε έναν αρχαίο λίθο στο ιερό νησί της Δήλου. Σύμφωνα με αυτό, τα τρία καλύτερα πράγματα στη ζωή είναι η δικαιοσύνη, η υγεία και η εκπλήρωση των επιθυμιών.
Δάσκαλος του Αριστοτέλη ήταν ο Πλάτων, ο οποίος ήταν μαθητής του Σωκράτη, πού είχε πει το περιβόητο «ὁ δὲ ἀνεξέταστος βίος οὐ βιωτὸς ἀνθρώπῳ» («ζωή που δεν την εξετάζεις, δεν αξίζει να τη ζεις»). Ο Αριστοτέλης θεωρούσε κάπως σκληρά αυτά τα λόγια. Ήξερε ότι πολλοί άνθρωποι – η πλειονότητα ίσως- ζουν ενστικτωδώς και συχνά χωρίς καν να σκέφτονται, αλλά απολαμβάνουν πολλή ευτυχία, ακόμα κι αν ζουν στον «αυτόματο πιλότο». Εκείνος θα έδινε έμφαση στην πρακτική δραστηριότητα και στο μέλλον, ενώ το εναλλακτικό απόφθεγμά του θα ήταν: «Η μη προγραμματισμένη ζωή μάλλον δεν είναι απόλυτα ευτυχής».
Η αριστοτελική ηθική έθεσε το άτομο προ των ευθυνών του. Όπως διαπίστωσε ο Αβραάμ Λίνκολν, «Οι περισσότεροι άνθρωποι είναι τόσο ευτυχισμένοι όσο αποφασίζουν να είναι». Αντί να εργάζεσαι στον αυτόματο πιλότο, η αριστοτελική ηθική σε τοποθετεί ως μοναδικό πιλότο σε έναν πλήρη πίνακα ελέγχου. Το σημείο αφετηρίας του ηθικού παράγοντα της αριστοτελικής ηθικής έχει κοινά στοιχεία με τον ηθικό εγωισμό που συνδέεται με τον φιλόσοφο της πρώιμης νεότερης εποχής Μπέρναρντ ντε Μάντεβιλ (1670-1733), αλλά μόνο ως εκεί. Το συγκεκριμένο σύστημα συστήνει σε κάθε άτομο να ενεργεί συνειδητά με στόχο τη μεγιστοποίηση τον προσωπικού οφέλους του.
Φανταστείτε ότι έχετε καλέσει σε τσάι δέκα γείτονές σας. Γνωρίζετε ότι δύο από αυτούς είναι χορτοφάγοι. Αλλά τα σάντουιτς για χορτοφάγους είναι τρεις φορές ακριβότερα από τα σάντουιτς με ζαμπόν. Αν αγοράσετε δύο μερίδες σάντουιτς για χορτοφάγους περιορίζοντας τα σάντουιτς με ζαμπόν, θα υπάρχει λιγότερο φαγητό συνολικά για όλους. Ο εγωιστής θα αγνοούσε τις ανάγκες όλων των άλλων και είτε θα προνοούσε είτε όχι για το φαγητό των χορτοφάγων ανάλογα με τις προσωπικές διατροφικές συνήθειες του. Αν δεν ήταν χορτοφάγος, σίγουρα δεν θα ήθελε να μειώσει τηv ποσότητα των σάντουιτς με ζαμπόν για να φροντίσει τις διαφορετικές διατροφικές επιλογές οποιουδήποτε άλλου. Αν ήταν χορτοφάγος, θα αγνοούσε τη στέρηση που θα βίωναν οι οκτώ κρεατοφάγοι με τις μικρότερες μερίδες και απλώς θα φρόντιζε να υπάρχει άφθονη χορτοφαγική τροφή για τον ίδιο και θα παράγγελνε και μια επιπλέον μερίδα ειδικά γι’ αυτόν.
Οι ωφελιμιστές, από την άλλη, προσπαθούν να μεγιστοποιήσουν την ευτυχία των περισσότερων ανθρώπων εστιάζοντας στις συνέπειες των πράξεων: για τους ωφελιμιστές το αποτέλεσμα οκτώ ευτυχισμένων κρεατοφάγων υπερέχει του ταυτόχρονου προβλήματος των δύο δυστυχισμένων χορτοφάγων. Ο ωφελιμισμός καθίσταται δύσκολος όταν οι μειονότητες είναι μεγάλες: ένα τσάι με τέσσερις δυστυχισμένους χορτοφάγους, για παράδειγμα, και μόλις έξι ευτυχείς κρεατοφάγους σίγουρα δεν θα γινόταν σε εορταστικό κλίμα.
Οι οπαδοί του Ιμμάνουελ Καντ δίνουν έμφαση στα καθήκοντα και στις υποχρεώσεις, διερωτώμενοι αν θα έπρεπε να υπάρχει ένας συμπαντικός και σταθερός νόμος σχετικά με τηv αναλογία των διαφορετiκών ειδών σάντουιτς που θα έπρεπε να είναι διαθέσιμα στο τσάι.
Οι οπαδοί του πολιτισμικού σχετικισμού, από την άλλη, έχουν επιμείνει στο γεγονός ότι δεν υπάρχει συμπαντικός ηθικός νόμος. Όλοι, όπως ισχυρίζονται, ανήκουν σε μια ομάδα ή σε ομάδες που έχουν δικούς τούς εσωτερικούς νόμους και έθιμα. Σε όλο τον πλανήτη υπάρχουν πολλοί πολιτισμοί και κοινόmτες που δεν καταναλώνουν καθόλου χοιρινό˙ άλλοι δεν μπορούν να κατανοήσουν τη χορτοφαγία ή ακόμα και τις συγκεντρώσεις για τσάι.
Ο Αριστοτέλης, αντίθετα, θα συνειδητοποιούσε ότι η απόφαση σχετικά με τα σάντουιτς δεν θα μπορούσε να ληφθεί απερίσκεπτα και αβασάνιστα. Θα αφιέρωνε χρόνο για να στοχαστεί σχετικά με το πρόβλημα και να κάνει κάποιο προγραμματισμό. Θα κοίταζε πίσω από τον προγραμματισμό των εδεσμάτων για να εντοπίσει συνειδητά την πρόθεσή του – αν η πρόθεση είναι να νιώσουν και οι δέκα γείτονες ευπρόσδεκτοι και να φάνε καλά, επειδή αυτό θα έκανε τη γειτονιά καλύτερη για να ζει κάποιος εκεί, συμβάλλοντας στην ατομική και συλλογική ευτυχία, τότε η απόφασή του θα έπρεπε να μεγιστοποιεί την πιθανότητα να υλοποιηθεί η συγκεκριμένη πρόθεση. Δεν θα είχε νόημα να προσβάλει έστω και λίγους καλεσμένους.
Στη συνέχεια θα συμβουλευόταν τους ενδιαφερομένους, μεταξύ αυτών τους καλεσμένους και τους υπεύθυνους για το φαγητό, για να ελέγξει τις πιθανές αντιδράσεις. Θα σκεφτόταν συναντήσεις για τσάι που είχε οργανώσει ή στις οποίες είχε παραστεί στο παρελθόν, θα εξέταζε τα προηγούμενα δεδομένα και πιθανότατα θα ανακάλυπτε μια λύση για το πρόβλημα ρίχνοντας μια ματιά στην ιστορία των συναντήσεων για τσάι – για παράδειγμα, θα σέρβιρε γλυκά χωρίς γαλακτοκομικά που θα άρεσαν σε όλους αντί για τα διχαστικά σάντουιτς. Επίσης, θα φρόντιζε να απολαύσει και ο ίδιος προσωπικά τα γλυκά που θα επέλεγε, γιατί η περιττή αυταπάρνηση δεν έχει θέση στη φιλοσοφία του, η οποία προβλέπει τον σεβασμό τόσο προς τον εαυτό μας όσο και προς τους άλλους.
Η βασική προϋπόθεση της αντίληψης του Αριστοτέλη περί ευτυχίας είναι υπέροχα απλή και δημοκρατική: όλοι μπορούν να αποφασίσουν να είναι ευτυχισμένοι. Έπειτα από κάποιο χρονικό διάστημα οι σωστές πράξεις εδραιώνονται ως συνήθεια κι έτσι νιώθουμε καλά με τον εαυτό μας˙ η επακόλουθη κατάσταση του νου είναι η ευδαιμονία, που είναι και η λέξη την οποία χρησιμοποιεί ο Αριστοτέλης για την ευτυχία.
Edith Hall
ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ – Η ΑΡΧΑΙΑ ΣΟΦΙΑ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΖΩΗ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΙΟΠΤΡΑ, Πηγή